Δευτέρα, Ιουλίου 31, 2017

Η "GILDA" ΩΣ ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΑΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ

Βρισκόμαστε στα 1946. Ο ουγγρικής καταγωγής Charles Vidor (1900-1959) γυρίζει τη γνωστότερη ταινία του, το αριστούργημά του, την περίφημη "Gilda",  με μια κυριολεκτικά απαστράπτουσα Ρίτα Χέιγουορθ στον βασικό ρόλο (στην γνωστότερη, επίσης, ερμηνεία της καριέρας της).
Η ιστορία διαδραματίζεται στην Αργεντινή, λίγο μετά τον πόλεμο. Εκεί βρίσκεται ένας αμερικάνος τυχοδιώκτης (ο Γκλεν Φορντ), πληγωμένος, όπως αποκαλύπτεται, από έναν παλιό έρωτα που του άφησε ανεξίτηλα σημάδια. Εκεί θα γνωρίσει έναν ιδιόρυθμο (με μυστικά) πλούσιο ιδιοκτήτη κλαμπ - χαρτοπαικτικής λέσχης και θα τεθεί στην υπηρεσία του, δείχνοντας απόλυτη αφοσίωση. Ώσπου, μετά από ένα ταξίδι, ο ευεργέτης του ήρωά μας θα επιστρέψει με την άρτι "αποκτηθείσα" υπέροχη σύζυγό του  και τα πάντα θα ανατραπούν. Ένα επικίνδυνο παιχνίδι θα αρχίσει ανάμεσα στους τρεις...
Η ταινία θεωρείται αρχετυπικό νουάρ. Η μοιραία γυναίκα με την επιπόλαιη συμπεριφορά, που μπορεί να παρασύρει τους πάντες στον όλεθρο, ο καταστροφικός έρωτας, τα κρυμένα μυστικά, η νυχτερινή ατμόσφαιρα, το καζίνο... Ωστόσο εδώ το βάρος πέφτει πολύ περισσότερο στον έρωτα, που μοιάζει να αψηφά τα πάντα, παρά στην αστυνομικής υφής ίντριγγα, σε κάποιο φόνο, σε κάποια αναζήτηση αντικειμένου - θησαυρού. Βρισκόμαστε στο βασίλειο του πάθους. Αλλά όλες αυτές οι αναλύσεις περί κλασικού νουάρ ή μη έχουν δευτερεύουσα θέση μπροστά στην απόλυτη κινηματογραφική γοητεία, στην οποία είναι αδύνατο να αντισταθεί κανείς. Η Ρίτα Χέιγουορθ είναι, κυριολεκτικά, η απόλυτη γυναίκα με το εκρηκτικό σεξ απίλ και οι σκηνες όπου τραγουδά το περίφημο Put the blame on me (όχι πάντως με τη δική της φωνή, είναι ντουμπλαρισμένη) παραμένουν ανεξίτηλες στη μνήμη κάθε σινεφίλ και αποτελούν κλασικό κομμάτι κινηματογραφικής ιστορίας. Όσο για τις ατάκες των τριών πρωταγωνιστών πραγματικά σπάνε κόκαλα, περιέχοντας όλο τον κυνισμό, το σκοτεινό χιούμορ, τα υπονοούμενα που συναντάμε στην καλύτερη παράδοση του είδους.
Γενικά, πέρα από τη μελέτη του ερωτικού πάθους που δεν σταματά μπροστά σε τίποτα και τον προβληματισμό στο θέμα της σύγκρουσης ανάμεσα στην πίστη σε έναν ευεργέτη και στο τυφλό πάθος, το φιλμ είναι από αυτά  στα οποία η κινηματογραφική εικόνα κυριαρχεί πάνω στην, μάλλον απλή, πλοκή. Είναι από αυτά που απολαμβάνει κανείς να τα βλέπει ξανά και ξανά, όχι από αυτά που αναλύει όλο και βαθύτερα, ψάχνοντας πολλαπλά επίπεδα. Είναι κινηματογράφος σε όλο του το μεγαλείο, με πρωταρχικό στόχο την, σκοτεινή έστω, απόλαυση. Και γι' αυτό - και για όσους άλλους λόγους ανακαλύψετε μόνοι σας - ανήκει απόλυτα στην χορεία των πραγματικών κλασικών.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Ιουλίου 23, 2017

ΚΑΛΕΣ ΔΙΑΚΟΠΕΣ

Καιρός για θάλασσα. Ραντεβού λίγο πριν τον Σεπτέμβρη. Να περνάτε καλά όπου και να είστε.

Παρασκευή, Ιουλίου 21, 2017

"Η ΑΠΟΠΛΑΝΗΣΗ" Ή Η ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΙΑΡΧΙΑΣ


Η Sofia Coppola γυρίζει τις περισσότερες φορές φεμινιστικές ταινίες ή, τουλάχιστον, ταινίες που σαν θέμα έχουν γυναίκες. "Η Αποπλάνηση" (The Beguiled) του 2017 κάθε άλλο παρά ξεφεύγει απ' αυτόν τον κανόνα. Εδώ η Coppola φτιάχνει ένα ριμέικ του "Προδότη" (1971), ενός περίεργου γουέστερν με τον Κλιντ Ίστγουντ (δυστυχώς δεν το έχω δει). Το σίγουρο όμως είναι ότι η ματιά της είναι σαφώς πιο φεμινιστική.
Κατά τη διάρκεια του αιματηρότατου αμερικάνικου εμφύλιου, ένας τραυματισμένος στρατιώτης των Βορείων (σύντομα μαθαίνουμε ότι είναι ιρλανδός μισθοφόρος) καταφεύγει και περιθάλπτεται σε ένα οικοτροφείο θηλέων (κάτι σαν ιδιωτικό σχολείο) που βρίσκεται στο Νότο. Η διευθύντρια, η δασκάλα και 4 μαθητριες είναι όσες έχουν απομείνει σ' αυτό λόγω του καταστροφικού πολέμου. Η παρουσία ενός αρσενικού στο αυστηρά γυναικείο αυτό "άβατο" θα πυροδοτήσει, όπως είναι φυσικό, πόθους και πάθη - ας σημειωθεί ότι ο ανήμπορος στρατιώτης δεν είναι καθόλου αθώος... Κάποια στιγμή η ίδια η ύπαρξη της γυναικείας κοινότητας θα κινδυνέψει και τότε... οι γυναίκες αναλαμβάνουν να αποκαταστήσουν τη χαμένη ισορροπία...
Η σκηνοθέτης φτιάχνει εδώ ένα αρκετά κλειστοφοβικό δράμα (διαδραματίζεται ολόκληρο στους εσωτερικούς χώρους και στον κήπο του σχολείου) με υποβόσκουσες εντάσεις, πάθη που σιγοβράζουν, κάποιες ίντριγκες και στοιχεία θρίλερ. Στο επίκεντρο όλων αυτών βρίσκεται βέβαια η πάλη ανάμεσα στα δύο φύλα. Η μητριαρχία είναι το καθεστώς που επικρατεί. Και δημιουργεί μία φούσκα ασφάλειας απόλυτα αυτάρκη, που προφυλάσσεται από τη φρίκη του έξω κόσμου (είπαμε, ο πόλεμος μαίνεται και η δυστυχία εξαπλώνεται). Ο "παρείσακτος", ο οποίος, θα επαναλάβω, δεν είναι απλώς και μόνο θύμα, θα ανατρέψει αυτόν τον ήρεμο και ασφαλή τρόπο ζωής. Πρέπει λοιπόν να αποβληθεί. Φυσικά μεγάλο μέρος του προβληματισμού της ταινίας καταλαμβάνει και η έντονα καταπιεσμένη σεξουαλικότητα (δεν είναι μόνο το κλειστό σύστημα του σχολείου, αλλά και τα πάμπολλα ταμού της εποχής).
Το φιλμ είναι βραδυφλεγές, δίχως άγριες εξάρσεις. Όπως είπαμε τα πάθη περισσότερο σιγοβράζουν παρά ξεσπάνε (μέχρις ενός σημείου τουλάχιστον). Ίσως η χαμηλότονη αυτή ατμόσφαιρα κουράσει κάποιους, προσωπικά όμως τη βρήκα πολύ ταιριαστή με το όλο νόημα και κλίμα της ταινίας. Και βέβαια η Νικόλ Κίντμαν και η Κίρστεν Ντανστ είναι νομίζω πολύ καλές στους ρόλους τους (όπως και ο Κόλιν Φαρέλ). Για όλα αυτά μου άρεσε αρκετά. Άραγε τελικά η μητριαρχία είναι τελικά ο μόνος ασφαλής και αυτάρκης τρόπος;


Ετικέτες ,

Τρίτη, Ιουλίου 18, 2017

Η ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΣΤΟΝ "ΥΠΗΡΕΤΗ"

Στην αρχή υπήρχε το μυθιστόρημα του Ρόμπιν Μομ. Μετά έρχεται ο σημαντικός Joseph Losey (1909-1984), κάτοικος Βρετανίας λόγω των μακαρθικών διώξεων εις βάρος του στις ΗΠΑ, και αναθέτει στον γνωστό θεατρικό συγγραφέα Χάρολντ Πίντερ το σενάριο μιας ταινίας βασισμένης στο βιβλίο. Έτσι το 1963 γυρίζεται ο εξαιρετικός ασπρόμαυρος "Υπηρέτης" (The Servant).
Ένας ξεπεσμένος άγγλος αριστοκράτης επιστρέφει από κάποια αποικία και αγοράζει σπίτι στο Λονδίνο για να εγκατασταθεί. Προσλαμβάνει και έναν υπηρέτη, αφού ο ίδιος είναι ανίκανος να αυτοσυντηρηθεί. Αρχικά ο υπηρέτης μοιάζει άψογος. Βαθμιαία όμως οι σχέσεις τους θα γίνουν όλο και πιο πολύπλοκες, παράξενες και "άρρωστες": Μια απόλυτη εξάρτηση θα αναπτυχθεί μεταξύ τους, οι ρόλοι θα αντιστραφούν, ο υπηρέτης θα πάρει το πάνω χέρι και θα επιβάλλει τους όρους του, η ζωή του αριστοκράτη θα γίνεται όλο και πιο "παρατημένη" και παρακμιακή, ενώ οι κοινωνικές του σχέσεις βαθμιαία θα καταστραφούν.
Ας τονίσουμε αρχικά την φοβερή ηθοποιία των Ντερκ Μπόγκαρντ και Τζέιμς Φοξ. Από εκεί και πέρα οι συμβολισμοί και τα νοήματα είναι πολλά (και πολυεπίπεδα): Υπάρχει η υποβόσκουσα, λανθάνουσα ομοφυλοφιλική σχέση ανάμεσα στους δύο άντρες (η οποία βεβαίως δεν εκδηλώνεται ποτέ), η ψυχολογική μελέτη των χατακτήρων δηλαδή. Υπάρχει το διαρκές παιχνίδι της εξουσίας (ποιος εξουσιάζει ποιον κάθε φορά); Και βέβαια υπάρχει η αλληγορία της ταξικής πάλης: Η αριστοκρατία, η κυρίαρχη δηλαδή, είναι παρηκμασμένη, μαλθακή, παντελώς ανίκανη να υπάρξει από μόνη της, αφού όλα τα κάνει η άλλη, η "κατώτερη" και σαφώς πιο παραγωγική τάξη. Η εργατική τάξη πάλι (βλ. ο υπηρέτης) είναι δυναμική, δραστήρια, ικανή, πλην όμως απολυτα αμοραλιστική και αδίστακτη προκειμένου να απομυζήσει, να κερδίσει όσα περισσότερα μπορεί από τους κυρίαρχους "κηφήνες". Η πάλη για εξουσία ανάμεσά τους είναι σαφής (ενίοτε μάλιστα με χτυπήματα κάτω απο τη μέση).
Όλα αυτά δίνονται με μια ατμοσφαιρική, κλειστοφοβική σκηνοθεσία, με παράξενες λήψεις και ιδιαίτερη εμμονή στους καθρέφτες, και με ένα σενάριο που ορισμένες φορές αγγίζει τα όρια του (ψυχολογικού) θρίλερ, ενώ με μεγάλη μεθοδικότητα και μαστοριά "χτίζεται" το ολοένα και πιο παρακμιακό κλίμα, μέχρι τη απόλυτη (σταδιακή πάντως) κατάρρευση κάθε προσχήματος. Σε μια τόσο διχασμένη κοινωνία, μοιάζει να μας λέει, τίποτα καλό δεν μπορεί να προκύψει, αφού ακόμα και η "πάλη" των κατώτερων έχει διαφθαρεί.
Πολύ καλή ταινία, η οποία, παρά την κλειστοφοβικότητά της (διαδραματίζεται σχεδόν ολόκληρη μέσα στο σπίτι), κρατά νομίζω απόλυτα τον θεατή και του δίνει άπειρη τροφή για σκέψη. Κλασική!

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Ιουλίου 17, 2017

ΕΝΑ ΔΙΑΡΚΩΣ ΚΛΙΜΑΚΟΥΜΕΝΟ (ΚΑΙ ΑΝΟΙΚΟΝΟΜΗΤΟ) "ΜΠΑΡ"

Έχω ξαναγράψει για τον ισπανό Alex de la Iglesia: Ταλαντούχος μεν και ευφάνταστος, πάντοτε όμως "overdose", φλερτάρει επικίνδυνα με την υπερβολή και το γκροτέσκο, δημιουργώντας διαρκώς "too much" καταστάσεις. Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν στην ταινία του τού 2017 "Το Μπαρ" (El Bar).
Ένα πρωί, όπως κάθε πρωί, ετερόκλητοι άνθρωποι συχνάζουν για τον πρωινό καφέ σε ένα συνηθισμένο μπαρ της Μαδρίτης. Μονο που τη μέρα αυτή τίποτα δεν θα είναι ίδιο: Όταν κάποιος πελάτης βγαίνει από το μπαρ, πέφτει αμέσως νεκρός από πυροβολισμό, κι ένας δεύτερος το ίδιο. Τα πτώματα σύντομα εξαφανίζονται από το πεζοδρόμιο, ενώ ένας άλλος πελάτης βρίσκεται νεκρός και παραμορφωμένος στην τουαλέτα, ενώ προσπαθεί να κάνει μια ένεση στον εαυτό του. Σύντομα οι έγκλειστοι θα αντιληφτούν ότι είναι πολιορκημένοι στον στενόχωρο χώρο. Και αμέσως ο πανικός θα εκδηλωθεί, καθώς όλοι θα στραφούν εναντίον όλων και τα χειρότερα στοιχεία των χαρακτήρων του καθενός θα έλθουν στην επιφάνεια...
Φυσικά η ιστορία παραπέμπει άμεσα στον αριστουργηματικό "Εξολοθρευτή Άγγελο" ενός άλλου ισπανού, του μεγάλου Μπουνουέλ. Μόνο που εδώ υπάρχει μια πιο επιστημονικοφανταστική εξήγηση και, βέβαια, βρίσκω το φιλμ του Μπουνουέλ απείρως σημαντικότερο. Στο "Μπαρ" πάντως, ιδιαίτερα το πρώτο μέρος με κράτησε απόλυτα. Διαδραματίζεται ολόκληρο στον σχετικά μικρό χώρο όπου συνωστίζονται οι πελάτες, αλλά και στο ακόμα κλειστοφοβικότερο μικρό υπόγειο, ενώ το μυστήριο για το τι ακριβώς συμβαίνει διαρκώς αυξάνεται. Στη συνέχεια το φιλμ θα μεταφερθεί στους βρωμερούς υπονόμους και ο de la Iglesia θα βουτήξει με τα μούτρα στο αγαπημένο του γκροτέσκο...
Γενικά ο τρόμος συνδυάζεται με το μόνιμο στον σκηνοθέτη σαρδόνιο χιούμορ, στην ανελέητη ματιά στα πιο μελανά σημεία των ανθρώπινων χαρακτήρων, στις σχεδόν κανιβαλιστικές σχέσεις μεταξύ συνηθισμένων ανθρώπων... Η ανάγκη, ο φόβος, το έκτακτο, φέρνουν στο φως τα τέρατα που μέσα του κρύβει ο καθένας μας. Πέραν αυτών των παρατηρήσεων πάντως το όλο κλίμα και η δομή της τυαινίας μου θύμισαν αρκετά την παλιότερη "Πολυκατοικία" (La Comunidad) του 2000 του ίδιου δημιουργού.
Συνολικά δεν βαρέθηκα βλέποντας το φιλμ. Ο σκηνοθέτης αυτός πάντοτε συνδυάζει το μακάβριο, το χιούμορ και την καυστική σάτιρα των ανθρώπινων χαρακτήρων. Μόνο που, όπως πάντα, είναι ανοικονόμητος και όσο προχωράνε προς το τέλος οι ταινίες του αρχίζουν να με κουράζουν. Είναι σα να βάζει πάντοτε υπερβολική δόση από το κάθε τι, σα να μην γνωρίζει τι σημαίνει στοιχειώδης "οικονομία". Ενδιαφέρουσα περίπτωση, αλλά βαρυφορτωμένη...

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Ιουλίου 14, 2017

Η ΧΑΝΑ, ΟΙ ΑΔΕΛΦΕΣ ΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΠΕΡΙΓΥΡΟΣ : ΜΙΚΡΑ ΔΡΑΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΩΜΩΔΙΕΣ

Στη δεκαετία του 80 ο Woody Allen βρίσκεται στη δημιουργική του ακμή. Γι' αυτό και η ταινία "Η Χάνα και οι αδελφές της" του 1986 είναι νομίζω μια από τις καλύτερές του και μάλιστα επικεντρωμένη στην κλασική (και την πλέον επαναλαμβανόμενη) θεματολογία του δημιουργού, αυτή της μελέτης του σχετικά εύπορου, διανοουμενίστικου μικρόκοσμου της Νέας Υόρκης.
Εδώ ο δαιμόνιος σκηνοθέτης παρακολουθεί τις εξελίξεις στις ζωές τριών αδελφών σε τρία χρόνια: Διαφορετικές σαν χαρακτήρες, με μπερδεμένες αισθηματικές σχέσεις (κουβάρι τα ερωτικά μπερδέματα, πριν και μετά, με νυν και πρώην), πασχίζουν και αγχώνονται για την επαγγελματική και, κυρίως, την καλλιτεχνική επιτυχία τους, χωρίζουν και ερωτεύονται ξανά και, βέβαια, κάθε χρόνο συναντιούνται όλες, με παιδιά και συζύγους / φίλους με τους ηλικιωμένους γονείς (παλιά ασχολούνταν με τις show business κι αυτοί) σε παραδοσιακό τραπέζι.
Δεν έχει νόημα να σας διηγηθώ τι ακριβώς συμβαίνει με τα ερωτικά μπλεξίματα. Αυτό που προέχει εδώ είναι η εκπληκτική διαγραφή των χαρακτήρων, τόσο των ίδιων των αδελφών, όσο και του περίγυρού τους: Η μία είναι σταθερή, συγκροτημένη, πετυχημένη, στήριγμα για τις άλλες, η άλλη "επιπόλαια" και παρορμητική, νευρωτική και αγχωμένη, που διαρκώς κυνηγά την καλλιτεχνική επιτυχία (wannabe ηθοποιός) που δεν έρχεται ποτέ, η τρίτη πιο προσγειωμένη και γήινη, με μπερδρεμένη ωστόσο ερωτική ζωή... Και οι νυν και πρώην; Ένας σπαρταριστός υποχόνδριος με μεταφυσικά ερωτήματα, που προσπαθεί μάταια να ασπαστεί κάποια θρησκεία προσπαθώντας να ηρεμήσει μέσω της πίστης, ένας "κανονικός" άνθρωπος, ο οποίος όμως ποθεί την αδελφή της οποίας ΔΕΝ είναι σύζυγος, ένας κλειστός και μισάνθρωπος ζωγράφος κλπ.
Μικρά δράματα, μικρές κωμωδίες, ανασφάλειες, συγκρούσεις ή έρωτες, συζητήσεις, όλα χωράνε στην πολυεπίπεδη αυτή ταινία. Κι όλα, παρά τις εκάστοτε δραματικές καταστάσεις, δοσμένα με το εκπληκτικό χιούμορ του Άλεν (εδώ εκστομίζει μερικές από τις καλύτερες ατάκες του). Και με ένα εκπληκτικό καστ: Σημειώνετε; Μία Φάροου, Νταϊάν Γουίστ, Μπάρμπαρα Χέρσεϊ, Μωρίν Ο' Σάλιβαν (στο ρόλο της μητέρας τους, όντως αληθινή μητερα της Μία Φάροου), Γούντι Άλεν, Μαξ φον Σύντοφ, Μάικλ Κέιν... ακόμα και η Κάρι Φίσερ σε μια συντομότατη εμφάνιση... Κι όλα αυτά με την πανταχού παρούσα συνοδεία υπέροχης παλιάς τζαζ, που τόσο αγαπά ο Γούντι και είναι σήμα κατατεθέν των σάουντρακ του.
Η ματιά στον ανασφαλή αυτόν κόσμο είναι από τις πλέον διεισδυτικές, γλυκόπικρη, καυστική, χαριτωμένη, με συμπάθεια κατα βάθος για τους ποικίλους ήρωες. Οι μεταξύ τους σχέσεις, οι σχέσεις με τους γονείς, τους νυν και πρώην συζύγους / φίλους, όλα δίνονται με ανάγλυφο τρόπο. Είναι από τα φιλμ που σε προβληματίζουν μελετώντας το κουβάρι των ανθρώπινων σχέσεων και ταυτόχρονα σε διασκεδάζουν όσο δεν παίρνει. Αν λοιπόν είστε οπαδός του γουντιαλενικού κόσμου (τον οποίον, ως γνωστόν, πολλοί αντιπαθούν ή/και βαριούνται) μην το χάσετε. Πρόκειται για μία από τις καλύτερες στιγμές του.

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Ιουλίου 12, 2017

Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΣΕΡΒΙΡΕΤΑΙ ΚΡΥΑ ΣΤΗΝ "ΟΡΓΗ ΕΝΟΣ ΥΠΟΜΟΝΕΤΙΚΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ"

Προσθήκη λεζάντας
Διαβάζω ότι ο Raul Arevalo είναι ηθοποιός (ισπανός βεβαίως) και ότι η "Οργή ενός Υπομονετικού Ανθρώπου" (Tarde par la Ira) του 2016 είναι η πρώτη του σκηνοθετική προσπάθεια. Μπράβο του λοιπόν, καθώς φτιάχνει ένα υποδειγματικό θρίλερ με εξαιρετικούς χαρακτήρες.
Ο ήρωας είναι ένας μοναχικός άντρας, μάλλον ευκατάστατος. Συχνάζει ωστόσο σε συνηθισμένο, εντελώς άκομψο μπαρ σε μια συνηθισμένη γειτονιά της πόλης, όπου προσεγγίζει ερωτικά - και μάλλον διστακτικά - την αδελφή του ιδιοκτήτη. Ο σύζυγος της τελευταίας, ωστόσο, είναι εδώ και 8 χρόνια στη φυλακή και όπου νά' ναι αποφυλακίζεται. Σύντομα μαθαίνουμε ότι είναι ο μόνος που συνέλαβαν από μια αιματηρή ληστεία (στην οποία ήταν απλός οδηγός) και ότι έφαγε 8 χρόνια επειδή αρνήθηκε να προδώσει τους συντρόφους του. Σύντομα επίσης θα αντιληφτούμε ότι αυτός είναι που περιμένει στην πραγματικότητα ο ήρωας και η σύζυγος είναι απλό πρόσχημα για να τον προσεγγίσει. Όταν ο λιγομίλητος ήρωας θα αρχίσει να αποκαλύπτει τις αληθινές του προθέσεις, βρισκόμαστε ακόμη στα μισά του φιλμ, το οποίο επιφυλάσει έως το τέλος πλήθος άλλων εκπλήξεων και αποκαλύψεων.
Κατ' αρχήν θα πω ότι βασικά μάλλον έχουμε να κάνουμε με μια ταινία χαρακτήρων, που χρησιμοποιεί τη φόρμα του θρίλερ για να κρατήσει στα ύψη το ενδιαφέρον του θεατή. Χαρακτήρων πολύπλοκων και με βάθος, πολύ μακριά από σχηματικές κατατάξεις καλών - κακών, όλοι τους με αληθινά κίνητρα για τις πράξεις τους. Επίσης ότι η ταινία διαθέτει ένα πολύ σφιχτό σενάριο, χάρη στο οποίο, ακόμα και μετά τις βασικές αποκαλύψεις, ο θεατής κρατά την ανάσα του. Το βασικότερο όμως στοιχείο είναι το γενικότερο κινηματογραφικό στιλ: Το οποίο είναι απόλυτα ρεαλιστικό, σχεδόν ντοκιμαντερίστικο θα έλεγα. Τίποτα ωραιοποιημένο ή φτιαχτό, τίποτα ατμοσφαιρικό στην εικόνα. Συνηθισμένα μέρη, συνηθισμένοι άνθρωποι, συνηθισμένα ντυσίματα, ένα αιματοβαμμένο θρίλερ που εξελίσσεται σε απόλυτα κοινότοπες, καθημερινές συνθήκες. Πώς γίνεται να απολαμβάνεις τόσο ένα θρίλερ δίχως ίχνος ατμοσφαιρικότητας, με ντοκιμαντερίστικα στοιχεία; Ε, αυτό πρέπει να το δείτε για να το ανακαλύψετε μόνοι σας. Να θυμάστε όμως πάντοτε ότι αν είσαι καλός και ευφάνταστος δημιουργός, με άποψη, μπορείς να κάνεις τα πάντα με οποιοδήποτε ύφος επιλέξεις. Εδώ βρίσκεται η ιδιαιτερότητα (και η μαεστρία κατά τη γνώμη μου) της ταινίας.
Όσο για το κοινωνικό μέρος, όλοι οι χαρακτήρες είναι τυπικοί "χαμένοι", συνηθισμένοι τύποι που, δίχως να πεθαίνουν από πείνα βεβαίως, δεν έχουν και πολύ στον ήλιο μοίρα. Η "διπλανή πόρτα" με τα φοβερά, κρυμμένα μυστικά της είναι εδώ. Και η εκδίκηση, το "'ήρεμο" πάθος, η απελπισία που προκύπτει από τις κοινωνικές, μίζερες συνθήκες, είναι κι αυτές πανταχού παρούσες!
Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ταινία του ισπανικού σινεμά - και μάλιστα πρωτοεμφανιζόμενου δημιουργού - που προσθέτει μια ακόμα σημαντική ψηφίδα στο πλουσιότατο παζλ των θρίλερ που ευδοκιμούν στη χώρα αυτή.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Ιουλίου 11, 2017

Η "ΑΠΩΘΗΜΕΝΗ ΜΝΗΜΗ" ΣΤΟ "MIRAGE"

Έχετε ίσως δει πολλές φορές θρίλερ όπου ο ήρωας για κάποιο λόγο έχει χάσει τη μνήμη του και ψάχνει... εεε... για τα πάντα. Σας συνιστώ λοιπόν να γυρίσετε πίσω στο χρόνο και να δείτε μια από τις καλύτερες ταινίες μ' αυτό το θέμα, το ασπρόμαυρο "Mirage" του 1965 του Edward Dmytryk (1908-1999).
Όπου ο ήρωας (ο ταιριαστός Γκρέγκορι Πεκ) αντιλαμβάνεται βαθμιαία ότι δεν θυμάται τίποτα από τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής του. Ξέρει μόνο ότι είναι "αναλυτής κόστους" (ό,τι και αν σημαίνει αυτό) σε μια εταιρία και ελάχιστα άλλα πράγματα. Από την πρώτη κιόλας σκηνή μαθαίνουμε για μια παράξενη αυτοκτονία με πτώση από όροφο ουρανοξύστη, στην οποία ο ήρωας είναι σχεδόν αυτόπτης μάρτυς. Το επόμενο που αντιλαμβάνεται είναι ότι τον ψάχνει με κάθε τρόπο κάποιος "Ταγματάρχης", ο οποίος, για καλή του τύχη, μοιάζει να τον χρειάζεται μόνο ζωντανό. Πασχίζοντας να ενώσει τα κομμάτια του μυστηριώδους παζλ, θα μπλεχτεί σε έναν αληθινό εφιάλτη, καταλαβαίνοντας σιγά - σιγά ότι στην υπόθεση διακυβεύονται πολύ μεγαλύτερα συμφέροντα απ' ότι αρχικά νόμιζε...
Σφιχτοδεμένο, καλογυρισμένο θρίλερ, κρατά - νομίζω - τον θεατή από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό, αναγκάζοντάς τον να αγωνιά για το τι θα συμβεί (και για το τι ακριβώς συμβαίνει) και, από ένα σημείο και πέρα, για το ποιος είναι ο λόγος που προκάλεσε την αμνησία. Όντως τα σκόρπια κομμάτια μπαίνουν σιγά - σιγά στη θέση τους για να αποκαλυφτεί η μεγάλη εικόνα. Εκτός του σασπένς και του μυστηρίου που διαθέτει, το φιλμ στηλιτεύει την αδίστακτη μιλιταριστική παράνοια, εκμεταλλευόμενη μάλιστα το κυρίαρχο ψυχροπολεμικό κλίμα της εποχής, δίνοντας έτσι και μια απρόβλεπτη πολιτική διάσταση και επισημαίνοντας ότι τα πράγματα δεν είναι πάντοτε αυτά που φαίνονται, ακόμα και σε πρόσωπα "υπεράνω πάσης υποψίας". Υπάρχει και το ψυχαναλυτικό στοιχείο, άλλη "μόδα" της εποχής. Πέραν αυτών πάντως διαθέτει ένα ελαφρό στοιχείο επιστημονικής φαντασίας για την εποχή, το οποίο, δυστυχώς, δύο περίπου δεκαετίες μετά έγινε πραγματικότητα (ο "καλπασμός της επιστήμης", δυστυχώς και πάλι...)
Πέραν αυτών, βλέποντας το παλιό και "γεμάτο" αυτό φιλμ δεν μπόρεσα να μη σκεφτώ με θλίψη τα σύγχρονα ανάλογα, τα οποία, όσο καλά και να είναι (θυμηθείτε π.χ. τον αμνησιακό πράκτορα Bourne της αρχικής τριλογίας), είναι αδύνατο να μην καταλήξουν σε κυνηγητά, πυροβολισμούς, εκρήξεις και κάθε είδους παρομοίου θεάματος, σκηνές που, όσο καλογυρισμένες κι αν είναι, αποτελούν το φιλμικό μέρος της σεναριακής απουσίας και απευθύνονται στην πλειοψηφία των εθισμένων στη βιντεοκλιπίστικη βία σύγχρονων θεατών. Έχω κι εγώ πολλάκις απολαύσει παρόμοιες σκηνές, δεν βγάζω καθόλου απ' έξω τον εαυτό μου, δεν παύω όμως να παραμένω οπαδός ταινιών σαν αυτή, όπου τον πρώτο λόγο έχει το σενάριο, το μυστήριο, η ίντριγκα και όχι το κυνηγητό.
Όπως αντιληφθήκατε συνιστώ απόλυτα το φιλμ.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Ιουλίου 09, 2017

ΤΟ "ΗΣΥΧΟ ΠΑΘΟΣ" ΤΗΣ ΕΜΙΛΙ ΜΤΙΚΙΝΣΟΝ

O βρετανός Terence Davies είναι από τους πιο ευαίσθητους σύγχρονους δημιουργούς, που σχεδόν πάντοτε επικεντρώνει τον φακό του σε γυναικείους χαρακτήρες. Ρομαντικός, χαμηλότονος, είναι απόλυτα φυσικό να συγκινηθεί από την περίπτωση της Έμιλι Ντίκινσον, η οποία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια της αμερικάνικης ποίησης, και από τη δύσκολη, "έγκλειστη" ζωή της, γυρίζοντας το 2016 το "A Quiet Passion", την σπαρακτική βιογραφία της.
Η Ντίκινσον (1830-1886), από αμερικανική εύπορη οικογένεια, εξωτερικά σε ολόκληρη τη ζωή της παρουσίαζε την εικόνα τυπικής γεροντοκόρης, αποσυρμένης σχεδόν από τα εγκόσμια και την κοινωνική ζωή. Στην πραγματικότητα ήταν ευφυέστατη, επαναστάτρια, αντίθετη στο ανδροκρατούμενο (και συχνά θρησκόληπτο) κατεστημένο, ασυμβίβαστη, ετοιμόλογη, ρομαντική, ευαίσθητη. Σε ολόκληρη τη ζωή της περίμενε μια ανθρώπινη επαφή, έναν έρωτα, ο οποίος ωστόσο δεν ήρθε ποτέ, όπως ποτέ δεν έγινε διάσημη από τα ποιήματά της όσο ζούσε, ελάχιστα από τα οποία είχαν άλλωστε δημοσιευτεί. Το φιλμ την βρίσκει αρχικά έφηβη να κοντράρεται θαρραλέα με την υστερικά θρησκόληπτη διευθύντριά της για θρησκυτικά θέματα - ταμπού την εποχή αυτή. Στη συνέχεια, γυναίκα πλέον, ζει με την οικογένειά της (γονείς, αδελφή και αδελφός) και αρχικά συμμετέχει στην κοινωνική ζωή, αποκαλύπτοντας μάλιστα μεγάλη ευφυία και ετοιμολογία, παίρνει μέρος σε συζητήσεις, μερικές φορές ενοχλεί με την αντισυμβατικότητά ης. Παράλληλα γράφει τα ποιήματά της. Η έλλειψη ερωτικής επαφής, ο ρομαντισμός της, κάποια οικογενειακά γεγονότα και, τελικά, η αρρώστεια της, θα την κάνουν βαθμαία να αποσυρθεί απόλυτα από την κοινωνία και να μείνει για πάμπολλα χρόνια κυριολεκτικά κλεισμένη στον επάνω όροφο του σπιτιού της, έχοντας επαφή μόνο με μέλη της οικογένειάς της και, φυσικά, γράφοντας ασταμάτητα. Μέχρι το τέλος.
Το φιλμ είναι βεβαίως απόλυτα μελαγχολικό, καταθλιπτικό ίσως θα έλεγα. Στην ηρωίδα - αυτό είναι το χαρακτηριστικό - δεν συμβαίνουν συγκλονιστικά γεγονότα που ανατρέππουν τα πάντα. Είναι αυτή η ύπουλη νοσταλγία για κάτι που δεν έζησε ποτέ, η πνιγηρή ατμόσφαιρα του ασφυκτικού κατεστημένου της εποχής, η μεγάλη ευαισθησία της, ο βαθύς ρομαντισμός - αλλά και η ειλικρίνειά της - που θα την κάνουν να ζήσει στην απόλυτη μοναξιά. Ο Davies μας δείχνει με χαμηλότονο, "ύπουλο" πραγματικά τρόπο, το πώς το βαθιά συντηρητικό κοινωνικό περιβάλλον διαβρώνει τελικά - βρίσκοντας πρόσφορο έδαφος στην ευαισθησία και την φύσει επαναστατικότητά της - τη ζωή της τραγικής ηρωίδας, οδηγώντας την στην απόλυτη παραίτηση.
Εξαιρετικές εικόνες άλλων εποχών, αργοί ρυθμοί, ευαισθησία πάνω απ' όλα, συνθέτουν μια ταινία που σίγουρα θα κουράσει πολλούς - και άλλους τόσους θα μελαγχολήσει απόλυτα. Πλην όμως παραμένει όμορφη, τρυφερή, συγκινητική δίχως εξάρσεις, με τη μελαγχολία που λέγαμε να την διαποτίζει βαθιά, κυρίως στο δεύτερο μισό. Δειτε το έργο ενός ευαίσθητου και ρομαντικού δημιουργού, έχοντας όμως πρώτα λάβει υπ' όψιν όλες τις παραπάνω παρατηρήσεις.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Ιουλίου 06, 2017

ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΙ ΕΡΩΤΕΣ ΚΑΙ ΨΥΧΑΚΗΔΕΣ ΣΤΟ "TRUTHOR CONCEQUENCES, N.M."

Το αγνοούσα: Ο γνωστός ηθοποιός Kiefer Sutherland (ναι, ο γιος του μεγάλου Donald) έχει σκηνοθετήσει δύο ταινίες στη δεκαετία του 90. Η πρώτη από αυτές, του 1997, είναι το "Truth or Concequences, N.M." και είναι ένα φιλμ δράσης, με ληστεία και ρομαντικό έρωτα, κάτι σαν πιο σύγχρονο "Μπόνι και Κλάιντ" ή "True Romance" ή κάτι τέτοιο. Και μάλιστα μπορώ να σας πω ότι βλέπεται μια χαρά.
Ο ήρωας (ο Βίνσεντ Γκάλο) αποφυλακίζεται, συναντά την κοπέλα του, με την οποία παραμένει ερωτευμένος, και την "παλιοπαρέα" και, φυσικά, οργανώνουν μια καινούρια "δουλειά" με ναρκωτικά και σχετικούς παραλήπτες. Ωστόσο τίποτα δεν πάει καλά, κυρίως εξαιτίας ενός μέλους της συμμορίας, του ψυχοπαθούς και τρελαμένου με τα όπλα Κέρτις. Έτσι θα αφήσουν πίσω τους πτώματα, θα καταδιωχτούν από διάφορους αλλάζοντας διαρκώς (κλεμμένα φυσικά) αυτοκίνητα, θα απαγάγουν ένα άσχετο ζεύγος και θα τους κρατήσουν ως ομήρους και, βέβαια, το αντιλαμβάνεστε, το φινάλε θα είναι αιματηρό. Ωστόσο, το είπαμε, ο έρωτας έρωτας!
Η ταινία βέβαια δεν είναι κάτι πρωτότυπο, θυμίζει μάλιστα αρκετές παρόμοιες (λίγο δρόμος, λίγο έγκλημα, λίγος έρωτας, λίγη βία...). Ωστόσο είναι καλογυρισμένη και πιστεύω ότι θα κρατήσει τον θεατή, όπως κράτησε και μένα. Ο ίδιος ο Kiefer είναι πειστικός στο ρόλο του "κακού" (του ψυχάκια πιστολέρο και της βασικής αιτίας των δεινών που συσσωρεύονται), ενώ ο ρομαντικός κατά βάθος έρωτας - μαζί μέχρι όπου μας βγάλει - του παράνομου ζευγαριού παραπέμπει σ' αυτά που επισημάναμε παραπάνω. Ενδιαφέρον στοιχείο είναι η σχέση της συμμορίας με το απαχθέν ζεύγος, το οποίο, άθελά του βεβαίως, γίνεται μέλος της "παρέας" και εμπλουτίζει την πινακοθήκη των χαρακτήρων. Στο δρόμο, για να γίνουν τα σεναριακά πράγματα πιο ενδιαφέροντα, αποκαλύπτονται και κάποιες κρυφές πτυχές και μυστικά άλλων μελών της συμμορίας.
Σας το είπα: Το φιλμ, σκληρό και σε κάποιες στιγμές τρυφερό ταυτόχρονα, δεν "κομίζει γλαύκα εις Αθήνας", ωστόσο είναι στιβαρό, σχετικά βίαιο (όχι τίποτα αβάσταχτο), σχετικά "βρώμικο" (όχι πολύ και πάλι) και γενικά δεν νομίζω ότι θα πλήξετε. Να λοιπόν που ο μικρός Σάντερλαντ ξέρει και σινεμά!

Ετικέτες , ,

Τρίτη, Ιουλίου 04, 2017

ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΕΙΣ (ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΕΣ) ΣΤΗ "ΧΑΜΕΝΗ ΠΟΛΗ ΤΟΥ Ζ"

Ομολογώ ότι ποτέ δεν με ενθουσίασαν οι ταινίες του James Gray. Η γνώμη μου γι' αυτόν (ο οποίος, ωστόσο, είναι αναμφισβήτητα δημιουργός με προσωπικότητα) δεν άλλαξε με το φιλμ του "Η Χαμένη Πόλη του Ζ" του 2016. Αφηγείται την αληθινή ιστορία του διάσημου στην εποχή του εξερευνητή της νοτιοαμερικανικής ηπείρου Πέρσι Φόσετ, ο οποίος εξαφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 20, προκαλώντας άπειρες συζητήσεις και θεωρίες για το τι πραγματικά συνέβει.
Η ταινία παρακολουθεί την πορεία του φιλόδοξου βρετανού αξιωματικού από τις αρχές του 20ού αιώνα, όταν στέλνεται για να χαρτογραφήσει τα ανεξερεύνητα σύνορα Βραζιλίας - Βενεζουέλας και λείπει για δύο χρόνια, αφήνοντας πίσω σύζυγο και μικρό παιδί. Στα δύσκολα τροπικά δάση θα κολλήσει το "μικρόβιο" της εξερεύνησης και του πάθους γι' αυτά και, αν και διάσημος (κάτι σαν ήρωας στην πατρίδα του), θα διακινδυνεύσει την επιστημονική φήμη του δηλώνοντας ότι ανακάλυψε ίχνη μιας χαμένης πόλης ενός άγνωστου πολιτισμού (κάτι σαν το μυθικό - και ανύπαρκτο - Ελντοράντο). Στη συνέχεια θα οργανώσει και δεύτερη αποστολή, θα πολεμήσει στον Α' παγκόσμιο πόλεμο και, τελικά θα πάει στις ζούγκλες των ονείρων του για τρίτη φορά.
Η ταινία επικεντρώνεται σε πολλά θέματα: Από το ρομαντικό πάθος για περιπέτεια και "αναχώρηση" από την ρουτίνα της καθημερινότητας μέχρι τις σχέσεις "θέλω και πρέπει", επιθυμίας και καθήκοντος, τουτέστιν τη σύγκρουση ανάμεσα στην οικογενειακή ζωή και τα καθήκοντά του και το εξερευνητικό πάθος του, και από την κριτική της αποικιοκρατίας μέχρι τη σχεδόν μεταφυσική αναζήτηση μιας "διαφορετικής", περιπετειώδους ψυχής. Ας σημειωθεί ότι η γυναίκα που άφηνε κάθε φορά πίσω του ήταν μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα προσωπικότητα, πρωτο-φεμινίστρια, αμφισβητίας του κοινωνικού συστήματος, μορφωμένη και αξιόλογη σε όλα τα επίπεδα, οπότε μη φανταστείτε ότι ο ήρωας προσπαθούσε να ξεφύγει από μια ρουτινιάρικη και καθόλου πνευματική καθημερινότητα.
Καλά όλα αυτά, ωστόσο το φιλμ κυλά αργόσυρτα κατά τη γνώμη μου. Λείπει νομίζω το πάθος, η τρέλα των αντίστοιχων ηρώων ενός Χέρτσογκ, το νεύρο. Η μπρος - πίσω περιπλανήσεις του ήρωα από τις ανεξερεύνητες ζούγκλες στην βρετανική καθημερινότητα μάλλον με κούρασαν, πράγμα στο οποίο συνέβαλλε και η διάρκεια των 140 λεπτών. Γενικά το βρήκα πολύ χαμηλότονο για ένα τέτοιο, ρομαντικό τελικά, θέμα (να τονίσω ότι δεν έχω τίποτα εναντίον της χαμηλότονης αντιμετώπισης, απλώς εδώ βρήκα ότι αυτή δεν ταίριαζε με το μυστηριώδες και το μεγαλεπήβολο του συγκεκριμένου θέματος).
Έχει το ενδιαφέρον της, δεν θα τη χαρακτήριζα κακή, ούτε όμως με ενθουσίασε. Μάλλον με κούρασε, όπως είπα και πριν.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker