Τετάρτη, Δεκεμβρίου 30, 2020

ΤΑ ΜΕΤΡΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ "GONE BUT NOT FORGOTTEN"

 


Θυμάστε τη Μπρουκ Σιλντς από τις πολύ αρχές των 80ς; Μετά τις λίγες πρωτες επιτυχίες εξαφανίστηκε ή μάλλον έπαιζε και παίζει σε συνήθως μέτριες ταινίες, τηλεταινίες ή σειρές. Εγώ πάντως είχα λοιπόν περιέργεια να δω πώς έχει γίνει μετά από τόσα χρόνια. Το "Gone but not Forgotten" (στην Ελλάδα ῾῾Το Σημείωμα του Δολοφόνου῾) λοιπόν είναι ένα θρίλερ του 2005 που γύρισε ο δημιουργός μέτριων ταινιών του είδους Armand Mastroianni, όπου μάλιστα η Σιλντς πρωταγωνιστεί με έναν άλλο ξεχασμένο από την ίδια περίπου εποχή, τον Λου Ντάιμοντ Φίλιπς.

Εκείνη είναι πετυχημένη δικηγόρος και υπερασπίζεται έναν αντιπαθή και ψυχρό πελάτη, που κατηγοτείται ως σίριαλ κίλερ γυναικών. Ως τίμια δικηγόρος πάντως είναι πεπεισμενη για την αθωότητά του. Ο Φίλιπς είναι ο αντίπαλός της εισαγγελέας. Κάποια στιγμή η κοπέλα θα ανακαλύψει ότι ο πελάτης της έχει ένα απεχθές, βρώμικο παρελθόν 10 χρόνια πριν - με λίγα λόγια είναι ένα κάθαρμα. Πριν 10 χρόνια, ναι, τι συμβαίνει όμως με τη σύγχρονη υπόθεση για την οποία κατηγορείται;

Θα μπορούσε να είναι συμπαθητικό θρίλερ με σχετικά πρωτότυπη ιστορία. Το συγκεκριμένο όμως δεν έχει, νομίζω, το απαιτούμενιο νεύρο, είναι ουδέτερο σκηνοθετικά, από άποψη σεναρίου κάποια πράγματα συμβαίνουν ῾ἑύκολα῾῾, ενώ πιστεύω ότι οι δύο βασικοί πρωταγωνιστές δεν διαθέτουν την απαιτούμενη χγημεία. Ιδιάιτερα ο Φίλιπς δεν με έπειθε καθόλου ως τίμιος εισαγγελέας. ΟΚ, περνάς ίσως την ώρα σου, αλλά τίποτα παραπάνω.

ΥΓ: Εκ των υστέρων έμαθα ότι πρόκειται για τηλεταινία.

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 28, 2020

"LORE": Η ΦΡΙΚΗ ΣΤΑ ΣΥΝΤΡΙΜΙΑ ΤΟΥ ΝΑΖΙΣΜΟΥ

 


Η "Lore"  είναι μια γερμανική τανία του 2012, που γύρισε η αυστραλέζα Cate Shortland. Πολύ καλή ερμηνεία από την πρωτοεμφανιζόμενη τότε Σάσκια Ρόζενταλ και... για τα υπόλοιπα  το λόγο έχει η εφιαλτική κληρονομιά του ναζισμού.

Το 1945 ο πόλεμος έχει μόλις τελειώσει. Η Γερμανία έχει συντριβεί και οι σύμμαχοι έχουν καταλάβει διάφορα μέρη της ο καθένας. Παντού επικρατεί χάος, τρόμος, πείνα. Παντού υπάρχουν ερείπια. Η μόλις έφηβη Λόρι, μετά τον θάνατο του ναζί πατέρα της και τη σύλληψη της επίσης ναζί μητἐρας της, αναγκάζεται να πάρει τα 4 μικρότερα αδέλφια της (το ένα βρέφος) και να καταφύγει σε μια θεία της, στην άλλη άκρη της Γερμανίας. Το ταξίδι των 5 παιδιών θα γίνει με τα πόδια στη διαλυμένη χώρα και θα εξελιχτεί σε μια απίστευτη οδύσεια, με τους κινδύνους κάθε είδους να ελλοχεύουν παντού. Η συνάντηση με έναν μυστηριώδη φυγάδα θα είναι καθοριστική.

Η μικρή Λόρι πιστεύει απόλυτα στο ναζισμό και τον Χίτλερ διότι έτσι την έχουν μάθει από μικρό παιδακι. Δεν έχει γνωρίσει τίποτα άλλο. Ουσιαστικά, παρά το χάος γύρω της, τα πτώματα, την πείνα και τα ερείιπα, δεν πιστεύει καν ότι η πατρίδα της έχασε τον πόλεμο ούτε ότι ο φύρερ είναι νεκρός (ας σημειωθεί ότι τα 4 μικρά παιδιά δεν γνωρίζουν ούτε την τύχη των γονιών τους και νομίζουν ότι θα τους περιμένουν εκεί που πηγαίνουν). Σιγά σιγά όμως οι πρώτες αμφιβολιες τρυτπώνουν μέσα της. Μήπως τίποτα δεν είναι όπως νοόμιζε, μήπως τίποτα δεν είναι όπως την είχαν μάθει να πιστεύει;

Η ταινία, αντιπολεμική και αντιναζιστική, δείχνει με έξυπνο τρόπο όχι το ναζισμό και τον πόλεμο, αλλά αυτά που αφήνουν πίσω, μετά το τέλος τους, ο ναζισμός και ο πόλεμος. Αυτό ίσως και να είναι ακόμα πιο εφιαλτικό. Δράμα λοιπόν, καλή σκηνοθεσία, αγωνία για τη μοίρα των αδελφών, συχνά εντυπωσιακές εικόνες... Φυσικά καταλαβαίνετε ότι πρόκειται για βαριά ταινία, συχνά ζοφερή. Καλή όμως. Και, με τον πλάγιο τρόπο που σας ανέφερα, πετυχαίνει απόλυτα το στόχο της.


Ετικέτες ,

Σάββατο, Δεκεμβρίου 26, 2020

"THE VAST OF THE NIGHT": ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΕΦ ΤΩΝ 50ς


Η ταινία του 2019 "The Vast of the Night:" είναι η πρώτη του  Andrew Patterson. Είναι ταινία επιστημονικής φαντασίας, πριν απ᾽όλα όμως είναι ένα νοσταλγικό φιλμ - αναφορά στις σειρές και στις ταινίες του είδους της δεκαετίας του 50.

Βρισκόμαστε όντως στα 50ς. Μια νύχτα, σε μια μικρή πόλη του New Mexico ο ραδιοφωνικός δέκτης ενός ντόπιου dj πιάνει έναν παράξενο, μυστηριώδη ήχο. Συγχρόνως - ή μάλλον εξ αιτίας του - παράδοξα φαινόμενα (και εμφανίσεις) αρχίζουν να συμβαίνουν στην περιοχή. Το πιο παράξενο είναι ότι σποραδικές μαρτυρίες ισχυρίζονται ότι δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Ο dj και μια μαθήτρια που τις νύχτες δουλεύει ως τηλεφωνήτρια αρχίζουν μια αγχωτική αναζήτηση της αλήθειας για το τι ακριβώς συμβαίνει.

Από την πρώτη κιόλας στιγμή η ταινία μας δηλώνει ξεκάθαρα τις αναφορές της: Παρουσιάζεται ως ασπρόμαυρο επεισόδιο μιας σειράς των 50ς που λέγεται Paradox Theatre και παραπέμπει άμεσα στο θρυλικό Twilightlight Zone. Είναι λοιπόν σα να βλέπουμε ένα επεισόδιο μιας τέτοιας σειράς (το οποίο βεβαίως σύντομα θα γίνει έγχρωμο). Και όντως η όλη ατμόσφαιρα είναι όμοια με αυτή των επεισοδίων της ιστορικής σειράς. Παρά το ότι, όπως είπαμε είναι πρωτοεμφανιζόμενος, ο σκηνοθέτης καταφέρνει να μιμηθεί άψογα το κλίμα αυτό, να δώσει τη (συνεχώς νυχτερινή) ατμόσφαιρα των 50ς, να διατηρήσει ένα διαρκές σασπένς και μυστήριο και να πετύχει καλές ηθοποιίες από το ζεύγος των πρωταγωνιστών. Τι άλλο θέλετε;

Αν είστε φαν του είδους νομίζω ότι θα το απολαύσετε. Για μένα αποτέλεσε μια ευχάριστη, νοσταλγική έκπληξη από το πουθενά.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 24, 2020

Η ΣΠΑΡΤΑΡΙΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ῾ἉΣ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ῾῾

 


Είναι σαφές : Τον Σταύρο Τσιώλη (1937-2019) ή τον λατρεύεις ή ξύνεις αμήχανα το κεφάλι και αποχωρείς. Ανήκω στην πρώτη κατηγορία, των απόλυτων φανς. Δεν μπορώ να σκεφτώ άλλον που να έχει αποδώσει τόσο καλά τη νεοελληνικότητα, το κιτς και το μπάχαλο που επικρατούν, με τόσο ιδιόρυθμο χιούμορ, αλλά ταυτόχρονα και με ένα είδος συμπάθειας και γλυκύτητας. Το ῾῾Ας Περιμένουν οι Γυναίκες῾῾ του 1998 είναι για πολλούς η καλύτερη ταινία του.

Δύο μπατζανάκηδες διαφορετικών χαρακτήρων, αλλά κολλητοί και συνεργάτες σε μικρή επιχείρηση, ξεκινούν τέλη Ιουλίου από τη Θεσσαλονίκη για να συναντήσουν τις οικογένειές τους που παραθερίζουν στη Θάσο. Στο δρόμο όμως θα ῾῾κολλήσουν῾ στη Βόλβη όπου ο ένας θα... αρρωστήσει από έρωτα για μια γυναίκα που συνάντησε για λίγο μόλις λεπτά. Ο τρίτος μπατζανάκης, πιο ευκατάστατος και στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, θα καταφτάσει από τη Θάσο να δει τι απέγιναν οι άλλοι. Και νέες περιπέτειες, ερωτικές και μη, θα αρχίσουν.

Ναι, η ταινία είναι πραγματικά ξεκαρδιστική. Το απίθανο τρίο των.... μπατζανάκηδων (Ζουγανέλης, Μπακιρτζής, Μπουλάς) βρίσκονται στις καλύτερες κινηματογραφικές τους στιγμές. Οι ατάκες, αλλά και οι αλλοπρόσαλλες καταστάσεις που αγγίζουν το σουρεαλισμό παρά την κοινοτοπία των χώρων,  πέφτουν βροχή. Και, μέσα σ᾽όλη  αυτή την κωμικοτραγική ατμόσφαιρα προβάλλει ανάγλυφα το (αρνητικό) πορτρέτο του νεοέλληνα: Κομπιναδόρος, ακράτητα συναισθηματικός, αλλοπρόσαλλος, βολεψάκιας, με σημαία το ρουσφέτι, φαφλατάς, αλλά και κάπως ρομαντικός (με γελοίο τρόπο). Όσο ρομαντισμό μπορεί να επιτρέψει βεβαίως το κιτς που τυλίγει τα πάντα, από τα ρούχα και τις εμφανίσεις μέχρι τη σκηνή στην παραλία, το ξενοδοχείο ή τα σκυλάδικα που ακούγονται διαρκώς. Αλλά συγχρόνως, το είπα και στην αρχή, ο Τσιώλης έχει μια γλυκειά ματιά για όλη αυτή την κακογουστιά, σα να λέει: ¨Τι να κάνουμε; Αυτό είμαστε.῾῾ 

Για μένα ίσως ένα από τα ελάχιστα ελληνικά cult φιλμ. Όσοι συντονιστούν με το ανεπανάληπτο κλίμα του Τσιώλη θα το απολαύσουν από την πρώτη έως την τελευταία στιγμή. Είτε το κάνετε αυτό όμως είτε όχι, σίγουρα θα μάθετε κάτι για το... συνέδριο της Βόλβης του 1979, το 1ο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας, το οποίο πιθανότατα ουδείς θα θυμόταν σήμερα αν δεν το είχε αποθανατίσει με τόσο σπαρταριστό τρόπο η ταινία (δια στόματος Μπουλά).

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 21, 2020

Ο "ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΨΑΛΜΟΣ" ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

 


Ο Miklos Jancso (1921-2014) υπήρξε σημαντικός ούγγρος σκηνοθέτης. Και μάλιστα από τους πλέον πρωτοποριακούς. Μια από τις γνωστές ταινίες του είναι "Ο Κόκκινος Ψαλμός" (Meg ker a nep) του 1972. Ένα φιλμ που θα μπορούσαμε να πούμε ότι κινείται στα όρια του πειραματικού.

Μας μεταφέρει στην Ουγγαρία της δεκαετίας του 1890, όταν οι αγρότες εξεγείρονται ενάντια στη φτώχια και την εκμετάλλευση από τους γαιοκτήμονες. Τα αιτήματά τους είναι καθαρά σοσιαλιστικά. Η εξέγερση θα καταπνιγεί από το στρατό, προς μεγάλη ικανοποίηση των γαιοκτημόνων βεβαίως.

Αυτό είναι η ιστορία που μας αφηγείται η ταινία. Το θέμα όμως είναι πώς το κάνει. Ολόκληρο το φιλμ είναι κάτι σαν ένα μπαλέτο, μια χορογραφία που συμβαίνει πάντοτε σε ανοιχτούς χώρους, στους αγρούς. Εξεγερμένοι, άντρες και γυναίκες, νέοι και ηλικιωμένοι, στρατιώτες και αξιωματικοί, ευγενείς και γαιοκτήμονες, όλοι περιφέρονται διαρκώς στα απέραντα λιβάδια με την κάμερα να τους κυκλώνει από παντού, σα να χορεύει μαζί τους. Στην ουσία υπάρχουν σ' όλόκληρο το φιλμ μόνο σκηνές πλήθους. Ακόμα και η βία, οι θάνατοι και οι εκτελέσεις, δίνονται με ένα θεατρικό, σχεδόν χορευτικό τρόπο. Οι διάλογοι είναι λίγοι, μη ρεαλιστικοί. Συχνά απλώς απαγγέλονται διάφορα μανιφέστα. Η μουσική ειναι πανέμορφη και βασίζεται σε ουγγρικά λαϊκά τραγούδια. Τα σύμβολα ειναι άφθονα. Το κόκκινο (επανάσταση, αλλά και αίμα) κυριαχεί, συχνά πάνω σε λευκό. Τα λουλούδια, οι γυμνές γυναίκες, το κρασί, τα ξίφη, τα ματωμένα χέρια,ο ερωτισμός, όλα δίνονται συμβολικά. Συχνά οι εικόνες είναι πανέμορφες. Και με τον τρόπο αυτό περνάει όλη η ιστορία : Η επανάσταση, οι διαφορετικές τάσεις ανάμεσα στους επαναστάτες (μετριοπαθείς - ή ηττοπαθείς - και αποφασισμένοι για όλα), οι αδίστακτοι ή πονηροί γαιοκτήμανες, που προσπαθούν να τους παραπλανήσουν για να τους ησυχάσουν, ο στρατός που βοηθά την κυρίαρχη τάξη, ο αξιωματικός που παίρνει το μέρος των επαναστατών και πολλά άλλα δίνονται με την παράξενη, τελετουργική αυτή γραφή. Όλα βεβαίως μιλούν για την αναγκαιότητα της επανάστασης (πρόκειται για έναν ύμνο σ' αυτήν), όλα είναι μαρξιστικά, κομμουνιστικά. Όλα είναι σύμφωνα με την γραμμή και την ιδεολογία του τότε κομμουνιστικού καθεστώτος. Κι όμως, πόσο μακριά από τον κυρίαρχο σοσιαλιστικό ρεαλισμό βρισκόμαστε! Να ένα (σπάνιο) παράδειγμα απόλυτα στρατευμένης, πολιτικής ταινίας, ταυτόχρονα όμως απόλυτα ποιητικής και μη ρεαλιστικής.

Όπως ίσως καταλάβατε το φιλμ είναι δύσκολο και πολλοί θα κουραστούν. Άλλοι θα το θεωρήσουν ξεπερασμένο, άλλοι αριστουργηματικό. Δεν θα πάρω θεση. Θα πω όμως ότι σίγουρα είναι κάτι πολύ ιδιάιτερο.


Ετικέτες ,

Κυριακή, Δεκεμβρίου 20, 2020

"DAY THE WORLD ENDED" : Ο ΤΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΠΥΡΗΝΙΚΟΥ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ

 


Ως γνωστόν ο Roger Corman, ο ῾῾πάπας῾῾ των b-movies, έχει γυρίσει στην παραγωγικότατη καριέρα του από ταινίες που πραγματικά δεν βλέπονται έως μικρά διαμάντια. Το "Day the world ended" του 1955 είναι από τις σχετικά καλές στιγμές του.

Μετά από πυρηνικό ολοκαύτωμα οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν πεθάνει και άλλοι έχουν μεταλλαχτεί με διάφορους φριχτούς τρόπους. Ένας πατέρας, που είχε προβλέψει την καταστροφή και ήταν προετοιμασμένος γι´αυτή, ζει με την όμορφη κόρη του σε μια κοιλάδα η οποία είναι προστατευμένη από τη ραδιενέργεια. Σ᾽αυτήν θα καταφύγουν κι άλλοι επιζώντες, εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους (ένα ύποπτο ζευγάρι, ένας γέρος χρυσοθήρας, ένας γεωλόγος κ.ά.). Η ταινία παρακολουθεί τον αγώνα τους για επιβίωση ενάντια όχι μόνο στην εχθρική πλέον φύση και στα μεταλλαγμένα τέρατα, αλλά και μεταξύ τους.

Αρκετά κλειστοφοβικό, με σχετικό σασπένς, το φιλμ αποτελεί για μένα - εννοείται παρά τις αφέλειές του - ένα καλό δείγμα b-movie των 50ς. Σημαντικό ρόλο σ᾽αυτό παίζει το ότι η ομάδα των επιζώντων αποτελείται από ῾῾κάθε καρυδιάς καρύδι῾῾, οπότε οι μεταξύ τους συγκρούσεις τείνουν να τινάξουν στον αέρα την επιβίωση όλων. Οι άνθρωποι δεν θα ομονοήσουν και θα παραμείνουν εγωκεντρικοί ακόμα και στην ύστατη στιγμή, μοιάζει να μας λέει πικρά η ταινία. Αποτελεί επίσης τυπικό παράδειγμα του φοβου που διακατείχε την ανθρωπότητα για επικείμενη πυρηνική καταστροφή, ο οποίος κορυφώνεται στη δεκαετία του 50, που βρίσκεται ακόμα πολύ κοντά χρονικά στη Χιροσίμα και, ταυτόχρονα, σηματοδοτεί τη χειρότερη ίσως φάση του Ψυχρού Πολέμου ανάμεσα στις δύο τότε (πυρηνικές υπενθυμίζουμε) υπερδυνάμεις. 

Πέραν αυτών υπάρχει το κλασικό λαβ στόρι, υπάρχει η αγωνία για το ποιος θα επιζήσει και ποιος όχι... και υπάρχει και το τέρας που εμφανίζεται προς το τέλος, που μάλλον χαμόγελα προκαλεί σήμερα. Είπαμε, είναι Κόρμαν και οι κάθε λογής αφέκειες είναι αναμενόμενες. Συνολικά πάντως, όπως είπα, το βρίσκω καλό δείγμα b-movie της εποχής.

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 18, 2020

ΦΕΣΤΙΒΑΛΙΚΕΣ "ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΜΕ ΤΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΕΣ῾῾


Οι ῾῾Ιστορίες από το Δάσος με τις Καστανιές῾῾ (Stories from the Chestnut Woods) του 2019 είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του σλοβένου  Gregor Bozic και είναι ιταλοσλοβενική παραγωγή (μιλά και τις δύο γλώσσες). 

Λίγο μετά το τέλος του Β᾽Παγκοσμίου πολέμου, σε μια εντελώς ξεχασμένη και καθυστερημένη περιοχή της Σλοβενίας κοντά στα ιταλικά σύνορα, οι κάτοικοι ζουν σε συνθήκες περίπου μεσαίωνα και σε μεγάλη φτώχια. Ένας ηλικιωμένος ξυλουργός χάνει την επίσης ηλικιωμένη γυναίκα του και αμέσως μετά συναντά μια νέα, μόνη και όμορφη κοπέλα που πασχίζει να ζήσει πουλώντας κάστανα που μαζεύει από το δάσος. Οι δυό τους θα περάσουν μια νύχτα μαζί (όχι ερωτική, απλώς η κοπέλα θα τον φιλοξενήσει) και θα χαθούν στις ιστορίες ή τα όνειρα (ύπνου και ξύπνου) και τις παραισθήσεις.

Το ατού της ταινίας είναι η πολύ όμορφη φωτογραφία της. Μερικές από τις εικόνες της μένουν στο μυαλό. Από εκεί και πέρα έχουμε να κάνουμε με ένα μακρόσυρτο, δίχως κάτι ιδιαίτερο, φιλμ, που μιλά για ένα χαμένο τρόπο ζωής και θέλει (ενίοτε τα καταφέρνει) να γίνει συγκινητικό. Όλοι οι ήρωες του ζουν θα έλεγες ανάμεσα στην αληθινή ζωή και το όνειρο.Οι παραισθητικές σκηνές εναλλάσονται με την πραγματικότητα.

Δεν με ικανοποίησε ιδιαίτερα - εκτός της εικαστικότητάς της. Νομίζω ότι είναι μια από αυτές τις ταινίες που προορίζονται θαρρείς μόνο για φεστιβάλ κινηματογράφου.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 17, 2020

῾῾Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΗ ΓΗ῾῾ ΩΣ ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΤΩΝ ΜΥΡΙΑΔΩΝ ΝΕΚΡΟΖΩΝΤΑΝΩΝ ΠΟΥ ΘΑ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΣΑΝ

 


Το "I am Legend" (1954) του εξαιρετικού Richard Matheson είναι ένα από τα σημαντικά βιβλία επιστημονικής φαντασίας και, δικαίως, έχει μεταφερθεί τρεις φορές στο σινεμά. Η πρώτη μεταφορά έγινε το 1964 και είναι μια χαμηλού προϋπολογισμού ιταλοαμερικανική ασπρόμαυρη παραγωγή των σχετικά άγνωστων Ubaldo Ragona (1916-1987) και Sydney Salkow (1909-2000). Ο δεύτερος υπήρξε παραγωγικός, αλλά δίχως γνωστά φιλμ στο ενεργητικό του. Τίτλος: "The Last Man on Earth". Θεωρώ την ταινία πολύ καλή μετυαφορά, τουλάχιστον σε σχέση με το κακό για μένα ῾I am Legend" με τον Γουίλ Σμιθ. Το φιλμ του 1964 διαθέτει τον Βίνσεντ Πράις ως βασικό πρωταγωνιστή, ενώ είναι πολύ πιστό στο βιβλίο.

Μετά από μυστηριώδη ασθένεια η γη έχει γεμίσει με μολυσμένους με εμφάνιση πολύ κοντά σ᾽αυτή των ζόμπι. Είναι όμως βρικόλακες. Βγαίνουν μόνο νύχτα, απεχθάνονται τους καθρέφτες και τα σκόρδα, μεταδίδουν την αρρώστια στα θύματά τους... Υπάρχει μόνο ένας επιζών, ο οποίος παραδόξως δεν έχει μολυνθεί. Τις μέρες βγαίνει και παλουκώνει τους βρικόλακες, ψάχνοντας συστηματικά στα ερείπια της εγκαταλειμένης πόλης όπου κρύβονται τη μέρα και είναι ανίσχυροι. Οι νύχτες του όμως είναι εφιαλτικές. Ταμπουρώνεται στο σπίτι του, όπου δέχεται τις διαρκείς, αλλά μάλλον ανίσχυρες επιθέσεις των τεράτων, πίνει, δεν μπορεί να κοιμηθεί και θρηνεί ακατάπαυστα τους χαμένους αγαπημένους του (σημειωτέον ότι ανάμεσα στους μολυσμένους που τον πολιορκούν είναι και ο πρώην καλύτερος φίλος του). Κάποια στιγμή, στις καθημερινές ημερήσιες περιπλανήσεις του θα ανακαλύψει μια ζωντανή γυναίκα, θα την πάρει σπίτι του και όλα θα πάρουν μια παράξενη τροπή.

Εφιαλτικό, απαισιόδοξο, δίχως να υποχωρεί σε τεχνητά χάπι εντ, παρουσιάζει πάνω απ᾽όλα ένα βασανισμένο ήρωα, που ζει έναν καθημερινό εφιάλτη και βρίσκει καταφύγιο στο αλκοόλ. (έτσι ακριβώς δεν θα γινόταν αν μένατε ολομόναχοι στον κόσμο;) Βλέπετε, οι βρικόλακες που τον πολιορκούν μιλάνε και φωνάζουν μονότονα και ακατάπαυστα το όνομά του, καλώντας τον να γίνει ένας απ᾽αυτούς. Ο όλος προβληματισμός του φιλμ θυμίζει τους ῾Ῥινόκερους῾῾ του Ιονέσκο. Το ζήτημα είναι αν θα παραμείνει κανείς άνθρωπος (δηλαδή ο εαυτός του) ή θα λυγίσει και, τελικά, θα γίνει ῾ἕνα με το πλήθος῾῾ για να γλυτώσει από την αβάσταχτη μοναξιά. Δεν θα σας πω τίποτα για το δυνατό τέλος, όπου κάθε ενοοια ῾῾καλών῾῾και ῾῾κακών῾῾ανατρέπεται - ή μάλλον τίθεται υπό αμφισβήτηση. Τίποτα δεν είναι όπως, βολικά, νομίζουμε.

Βέβαια ο Πράις είναι όπως πάντα υπερβολικός και βαρύγδουπος, και ίσως σε κάποια σημεία (λίγα νομίοζω)  το φιλμ να είναι κάπως ξεπερασμένο. Συνολικά όμως παραμένει σημαντική ταινία, από τα καλύτερρα κατά τη γνώμη μου b-movies. Και (αυτό θα το καταλάβετε αμέσως) προαναγγέλει τα επερχόιμενα ζόμπι του Ρομέρο και όλα τα άλλα που ακολούθησαν.

Ετικέτες , ,

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 16, 2020

ΚΑΛΩΣΗΡΘΑΤΕ ΣΤΟ "SCHOOL OF ROCK"

 


Ο Richard Linklater είναι ένας σκηνοθέτης ικανός για όλα. Ποιος θα περίμενε ότο ο δημιουργός της γνωστής τριλογίας "Before Sunrise"... κλπ. ή του "Boyhood" θα μπορούσε να κάνει μια ξεκαρδιστική και πέρα για πέρα ῾῾ανεβαστική῾῾ κωμωδία όπως το ῾῾School of Rock῾῾ του 2003. Με ένα απίστευτο Τζακ Μπλακ βεβαίως, ίσως στον καλύτερο ρόλο της καριέρας του.

Ο ήρωας είναι ένας αθεράπευτος ροκάς. Παίζει χαρντ ροκ (στα όρια του χέβι μέταλ) με τη μπάντα του, είναι πραγματικά παθιασμένος με το ροκ, ζει (ή προσπαθεί να ζήσει) με απόλυτα ροκ τρόπο ζωής, αλλά τίποτα δεν του πάει καλά. Μετά από συνεχείς αποτυχίες το συγκρότημα τον απολύει προσλαμβάνοντας άλλον τραγουδιστή κι εκείνος δεν έχει να πληρώσει ούτε το νοίκι. Και τότε του έρχεται μια φαεινή (απελπισμένη μάλλον) ιδέα: Βουτώντας τα χαρτιά και τα πτυχεία του δάσκαλου συγκατοίκου του... προσλαμβάνεται για μερικούς μήνες σε ιδιωτικό σχολείο ως προσωρινός αντικαταστάτης δασκάλου που κάτι έκτακτο του έτυχε. Μην έχοντας ιδέα όμως από εκπαίδευση... τι άλλο να διδάξει πέρα απ᾽αυτό που ξέρει καλύτερα; Πατώντας στη μέχρι τότε μουσική εκπαίδευση της τάξης του αρχίζει να διδάσκει ροκ (κρυφά φυσικά) και δημιουργεί μια παιδική ροκ μπάντα. Η συνέχεια είναι απολαυστική.

Πρώτα απ᾽όλα η ταινία είναι διασκεδαστική όσο δεν παίρνει. Εγώ τουλάχιστον πέρασα θαυμάσια. Εκτός αυτού είναι ένα αληθινό μάθημα για το πώς δημιουργείται το καθαρό ροκ. Αποτελεί, για την ακρίβεια, έναν ύμνο στο ροκ. Το οποίο βεβαίως αντιπαραθέτει στη στείρα, αρτηριοσκληρωτρική εκπαίδευση... ή μάλλον στον δίχως χαρά και δημιουργικότητα τρόπο διδασκαλίας. Η εκπαίδευση χρειάζεται και το παιχνίδι, είναι σα να μας λέει το φιλμ. Σε παιδιά απευθυνόμαστε! Παράλληλα ο ροκ τρόπος ζωής παρουσιάζεται ως αντικομφορμιστικός, απελευθερωτικός, ανατρεπτικός, δημιουργικός. Τα υπόλοιπα είναι γκρίζα και όλοι ζουν καταπιεσμένοι θάβοντας τα καλύτερα κομμάτια του εαυτού τους βαθιά μέσα τους. Και, βεβαίως, θα το επαναλάβω, το όλο πράγμα έχει πολύ πλάκα.

Εννοείται ότι απολύτως τίποτα απ᾽όλα αυτά δεν θα ήταν δυνατό να συμβεί στην πραγματικότητα. Η ῾῾σκευωρία῾῾θα κατέρρεε την πρώτη κιόλας μέρα - άντε τη δεύτερη. Το φιλμ όμως λειτουργεί σαν ένα σύγχρονο ροκ παραμύθι και διόλου δεν ενδιαφέρεται για την όποια αληθοφάνεια. Για όλα αυτά, και για τον Μπλακ που τα δίνει όλα, πετάξτε όσο περισσότερη γκριζάδα μπορείτε από πάνω σας και διασκεδάστε το.

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 14, 2020

"Η ΜΑΡΚΗΣΙΑ ΤΟΥ Ο..." ΚΑΙ Η ΝΕΟΚΛΑΣΙΚΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΜΙΑΣ ΕΠΟΧΗΣ

 


Ποτέ δεν υπήρξα ιδιαίτερος θαυμαστής του Eric Rohmer (1920-2010). Το σινεμά του, φιλοσοφικό, διαλογικό, εγκεφαλικό ακόμα κι αν ασχολείται με καλοκαιρινά φλερτ, με κουράζει σχετικά. Το 1976 γύρισε τη μοναδική νομίζω (δεν είμαι σίγουρος γι' αυτό) ταινία εποχής που έχει κάνει, τη "Μαρκησία του Ο...", βασισμένη στο ομώνυμο διήγημα του Heinrich von Kleist. (1777-1811). Σε πρωταγωνιστικό ρόλο ο νεαρός τότε Μπρούνο Γκαντζ.
Σε μια επίθεση σε ιταλική πόλη από ρωσικά στρατεύματα, μια γερμανίδα μαρκησία σώζεται από ιπποτικό ρώσο αξιωματικό. Αργότερα όμως αντιλαμβάνεται ότι είναι έγκυος δίχως να μπορεί να εξηγήσει το πώς, αφού δεν έχει (δεν έχει αντιληφθεί τουλάχιστον) να έχει πάει με άντρα. Το μυστηριώδες συμβάν δημιουργεί κύμα δραμάτων και ανατροπές στις οικογενειακές και άλλες σχέσεις της κοπέλας, η οποία βεβαίως δεν μπορεί να εμφανιστεί πλέον στην συντηρητική κοινωνία της εποχής.

Αυτό που πρώτα παρατηρεί κανείς είναι το στιλ που κινηματογραφεί το φιλμ ο Ρομέρ. Οι εικόνες παραπέμπουν άμεσα, αμεσότατα, στην "ψυχρή" νεοκλασική, αλλά και στην πρωτο-ρομαντική ζωγραφική της εποχής (τόσο στον Νταβίντ όσο και στον Φούσλι). Κάθε πλάνο είναι ουσιαστικά ένας πίνακας. Σ' αυτό συντελούν βεβαίως η θεατρική ηθοποιία και το όλο στήσιμο, όσο και οι ίδιοι οι διάλογοι, που δεν είναι άμεσοι, καθημερινοί, αλλά χρησιμοποιούν τη λογοτεχνική γλώσσα περασμένων αιώνων. Σε ορισμένα σημεία μάλιστα το όλο πράγμα αγγίζει τα όρια του κωμικού. Φυσικά όλο αυτό ο Ρομέρ το κάνει επίτηδες και η ιστορία περνά από το απόλυτα τραγικό στο ανάλαφρο με επιδεξιότητα. Συγχρόνως υπάρχει η αδιαπραγμάτευτη ηθική, η εμμονή στην αλήθεια, η μέχρις εσχάτων υπεράσπιση της αθωότητας της ηρωίδας, που προτιμά, όπως είπαμε,  να αποκαλυφτεί η αλήθεια με όποιο τίμημα.

Εντυπωσιακό ως εικόνα, ηθελημένα ψυχρό ως κατασκευή, άψογη αναπαράσταση εποχής (τόσο από εξωτερική όσο και από ιδεολογική άποψη), το φιλμ παραμένει σημαντικό, αλλά όχι για όλους. Πολλοί θα κουραστούν από την ηθελημένη θεατρικότητά του.


Κυριακή, Δεκεμβρίου 13, 2020

"PRIMER": ΠΟΛΥΠΛΟΚΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ

 


Το 2004 ο Shane Carruth γυρίζει την πρώτη από τις δύο μέχρι σήμερα ταινίες του, το "Primer". Πρόκειται για ένα πάμφθηνο φιλμ επιστημονικής φαντασίας με θέμα το ταξίδι στο χρόνο, που κυρίως βασίζεται στο εγκεφαλικόι και πολύπλοκο σενάριό του.

Δύο φίλοι και συνεργάτες επιστήμονες πειραματίζονται επί χρόνια τον ελεύθερο χρόνο τους στο γκαράζ του ενός, που έχουν μετατρέψει σε εργαστήριο. Κάποια στιγμή, έκπληκτοι και οι ίδιοι, θα διαπιστώσουν ότι έχουν κατασκευάσει μια μηχανή με την οποία μπορούν να κινούνται στο χρόνο, ενώ τα ῾῾πραγματικά῾῾τους σώματα παραμένουν αδρανή και διασωληνωμένα. Από εκεί και πέρα περίεργες ιστορίες θα ξεκινήσουν και οι μεταξύ τους σχέσεις θα ανατραπούν πολλές φορές.

Πολύπλοκες καταστάσεις με τα πήγαιν᾽ έλα στο χρόνο και πολύ και κουραστικό κατά τη γνώμη μου μπλα μπλα στην αρχή ενός φιλμ που, ενώ θεωρείται σημαντικό για πολλούς, προσωπικά δεν κατάφερε να με κρατήσει και, τελικά, με κούρασε αρκετά. Μετά από ένα σημείο μάλιστα έχασα και τον ειρμό με το χρόνο και, τελικά (το ομολογώ, συγχωρείστε με) δεν κατάλαβα πολύ καλά τι έγινε. Το φιλμ όμως θέτει και θέματα ηθικής (μέχρι πού μποιρούμε να φτάσουμε, γνωρίζοντας ότι θα παραμείνουμε ατιμώρητοι;) Όπως καταλάβατε σε καμία περίπτωση δεν συγκαταλέγομαι στους φαν της συγκεκριμένης ταινίας.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Δεκεμβρίου 12, 2020

"YELLOW CAT": ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΖΑΧΣΤΑΝ!

 


Προφανώς είναι η πρώτη ταινία από το Καζαχστάν που βλέπω: "Yellow Cat" (2020) του Alikhan Yerzanov, ο οποίος, όπως είδα, έχει κάνει κι άλλες ταινίες. Παράξενο, μοντέρνο σινεμά με επιροές, ωραίο στιλ και φωτογραφία, αλλά και τοπικό χρώμα. Όχι όμως για πολλούς. Για λίγους και εκλεκτούς, θα έλεγα.

Σε έναν τόπο που θυμίζει έρημο, με λίγα, μίζερα κτίρια, που φαίνεται να κυβερνάται από συμμορίες που τα έχουν βρει απόλυτα με τα όργανα της τάξης, ο ήρωας, κάπως χαζούλης (αυτό που θα λέγαμε ῾ἑλαφρύς῾῾), έχει εμμονή με το φιλμ ῾Σαμουράι῾του Μελβίλ με τον Αλέν Ντελόν. Μιμείται σκηνές και ατάκες από την ταινία και έχει ως όνειρο να φτιάξει έναν κινηματογράφο πάνω στα βουνά, στο απόλυτο πουθενά! Κάποτε γνωρίζει μια πόρνη, η οποία είναι σαν κι αυτόν: Ονειροπαρμένη, που δεν επικοινωνεί πολύ με την πραγματικότητα. Οι δυο τους θα πάρουν κάποια λεφτά που ανήκουν σε συμμορία και θα φύγουν κυνηγημένοι, αλλά ζώντας όχι ακριβώς έναν έρωτα, αλλά μια επιστροφή στην παιδικότητα και τα ατελείωτα παιχνίδια της.

Χιούμορ, ποίηση, σουρεαλισμός, κινηματογραφοφιλικές αναφορές, αθωότητα που αψηφά τη σκληρή πραγματικότητα εναλλάσονται στο φιλμ, ενώ μια διαρκής παιχνιδιάρικη διάθεση το διαπερνά. Στο πρώτο μέρος, που έχει περισσότερο χιούμορ, θυμίζει το σινεμά του Καουρισμάκι, με τις λίγες, κοφτές ατάκες, τις απίθανες καταστάσεις, τη λιτότητα των σκηνικών, τις κουφές καταστάσεις. Όσο προχωρά το φιλμ γίνεται όλο και πιο ποιητικό, ονειρικό και σουρεαλιστικό συγχρόνως. Οι ήρωες (και ο δημιουργός υποθέτω)  μοιάζουν να προτείνουν πάνω απ᾽όλα μια επιστροφή σε μια αθώα και ευτυχισμένη παιδικότητα, γεμάτη παιχνίδια, αψηφώντας κάθε έννοια πραγματικότητας.

Είναι φιλμ για όσους μπορούν να απολαύσουν και μη χολιγουντιανό σινεμά. Πιστεύω ότι αυτοί θα το απολαύσουν. Εγώ πάντως το απόλαυσα! και, προφανώς, υπήρξε αποκαλυπτικό, αφού μου γνώρισε ένα δημιουργό από μια χώρα που καλά καλά δεν θυμόμαστε ότι υπάρχει.


Ετικέτες ,

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 10, 2020

ΟΤΑΝ ΣΚΟΤΕΙΝΙΑΣΕ ΚΑΙ ΗΡΘΕ "Η ΝΥΧΤΑ ΤΩΝ ΖΩΝΤΑΝΩΝ ΝΕΚΡΩΝ"

 


Το 1968 ένα πάμφθηνο, ασπρόμαυρο b-movie τρόμου ταράζει κυριολεκτικά τα κινηματογραφικά νερά. Λεγόταν "Η Νύχτα των Ζωντανών Νεκρών" (Night of the Living Dead) και "δράστης" ήταν ο 28χρονος τότε George Romero (1940-2017). Ηταν η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του. Οι ηθοποιοί ήταν όλοι άγνωστοι.

Δύο αδέλφια βρίσκονται σ' ένα νεκροταφείο για να φέρουν λουλούδια στον τάφο της μητέρας τους. Εκεί θα δεχτούν ξαφνική και απρόσκλητη επίθεση από άγνωστο άντρα που... περπατά κάπως παράξενα. Η κοπέλα θα καταφύγει σε ένα έρημο σπίτι εκεί κοντά, στο οποίο θα καταφύγει επίσης μια ετερόκλητη ομάδα ατόμων, καθώς όλο και περισσότερα πεινασμένα ζόμπι ("φρέσκοι" ακόμα νεκροί που σηκώνονται από τους τάφους τους) θα πολιορκήσουν το σπίτι.

Η ταινία είναι ταυτόχρονα καλτ και κλασική. Ο νεαρός Ρομέρο καταφέρνει να στήσει με το τίποτα ένα φιλμ εξαιρετικού σασπένς, να εγκαινιάζει τη μεγάλη "μόδα" των ζόμπι, που συνεχίζεται ως τις μέρες μας (στα 70ς και 80ς την ακολούθησαν και οι ιταλοί με πιο σπλάτερ προασνατολισμό), να τρομάξει πραγματικά το ανύποπτο ως τότε κοινό (οι σχετικά λίγες αλλά άγριες σκηνές σπλάτερ πρέπει να σόκαραν τότε), να φτιάξει ένα φιλμ με χαρακτήρες και να κάνει και κοινωνική κριτική. Θα επαναλάβω: Όλα αυτά "με το τίποτα"! Διότι, αντίθετα με πάμπολλες κακές, αλλά πιο "καλογυρισμένες" και ακριβές ταινίες τρόμου που ακολούθησαν, τα πρώτα ζόμπι του Ρομέρο διαθέτουν ξεχωριστούς χαρακτήρες που απαρτίζουν την ομάδα των πολιορκημένων, με συγκεκριμένη ψυχοσύνθεση και συμπεριφορά, με μεταξύ τους συγκρούσεις (βρισκόμαστε μίλια μακριά από την παντελώς αψυχολόγητη συμπεριφορά δεκάδων ηρώων ταινιών τρόμου, που δυστυχώς αφθονεί στο είδος). Όλα αυτά προσδίδουν έναν πρωτόγνωρο ρεαλισμό στο φιλμ, μια ντοκιμαντερίστικη αισθητική, που το κάνει ακόμα πιο τρομαχτικό. Επιπλέον θεωρείται μια από τις πρώτες αμερικάνικες ταινίες με μαύρο πρωταγωνιστή (εξαιρούνται αυτές με τον Σίντνεϊ Πουατιέ). Άλλωστε προς το τέλος (το οποίο βεβαίως δεν θα σας αποκαλύψω) γίνεται μια ξεκάθαρη αναφορά και κριτική στο φυλετικό ρατσισμό των ΗΠΑ (οι σκηνές ντοκιμαντέρ ενώ πέφτουν οι τίτλοι τέλους δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία γι' αυτό). Ο Ρομέρο ήταν από τότε ένας από τους πολύ λίγους πολιτικοποιημένους δημιουργούς τρόμου.

Αν δεν είστε φίλοι του είδους αποφύγετέ το, διότι ένας "παρθένος" θεατής μπορεί να σοκαριστεί ακόμα και σήμερα. Για τους υπόλοιπους αποτελεί απόλυτο must. Για μένα αποτελεί την πρώτη και μάλλον την καλύτερη ταινία με ζόμπι.

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 09, 2020

῾῾ἉΠ'ΤΟ ΧΙΟΝΙ῾῾ ΜΕ ΠΟΛΛΑ, ΠΟΛΛΑ ΒΑΣΑΝΑ

 


Θεωρώ το Σωτήρη Γκορίτσα έναν από τους αξιόλογους έλληνες σκηνοθέτες (κρίμσ που έχει πολλά χρόνια να γυρίσει ταινία). Το 1993 γυρίζει τη δεύτερη ταινία του ῾῾Απ᾽το Χιόνι῾῾, βασισμένο σε βιβλίο του Σωτήρη Δημητρίου. Την εποχή εκείνη φλέγον στην Ελλάδα ήταν ένα άλλο μεταναστευτικό θέμα: Εκείνο των αλβανών που κατέβαιναν μαζικά στη χώρα μας, αφήνοντας πίσω τους μια απόλυτα διαλυμένη χώρα. Κάποιοι απ᾽αυτούς ήταν αλβανοί, κάποιοι άλλοι βορειοηπειρώτες, ελληνικής καταγωγής δηλαδη.

Η ταινία παρακολουθεί την ιστορία και τα όσα έζησε στην Ελλάδα μια ομάδα απ᾽αυτούς: Δύοι φίλοι, οι οποίοι περνούν παράνομα τα σύνορα (όπως οι περισσότεροι τότε), έχοντας μαζί τους ένα άγνωστό τους 12χρονο παιδί, του οποίου τη μητέρα έχουν σκοτώσει οι αλβανοί φρουροί (συνέβαινε αυτό τότε, όταν οι αλβανοί στρατιώτες πυροβολούσαν όσους προσπαθούσαν να περάσουν τα σύνορα). Μετά από περιπέτειες, κακουχίες και χωρισμούς, θα βρεθούν τελικά στην πολυπόθητη Αθήνα, την οποία τότε θεωρούσαν κάτι σαν Γη της Επαγγελίας. Εκεί όμως τίποτα δεν θα είναι όπως έλπιζαν.

Ο Γκορίτσας δουλεύει ρεαλιστικά. Συνηθισμένοι άνθρωποι, συνηθισμένοι (μίζεροι κυρίως) χώροι, ανθρώπινες καταστάσεις. Θεωρώ όμως ότι πετυχαίνει έναν απόλυτα πειστικό ρεαλισμό, δίχως φτιασίδια και υπερβολές. Όπως ακριβώς θα συνέβαιναν τα πράγματα σε μια τέτοια ιστορία. Όσα δείχνει και στηλιτεύει είναι σαφή: Τα όνειρα που διαψεύδονται, η οδύσσεια των μεταναστών, ο ελληνικός ρατσισμός και κακομεταχείρηση προς αυτούς, η παντελής έλλειψη βοήθειας από το κράτος ή από οπουδήποτε αλλού... Ο δύστυχος μετανάστης (που στη χώρα του δεν έχει στον ήλιο μοίρα, θα αντιμετωπίσει τα ίδια στην πλούσια χώρα που θα φτάσει (ναι, η Ελλάδα τότε ήταν μια πολύ πλούσια χώρα σε σχέση με την Αλβανία). Την ίδια απαξίωση σημειωτέον με τους αλβανούς αντιμετώπισαν οι ῾ἕλληνες῾῾ βορειοηπειρώτες, που ήταν ῾῾αδέλφια μας῾῾ και το ελληνικό κράτος τους προέτρεπε να κατέβουν εδώ.

Τη θεωρώ καλή ταινία, με εξαιρετικό το Γεράσιμο Σκιαδαρέση στο βασικό ρόλο. Με κράτησε όπως παλιά, όταν την είχα πρωτοδεί, και έδειξε ανάγλυφα το δράμα και την αποξένωση του μετανάστη. Και δείχνει επίσης μια ενδιαφερουσα εικόνα της Αθήνας (και της Ελλάδας γενικότερα) των αρχών των 90ς.

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 07, 2020

ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΗΣ "ΑΠΩΛΕΙΑΣ"

 


Ο John Cameron Mitchell, μετά τα γνωστά "Hedwig..." και "Shortbus" γυρίζει το 2010 την "Απώλεια" (Rabbit Hole), ένα δράμα με τη Νικόλ Κίντμαν και τον Άαρον Έκχαρτ.

Οι οποίοι είναι ένα ζευγάρι που πριν 8 μήνες έχουν χάσει τον πεντάχρονο γιο τους. Οι σχέσεις τους βρίσκονται πλέον σε οριακό επίπεδο, ενώ η μητέρα συμπεριφέρεται έως και παράλογα, βγάζοντας προς τους άλλους κάτι σαν κακία ή ζήλεια. Σιγά - σιγά μαθαίνουμε τι έχει συμβεί, καθώς και γιατί εκείνη πλησιάζει ένα νεαρό έφηβο, ο οποίος έχει κάποια σχέ4ση με την όλη ιστορία... Και παράλληλα βλέπουμε την εξέλιξη της ψυχικής κατάστασης και των αντιδράσεων των δύο γονιών.

Βαρύ ψυχολογικό δράμα, το οποίο εξερευνά τις επιπτώσεις στις ζωές των εναπομείναντων  (αλλά και τις παρενέργειες) μια βαρύτατης και οδυνηρής απώλειας. Ποικίλες αντιδράσεις, καταστροφή (ή έστω αλλαγή) σχέσεων, θλίψη ή άλλα, αναπάντεχα συναισθήματα μπορεί να προκύψουν. Καλές ηθοποιίες, αρκετά σοβαρή ανάλυση, αλλά και πολύ βάρος... Αν είστε φίλος αυτού του είδους των δραμάτων το συνιστώ. Αλλιώς... ψάξτε κάτι πιο ελαφρύ...


Ετικέτες ,

Σάββατο, Δεκεμβρίου 05, 2020

ἉΝΟΙΞΗ, ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ, ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ, ΧΕΙΜΩΝΑ... ΚΑΙ ΑΝΟΙΞΗ῾῾: Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΟΜΟΡΦΙΑ

 


Υπάρχουν ταινίες που, πέραν από οτιδήποτε άλλο, τη σκηνοθεσία, τα νοήματα, την ιστορία... όλα, σε καθηλώνουν με την ομορφιά τους, την ομορφιά της εικόνας τους εννοώ. Όταν το σκέφτομαι αυτό, το πρώτο φιλμ που μου έρχεται στο νου είναι το ῾῾ Άνοιξη, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο, Χειμώνας...῾῾, το κορεάτικο αριστούργημα του Kim Ki-duk του 2003. Ο οποίος δεν μας έχει συνηθίσει σε τόση κυριαρχία του εικαστικού στοιχείου, αλλά ούτε και σε τόση ευαισθησία (πολλά από τα φιλμ του είναι βίαια).

Σε έναν απομονωμένο ναό - κατοικία που βρίσκεται στο μέσο μιας λίμνης ζει ένας μοναχός με το μικρό (παιδί ακόμα) μαθητή του. Η ζωή τους είναι λιτή, περιορίζεται μόνο στα απαραίτητα. Κυρίως όμως, είναι ένα με τη φύση, ζουν σε απόλυτη αρμονία μ᾽αυτήν. Η ταινία παρακολυθεί τις ζωές τους. Το παιδί μεγαλώνει, θα ερωτευτεί, θα αφήσει το ναό για να ζήσει στον κόισμο, κάποια στιγμή, μεγάλος πια θα επιστρέψει. Ο μοναχός θα μείνει εκεί για πάντα, απλώς θα γερνά ειρηνικά και η σοφία του θα μεγαλώνει...

Δεν έχει κανένα νόημα να αφηγηθεί κανείς την ιστορία μιας τέτοιας ταινίας. Είναι τόσο καθηλωτική, τόσο όμορφη η εικόνα, που οτιδήποτε άλλο παύει να έχει νόημα. Εικόνες φύσης σε σχέση με τις εποχές που αλλάζουν. Κάθε ῾῾κεφἄλαιο῾῾του φιλμ διαδραματίζεται σε διαφορετική εποχή (παραλληλισμός των ανθρώπινων ζωών ή των φάσεων των ζωών του ανθρώπου με τις εποχές του χρόνου). Συγχρόνως τα πάντα εμποτίζονται σε μια ζεν φιλοσοφία, μοιάζουν να λένε ότι στη ζωή δεν χρειάζονται πολλά για να είναι κανείς ευτυχισμένος, μόνο τα απολὐτως απαραίτητα... και η αρμονία με φύση, αλλά ταυόχρονα και το ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να ακολουθήσει κανείς αυτή την πορεία. Η ζωή με την ποικιλία της και τις πιθανότητές της πάντοτε σε τραβά... Και, τέλος, αναπτύσσει μια φιλοσοφία σε σχέση με  την κυκλικότητα των πάντων. Όπως ακριβώς οι εποχές του χρόνου άλλωστε... Όλα επαναλαμβάνονται αέναα.

Μπορεί κανείς να μη συμφωνεί με όλα αυτά (και με άλλα που πιθανόν θα ανακαλύψετε στην ῾῾ανατολική῾῾ λογική της ταινίας). Ωστόσο, νομίζω, είναι δύσκολο να αντισταθεί στην απίστευτη  ομορφιά της, στη γαλήνη που αποπνέει, στο τοπίο που περιβάλλει τα πάντα και ενσωματώνει μέσα του τον άνθρωπο και τα έργα του. Με λίγα λόγια πιστεύω ότι, ανεξάρτητα από το αν κανείς συμφωνεί με τη φιλοσοφκή οπτική του δημιουργού, πρόκειται για αριστούργημα., 

Ετικέτες , , , ,

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 03, 2020

"HELLBOY": Ο ΧΟΛΙΓΟΥΝΤΙΑΝΟΣ ΝΤΕΛ ΤΟΡΟ

 


Ως γνωστόν ο Guillermo del Toro κινείται διαρκώς ανάμεσα στο Χόλιγουντ και στις δικές του, συχνά ισπανόφωνες παραγωγές. Προφανώς το 2004 ήταν σειρά του Χόλιγουντ. Τότε αναλαμβάνει να μεταφέρει στην οθόνη τον κόμικς ήρωα του Mike Mignola "Hellboy". Ο Ντον Πέρλμαν αποδεικνύεται ιδανικός για τον ομώνυμο ρόλο.

Ο Hellboy είναι ένας δαίμονας από την κόλαση. Όταν στο Β᾽Παγκόσμιο ο Ρασπούτιν (ναι, ο γνωστός Ρασπούτιν) βοηθώντας τους ναζί ανοίγει για λίγο τις πύλες της κόλασης, οι οποίες  (ευτυχώς για την ανθρωπότητα) κλείνουν αμέσως πάλι, το μόνο ον που προλαβαίνει να περάσει στο δικό μας κόσο είναι ένα μικρό, χαριτωμένο, κατακόκκινο δαιμονάκι, με μεγάλα κέρατα και ουρά. Στη σύγχρονη εποχή ο Hellboy έχει μεγαλώσει και βοηθά την ανθρωπότητα, καθώς ζει σε μια μυστική βάση με άλλα παράδοξα όντα, έχει κόψει τα κέρατά του για να μοιάζει όσο γίνεται με άνθρωπο και βοηθά τους ανθρώπους στην αντιμετώπιση παραφυσικών κινδύνων. Και τότε ο Ρασπούτιν επανεμφανίζεται και το πανηγύρι αρχίζει.

Αν είστε φίλος της συνεχούς δράσης, των εντυπωσιακών εφέ και των σχετικών κόμικς την έχετε κάνει λαχείο. Ο Ντελ Τόρο, το ξέρουμε άλλωστε, είναι πολύ καλός σκηνοθέτης, η πλοκή διαθέτει τον απαραίτητο τραγικό έρωτα και υπάρχουν και αρκετές δόσεις χιούμορ. Οπότε, μια χαρά θα περάσετε. Νομίζω ότι πρόκειται για φιλμ από τα καλά του είδους. Προσωπικά τώρα τα βαριέμαι αρκετά αυτά με τη διαρκή βαβούρα και τα τέρατα που δεν έχουν τελειωμό.. Έτσι το είδα σχετικά ευχάριστα, το θεωρώ από τα αξιοπρεπή όπως σας εἰπα, αλλά μέχρις εκεί. 

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 02, 2020

"FROM DUSK TO DAWN" : ΣΠΛΑΤΕΡ, ΧΑΒΑΛΕΣ, ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΛΥΤΟ ΚΑΛΤ

 


Ποιος δεν θυμάται το "From Dusk to Dawn" (1996) του Robert Rodriguez, σε σενάριο του Ταραντίνο, ο οποίος κρατά και ένα σημαντικό ρόλο; Όπως και ένας γαλαξίας άλλων ηθοποιών: Τζορτζ Κλούνεϊ, Σάλμα Χάγιεκ, Χάρβεϊ Καϊτέλ, Τζουλιέτ Λιούις, Τζον Σάξον, Τομ Σαβίνι (ο περίφημος δημιουργός σπέσιαλ εφά στις ταινίες του Ρομέρο και άλλες) κλπ. Από το καστ ήδη αντιλαμβανόμαστε την εξ αρχής καλτ διάθεση της ταινίας, που διαθέτει πολύ χαβαλέ, πολύ σπλάτερ, ροκ, ερωτισμό και άλλα.

Ξεκινά ως ῾῾ἅρρωστο῾῾ αστυνομικό φιλμ με δύο αδέλφια να διαπράτουν ληστείες (μετά φόνων). Οι φόνοι βέβαια πραγματοποιούνται αποκλειστικα από τον διαταραγμένο μικρό αδελφό (ο Ταραντίνο αυτοπροσώπως). Στη συνέχεια απαγουν μια άσχετη, καθώς πρέπει οικογένεια με τροχόσπιτο και περνάνε στο Μεξικό, όπου θα συναντηθούν με μια φιλική τους συμμορία για διακανονισμούς. Μετά πολλές περιπέτειες (και φόνους), θα καταλήξουν σε ένα κακόφημο μπαρ - καμπαρέ - πορνείο  στη μέση του πουθενά στο Μεξικό... και τότε, κυριολεκτικά στα καλά καθούμεν κι αφού βρισκόμαστε περίπου στη μέση, η ταινία θα αλλάξει και θα μεταβληθεί σε μεγαλοπρεπή σπλατεριά τρόμου με βρυκόλακες (!!!). Στο μεταξύ έχουμε προλάβει να απολαύσουμε τη Σάλμα Χάγιεκ μἀλλον στην πιο σέξι στιγμή της καριέρας της. 

Ίσως μια από τις πλέον κουφές αλλαγές στιλ στα μισά μιας ταινίας στην ιστορία του σινεμά, παραμένει μια από τις πλέον διασκεδαστικές και καλτ ταινίες. Προσοχή: Όλα αυτά απευθύνονται αποκλειστικά σε φίλους ταινιών τρόμου, b-movies, φτηνών αστυνομικών και τα σχετικά, αυτά δηλαδή που λατρεύει ο Ταραντίνο και η παρέα του (ο Ροντρἰγκεζ είναι ως γνωστόν φίλος του). Οι καθώς πρέπει θεατές που δεν γνωρίζουν απ᾽όλα αυτά μάλλον θα φρικάρουν. Μετά απ᾽αυτές τις προειδοποιήσεις λοιπόν... απολαύστε το! Για καθαρή ῾῾βρώμικη῾῾διασκέδαση βωεβαίως. Τίποτα άλλο.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Δεκεμβρίου 01, 2020

ΞΑΝΑΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΤΟΝ "FORREST GUMB""

 


Το 1994 ο Robert Zemeckis, στα πάνω του τότε, γυρίζει το "Forrest Gumb", ένα φιλμ που έμελλε να μείνει στην ιστορία του σινεμά, έστω και μόνο ως τίτλος. Ο Τομ Χανκς παίρνει βεβαίως την ταινία πάνω του.

Πρόκειται για το έπος ενός ηλίθιου! Ο ομώνυμος ήρωας είναι ελαφρώς καθυστερημένος, λίγο ῾῾βαρύς῾῾όπως λέμε στην καθομιλουμένη. Χαμηλό IQ, αφελής, αλλά καλόκαρδος και πιστός μέχρι τέλους σε όσους έχει συναντήσει και αγαπήσει. Μας διηγείται λοιπόν την απίστευτη ζωή του: Πώς μεγάλωσε με τη μητέρα του (δεν γνώρισε πατέρα), πώς τον έστειλαν στο Βιετνάμ, πώς έγινε διάσημος στο πινγκ πονγκ, πώς έγινε ῾῾γκουρού῾῾πολλών ανθρώπων, πώς έγινε εκατομμυριούχος... Και βέβαια, παράλληλα, διατρέχουμε την αμερικάνικη ιστορία, από το 50 μέχρι τα 90ς. Προσοχή: Όλα αυτά που προαναφέραμε τα πέτυχε... κατά λάθος, δίχως να το θέλει ιδιαίτερα και δίχως να προσπαθήσει. 

Βρισκόμαστε σ᾽αυτό που το Χόλιγουντ ξέρει (ή ήξερε) να κάνει καλύτερα: Να διασκεδάζει και συγχρόνως να συγκινεί. Διότι η ταινία και διασκεδαστική είναι και μελό σε κάποια σημεία (αν σας ξεφύγει κανα δάκρυ προς το τέλος δεν πειράζει. Ανθρώπινο είναι). Ο ήρωάς μας διατρέχει την ιστορία, είναι παρόν σε ιστορικές στιγμές, συναντάται προσωπικά με προέδρους, εμπνέει ο ίδιος και δημιουργεί ιστορία (επηρεάζει τον Έλβις, ανακαλύπτει το Γουότεργκέιτ κ.ά.) δίχως καν να το αντιληφθεί. Απλπώς τυχαίνει να βρίσκεται την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος και να κάνει ή να πει ό,τι κάνει πάντα. Αυτός απλώς συνεχίζει την απλή ζωή του, θέλοντας ελάχιστα, στοιχειώδη πράγματα, όπως ένα μικρό παιδί (κάτι τέτοιο παραμένει άλλωστε) και ακολουθώντας στοιχειώδεις, απλοϊκές ιδέες. Τίποτα άλλο. Όλα τα άλλα έρχονται μόνα τους και συνήθωςο ίδιος δεν το αντιλαμβάνεται καν.

Νομίζω ότι το νόημα του φιλμ είναι αμφίσημο και μπορεί να διαβαστεί όπως ο καθένας νομίζει: Αλλος θα το θεωρήσει ως μια προσπάθεια (αλληγορική βεβαίως) επαλήθευσης του περίφημου (πάλαι ποτέ) αμερικάνικοιυ ονείρου: Ο καθέναε μπορεί να γίνει τα οτιδήποτε, φτάνει να αρπάξει τις ευκαιρίες ή να είναι σταθερός στις απόψεις του. Άλλος μπορεί κάλλιστα να δει ακριβώς το αντίθετο: Προφανώς δεν πιάνουν όλοι την καλή, αυτό είναι αυτονόητο.Να όμως που και ένας ουσιαστικά ηλιθιος, δίχως προσπάθεια, όραμα και ικανότητες, τα καταφέρνει όλα! Άρα για ποιο όνειρο μιλαμε; Τα πάντα είναι καθαρή τύχη (ή συγκυρία). Δεν υπάρχει τίποτα άλλο ή, αν θέλετε αυτό να το διατυπὠσουμε αλλιώς, καμιά απολύτως δικαιοσύνη. Αποφασίστε.

Πάντως το φιλμ (το ξναείπα) είναι διασκεδαστικό και προς το τέλοος δακρύβρεκτο, και, άσχετα αν σας αρέσει, δικαίως γνώρισε την επιτυχία που γνώρισε (αφείστε που το Φόρεστ Γκαμπ παραμένει συνώνυμο αυτού που βρίσκεται, φάντης μπαστούνι, παντού).

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker