Τρίτη, Ιουλίου 04, 2017

ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΕΙΣ (ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΕΣ) ΣΤΗ "ΧΑΜΕΝΗ ΠΟΛΗ ΤΟΥ Ζ"

Ομολογώ ότι ποτέ δεν με ενθουσίασαν οι ταινίες του James Gray. Η γνώμη μου γι' αυτόν (ο οποίος, ωστόσο, είναι αναμφισβήτητα δημιουργός με προσωπικότητα) δεν άλλαξε με το φιλμ του "Η Χαμένη Πόλη του Ζ" του 2016. Αφηγείται την αληθινή ιστορία του διάσημου στην εποχή του εξερευνητή της νοτιοαμερικανικής ηπείρου Πέρσι Φόσετ, ο οποίος εξαφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 20, προκαλώντας άπειρες συζητήσεις και θεωρίες για το τι πραγματικά συνέβει.
Η ταινία παρακολουθεί την πορεία του φιλόδοξου βρετανού αξιωματικού από τις αρχές του 20ού αιώνα, όταν στέλνεται για να χαρτογραφήσει τα ανεξερεύνητα σύνορα Βραζιλίας - Βενεζουέλας και λείπει για δύο χρόνια, αφήνοντας πίσω σύζυγο και μικρό παιδί. Στα δύσκολα τροπικά δάση θα κολλήσει το "μικρόβιο" της εξερεύνησης και του πάθους γι' αυτά και, αν και διάσημος (κάτι σαν ήρωας στην πατρίδα του), θα διακινδυνεύσει την επιστημονική φήμη του δηλώνοντας ότι ανακάλυψε ίχνη μιας χαμένης πόλης ενός άγνωστου πολιτισμού (κάτι σαν το μυθικό - και ανύπαρκτο - Ελντοράντο). Στη συνέχεια θα οργανώσει και δεύτερη αποστολή, θα πολεμήσει στον Α' παγκόσμιο πόλεμο και, τελικά θα πάει στις ζούγκλες των ονείρων του για τρίτη φορά.
Η ταινία επικεντρώνεται σε πολλά θέματα: Από το ρομαντικό πάθος για περιπέτεια και "αναχώρηση" από την ρουτίνα της καθημερινότητας μέχρι τις σχέσεις "θέλω και πρέπει", επιθυμίας και καθήκοντος, τουτέστιν τη σύγκρουση ανάμεσα στην οικογενειακή ζωή και τα καθήκοντά του και το εξερευνητικό πάθος του, και από την κριτική της αποικιοκρατίας μέχρι τη σχεδόν μεταφυσική αναζήτηση μιας "διαφορετικής", περιπετειώδους ψυχής. Ας σημειωθεί ότι η γυναίκα που άφηνε κάθε φορά πίσω του ήταν μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα προσωπικότητα, πρωτο-φεμινίστρια, αμφισβητίας του κοινωνικού συστήματος, μορφωμένη και αξιόλογη σε όλα τα επίπεδα, οπότε μη φανταστείτε ότι ο ήρωας προσπαθούσε να ξεφύγει από μια ρουτινιάρικη και καθόλου πνευματική καθημερινότητα.
Καλά όλα αυτά, ωστόσο το φιλμ κυλά αργόσυρτα κατά τη γνώμη μου. Λείπει νομίζω το πάθος, η τρέλα των αντίστοιχων ηρώων ενός Χέρτσογκ, το νεύρο. Η μπρος - πίσω περιπλανήσεις του ήρωα από τις ανεξερεύνητες ζούγκλες στην βρετανική καθημερινότητα μάλλον με κούρασαν, πράγμα στο οποίο συνέβαλλε και η διάρκεια των 140 λεπτών. Γενικά το βρήκα πολύ χαμηλότονο για ένα τέτοιο, ρομαντικό τελικά, θέμα (να τονίσω ότι δεν έχω τίποτα εναντίον της χαμηλότονης αντιμετώπισης, απλώς εδώ βρήκα ότι αυτή δεν ταίριαζε με το μυστηριώδες και το μεγαλεπήβολο του συγκεκριμένου θέματος).
Έχει το ενδιαφέρον της, δεν θα τη χαρακτήριζα κακή, ούτε όμως με ενθουσίασε. Μάλλον με κούρασε, όπως είπα και πριν.

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Αυγούστου 24, 2009

ΔΥΟ ΑΓΑΠΕΣ ΚΙ ΕΝΑ "ΕΠΙΠΕΔΟ" ΦΙΛΜ


Ο James Gray είναι ενδιαφέρων σκηνοθέτης. Διαθέτει μια πειστικότητα, έναν ρεαλισμό, ξέρει να φτιάχνει χαρακτήρες. Στο "Two Lovers" ωστόσο του 2008 κάνει ένα ερωτικό / δραματικό φιλμ που, ενώ διαθέτει κατά τη γνώμη μου αρετές, μου φάνηκε συνολικά "επίπεδο", δίχως κορυφώσεις, αλλά και δίχως τον ωμό ρεαλισμό που θα μας έκανε να το χαρακτηρίσουμε "φέτα ζωής".
Ο διπολικός (= κάτι σαν σχιζοφρενικός) ήρωας, με απόπειρες αυτοκτονίας στην πλάτη του, διχάζεται ερωτικά ανάμεσα σε δύο γυναίκες, μία που θα ήθελε πολύ και η οικογένειά του και μία που πραγματικά θέλει ο ίδιος. Στις αρετές του φιλμ συγκαταλέγονται το ότι όλα αυτά συμβαίνουν όπως ακριβώς και στη ζωή: Κανένας από τους πειστικότατους χαρακτήρες δεν είναι "κακός" ή "καλός", τουτέστιν σχηματικά συμπαθής ή αντιπαθής. Ο καθένας κουβαλά τη δική του αλήθεια, τον δικό του κόσμο, στιλ και άποψη για τα πράγματα. Το δίλημμα του ήρωα είναι ένα δίλημμα που θα μπορούσε να απασχολήσει οποιονδήποτε. Οι σχέσεις με το περιβάλλον, με την οικογένειά του, που είναι κάπως πιεστική, δίχως όμως τίποτα ιδιαίτερο (έτσι ακριβώς είναι νομίζω οι περισσότερες οικογένειες), δίνονται κι αυτές πειστικά. Αυτό που θα δημιουργήσει τις περισσότερες συζητήσεις είναι το τέλος, κάπως απρόβλεπτο και ιδιαιτέρως προσγειωμένο. Πολλοί ενοχλήθηκαν από την απόλυτη έλλειψη κορύφωσης και ρομαντισμού σε μια κατά τα άλλα ρομαντική ταινία, από ένα είδος "δειλίας" (δεν θα σας πω περισσότερα, αλλά ένα μικρό spoiler θα το κάνω: Προσωπικά νομίζω ότι ο Gray ήθελε ακριβώς να μας μιλήσει για τον συμβιβασμό, για την ανάγκη των περισσότερων για σιγουριά και ασφάλεια, για τον φόβο της μοναξιάς. Δεν φαίνεται να παίρνει θέση, αλλά επιλέγοντας αυτό το τέλος είναι σα να μας λέει: "Να, έτσι γίνονται τα πράγματα, συνήθως τελειώνουν δίχως εξάρσεις, με συμβιβασμούς, με αποδοχή αυτού που ίσως δεν θέλουμε, θα προσπαθήσουμε όμως να το δεχτούμε και να το αγαπήσουμε".

Η ταινία διαθέτει και τρυφερότητα και αρκετό ρομαντισμό, σε καμία περίπτωση όμως δεν στοχεύει σε όσους λατρεύουν τις αισθηματικές ροζ ιστορίες. Είναι πιο προσγειωμένη, πιο ρεαλιστική απ' αυτές. Ωστόσο ισχύει αυτό που έγραψα στην αρχή: Είναι επίπεδη, δίχως κορυφώσεις. Την παρακολούθησα με σχετικό ενδιαφέρον και μετά σκέφτηκα ότι και να μην την έβλεπα δεν θα έχανα και τίποτα σπουδαίο. Εκτός από τις καλές ηθοποιίες, κυρίως του Γιοακίμ Φίνιξ.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker