Παρασκευή, Μαρτίου 25, 2022

Ο ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ ΕΝΟΣ "ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ"

 


Το 1952 ο Akira Kurosawa (1910-1998) φτιάχνει μια από τις γνωστότερες ταινίες του, τον "Καταδικασμένο" (Ikiru). Μια ασπρόμαυρη, δραματική ταινία που μιλά ίσως... για το νόημα της ζωής.

Ένας απόλυτα γραφειοκράτης ηλικιωμένος προϊστάμενος σε δημόσια υπηρεσία, "άχρωμος", "άοσμος", τόσο που όλοι τον θεωρούν "άνθρωπο χωρίς ιδιότητες", μαθαίνει ότι έχει καρκίνο και ότι του μένουν λίγοι μήνες ζωής. Τι θα κάνει στον χρόνο που του μένει;

Η ταινία διαθέτει πολλά επίπεδα: Υπάρχει το θέμα της άδειας ζωής (της ζωής του), που ξαφνικά συνειδητοποιεί ο ήρωας. Είναι μοναχικός, λιτοδίαιτος, ζει μεν με το γιο του και τη γυναίκα του τελευταίου, αλλά οι σχέσεις τους δεν βρίσκονται στο καλύτερο επίπεδο, μάλλον τσιγκούνης (ίσως και όχι ακριβώς, αφού δεν βρίσκει πώς να ξοδέψει τα λεφτά του), ο κλασικός τύπος του "σπίτι - δουλειά". Η οποία δουλειά, σημειωτέον, κυλά μέσα στη μονοτονία και τη ρουτίνα, δίχως τίποτα δημιουργικό. 

Από την άλλη βλέπουμε ένα δυνατό σχόλιο πάνω στην αδράνεια των δημόσιων υπηρεσιών, τη γραφειοκρατία που πνίγει κάθε προσπάθεια, το βάλτωμα όσων εργάζονται εκεί - αλλά και γενικότερα πάνω στην αφόρητη ρουτίνα πολλών επαγγελμάτων, βασική πηγή δυστυχίας για τον άνθρωπο. Από τη συγκεκριμένη οπτική γωνία, μπορεί κανείς να δει το φιλμ και ως ένα καθαρά ιστορικό ντοκουμέντο πάνω στην εξαιρετικά μίζερη Ιαπωνία της εποχής. Υπενθυμίζουμε ότι βρισκόμαστε λίγα μόλις χρόνια μετά την ήττα και τη βόμβα και τίποτα δεν προοιωνίζει το μετέπειτα οικονομικό θαύμα. 

Τέλος το φιλμ μιλά για την προτεραιότητα του "δημοσίου", του συλλογικού, της αλληλοβοήθειας επί του ιδιωτικού, της αποκλειστικής φροντίδας για τον εαυτό. Βλέπετε, ο ήρωάς μας θα δοκιμάσει διάφορους τρόπους να ξεδώσει ή, αν θέλετε, να ξοδέψει τα λεφτά του με τρόπους που δεν είχε ποτέ δοκιμάσει, που του είναι τελικά ξένοι και δεν το γεμίζουν. Λύτρωση θα βρει μόνο στο συλλογικό... Ή, αν το δείτε αλλιώς, μόνο όταν αποκτά ένα σκοπό στη ζωή, μια (υγιή) εμμονή. Έτσι γίνεται (η ταινία) ένα είδος καταδίκης (ή προειδοποίησης) για τους άδειους ανθρώπους, τους ανθρώπους χωρίς ενδιαφέροντα, που είναι πολύ περισσότεροι απ' όσους νομίζετε. Ο δυστυχισμένος άνθρωπος είναι ο άδειος άνθρωπος, ο άνθρωπος δίχως όραμα.

Προειδοποιώ ότι η ταινία είναι "σκοτεινή", ίσως και καταθλιπτική θα μπορούσε κανείς να τη χαρακτηρίσει. Για όλα τα παραπάνω όμως - και άλλα που εσείς θα εντοπίσετε - παραμένει μια από πιο συγκινητικές και βαθιά ανθρώπινες ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ, που δείχνει ανάγλυφα ότι η προσωπική ευτυχία μέσα σε ένα υποβαθμισμένο και μίζερο κοινωνικό περιβάλλον είναι ανέφικτη.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Μαρτίου 20, 2022

"ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ" ΚΑΙ Ο "ΜΑΖΟΧΙΣΤΙΚΟΣ" ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ


Το 1986 ο γάλλος Jean-Jacques Annaud μεταφέρει στην οθόνη το περίφημο μπεστ σέλερ του Έκο "Το Όνομα του Ρόδου" με τον Σον Κόνερι και τον Κρίστιαν Σλέιτερ ως βασικούς πρωταγωνιστές. Ξαναείδα την ταινία μετά από πάμπολλα χρόνια και, κατά τη γνώμη μου, η μεταφορά είναι επιτυχημένη.

Κατά τον μεσαίωνα ένας φραγκισκανός μοναχός, ιδιαίτερα έξυπνος, ο οποίος στο παρελθόν είχε κατηγορηθεί ως αιρετικός, φτάνει με τον "μαθητή" του σε ένα απομονωμένο μοναστήρι για μια σύνοδο για θεολογικά θέματα ανάμεσα σε μοναχικά τάγματα. Από την πρώτη στιγμή θα αντιληφθεί ότι κάτι περίεργο συμβαίνει εκεί, όταν ο θάνατος ενός μοναχού θα κρατηθεί μυστικός. Ωστόσο, και ενώ κι άλλοι μοναχοί καταφθάνουν για τη σύνοδο, οι φόνοι (είναι πια ξεκάθαρο) μοναχών της μονής συνεχίζονται. Υπάρχει κάποιος δολοφόνος ή είναι ο διάβολος, όπως πιστεύουν οι περισσότεροι;  

Η μεταφορά είναι πιστή στην ιστορία και το πνεύμα του βιβλίου (έχουν βέβαια αφαιρεθεί οι μακρές θεολογικές συζητήσεις για διάφορα ζητήματα, αλλά δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς). Εξ άλλου δεν πρέπει να συγκρίνουμε, νομίζω, μια ταινία με ένα βιβλίο. Ως ταινία λοιπόν είναι, νομίζω, καθηλωτική. Ο Ανό έχει δημιουργήσει εξαιρετικά ζοφερή, σκοτεινή ατμόσφαιρα, τόσο πίσω από τους τοίχους της μονής (και της απίστευτης βιβλιοθήκης της επίσης) όσο και στο τοπίο (χειμερινό πάντοτε) που την περιβάλλει - δίχως να παραλείψει να καταδείξει με μελανά χρώματα την εξαθλίωση των χωρικών που ζουν εκεί γύρω, σε αντίθεση με τη - σχετικά με την εποχή - καλοπέραση των καλόγερων και των ανθρώπων της εκκλησίας. Κυρίως όμως όλα τα λεφτά είναι οι μορφές των μοναχών: Μια αληθινή πινακοθήκη από πραγματικά γκροτέσκες φιγούρες, η μια "χειρότερη" από την άλλη (ο Ρον Πέρλμαν ξεχωρίζει ανάμεσά τους). 

Σε επίπεδο ιδεών προσωπικά απόλαυσα την απόλυτη καταδίκη και καταγγελία της έντονα μαζοχιστικής πλευράς του χριστιανισμού (ή έστω της πρόσληψής του ως τέτοιου από πολλούς). Δεν τρώμε ό,τι θέλουμε, δεν πηδάμε, δεν γελάμε, δεν διαβάζουμε / μαθαίνουμε κλπ. κλπ. Ο υστερικός φόβος τόσο για την ύλη, τη σάρκα, όσο και για τη γνώση. Όλη αυτή η σειρά αυστηρότατων απαγορεύσεων, φόβου και δεισιδαιμονίας είναι στην ουσία υπεύθυνη για τη ασφυκτική ατμόσφαιρα που προανέφερα. Και, συγχρόνως, η ταινία (και ο Έκο) δεν παραλείπουν να φωτίσουν και την υποκριτική πλευρά του πράγματος, αφού πολλοί από τους μοναχούς παραβαίνουν κρυφά τις απαγορεύσεις. Ε, ναι, όπως όλα δείχνουν η κατσούφικη εκδοχή του χριστιανισμού είχε θριαμβεύσει επί της (δυτικής) ανθρωπότητας για πολύ πάνω από 1000 χρόνια... Μέσα σ' αυτή την κόλαση ο ορθολογισμός, ο "επιστημονικός" τρόπος έρευνας και η ευφυϊα του ήρωα, ως πρώιμη φιγούρα του επερχόμενου Διαφωτισμού, φαντάζουν σαν τη μύγα μεσ' το γάλα. Η κατηγορία εναντίον του ως "αιρετικού" είναι αναπόφευκτη.

Όλα τα παραπάνω αποτελούν βεβαίως ιδέες του μυθιστορήματος. Όπως και το πλήθος απολαυστικών αναφορών (του Έκο) σε πλήθος λογοτεχνικών ή υπαρκτών προσώπων (ο ήρωας παραπέμπει σαφώς στον Σέρλοκ Χολμς, ο νεαρός μοναχός που τον βοηθά είναι βεβαίως ο Γουότσον, ο τυφλός βιβλιοθηκάριος της μονής είναι ο Μπόρχες κλπ. κλπ.) Και, πέραν όλων αυτών των αναφορών, των ιδεών κλπ., παρακολουθούμε με αγωνία μια κανονική αστυνομική ιστορία με διαρκές σασπένς και όλο και πιο αγχωτικές καταστάσεις...

Οι λίγοι που δεν το έχετε δει, να το ψάξετε.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Μαρτίου 19, 2022

Ο ΧΡΟΝΗΣ ΜΠΟΤΣΟΓΛΟΥ ΚΑΙ Η ΑΓΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

 


Ο Χρόνης Μπότσογλου (1941-2022) είναι από τους σημαντικότερους της ελληνικής μεταπολεμικής ζωγραφικής (και καθηγητής και για ένα διάστημα πρύτανης της Καλών Τεχνών). Μόλις το Φεβρουάριο του 2022, λίγες μέρες πριν τον θάνατό του δηλαδή κατά συγκινητική σύμπτωση, ολοκληρώθηκε και προβλήθηκε για πρώτη φορά το ντοκιμαντέρ του Φρέντυ Βιανέλλη "Χρόνης Μπότσογλου" με υπότιτλο: "Ήμουν κι εγώ εκεί και με φίλεψαν ένα πιάτο με φακή...". 

Η ταινία είναι νομίζω από τις πολύ καλές στην ούτως ή άλλως μικρή φιλμογραφία ελληνικών ταινιών που αφορούν την τέχνη. Κι έχει και μία ιδιαιτερότητα: Ο σκηνοθέτης χρησιμοποίησε αρκετά αποσπάσματα από ένα άλλο, αρκετά παλιότερο ντοκιμαντέρ για τον Μπότσογλου. Έτσι παρακολουθούμε τον καλλιτέχνη να ζωγραφίζει, να μιλά, να χαλαρώνει σε δύο χρόνους: Στον έναν βλέπουμε τον νεότερο εαυτό του (με μαύρα μαλλιά), στον άλλον τον καλλιτέχνη σε σχετικά πρόσφατα χρόνια. Ταυτόχρονα φίλοι του (οι περισσότεροι επίσης καλλιτέχνες) και η γυναίκα του μιλούν γι' αυτόν τόσο σε προσωπικό επίπεδο - συχνά με χιούμορ, όσο και για το έργο του.

Για την αγωνία του για τη δημιουργία, για τις προσπάθειές του στην τέχνη, για τις σημαντικότερες σειρές έργων του, όπως η περίφημη "Προσωπική Νέκυια" (εμπνευσμένη από ένα κεφάλαιο της Ιλιάδας), για την προσωπική του στάση στη ζωή, για κάποιες αναμνήσεις από το Παρίσι των 60ς-70ς και από αλλού και για άλλα πολλά θα δούμε τον καλλιτέχνη (και τους συν αυτώ) να μας μιλάνε / αποκαλύπτουν. Και, φυσικά, θα απολαύσουμε πολλά έργα του και σχόλια γι' αυτά.

Φυσικά πρόκειται για φιλμ για λίγους και με ειδικά ενδιαφέροντα για τα εικαστικά πράγματα της χώρας. Ωστόσο είναι νομίζω από τα καλά και ιδιαίτερα συγκινητικά του είδους (ιδιαίτερα αν γνώρίζε κάποιος τον καλλιτέχνη).

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Μαρτίου 17, 2022

ΟΙ ΜΙΝΙΜΑΛΙΣΤΙΚΟΙ "ΑΚΑΤΑΝΙΚΗΤΟΙ ΕΡΑΣΤΕΣ"

 


Το 1988 ο Σταύρος Τσιώλης (1937-2019) κάνει το πρώτο αποφασιστικό βήμα προς αυτό που λίγο αργότερα θα γινόταν το καθαρά προσωπικό του ύφος με τους "Ακατανίκητους Εραστές", μια ταινία δρόμου με την Όλια Λαζαρίδου και τον μικρό Τάσο Μηλιώτη (η μοναδική του εμφάνιση σε ταινία).

Ο 12χρονος Βασίλης το σκάει από το ορφανοτροφείο και ξεκινά με τα πόδια προς την Πελοπόννησο για να πάει στο χωριό της γιαγιάς του. Στο δρόμο θα συναντηθεί με μια μόνη κοπέλα, που τριγυρίζει άσκοπα (μάλλον μοναχικές διακοπές) στην περιοχή με το σαράβαλο αυτοκίνητό της. Θα συνεχίσουν την περιπλάνηση μαζί.

Αυτό που χαρακτηρίζει το φιλμ είναι ο μινιμαλισμός, οπτικός και σεναριακός. Δεν εξηγείται τίποτα ούτε γίνεται προσπάθεια αληθοφάνειας. Δεν ξέρουμε γιατί η κοπέλα περιπλανιέται μόνη (είναι θλιμμένη, ίσως να φανταζόμαστε κάποιον χωρισμό), γιατί πάει στη γιαγιά του ο μικρός (θα καταλάβετε στο τέλος, όταν φτάνει εκεί, τι εννοώ) κλπ. Όλα είναι δοσμένα ελλειπτικά, λιτά και ποιητικά. Ωστόσο υπάρχουν εδώ σε πρώιμη μορφή όλα τα χαρακτηριστικά στοιχεία του μετέπειτα σινεμά του σκηνοθέτη: Η περιπλάνηση στην μίζερη ελληνική επαρχία (και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο), επαρχία που παράλληλα με τη μιζέρια ο Τσιώλης αντιμετωπίζει με αγάπη και συμπάθεια, η ταινία δρόμου, οι κωμικοτραγικές καταστάσεις, η συνύπαρξη χιούμορ και τρυφερότητας, οι κουφές, ενίοτε σουρεαλιστικές καταστάσεις, συνύπαρξη της πιο πεζής και άσχημης καθημερινότητας με την ζεστή και γεμάτη συμπάθεια ματιά του δημιουργού κλπ.

Συνίσταται κυρίως στους φίλους του ιδιόρρυθμου κινηματογράφου του Τσιώλη, οι οποίοι θα ανακαλύψουν εδώ το πρώτο - ατελές ακόμα - βήμα προς την κατεύθυνση που αργότερα αγάπησαν. Και, βέβαια, θα διασκεδάσουν με την απίστευτη, μικρομέγαλη εμφάνιση και τη διαρκή σοβαρότητα του μικρού πρωταγωνιστή, που κλέβει την παράσταση.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Μαρτίου 12, 2022

"ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΔΑΝ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ" : ΕΡΕΥΝΩΝΤΑΣ ΠΙΝΑΚΕΣ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ

 


Το 2007 ο γάλλος Laurent de Bartillat γυρίζει τη μοναδική μεγάλου μήκους ταινία του "Αυτό που Είδαν τα Μάτια μου" (Ce que mes yeux ont vu), ένα μάλλον ενδιαφέρον φιλμ που εμπλέκει την τέχνη, τις προσωπικές εμμονές, τη γοητεία της έρευνας και άλλα.

Μια φοιτήτρια τέχνης θεωρεί ότι έχει ανακαλύψει κάτι ασυνήθιστο στους πίνακες του Watteau (1684-1721): Μια γυναικεία φιγούρα που εμφανίζεται πάντοτε με γυρισμένη την πλάτη στα έργα. Ανακοινώνει τα συμπεράσματά της στον ηλικιωμένο καθηγητή της, που θεωρείται εξπέρ στην τέχνη της εποχής αυτής, αλλά εκείνος μοιάζει να την αποθαρρύνει να συνεχίσει την έρευνα. Εκείνη ωστόσο θα αρχίσει να ψάχνει όλο και πιο εμμονικά, ενώ συγχρόνως θα αποκτά μια όλο και πιο προσωπική σχέση (όχι ερωτική) με τον καθηγητή.

Η ταινία θα ενδιαφέρει κυρίως τους λάτρεις της ζωγραφικής. Ωστόσο καταφέρνει να διατηρεί ένα μυστήριο, καθώς η έρευνα πάει όλο και πιο βαθιά στη ζωή του Βατό. Συγχρόνως σχολιάζει πώς το πάθος με κάτι μπορεί να οδηγήσει σε αληθινή εμμονή, ακόμα και να διαταράξει πλήρως τη ζωή κάποιου, όπως εδώ της μοναχικής ηρωίδας, που ίσως βρίσκει νόημα στη ζωή της πασχίζοντας να διαλευκάνει μια λεπτομέρεια. Δείχνει επίσης τρόπους έρευνας που αφορούν έργα τέχνης, μεταφέροντάς μας στον για πολλούς γοητευτικό κόσμο όχι των ίδιων των καλλιτεχνών, αλλά όσων ασχολούνται θεωρητικά με την τέχνη. Τελικά, αναρωτιέσαι, αξίζει τον κόπο όλο αυτό για να εμβαθύνεις σε ένα μυστηριώδες στοιχείο της ζωής ενός, έστω μεγάλου, ζωγράφου. 

Πάντως σεναριακά είναι κάπως ασαφές, με πράγματα που δεν εξηγούνται πλήρως, ενώ ο ρόλος του βωβού μίμου που μπαίνει στη ζωή της κοπέλας είναι μάλλον ανολοκλήρωτος. Πιστεύω πάντως ότι οι λίγοι που ασχολούνται με την τέχνη θα βρουν το φιλμ σχετικά ενδιαφέρον.

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Μαρτίου 11, 2022

"BELFAST": Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΜΠΡΑΝΑ ΣΤΙΣ ΠΑΙΔΙΚΕΣ ΤΟΥ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ


Το 2021 ο Kenneth Branagh αισθάνεται την ανάγκη να θυμηθεί τα παιδικά του χρόνια στα τέλη των 60ς. Αν και δεν ήταν ακριβώς συνηθισμένα παιδικά χρόνια. Ο σκηνοθέτης γεννήθηκε στο πολύπαθο Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας (που ανήκει στους Άγγλους, υπενθυμίζω) και εκεί γύρω θα ξεκινούσαν οι αιματηρές ταραχές ανάμεσα σε "αγγλόφιλους" προτεστάντες και "αποσχιστές" (που θέλουν να ενωθούν με την Ιρλανδία δηλαδή) καθολικούς, που θα ταλαιπωρούσαν την πόλη για πολλά χρόνια. Στο "Belfast" λοιπόν καταγράφει - με υπέροχη ασπρόμαυρη φωτογραφία - τις παιδικές του αναμνήσεις, οι οποίες αφορούν τόσο τον μικρόκοσμό του (η οικογένεια, η γειτονιά, τα παιχνίδια, οι φίλοι) όσο και το ευρύτερο πολιτικοκοινωνικό περιβάλλον, όταν δηλαδή η παιδική ματιά αντιμετωπίζει την ωμή βία, της οποίας ουσιαστικά αδυνατεί να κατανοήσει τον λόγο ύπαρξης.

Έτσι η ταινία είναι ταυτόχρονα τρυφερή, ευαίσθητη, αστεία σε κάποια σημεία, όσο και κριτική για την όλη σκληρή πραγματικότητα της εποχής. Και μια σημαντική παρατήρηση: Εδώ οι "κακοί" είναι σαφώς οι (φανατικοί) προτεστάντες, οι οποίοι είναι κυρίαρχοι και οργανώνουν ένα πραγματικά βίαιο πογκρόμ ενάντια στις φτωχότερες συνήθως καθολικές οικογένειες, πολλές από τις οποίες αναγκάζουν όντως να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και τις γειτονιές τους και να μετακομίσουν σε άλλες πόλεις ή στην Ιρλανδία (ένα από τα συνθήματα είναι "Έξω οι καθολικοί από το Μπέλφαστ"). Προσοχή όμως: Η ίδια η οικογένεια του αφηγητή δεν ανήκει στους κατατρεγμένους καθολικούς. Είναι προτεσταντική. Απλώς ζει σε κυρίως καθολική γειτονιά, είναι δεμένη με τους καθολικούς γείτονες και γενικά ζει αρμονικότατα μαζί τους. Έτσι μας υπενθυμίζει ότι η βία, ο (θρησκευτικός εδώ) ρατσισμός και η άγρια επιθετικότητα δεν προέρχονται από όλους τους προτεστάντες της πόλης, αλλά από συγκεκριμένους σκληρούς πυρήνες. Αν το καλοσκεφτούμε αυτό είναι προφανές σε κάθε αντίστοιχη περίπτωση (δεν ήταν όλοι οι Γερμανοί ναζί, δεν ανήκουν όλοι οι μουσουλμάνοι στο ISIS κλπ.), αλλά η έμφυτη στον άνθρωπο τάση προς γενίκευση μας κάνει να το λησμονούμε χωρίζοντας τις εκάστοτε αντίπαλες ομάδες συλλήβδην σε "καλούς" και "κακούς". 

Τέλος πάντων, μου άρεσε η ταινία και εκτός από τη σχετικά σφαιρική ματιά στο πρόβλημα υπάρχει και η γενική 60ς ατμόσφαιρα (αλλά, προσέξτε, όχι των χίπικων και εναλλακτικών 60ς που γνωρίζουνε, αλλά των 60ς των φτωχών), υπάρχει η ωραία φωτογραφία που προανέφερα, αλλά και τα θαυμάσια τραγούδια του Van Morrison (από εκεί κι αυτός γαρ) που ακούγονται διαρκώς στο φιλμ. Δεν είναι κατά τη γνώμη μου αριστούργημα, αλλά μου άρεσε αρκετά.  


Ετικέτες ,

Τρίτη, Μαρτίου 08, 2022

Ο "HAMMETT", ΤΟ ΝΕΟΝΟΥΑΡ ΚΑΙ Ο ΒΕΝΤΕΡΣ


 Το 1982 ο Wim Wenders, ούτως ή άλλως λάτρης του αμερικάνικου σινεμά είδους (και του ροκ, αμερικάνικου και μη) πηγαίνει στην Αμερική, στα στούντιο Zoetrope του Κόπολα συγκεκριμένα, και γυρίζει εκεί το "Hammett", νεονουάρ και ευθεία αναφορά στον Ντάσιελ Χάμετ, τον γνωστότερο νουάρ συγγραφέα μαζί με τον Ρέιμοντ Τσάντλερ, με τον Φρέντερικ Φόρεστ στο βασικό ρόλο και τους Πίτερ Μπόιλ στο δεύτερο.

Εδώ ο Βέντερς κάνει ένα παιχνίδι που αργότερα έχει ξαναγίνει (ίσως και πριν, αλλά δεν είμαι σίγουρος γι' αυτό. Θυμηθείτε, ας πούμε, το "Kafka" του Sondeberg γύρω στα 10 χρόνια μετά): Χρησιμοποιεί τον ίδιο το συγγραφέα ως ήρωα ιστορίας εμπνευσμένη ευθέως από το σύμπαν που ο ίδιος έχει δημιουργήσει. Σα να μπλέκεται ο Μέλβιλ, ας πούμε, σε μια ιστορία με φάλαινες. Έτσι λοιπόν ο Χάμετ είναι ένας αλκοολικός συγγραφέας νουάρ (όπως ακριβώς στην πραγματικότητα) και πρώην ντετέκτιβ ο ίδιος. Μόνο που εδώ υποτίθεται ότι οι ιστορίες του είναι εμπνευσμένες από τις περιπέτειες ενός υπαρκτού φίλου του ντετέκτιβ. Ο οποίος έρχεται τώρα σπίτι του και τον παρακαλεί να τον βοηθήσει στο μυστήριο της εξαφάνισης μιας όμορφης κινέζας πόρνης. Καθώς η έρευνα αρχίζει, τα πράγματα περιπλέκονται όλο και περισσότερο.

Η ιστορία είναι πολύπλοκη και συχνά απαιτείται προσπάθεια για να κατανοήσει κανείς τι συμβαίνει. Φυσικά υπάρχει μοιραία γυναίκα, κλασικά καταγώγια, αλκοόλ και καπνός, πολλά λεφτά και συμφέροντα παίζονται κλπ. κλπ. Όπως στα κλασικά νουάρ. Και, φυσικά, όλα παραπέμπουν σε μια "σάπια" κοινωνία, όπου οι υψηλά ιστάμενοι είναι διεφθαρμένοι και όλα γίνονται για το χρήμα. Τα περισσότερα σκηνικά είναι φτιαχτά, γυρισμένα σε στούντιο. Η ατμόσφαιρα, σκοτεινή, νυχτερινή, καπνισμένη, είναι αυτή των παλιών νουάρ (μόνο που εδώ υπάρχει και χρώμα). Όσο για το σενάριο, εκτός από πολύπλοκο, διαθέτει και πολλές αφέλειες και ευκολίες (όπως στη σκηνή της απόδρασης).

Η ταινία πέρασε από πολλές περιπέτειες. Λέγεται ότι μετά το τέλος των γυρισμάτων η (αμερικάνικη) εταιρία κάθε άλλο παρά ευχαριστημένη ήταν. Το αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά mainstream θεωρήθηκε. Έτσι το φιλμ ξαναγυρίστηκε, λένε, σχεδόν από την αρχή. Έτσι δεν ξέρω αν αυτό που βλέπουμε είναι τελικά Βέντερς ή κάτι εντελώς διαφορετικό. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης (;) πάντως δήλωσε ότι το αρχικό υλικό, αυτό που πραγματικά γύρισε ο ίδιος, έχει χαθεί. Τι να πω... Πάντως, παρά τις αρνητικές κριτικές που είχε πάρει στην εποχή της, προσωπικά είδα ευχάριστα το φιλμ. Δίχως να το θεωρώ αριστούργημα, και παρά τις αφέλειες που λέγαμε, το βρήκα (απλώς) ατμοσφαιρικό και διασκεδαστικό.


Ετικέτες ,

Κυριακή, Μαρτίου 06, 2022

ΑΠΡΟΣΔΟΚΗΤΟΙ ΥΠΕΡΗΡΩΕΣ ΣΤΟΥΣ "ΑΘΩΟΥΣ"


Φανταστείτε μια γειτονιά σαν τα Κάτω Πατήσια, τα Σεπόλια, το Περιστέρι... Μικρομεσαία τάξη, μάλλον άσχημες πολυκατοικίες, μια παιδική χαρά, απόλυτη καθημερινότητα. Είναι καλοκαίρι, τα παιδιά δεν έχουν σχολείο και κατά τη διάρκεια της μέρας παίζουν στην παιδική χαρά. Κι εκεί, όταν δεν τους βλέπουν οι μεγάλοι, αρχίζουν να "παίζουν" και με τις μυστηριώδεις... υπερδυνάμεις τους, που κι αυτά τα ίδια δεν έχουν καλά καλά συνειδητοποιήσει ότι υπάρχουν και δεν ξέρουν πώς να τις ελέγξουν...

Αυτά συμβαίνουν στην πολύ ενδιαφέρουσα νορβηγική ταινία "Οι Αθώοι" (De Uskyldige, 2021), δεύτερο φιλμ του Eskil Vogt. Ναι, πρόκειται για ένα μεταφυσικό θρίλερ (με μυστηριώδεις δυνάμεις) που έχει το πολύ ιδιαίτερο χαρακτηριστικό να διαδραματίζεται σε απόλυτα ρεαλιστικό, καθημερινό όπως είπαμε περιβάλλον, το οποίο προφανώς δεν έχει τίποτα το μυστηριώδες. Πρόκειται για την επόμενη μετάλλαξη του ανθρώπινου είδους; Μήπως για κάτι που επιδρά στη συγκεκριμένη περιοχή και "τα κάνει αυτά"; Δεν θα το μάθουμε ποτέ. Ο σκηνοθέτης δεν ενδιαφέρεται να δώσει απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα. Ωστόσο αυτό δεν ενδιέφερε ούτε εμένα και δεν μείωσε σε τίποτα την πρωτοτυπία του φιλμ. Κρατείστε μόνο δύο στοιχεία: Οι μεγάλοι δεν ανακατεύονται καθόλου σχεδόν. Δεν αντιλαμβάνονται καν ότι κάτι περίεργο συμβαίνει. Και ότι όσο προχωρά η ταινία τα πράγματα γίνονται όλο και πιο σκοτεινά και το αρχικά αθώο παιχνίδι μετατρέπεται σιγά σιγά σε σύγκρουση ζωής και θανάτου. Και όλα αυτά συμβαίνουν επειδή κυριαρχεί η παιδική ψυχολογία, οι παιδικές αντιδράσεις, οι φιλίες, αλλά και οι καυγάδες και οι παρεξηγήσεις, ο φόβος της μοναξιάς και του εξοβελισμού από την παρέα...

Γενικά το φιλμ κινείται ανάμεσα στην τρυφερότητα και την αθώα παιδικότητα (και φιλία) και στο απόλυτα σκοτεινό, μοχθηρό στοιχείο. Πώς γίνεται αυτό; Θα το μάθετε αν το δείτε. Το θεωρώ ιδανικό ως μια "πειραγμένη", πρωτότυπη, ρεαλιστική εκδοχή των βαρετών για μένα υπερηρωικών φιλμ, των οποίων τη δομή (χαλαρή αρχή - τα πράγματα γίνονται όλο και πιο δύσκολα - τελική σύγκρουση) διατηρεί ακέραια. Αν είστε φανατικοί των "κανονικών" ταινιών του είδους μπορεί να πείτε "Τι είναι αυτό; Δεν έχει εφέ" ή κάτι τέτοιο. Για όσους όμως αναζητούν κάτι πρωτότυπο συνίσταται.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Μαρτίου 03, 2022

ΟΡΓΩΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ ΓΙΑ ΕΝΑΝ "ΕΡΩΤΑ ΣΤΗ ΧΟΥΡΜΑΔΙΑ"

 


Νομίζω το έχω ξαναπεί: Τον Σταύρο Τσιώλη (1937-2019) ή τον αγαπάς βαθύτατα ή δεν αντέχεις να βλέπεις τις ταινίες του. Δηλώνω απερίφραστα οπαδός της πρώτης ομάδας. Έτσι λοιπόν βρίσκω τον "Έρωτα στη Χουρμαδιά" (1990) ένα από τα χαρακτηριστικά τσιωλικά φιλμ. Όσο για το δίδυμο Αργύρης Μπακιρτζής (όπως πάντα) - Λάζαρος Ανδρέου, είναι απολαυστικότατο.

Ένας μεσήλικας που μόλις χήρεψε ανακαλύπτει ότι ο καλύτερός του φίλος, ένας μουσικός, πιθανόν να τον είχε απατήσει με τη μακαρίτισσα γυναίκα του. Μόνο τεκμήριο μια φωτογραφία που τους δείχνει να ποζάρουν κάτω από μια χουρμαδιά που, όπως ισχυρίζεται ο μεταμελημένος φίλος, βρίσκεται κάπου στην Πελοπόννησο. Αρνούμενος να το δεχτεί, ο χήρος (που, όπως αποδεικνύεται, ξέρει τις μισές γυναίκες της Πελοποννήσου), παίρνει τον φίλο του και οργώνουν την Πελοπόννησο ψάχνοντας την... επίμαχη χουρμαδιά.

Ταινία δρόμου λοιπόν, όπως πολλές του δημιουργού. Φυσικά όλη η ιστορία κινείται στο χώρο του παραλόγου, αφού παράλογο είναι το ίδιο το θέμα της. Να βρεις μια χουρμαδιά στην Πελοπόννησο; Φυσικά τα παράλογα δεν μένουν εκεί. Ο φίλος επιθεωρητής της αστυνομίας που θα φύγει μεσάνυχτα από την Αθήνα - και θα επιστρέψει πίσω αμέσως - για να ανακοινώσει απλώς ότι (μετά από έρευνα) η φωτογραφία είναι γνήσια (επιθεωρητής ο αείμνηστος φίλος και συνεργάτης του Τσιώλη Χρήστος Βακαλόπουλος), οι δηλώσεις του τύπου: "Ορίστε, τόσο δρόμο κάναμε και τίποτα. Δεν υπάρχει χουρμαδιά στην Πελοπόννησο" κλπ. κλπ. 

Φυσικά όλα αυτά αποτελούν αφορμή για τον σκηνοθέτη για μια ακόμα περιπλάνηση στα βάθη της αγαπημένης του ελληνικής επαρχίας, με το κιτς, τις κακίες και τις κρυφές ιστορίες της, τη μιζέρια και τη γοητεία της ταυτόχρονα. Και για να μιλήσει, για μια φορά ακόμα, για την ανδρική φιλία (και την ανδρική χρόνια ανωριμότητα επίσης), ακόμα κι αν πρόκειται για σχέση αγάπης - μίσους, όπως εδώ. Και μέσα στο σχεδόν σουρεαλιστικό, πλην όμως συγχρόνως οικείο χιούμορ του, να εισάγει και σκηνές συγκίνησης και τρυφερότητας... Ο χαρακτήρας του Βακιρτζή κυρίως, παρόμοιος ουσιαστικά με όλους τους ρόλους του στις ταινίες του Τσιώλη, είναι απολαυστικός. 

Αυτά από έναν φαν του σκηνοθέτη. Αν η ταινία σας απογοητεύσει... σας προειδοποίησα στην αρχή.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Μαρτίου 01, 2022

ΥΠΝΩΤΙΚΟΙ "ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ"

 


Ο ισλανδός Johann Johannsson (1969-2018) υπήρξε πολύ καλός συνθέτης σάουντρακ. Ο Olaf Stapledon (1886-1950) ήταν ένας βρετανός φιλόσοφος και συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας. Το 2020 βγήκε και η μοναδική σκηνοθετική προσπάθεια του πρώτου, το ουσιαστικά πειραματικό "Last and First Men", με δική του μουσική φυσικά και τη φωνή της Τίλντα Σουίντον να διαβάζει το ομώνυμου μυθιστόρημα του δεύτερου (ή μάλλον μια διασκευή του, γραμμένη από τον ίδιο τον Johannsson).

Υπάρχει και κάτι άλλο: Στην πρώην Γιουγκοσλαβία (και πιθανόν και σε άλλα πρώην κομμουνιστικά κράτη) είχαν φτιαχτεί κάποια κολοσσιαία μνημεία (συνήθως τσιμεντένια) με αφηρημένα, σχεδόν "εξωγήινα" σχήματα που ουδεμία σχέση έχουν με σοσιαλιστικό ρεαλισμό, στημένα στο πουθενά, όχι δηλαδή σε πόλεις, αλλά σε εθνικές οδούς, σε λόφους κλπ. Ο Johannsson λοιπόν φτιάχνει ένα πειραματικό όπως είπαμε ντοκιμαντέρ (;): Με ασπρόμαυρη φωτογραφία (με πολύ κόκκο) η κάμερα περιηγείται αργά, πολύ αργά, στις επιφάνειες των γιγάντιων αυτών μνημείων (και λίγων αρχαιότερων κελτικών), η υπνωτική, σαν άμπιεντ μουσική ακούγεται διαρκώς και η Σουίντον διαβάζει την ιστορία που αφορά την "κατάληξη" της ανθρωπότητας, που έχει πάει "αλλού" (με όλες τις έννοιες της λέξης) μετά από εκατομμύρια χρόνια. Αυτό.

Το όλο εγχείρημα βγάζει έντονη αίσθηση μελαγχολίας, ερημιάς και εγκατάλειψης, που, ούτως ή άλλως, την εκπέμπουν τα ίδια αυτά τα εγκαταλειμμένα σήμερα γλυπτά, αίσθηση που μεγαλώνει από την ιστορία με το τέλος της ανθρωπότητας. Περισσότερο ακόμα από μελαγχολική, θα χαρακτήριζα την ταινία υπνωτική. Οπότε... ή θα κοιμηθείτε στα πρώτα 10 λεπτά ή θα μπείτε στο τριπ της (που θα μπορούσε να είναι αληθινό τριπ από ουσίες) και θα αφεθείτε στην αργή της ροή, σα να σας σπρώχνει ελαφρά ένας πολύ αργός, χλιαρός άνεμος. Εσείς ξέρετε.


Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker