Τρίτη, Φεβρουαρίου 23, 2021

ΤΑ ΔΥΟ "KILL BILL" ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ

 


Ο Quentin Tarantino επιθυμεί διακαώς να φτιάξει φιλμ που ανήκουν σε διαφορετικά, διακριτά είδη, δείγματα των οποίων κυκλοφορούσαν άφθονα παλιότερα (και σε) b-movie εκδόσεις. Αυτά καταβρόχθιζε με το τσουβάλι κι αυτά τον επηρέασαν πάνω απ᾽όλα. Να μερικά που έχει κάνει: Γουέστερν, αστυνομικό, πολεμικό, περιπέτεια με κυνηγητά αυτοκινήτων... Το 2003-2004 πάντως είχε έλθει η σειρά των ταινιών πολεμικών τεχνών (καράτε τα λέγανε παλιά στην Ελλάδα): Τα δύο "Kill Bill" (ένα φιλμ δηλαδή, που λόγω 4ωρης περίπου διάρκειας παίχτηκε στα σινεμά σε δύο δόσεις).

Κατά τη διάρκεια ενός γάμου όλοι οι παρευρισκόμενοι εξοντώνονται από μία συμμορία δολοφόνων. Η νύφη, έγκυος ήδη, πυροβολείται στο κεφάλι με μένει 4 χρόνια σε κώμα. Όταν συνέρχεται ξαφνικά... ποιος είδε το θεό και δεν τον φοβήθηκε... Τι ακριβώς έχει συμβεί και γιατί έγιναν ολα αυτά;

Εδώ ο Ταραντίνο διασκεδάζει με έναν αληθινό παροξυσμό βίας. Το αίμα ρέει ποτάμι, τα κομμένα μέλη συσσωρεύονται, τα σπαθιά (οι ιαπωνικές κατάνες για την ακρίβεια) έχουν τον πρώτο ρόλο, και η Ούμα Θέρμαν έχει την τιμητική της. Ουσιαστικά είναι αληθινά απέθαντη αφού τίποτα και κανένας δεν μπορεί να την νικήσει, με αποκορύφωμα τη σκηνή όπου μόνη της νικά έναν ολόκληρο στρατό! Τέτοια θα δείτε λοιπόν μέχρι να χορτάσετε και, βέβαια, εξαιρετικά σκηνοθετημένα, με το νεύρο και το στυλιζάρισμα που διαθέτει ο Ταραντίνο. Κατά τα άλλα είναι ουσιαστικά μια ταινία - ιστορία εκδίκησης και τίποτα παραπάνω. Ή μάλλον έχει το κάτι παραπάνω: Εκεί που σε άλλα φιλμ με αντίστοιχο θέμα κάτι πολύ κακό συμβαίνει στην αρχή και ο/η ήρωας σε όλο το υπόλοιπο μέρος εκδικείται σταδιακά μέχρι να μη μείνει ρουθούνι, εδώ η σεναριακή εξυπνάδα του Τ. προσφέρει κάτι παραπάνω: Τη μη γραμμική αφήγηση με τα συνεχή φλας μπακ και την έκπληξη προς το τέλος. Όσο για κάτι βαθύτερο... δεν νομίζω. Πρόκειται για τέλεια γυρισμένο φιλμ διασκέδασης και τίποτα παραπάνω (όπως συνήθως συμβαίνει με τον δημιουργό αυτόν). Ευχαριστηθείτε το λοιπόν. Και μη ξεχνάτε: Η βασική αναφορά είναι οι πάμπολλες ταινίες του είδους του Χονγκ Κονγκ, που ο σκηνοθέτης έχει ῾῾φάει με το κουτάλι῾῾και η (συνειδητή) επιρροή τους είναι πανταχού παρούσα στην ταινία. Καλή διασκέδαση!


Ετικέτες ,

Παρασκευή, Νοεμβρίου 15, 2019

ΞΑΝΑΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΤΟ "PULP FICTION"

Ο Quentin Tarantino γυρίζει το "Pulp Fiction" το 1994. Είναι η δεύτερη ταινία του και για πολλούς η καλύτερή του. Όλα τα ταραντινικά γνωρίσματα βρίσκονται εδώ, και μάλιστα σε άψογη ισορροπία. Όσο για το καστ... ποιους να πρωτοθυμηθεί κανείς: Την Ούμα Θέρμαν, τον Τζον Τραβόλτα, τον Μπρους Γούίλις, τον Σάμουελ Τζάκσον, τη Ροζάνα Άρκετ, τον Χάρβεϊ Καϊτέλ... για να πούμε μερικούς μόνο.
Σχεδόν σπονδυλωτές, αρχικά άσχετες μεταξύ τους ιστορίες βίας, απάτης, ληστείας, φόνων και άλλων τινών δένουν τελικά μεταξύ τους κάπου στο τέλος. Ενδιάμεσα απίστευτες συζητήσεις περί ανέμων και υδάτων, μπόλικο χιούμορ και καλτ μουσικά κομμάτια συνθέτουν ένα πραγματικά απολαυστικό μωσαϊκό.
Τι είναι αυτό που κάνει τόσο απολαυστικό το φιλμ αυτό; Μα... όλα όσα είπαμε παραπάνω. Ο απίθανος συνδυασμός ωμής βίας, αμπελοφιλοσοφίας, ῾κουφών῾ καταστάσεων, χιούμορ, μουσικής, ποικίλων αναφορών κλπ. κλπ. Ο άριστος ρυθμός της ταινίας, που παρά τις μακρές συζητήσεις, καταφέρνει να μην κάνει ούτε λεπτό κοιλιά. Οι απίθανες - στα όρια της γελοιότητας - καταστάσεις διαδέχονται η μία την άλλη, ενώ οι σπαρταριστοί τύποι παρελαύνουν καθ᾽όλη τη διάρκεια. Τι άλλο θέλετε;
Ξέρετε φαντάζομαι ότι pulp λένε στην Αμερική τη φτηνή λογοτεχνία (αρχικά), τυπωμένη σε εξίσου φτηνό χαρτί, που κρεμόταν συα περίπτερα σε εξευτελιστικές τιμές και τροφοδοτούσε τα όνειρα και τις φαντασιώσεις εκατομμυρίων. Ε, λοιπόν, αυτό το pulp κλίμα καταφερνει να βγάλει άριστα στο φιλμ ο Ταραντίνο. Και γι´αυτό παίρνει άριστα. Υπάρχει σοβαρή πλευρά; θα αναρωτηθείτε ίσως. Δεν έχω ιδέα. Ή τουλάχιστον δεν έχω ιδέα αν επιδιώκεται συνειδητά κάτι τέτοιο. Ωστόσο η Αμερική που αποτυπώνεται στο φιλμ κάθε άλλο παρά κολακευτική είναι. Μοιάζει σαν ολόκληρη η χώρα να μη διαθέτει τίποτα άλλο εκτός από γκάνγκστερς, πληρωμένους δολοφόνους, χρήστες ποικίλων ουσιών, πουλημένους μποξέρ, βιαστές, ναρκέμπορους, μικροληστές... Παρέλειψα κάτι; Πολλά ίσως, αλλά δεν έχει σημασία. Αν το προσέξετε, παρά τον περιρέοντα χαβαλέ που κάνει τους πάντες συμπαθείς, δεν υπάρχει ούτε ένας νομίζω θετικός χαρακτήρας στην ταινία. Ξαναλέω: Δεν ξέρω αν το κάνει συνειδητά, αλλά πάντως η εικόνα κάθε άλλο παρά κολακευτική για μια χώρα είναι.
Όπως καταλάβατε πάντως προσωπικά το απήλαυσα και πάλι μετά από χρόνια...

Ετικέτες ,

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 14, 2019

"ΚΑΠΟΤΕ ΣΤΟ ΧΟΛΙΓΟΥΝΤ"... ΜΕ ΣΠΑΓΓΕΤΙ ΚΑΙ ΤΖΙΑΛΟ

Ο Quentin Tarantino το ξανάκανε! Το 2019, αφήνοντας πίσω του γουέστερν, Β' παγκόσμιους, επαγγελματίες εκτελεστές και άλλα, επιστρέφει με το "Κάποτε στο Χόλιγουντ" στα τέλη της δεκαετίας του 60 και στο ίδιο το Χόλιγουντ που τον "ανέθρεψε", φτιάχνοντας μια ταινία πάνω απ' όλα οργιαστικών αναφορών στην κάθε λογής ποπ κουλτούρα.
Στα 1969 λοιπόν ο Ντι Κάπριο είναι ένας ξεπεσμένος πρώην τηλεοπτικός σταρ (από παλιά, πασίγνωστη σειρά γουέστερν), που δεν τα καταφέρνει να περάσει στο σινεμά, αφού, όπως όλα δείχνουν, έχει περάσει η μπογιά του. Ο Μπραντ Πιτ από την άλλη ειναι ο κολλητός του και ταυτόχρονα ο κασκαντέρ του και "το παιδί για όλες τις δουλειές". Γύρω απ' αυτούς θα στηθεί μια ιστορία με ιταλικά σπαγγέτι γουέστερν, χίπις, αιμοσταγείς αιρέσεις σε στιλ Μάνσον και πολλά άλλα.
Στο πρώτο μέρος προσωπικά το φιλμ με κούρασε. Νομίζω ότι του έλειπε ο ρυθμός, καθώς οι δύο φίλοι περιφέρονται, κουβεντιάζουν, μεθούν, λένε και κάνουν διάφορα, αλλά δίχως κατεύθυνση και σφιχτό σενάριο (γνώμη μου πάντοτε). Στο δεύτερο τα πράγματα βρίσκουν το ρυθμό τους και το σασπένς κορυφώνεται.
Εκτός από καταγραφή της πιο επιδραστικής ίσως εποχής έως σήμερα, των 60ς, εκτός από μια "βρώμικη" ματιά στα εσωτερικά του Χόλιγουντ, το φιλμ απεικονίζει μια Αμερική που, από την αθωότητα των χίπις, των αντιπολεμικών κινημάτων και του ονείρου της αλλαγής του κόσμου, προσγειωνόταν ανώμαλα στη σκληρή πραγματικότητα, τη συντριβή των ελπίδων, την επιστροφή στα "καθιερωμένα" (και σκληρά). Όλα αυτα συμβολίζονται βέβαια με τη σφαγή που προκάλεσε η συμμορία του Μάνσον. Η ιστορία αυτή, παραλλαγμένη από τον Ταραντίνο, αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του φιλμ. Βλέπετε, ο σταρ πρωταγωνιστής είναι γείτονας του Πολάνσκι ται της Τέιτ και όλα θα συμβούν στη βίλα του.
Θα επαναλάβω ότι η ουσία της ταινίας είναι το ατελείωτο παιχνίδι με τις αναφορές - και με πράγματα που αγαπά παράφορα και τα οποία "μεγάλωσαν" τον σκηνοθέτη: Η μουσική και τα τραγούδια, οι ταινίες (b-movies και όχι μόνο), τα αυτοκίνητα, οι καταστάσεις, τα αληθινά πρόσωπα που παρελαύνουν (Στιβ Μακ Κουίν, Mamas & the Papas, Πολάνσκι, Σάρον Τέιτ, ο ίδιος ο Μάνσον κλπ.), οι τελικές αναφορές στο ιταλικό σινεμά και ιδιαίτερα στα αγαπημένα του γουέστερν σπαγγέτι και στα giallo με τις γραφικές σφαγές και πάμπολλα άλλα που καλείστε να ανακαλύψετε. Και, επιπλέον, όπως είχε κάνει και στους "Άδωξους Μπάσταρδους", ο δαιμόνιος δημιουργός αλλάζει αδίστακτα και αυθαίρετα την ιστορία και τα πραγματικά γεγονότα, παραλλάσσοντάς τα με τον δικό του τρόπο.
Σας είπα: Βρήκα ότι κολλούσε στο πρώτο μισό, συνολικά όμως το απόλαυσα. Ιδιάιτερα λόγω των πολλαπλών αναφορών σε μια εποχή που και εμένα μ' ενδιαφέρει πολύ.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Φεβρουαρίου 28, 2016

ΜΙΣΗΤΟΙ (ΚΑΙ ΑΠΟΛΑΥΣΤΙΚΟΙ) ΟΚΤΩ

Η ταινία είναι σχεδόν τρίωρη και όλοι με διαβεβαίωναν ότι, εκτός του γεγονότος ότι διαδραματίζεται μέσα σε μια ξύλινη καλύβα, πάνω από τη μισή διάρκειά της αφιερώνεται σε διαρκές μπλα - μπλα. Σκέφτηκα λοιπόν ότι αυτή τη φορά ο Quentin Tarantino το παράκανε και ότι μάλλον δεν θέλω να τη δω. Τελικά "υπέκυψα" και, ανίθετα με τις ισχνές προσδοκίες μου, βρήκα τους "Μισητούς Οκτώ" του 2015 αν μη τι άλλο απολαυστικότατους.
Στην μετεμφυλιακή, βίαιη Αμερική, μια άμαξα με 4 επιβάτες φτάνει, μετά από περιπέτειες, σε μια μεγάλη καλύβα - καταφύγιο από τη χιονοθύελα και μαζί και κατάστημα και μπαρ και εστιατόριο. Εκεί βρίσκονται άλλοι 4 άντρες. Μερικοί γνωρίζονται μεταξύ τους, άλλοι έχουν ακουστά ο ένας τον άλλον, όλοι πάντως με κάποιον τρόπο συνδέονται. Υπάρχουν κυνηγοί επικηρυγμένων και επικηρυγμένες γυναίκες, πρώην αξιωματικοί Βαρείων και Νοτίων, δήμιοι, μοναχικοί τύποι, μελλοντικοί σερίφηδες και διάφορα άλλα "λουλούδια". Όλοι όμως μοιάζουν να λένε τη μισή αλήθεια, όλοι έχουν κρυμμένα μυστικά. Κι όταν η βία ξεσπά ανεξέλεγκτη, οι ανατροπές συνεχίζονται.
Ναι, οι ήρωες μιλάνε πολύ, όμως η φοβερή αφηγηματική ικανότητα του Ταραντίνο με έκανε να παρακολουθήσω το φιλμ απνευστί. Λογικό, αφού διαθέτει σε ισορροπημένες δόσεις πινελιές χιούμορ, φυσικά μαύρου κυρίως, πανέξυπνη αφήγηση με πισωγυρίσματα στο χρόνο και συνεχείς ανατροπές ώσπου να συμπληρωθεί το παζλ. Αφιέρωμα βεβαίως στο γουέστερν, στο σπαγγέτι κυρίως (αφού ακόμα και μουσική του πάντοτε υπέροχου Ένιο Μορικόνε διαθέτει) και με πολλές άλλες σινεφίλ αναφορές όπως πάντα, έξυπνοι διάλογοι και, προειδοποιώ, άγρια βία που φτάνει τα όρια του σπλάτερ, είναι μερικά από τα στοιχεία που συνθέτουν την ταινία. Η οποία, εκτός από γουέστερν, μετατρέπεται με πρωτοφανή άνεση σε α λα Άγκαθα Κρίστι αστυνομικό (ποιος το έκανε;), σε σπλάτερ και, όπως στο "Django", δεν παραλείπει να είναι γεμάτο με αντιρατσιστικά στοιχεία, που φτάνουν ωστόσο ως την σαδιστική εκδίκηση μαύρων προς λευκούς. Πέραν αυτών και οι οκτώ είναι όντως τόσο "μισητοί", τόσο καθάρματα, με εντελώς διαφορετικό τρόπο και στιλ ο καθένας, που, τελικά, αναρωτιέσαι για τις βρώμικες και αιματοβαμμένες ρίζες των ίδιων των ΗΠΑ.
Για την γραφική  βία προειδοποίησα. Από εκεί και πέρα απόλαυσα την ταινία, που δεν με άφησε να βαρεθώ, και έβγαλα το καπέλο (εκεί που δεν το περίμενα) στην σινεφίλ αφηγηματική δεινότητα του Ταραντίνο.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Ιανουαρίου 27, 2013

Ο DJANGO ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΤΑ ΤΑΡΑΝΤΙΝΟ ΣΠΑΓΓΕΤΙ

O Quentin Tarantino είναι βεβαίως ένας ορκισμένος φίλος των κάθε λογής b-movies, με τα οποία έχει μεγαλώσει και στα οποία έχει εντρυφήσει όσο ελάχιστοι, και, κατά συνέπεια, ένας δημιουργός ταινιών "είδους". Καθόλου παράξενο λοιπόν που στο "Django ο Τιμωρός" (Django Unchained) του 2012 εμπνέεται από το γουέστερν σπαγγέτι και μάλιστα από ένα συγκεκριμένο ήρωα, τον Τζάνγκο, μιας ταινίας του 1966. Από εκεί και πέρα, όπως διαβάζω, το φιλμ δεν έχει και πολλές ομοιότητες με το πρωτότυπο. Έχει πλήρως μεταφερθεί στο γνωστό ταραντινικο σύμπαν.
Όπου βέβαια κυριαρχεί το αίμα, η βία, το κατάμαυρο χιούμορ, οι κινηματογραφοφιλικές αναφορές, οι απίστευτοι διάλογοι και, γενικά, δίχως αυτό να ενοχλεί, η διάθεση για χαβαλέ (το λέω με καλή έννοια). Ο δημιουργός όμως κάνει εδώ και κάτι άλλο: Αποφασίζει να κάνει τον ήρωα (που παλιά ερμηνευόταν από τον Φράνκο Νέρο) μαύρο. Έτσι στήνει όλη την ιστορία με φόντο τον εφιαλτικό θεσμό της δουλείας, παίρνει ξεκάθαρη θέση υπέρ των μαύρων που ποθούν την ελευθερία τους και, ούτε λίγο ούτε πολύ και με τη γνωστή υπερβολή που τον διακρίνει, κάνει σχεδόν κάθε νότιο λευκό "κακό". Θα ήμουν όντως πανευτυχής αν μπορούσα να παρακολουθήσω τις αντιδράσεις ενός ρατσιστή, απ' αυτούς που μας κατακλύζουν προσφάτως, στη θέαση του φιλμ (στο οποίο μάλλον κατά λάθος θα μπήκε, από άγνοια)...
Φυσικά, περιττό να το πούμε, η αφήγηση είναι άμεση και απολαυστική, η δράση καταιγιστική εκεί που πρέπει και οι υπερβολές, συνυφασμένες με το είδος, πάμπολλες. Υπερβολές όμως, όπως και η πληθώρα σινεφιλικών αναφορών, που λειτουργούν σαν κλείσιμο ματιού προς τον θεατή. Είναι σαφές ότι ο ίδιος ο Ταραντίνο δεν τις πιστεύει, κάνει πλάκα μ' αυτές. Η πληθώρα γνωστών ηθοποιών που συμμετέχουν (κάπου εμφανίζεται σαν αναφορά και ο ίδιος, ηλικιωμένος πλέον, ο Φράνκο Νέρο), κάνει την όλη θέαση απολαυστικότερη. Τέλος θα τονίσω ένα σημείο που προσωπικά πιστεύω ότι πετυχαίνει απόλυτα στην ταινία: Ο Ταραντίνο καταφέρνει να παρασύρει απόλυτα τον θεατή (εμένα τουλάχιστον) στο παιχνίδι του: Οι κακοί είναι κακοί, οι καλοί συγκινητικοί. Όταν λοιπόν αρχίζουν τα πιστολίδια (οι σφαγές στην ουσία) και η βία κυριαρχεί, έπιανα τον εαυτό μου να το ευχαριστιέται, να λέω μέσα μου "καλά τους έκαναν", να νοιώθω λύτρωση. Αυτή η τέχνη τού να βάζεις μέσα στο κλίμα τον θεατή, να τον κάνεις να ευχαριστιέται τις έστω ματοβαμένες λύσεις, αποτελεί το φόρτε (σχεδόν πάντοτε) της δουλειά του σκηνοθέτη αυτού. Ο οποίος πάντοτε παίζει με τα είδη, πάντοτε αυτά που βλέπουμε κάπου τα έχουμε ξαναδεί, όλο αυτό το παιχνίδι όμως δεν σε κουράζει, αφού η τράπουλα με τα ήδη γνωστά χαρτιά ανακατεύεται κάθε φορά ιδιοφυώς και με διαφορετικό τρόπο.
Αν λοιπόν θα έπρεπε με πολύ λίγες λέξεις να χαρακτηρίσω αυτό το χαβαλετζίδικο και βίαιο νεο-γουέστερν θα επέλεγα τις λέξεις "χορταστικό" και "απολαυστικό". Φτάνει να αφήσετε τον εαυτό σας να μπει στο ταραντινικό παιχνίδι και να μην σκέπτεστε συνεχώς "μα καλά, αυτό δεν γίνεται". Πρόκειται, πάνω απ' όλα, για ταινία αναφοράς σε παλιότερα, "μπι" αγαπημένα είδη του δημιουργού, στο οποία όντως "αυτό δεν μπορούσε να γίνει στην πραγματικότητα".

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Αυγούστου 28, 2009

ΟΙ ΜΠΑΣΤΕΡΔΟΙ ΠΟΥ ΑΛΛΑΞΑΝ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ


Πόση πλάκα μπορεί πια να κάνει ο Quentin Tarantino; Απεριόριστη, φυσικά, μοιάζει να απαντά ο ίδιος. Αφού και τα b-movies που πάνω από οτιδήποτε άλλο τον εμπνέουν είναι κι αυτά απεριόριστα. Έτσι, μετά τους γκάνγκστερς, τα blaxploitation, τις ταινίες με κυνηγητά με αυτοκίνητα, τις ανατολικές πολεμικές τέχνες, σειρά έχουν οι πολεμικές περιπέτειες. Το Inglourious Basterds (Άδοξοι Μπάσταρδη) μας πάει στο Β' Παγκόσμιο, τα απόσπασμα από αμερικάνους εβραίους εκδικείται με λύσσα τους κτηνώδεις ναζί, ο Χίτλερ, ο Γκέμπελς και κάμποσα άλλα ναζιστικά καθίκια κρατάν σημαντικούς ρόλους και ο χαβαλές και η βία (με κάμποση δόση σπλάτερ) πάνε για μια ακόμα φορά χέρι - χέρι.
Ναι, ίσως η ταινία σεναριακά να είναι κάπως ατσούμπαλη, να μην αποφασίζει σε ποια ιστορία θα επικεντρώσει, σ' αυτή των "Μπάσταρδων" ή αυτή της όμορφης ιδιοκτήτριας σινεμά, όμως, παρ' όλ' αυτά, προσωπικά το διασκέδασα αφάνταστα. Οι μακροσκελείς αλλά έξυπνοι και ξεκαρδιστικοί ενίοτε διάλογοι, σήμα κατατεθέν του Ταραντίνο, είναι και πάλι εδώ, τα b-movies επίσης (το είπαμε στην αρχή), οι κινηματογραφοφιλικές αναφορές πανταχού παρούσες (αυτή τη φορά και σε προπολεμικά ευρωπαϊκά φιλμ και σκηνοθέτες), οι ανατροπές δίνουν ενδιαφέρον και κορυφώνουν - σαδίστικά ενίοτε - την αγωνία, ο αυστριακός Christoph Waltz στο ρόλο του κακού είναι εξαιρετικός, ε, τι άλλο θέλει κανείς για να διασκεδάσει;
Το προηγούμενό του, το Deathproof, δεν μου είχε αρέσει και πολύ και φοβόμουν ότι ο σκηνοθέτης είχε αρχίσει να εξαντλείται. Να όμως που εδώ καταφέρνει να ανανεώσει απόλυτα το ρεπερτόριό του, ακόμα κι αν αυτό αποτελείται από τα ίδια βασικά συστατικά, αυτά που περιέγραψα πιο πάνω. Και να που το δημιουργικό θράσος του φτάνει σε τέτοια ύψη, που εξόφθαλμα αλλάζει τα φώτα στην Ιστορία (δεν θα σας πώ πώς γιατί θα είναι spoiler, αλλά και ο πλέον ανιστόρητος θα καταλάβει αμέσως ότι δεν έγιναν ακριβώς έτσι τα πράγματα...)
Παρά τα κάποια προβλήματα λοιπόν, προσωπικά απόλαυσα ένα κοκτέιλ δράσης, χιούμορ και σασπένς και επανεκτίμησα τον Ταραντίνο και το μοναδικό στιλ του (που δυστυχώς έχει αντιγραφεί από πολλούς, συχνά με κακό τρόπο). Μπορείτε να το απολαύσετε κι εσείς, φτάνει να το δείτε απόλυτα απενοχοποιημένοι και, κυρίως, να βάλετε καλά στο μυαλό σας ότι ποτέ, όπως όλα δείχνουν, δεν θα δούμε κάτι σοβαρό ή "σοβαρό" από αυτόν τον τύπο.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Ιουλίου 28, 2007

ΑΓΡΙΕΣ ΓΚΟΜΕΝΕΣ ΚΑΙ "ΑΛΕΞΙΘΑΝΑΤΑ" ΑΜΑΞΙΑ


Το τόσο αναμενόμενο Death Proof (2007) του Quentin Tarantino μου άφησε ανάμικτα συναισθήματα. Πριν γράψω όμως γι' αυτά, λίγα για το φιλμ:
Φυσικά πρόκειται για ταινία καθαρού χαβαλέ. Οποιαδήποτε απόπειρα να την πάρει κανείς στα σοβαρά, με οποιονδήποτε τρόπο, πέφτει παταγωδώς στο κενό. Αυτό, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν είναι κακό, αφού πρόκειται για συνειδητή, δηλωμένη πρόθεση και απόλυτο σκοπό του Ταραντίνο. Επίσης, όπως είναι πολύ γνωστό, πρόκειται για μια άμεση αναφορά στα b-movies της δεκαετίας του 70, ιδιαίτερα σ' αυτά που βασίζονται σε κυνηγητά αυτοκονήτων, τα οποία έβλεπε κατά κόρον ο σκηνοθέτης και χάρη σ' αυτά κυρίως απέκτησε την κινηματογραφική του "μόρφωση". Οι αναφορές αυτές βρήκα ότι έχουν πλάκα, αφού φρόντισε να πείσει τον θεατή ότι βλέπει μια "κακή" ταινία των 70ς, και μάλιστα σε ταλαιπωρημένη κόπια (φωτογραφία με κόκκο, "πηδήματα" από σκηνή σε σκηνή, γραμμές και τεχνιτή φθορά στο φιλμ κλπ.)
Τα καλά και τα κακά τώρα (κατά τη γνώμη μου φυσικά): Ο Ταραντίνο είναι καλός σκηνοθέτης, αυτό το ξέρουμε όλοι, και μπορεί να κρατά τον θεατή τεντωμένο, ιδιαίτερα στις σκηνές δράσης. Το χιούμορ φυσικά δεν λείπει, η βρώμικη γλώσσα επίσης και γενικά όλα τα στοιχεία του σινεμά του είναι και εδώ παρόντα. Αν αφεθείς λοιπόν, είναι σίγουρο ότι "θα το ευχαριστηθείς" και θα διασκεδάσεις. Σ' αυτό πετυχαίνει απόλυτα. Αναρωτιέμαι ωστόσο (για να περάσουμε στα "κακά"): Μέχρι πότε ο Ταραντίνο θα κάνει καθαρό κινηματογραφικό χαβαλέ και τίποτα παραπάνω; Μέχρι πότε οι ταινίες του θα στερούνται παντελώς νοήματος; (εκτός αν θεωρήσουμε σαν τέτοιο το "φεμινιστικό" στοιχείο, με τις άγριες κοπέλες που εκδικούνται τον σάικο πρωταγωνιστή) Και, επί πλέον, νομίζω ότι όλα αυτά τα στοιχεία έχουν γίνει πια απόλυτα αναγνωρίσμη μανιέρα στο ταραντινικό σινεμά και από εδώ και πέρα ελλοχεύουν κίνδυνοι επανάληψης. (χαρακτηριστικό το στυλ των ατελείωτων διαλόγων, που στην ουσία δεν λένε τίποτα απολύτως πλην όμως καταφέρνουν να γίνονται διασκεδαστικοί, που εναλλάσονται με άγρια δράση και βία). Και κάτι ακόμα αρνητικό: Στο δεύτερο μέρος, όταν ξανάρχισαν οι διάλογοι που λέγαμε ανάμεσα στις γκόμενες της δεύτερης ομάδας, κουράστηκα και βαρέθηκα αρκετά μέχρι να ξεκινήσει η καθηλωτική δράση.
Διασκέδαση και χαβαλές λοιπόν και σινεφίλ κλείσιμο ματιού. Πέρασα καλά σε γενικές γραμμές. Μέχρι πότε όμως;

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker