Τετάρτη, Νοεμβρίου 29, 2023

"THE KILLER" : ΡΟΥΤΙΝΑ ΓΙΑ FINCHER


 Θεωρώ τον David Fincher έναν από τους σημαντικότερους σύγχρονους δημιουργούς. Το 2023 λοιπόν γυρίζει το "The Killer" με τον Μίκαελ Φασμπέντερ στον βασικό ρόλο (και την Τίλντα Σουίντον σε δεύτερο).

Ένας άριστος πληρωμένος δολοφόνος, που αναλαμβάνει εκτελέσεις πολύ "υψηλού επιπέδου", αποφασίζει να εκδικηθεί, όσο μακριά κι αν πρέπει να φτάσει γι' αυτό, αυτούς που παραλίγο να σκοτώσουν την κοπέλα του. Μια πολύπλοκη αναζήτηση αρχίζει.

Η ταινία δεν είναι κακή και σίγουρα είναι από αυτές που δεν βασίζονται στην διαρκή δράση, τα κυνηγητά και τις εκρήξεις, αλλά στη μέθοδο και την επίπονη έρευνα του ήρωα. Μελετά επίσης τον χαρακτήρα του: Ψυχρός, μεθοδικός, ακολουθεί πάντοτε αυστηρούς κανόνες, ποτέ δεν εμπλέκεται συναισθηματικά με το υποψήφιο θύμα του, ποτέ δεν παρεκκλίνει από τον στόχο του, εξαφανίζει προσεχτικά κάθε ίχνος πίσω του κλπ. κλπ. Ακριβώς πάνω στην αντίθεση που θα περιγράψω βασίζεται, νομίζω, όλο το φιλμ: Αυτός που δεν εμπλέκεται ποτέ συναισθηματικά θα κάνει τα πάντα και θα παίξει κορώνα - γράμματα τη ζωή του για να εκδικηθεί. Για καθαρά συναισθηματικούς λόγους δηλαδή. 

Καλά όλα αυτά και καλό το ότι η ταινία είναι καλογυρισμένη και σε κρατά, πλην όμως θεωρώ ότι όλη αυτή η μάλλον απλή κατασκευή δεν είναι αντάξια ενός Fincher, που στο παρελθόν έχει κάνει πολύ σημαντικότερα και "μεγάλα" φιλμ. Οπότε, τι να πω, δείτε το, δεν είναι κακό, αλλά ο Fincher που πιθανόν περιμένατε με αγωνία δεν είναι.

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Ιανουαρίου 15, 2021

Ο "MANK", Ο ΟΡΣΟΝ ΚΑΙ Ο ῾῾ΠΟΛΙΤΗΣ ΚΕΪΝ῾'

 


Θεωρώ τον David Fincher έναν από τους σημαντικότερους δημιουργούς της εποχής μας (σε αντίθεση με έναν άλλο μεγαλεπήβολο οραματιστή, τον Νόλαν, που τον θεωρώ επιδεικτικό και βαρυφορτωμένο σε βαθμό μπουχτίσματος). Ο Φίντσερ λοιπόν το 2020 εισχωρεί στην ενδοκινηματογραφική ιστορία γυρίζοντας το "Mank", με έναν πραγματικά εντυπωσιακό Γκάρι Όλντμαν στον ομώνυμο ρόλο. 

Οι κινηματογραφόφιλοι γνωρίζουν τον σκηνοθέτη Τζόζεφ Μάνκιεβιτς, ένα από τα μεγάλα χολιγουντιανά ονόματα. Αυτό που ίσως δεν γνωρίζουν (εγώ τουλάχιστον το αγνοούσα) είναι ότι είχε έναν εξ ίσου διάσημο στην εποχή του αδελφό, τον Χέρμαν Μάνκιεβιτς, γνωστό με το παρατσούκλι Μανκ. Αυτός υπήρξε πολυγραφότατος σεναριογράφος γνωστών ταινιών με κορωνίδα τον περίφημο ῾Πολίτη Κέιν῾῾, του οποίου έγραψε το αρχικό σενάριο, που στη συνέχεια ῾῾πείραξε¨ ο Όρσον Ουέλες. Εκτός από διασημος και ακριβοπληρωμένος σεναριογράφος, υπήρξε γνωστός κοσμικός που δεν μασούσε τα λόγια του, με μονίμως πανέξυπνες, καυστικές και κυνικές ατάκες και πασίγνωστος αλκοολικός (άλλωστε πέθανε από επιπτώσεις του αλκοόλ στα 55 του). Η ταινία καταγράφει την ταραγμένη περίοδο της ζωής του την εποχή που έγραφε το περίφημο σενάριο, τις σχέσεις αγάπης ῏μίσους με τον Όρσον Ουέλες και, με φλας μπακ, μας δείχνει κάποιες στιγμές από την προηγούμενη ζωή του και τις σχέσεις του με τον μεγιστάνα Χιρστ, στον οποίο βασίστηκε ο ῾῾Πολίτης Κέιν῾῾, τον οποίο γνώριζε καλά.

Η ταινία, παρά τη μεγάλη διάρκεια, εἴναι για μένα εξαιρετική. Ακτινογραφία μια ολόκληρης εποχής του Χόλιγουντ, όσα συνέβαιναν και συμβαίνουν πίσω από την οθόνη, θαυμάσια ασπρόμαυρη φωτογραφία που σε βάζει στο κλίμα της εποχής και πολύ καλές ηθοποιίες με κορυφαίο (το είπαμε) τον Γκάρι Όλντμαν. Ταυτόχρονα είναι μια διεισδυτική και καθόλου κολακευτική ματιά στο εξωτερικώς απαστράπτον και εσωτερικώς βρώμικο, αντιδημοκρατικό, συντηρητικότατο πολιτικά Χόλιγουντ των μεγάλων στούντιο και των μεγάλων (και διαπλεκόμενων) παραγωγών. Ο Μανκ κινείται με άνεση σ᾽αυτόν τον πολυτελή χώρο. Όλοι τον σέβονται για τις ικανότητές του, αλλά και τον φοβούνται ή τον αντιπαθούν για τον ανατρεπτικό καθημερινό λόγο του, για τις σταράτες, άφοβες (και αυτοκαταστροφικές) δηλώσεις του, αλλά και για τις σκηνές που μπορεί να προκαλέσει λόγω μέθης στο πιο σικ πάρτι ή δείπνο. Προσωπικά απόλαυσα το φιλμ.

Ωστόσο  η ταινία έχει μια μεγάλη ῾῾δυσκολία῾῾: Απευθύνεται μόνο (σχεδόν μόνο τέλος πάντων) σε όσους γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα του παλιού, κλασικού Χόλιγουντ. Οι υπόλοιποι θα χαθούν μεσα σε κυκεώνα αναφορών, ονομάτων παραγωγών, ηθοποιών, σκηνοθετών, ταινιών κλπ. και φοβάμαι ότι θα κουραστούν. Οπότε απευθύνεται κυρίως σε σινεφίλ, όχι επειδή είναι δύσκολη ως γραφή και ῾῾φεστιβαλική῾῾, αλλά λόγω του πλήθους των ενδοκινηματογραφικών αναφορών της. Οι υπόλοιποι ας απολαύσουν τουλάχιστοιν τον Όλντμαν και την όμορφη, ατμοσφαιρική φωτογραφία (και κάποια κουτσομπολιά για τις τότε διασημότητες).

Ετικέτες ,

Κυριακή, Ιανουαρίου 12, 2020

ΤΟ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΚΑΙ "ΣΚΟΥΡΙΑΣΜΕΝΟ" 3o "ALIEN"


Τα πρώτα 4 "Alien", μεταξύ 1979 και 1997 δηλαδή, κατέχουν ένα μοναδικό για σίκουελ ρεκόρ: Έγιναν όλα από σημαντικούς δημιουργούς. Ρίντλει Σκοτ φυσικά το κλασικό πρώτο και μετά Κάμερον, Φιντσερ και Ζενέ. To "Alien 3" του 1992 είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του περίφημου (βιντεοκλιπά έως τότε) David Fincher.
Αυτή τη φορά η πολύπαθη Σιγκούρνι Γουίβερ, σε βαθύ ύπνο μετά την τελευταία της διασωση, πέφτει σε έναν πλανήτη - φυλακή, όπου επικρατούν δύσκολες συνθήκες επιβίωσης και κατοικείται μόνο από φύλακες και κρατούμενους. Οι τελευταίοι, παρατημένοι στις εσχατιές του διαστήματος, έχουν αναπτύξει μια δική τους θρησκεία, πιστεύοντας ότι, αν είναι πιστοί, τους περιμένει ο παράδεισος. Σύντομα θα διαπιστώσουμε ότι το μικρό σκάφος της ηρωίδας Ρίπλει κουβαλά και έναν άλλον, ανεπιθύμητο επισκέπτη και η εξολόθρευσή των λιγοστών κατοίκων του πλανήτη θα αρχίσει. Ωστόσο δεν είναι μόνο αυτά τα σημαντικά σημεία της ιστορίας...
Προσωπικά θεωρώ το 3ο αυτό Άλιεν το καλύτερο (μετά το πρώτο φυσικά, που τα άρχισε όλα). Το απίστευτο είναι ότι ο Fincher, που σύντομα θα αναδεικνυόταν σε μεγάλο δημιουργό με το "Seven", το "Fight Club" κλπ., δείχνει ξεκάθαρα, από το πρώτο του αυτό φιλμ, την προσωπική του παρακμιακή αισθητική: Ολόκληρη η ταινία διαδραματίζεται σε βαριά, βιομηχανικά, σκουριασμένα σκηνικά, κάτι σαν εγκαταλειμένα ορυχεία στο διάστημα, όπου η υγρασία, η εγκατάλειψη, η παρακμή, είναι τα κυρίαρχα στοιχεία, ενώ τα καφεκίτρινα χρώματα δίνουν τον τόνο. Το ίδιο και οι άνθρωποι: Δεν υπάρχουν "καλοί". Η παράνοια, σε διάφορες μορφές και βαθμούς, κυριαρχεί. Και φυσικά, επειδή είναι Φίντσερ, δεν χαρίζεται σε εύκολα χάπι εντ.
Πολλοί μίσησαν το φιλμ, επειδή είναι ίσως το λιγότερο "ηρωικό" της πρώτης τετραλογίας. Αντίθετα εγώ γοητεύτηκα από την περιρέουσα παρακμή, τη μουντή ατμόσφαιρα, το υποβλητικό σκηνικό, αλλά και το αδιέξοδο της όλης ιστορίας. Ξαναλέω ότι το θεωρώ το καλύτερο μετά το πρώτο. Είχα από τότε ήδη αρχίσει να εκτιμώ τον Fincher...

Ετικέτες ,

Τρίτη, Μαΐου 17, 2016

ΣΤΟΝ ΚΛΕΙΣΤΟΦΟΒΙΚΟ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΩΔΗ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ "PANIC ROOM"

Το "Panic Room" γυρίστηκε το 2002 και είναι η 5η ταινία του David Fincher. Και, είτε μας αρέσει ωε θρίλερ είτε όχι, επιδεικνύει και εδώ τη σκηνοθετική του ικανότητα.
Μια διαζευγμένη γυναίκα με την κόρη της μετακομίζουν σε ένα αχανές πραγματικά σπίτι στο Μανχάταν (καθότι ο πρώην σύζυγος είναι πολύ πλούσιος και μπορεί να αντέξει το οικονομικό βάρος). Το σπίτι διαθέτει και "panic room", ένα δωμάτιο δηλαδή πλήρως εφοδιασμένο με τα πάντα (και με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας) και πραγματικά απαραβίαστο, στο οποίο καταφεύγουν οι ένοικοι σε περίπτωση "πολιορκίας" από κάθε λογής ανεπιθύμητους "επισκέπτες". Την πρώτη κιόλας νύχτα στο νέο σπίτι - και όχι ακριβώς συμπτωματικά - τρεις τύποι θα διεισδύσουν ψάχνοντας κάτι πολύτιμο που κρύβεται σ' αυτό. Οι δύο ένοικοι θα καταφύγουν φυσικά στο περίφημο panic room και ένα αγωνιώδες και θανάσιμο, τελικά, παιχνίδι γάτας - ποντικού θα ξεκινήσει.
Το φιλμ διαδραματίζεται σχεδόν ολόκληρο σε μία και μόνο νύχτα και είναι ένα θρίλερ απ' αυτά που, λεπτό προς λεπτό, παίζουν με τα νεύρα του θεατή. Ουσιαστικά πρόκειται για μια μονομαχία ευφυίας ανάμεσα στη Τζόντι Φόστερ (την ένοικο) και έναν από τους τρεις κλέφτες (τον πολύ καλό Φόρεστ Γουαϊτέκερ), των οποίων οι συνεχείς εξαιρετικές ιδέες αποκρούονται διαρκώς από εξ ίσου ευφυείς "απαντήσεις" του/της άλλου/ης. Ταυτόχρονα μια πιο ανθρώπινη σχέση - πέραν αυτής του θύτη / θύματος - αναπτύσσεται ανάμεσά τους. Εννοείται ότι καθ' όλη τη διάρκεια το σασπένς παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Στο τέλος υπάρχουν και κάποια μηνύματα για την ανθρώπινη ματαιοδοξία και τη λατρεία του άχρηστου (είναι πραγματικά, αν το καλοσκεφτείτε, άχρηστη και υπερφίαλο σαν ενέργεια η αγορά ή ενοικίαση ενός τόσο πελώριου σπίτιού για δύο μόλις άτομα).
Η ατμοσφαιρική σκηνοθεσία του Φίντσερ, οι παράξενες γωνίες λήψης, η κάμερα που διαρκώς κινείται και αγγίζει θαρρείς, σέρνεται, σε όλα σχεδον τα σημεία του δαιδαλώδους οικήματος, καθιστούν το ίδιο σπίτι ουσιαστικό πρωταγωνιστή του φιλμ.Επίσης αναπτύσσεται μια έντονη αίσθηση κλειστοφοβίας, βασικό στοιχείο της ταινίας. Προσωπικά πάντως δεν τη θεωρώ από τις καλύτερες του σκηνοθέτη, με την έννοια ότι πρόκειται για ένα απλώς καλό, καλογυρισμένο θρίλερ, ενώ ο Φίντσερ έχει κάνει πολύ πιο πολυπλοκα πράγματα.Ωστόσο παραμένει απολαυστικό.
Υ: Η Φόστερ επανέλαβε λίγα χρόνια μετά τον ίδιο περίπου ρόλο, της σχεδόν υστερικής, πλην όμως σούπερ δυναμικής και εφευρετικής μητέρας, στο Flightplan, το οποίο όμως είναι σαφώς κατώτερο κατά τη γνώμη μου. Δεν είναι Φίντσερ βλέπετε. Ούτε κατά διανοια...

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Οκτωβρίου 10, 2014

ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΚΑΙ ΤΟ (ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ) ΟΝΕΙΡΟ ΠΟΥ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΗΚΑΝ

Με το "Κορίτσι που Εξαφανίστηκε" (Gone Girl) του 2014 ο David Fincher επιβεβαίωσε για μένα ότι είναι ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς της εποχής μας. Εδώ ξαναβρίσκει το σκοτεινό, άρρωστο κλίμα που τόσο αγαπά και φτιάχνει ένα αριστοτεχνικό θρίλερ, το οποίο και να κρατήσει τον θεατή μπορεί, αλλά και να κριτικάρει συγχρόνως πολλές πτυχές της σύγχρονης (αμερικάνικης και όχι μόνο) κοινωνίας.
Οι ήρωες είναι ένα όμορφο, ερωτευμένο ζεύγος. Η παρακμή του γάμου τους αρχίζει όταν αναγκάζονται να μετακομίσουν από τη Νέα Υόρκη στη μικρή πόλη - γενέτειρα του συζύγου, μετακόμιση που σχετίζεται και με οικονομικά προβλήματα. Ώσπου, στην 5η επέτειο του γάμου τους, η κοπέλα εξαφανίζεται. Οι υποψίες της αστυνομίας πέφτουν στον σύζυγο, η υπόθεση γίνεται πρωτοσέλιδο σε φυλλάδες και κανάλια και ο κλοιός γύρω του αρχίζει να σφίγγει.
Αρχικά παρακολουθούμε την ιστορία "κανονικά". Σύντομα θα αρχίσουμε να τη βλέπουμε - με μερικά φλας μπακ - από τη μεριά της συζύγου, καθώς διαβάζουμε το ημερολόγιό της. Από εκεί και πέρα οι αποκαλύψεις και οι ανατροπές είναι αλλεπάλληλες, οι χαρακτήρες μας αιφνιδιάζουν καθώς κάθε άλλο παρά είναι όπως αρχικά φαίνονται και το σασπένς είναι έντονο.
Το θεωρώ λοιπόν απόλυτα πετυχημένο σαν θρίλερ. Αυτό που εκτιμώ όμως είναι ότι δεν παραμένει μονοδιάστατο σαν τέτοιο. Η κριτική του είναι καυστική για τη σύγχρονη Αμερική: Ουσιαστικά βλέπουμε τον βρώμικο ρόλο των media, βλέπουμε άθλιες τηλεοπτικές εκπομπές σχεδον να αποδίδουν δικαιοσύνη, βλέπουμε τη χειραγώγηση των μαζών, το κοινό δηλαδή να άγεται και να φέρεται, αλλάζοντας διαρκώς γνώμη, από τα ΜΜΕ, βλέπουμε τη σχετικότητα, την ανικανότητα, την ανυπαρξία ίσως, απόδοσης δικαιοσύνης. Αλλά και την υποκρισία (και στα πλαίσια του γάμου), την απληστία, την έλλειψη προσωπικότητας του σύγχρονου ανθρώπου. Το πρωτότυπο, πνιγηρό τέλος επιβαβαιώνει με σαρδόνιο τρόπο τα παραπάνω. Σας προειδοποιώ: Το ανθρώπινο τοπίο είναι πραγματικά ζοφερό και η όλη εξέλιξη καθόλου ευχάριστη. Βρισκόμαστε πολύ μακριά από την όποια ωραιοποιημένη πραγματικότητα του Χόλιγουντ, κι ας βρισκόμαστε στην καρδιά του. Βλέπετε, ο Fincher, ευτυχώς, μπορεί εδώ και καιρό να κάνει ό,τι θέλει.
Βρήκα το στενόχωρο αυτό θρίλερ εξαιρετικό, τόσο σαν πλοκή όσο και σαν καυστικότατη κοινωνική κριτική και είμαι σίγουρος ότι θα βρίσκεται μέσα στο προσωπικό μου top-10 της περιόδου 2014-15.

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Ιανουαρίου 25, 2012

ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΟ "ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΟ ΤΑΤΟΥΑΖ"

Είχα γράψει για τη σουηδική τριλογία του "Millenium", η οποία βασίζεται στα σκοτεινά μπεστ σέλερ του Στιγκ Λάρσον και η οποία μου είχε αρέσει αρκετά (ιδίως το πρώτο μέρος, που ήταν έκπληξη για μένα). Η αμερικάνικη μεταφορά της (σιγά μην το άφηναν και, πιστέψτε με, θα τη λέμε όλο και συχνότερα αυτή τη φράση) με είχε αρχικά ανησυχήσει (πάλι θα το "λειάνουν", βλέπε ξενερώσουν, και θα το κάνουν πιο αμερικανιά;). Μέχρι που έμαθα ότι το πρότζεκτ είχε αναλάβει ο David Fincher, στον οποίο βεβαίως έχω απόλυτη εμπιστοσύνη. Το αποτέλεσμα στο αμερικάνικο "Κορίτσι με το Τατουάζ" (The Girl with the Dragon Tatoo) με δικαίωσε. Η ταινία είναι εξ ίσου σκοτεινή, εξ ίσου αποκαλυπτική όσον αφορά τη σουηδική κοινωνία και τις βρώμικες καταβολές της, εξ ίσου ακόμα και απωθητική σε κάποια σημεία. Κανονικότατος Φίντσερ δηλαδή. Όντως η συγκεκριμένη μεταφορά νομίζω ότι του ταίριαζε πολύ. Η βασική ηρωίδα, η ιδιότυπη χάκερ - ντετέκτιβ Λίσμπεθ Σαλάντερ, παραμένει το ίδιο αυτοκαταστροφική, βίαιη, ψυχρή (συνήθως) και πέρα για πέρα αντισυμβατική. Πανκ, αμφισεξουαλική, μοναχική, απότομη στους τρόπους της, εξακολουθεί να βρίσκεται μακριά από κάθε πρότυπο θετικής ηρωίδας που είχαμε στο μυαλό μας. Οι ήρωες του φιλμ κουβαλούν ο καθένας τα δικά του τραύματα, δίχως τίποτα να ωραιοποιείται. Οι αποκαλύψεις για το βρώμικο background και το ναζιστικό παρελθόν μιας πανίσχυρης σουηδικής οικογένειας - δυναστείας, που, όπως καυχώνται μέλη της, "έχτισε τη σύγχρονη Σουηδία", παραμένουν επίσης. Φυσικά πρόκειται για αλληγορία για το ίδιο το παρελθόν του "σύγχρονου θαύματος" που αποτελούσε μέχρι πρότινος η σουηδική κοινωνία. Η αστραφτερή εικόνα της καταστρέφεται τόσο στο βάναυσο, γεμάτο βία, παρόν, όσο και όσον αφορά τις ρίζες, το παρελθόν της. Τέλος η πλοκή του φιλμ παραμένει βασικά ίδια με αυτή του πρωτότυπου φιλμ, δίχως παραχωρήσεις και happy end. Και με τον Φίντσερ στο τιμόνι, ο σωστός ρυθμός και η - σκοτεινή επαναλαμβάνω - σκηνοθεσία είναι δεδομένα. Οπότε μπορώ να πω ότι απόλαυσα την ταινία. Όλα καλά λοιπόν; Ναι, θα απαντούσα αυθόρμητα. Πλην όμως... για να το ξανασκεφτώ καλύτερα... Ο Φίντσερ είναι εξαίρετος και πολύ τολμηρός δημιουργός (γι' αυτό ανέλαβε το ριμέικ αυτό). Όμως, αν προσέξατε, είπα ότι η πλοκή είναι ίδια, η βρώμικη και σκοτεινή ατμόσφαιρα επίσης, παραχωρήσεις δεν υπάρχουν... Οπότε; Οπότε ξαναείδα την ίδια ουσιαστικά ταινία από έναν διαφορετικό - ικανότατο βεβαίως, το είπαμε αυτό - δημιουργό. Το ερώτημα λοιπόν είναι: Γιατί θα έπρεπε να ξαναγίνει, έστω και με δίχως να προδοθεί, ένα ήδη πολύ καλό πρωτότυπο; Γιατί πρέπει να ξαναβλέπουμε σε αγγλική γλώσσα και φυσικά με σταρ, πολύ καλές μη αμερικάνικες ταινίες; Τι φταίμε εμείς αν οι αμερικάνοι δεν πατάνε στα σινεμά αν μια ταινία δεν μιλά αγγλικά; Δικό τους πρόβλημα. Αν φυσικά δεν έχετε δει το πρωτότυπο, η ταινία συνίσταται - φτάνει να αντέξετε το "βρώμικο" κλίμα της. Αν πάλι το έχετε δει... ε, τότε θα το ξαναδείτε με γνωστότερους ηθοποιούς και σκηνοθέτη. Αν το έβλεπα πρώτη φορά θα ενθουσιαζόμουν. Δυστυχώς το βλέπω δεύτερη.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Νοεμβρίου 09, 2010

ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΔΥΣΤΥΧΙΕΣ


Δεν είμαι φαν του Facebook. Δεν είμαι καν μέλος. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μ' ενδιαφέρει ως κοινωνικό φαινόμενο. Και μάλιστα όταν σκηνοθέτης της ταινίας που μιλά γι΄αυτό, για τη γέννησή του, είναι ο David Fincher, από τους σημαντικότερους σύγχρονους δημιουργούς κατά τη γνώμη μου.
Στο "The Social Network" (2010) λοιπόν ο Fincher αφηγείται την την αληθινή ιστορία της ιλιγγιώδους ανόδου ενός ιδιοφυούς πρωτοετούς φοιτητή που επινοεί (περίπου) το δίκτυο - φαινόμενο και σε πολύ λίγα χρόνια γίνεται ο νεαρότερος δισεκατομμυριούχος στον πλανήτη. Η ταινία δείχνει με έξυπνο και σαφή τρόπο κάτι πολύ παλιό και λίγο - πολύ γνωστό: Ούτε τα χρήματα ούτε η δόξα φέρνουν από μόνα τους ευτυχία. Βλέπετε, ο νεαρός Ζάκερμπεργκ είναι περίπου κάτι σαν κοινωνικός αυτιστικός, που αρνείται να κατανοήσει τις απόψεις ή τα συναισθήματα των άλλων. Αποτυχημένος στον έρωτα και στη φιλία, κανονικός νερντ, πανέξυπνος (αλλά αυτό δεν φτάνει), είναι τελικά ένας τέλειος μαλάκας, όπως συχνά αποκαλείται άλλωστε από διαφορετικούς χαρακτήρες στην ταινία. Διαθέτοντας ταυτόχρονα θάρρος, αλλά και θράσος και αλαζονεία, καταφέρνει και δις να βγάλει και διάσημος να γίνει, αλλά είναι σαφές ότι και πάλι κάτι λείπει (το βασικότερο μάλιστα).
Ο Fincher καταδεικνύει επίσης την αγριότητα (βαρβαρότητα μάλλον) του σκληρού καπιταλισμού και του κτηνώδους κόσμου των επιχειρήσεων. Λίγο μετά την επιτυχία ο ήρωας και ο μοναδικός του φίλος από το Χάρβαρντ και νυν αντιπρόεδρος της εταιρίας θα βρεθούν στα δικαστήρια. Παέι και το τελευταίο (ίσως και το μοναδικό) "ανθρώπινο" χαρακτηριστικό του, ένας φίλος δηλαδή.
Από την άλλη ίσως ο Ζάκερμπεργκ να μην είναι παρά ένα ακραίο παράδειγμα της φάσης που περνά ολόκληρη η ανθρωπότητα. "Θα ζούμε πια αποκλειστικά στο Internet" (ή κάπως έτσι) λέει κάπου ο ίδιος. Νομίζω ότι πρόκειται για παρατήρηση που αφορά όλους μας, ολόκληρη την ανθρωπότητα, η οποία μοιάζει να αφήνει πλέον τις χειροπιαστές, πραγματικές σχέσεις και να βουτά όλο και περισσότερο σε μια εικονική ζωή. Όχι, μην "κατηγορείτε" τους άλλους. Αυτό δεν κάνουμε κι εμείς αυτή τη στιγμή, εγώ που γράφω κι εσεις που θα διαβάσετε (και αντιστρόφως); Το πράγμα είναι ακόμα στην αρχή. Δεν έχω ιδέα αν είναι "καλό" ή "κακό" (τίποτα ίσως από τα δύο) γιατί βρισκόμαστε ακόμα στην κόψη του κύματος και δεν έχουμε ιδέα πού και πώς θα καταλήξει, σίγουρα όμως θα αλλάξει ριζικά (τον αλλάζει ήδη) τον τρόπο ζωής μας. Ο Φίντσερ μοιάζει να είναι απαισιόδοξος για την κατάληξη, αν θεωρήσουυμε ότι χρησιμοποιεί τον ήρωα σαν αλληγορία μιας αυτιστικής και "μαλακισμένης" ανθρωπότητας. Πιθανόν. Και κάτι άλλο: Για μια ακόμα φορά σιχάθηκα αυτή την φριχτή ελίτ και την στυγνά ταξική δομή των πανεπιστημίων (και δη των κορυφαίων όπως το Χάρβαρντ), τη μανία με τις κλειστές λέσχες, τα ηλίθια καψόνια και τις "μυήσεις" στις πιο χάι απ' αυτές, του "καλούς φοιτητές από ζάπλουτες οικογένειες" που είναι και κάτι σαν εξουσία (σαν μπάτσοι καλύτερα) στο πανεπιστήμιο κι ένα ολόκληρο συνοθύλευμα από τέτοιες αμερικανιές (και στην Αγγλία συμβαίνουν τέτοια) που πραγματικά μου γυρίζουν τα έντερα και που η ταινία δείχνει σε όλη τους την, απόλυτα αποδεκτή εκεί, αθλιότητα.
Όσο για το φιλμ καθεαυτό, χρησιμοποιεί μια γρήγορη, κοφτή γραφή, όσο γρήγορες και κοφτές είναι και οι ατάκες (μερικές φορές δεν προλάβαινα να διαβάσω ή να καταλάβω τι λένε), κι αυτό μου κράτησε το ενδιαφέρον σε υψηλά επίπεδα, ακόμα κι αν δεν είχα ιδέα από τους κομπιουτερίστικους τεχνικούς όρους που συχνά χρησιμοποιούνται. Αυτό όμως δεν έχει καμιά σημασία και δεν επηρεάζει καθόλου την κατανόηση της ταινίας. Γενικά το βρήκα πολύ ενδιαφέρον, κι ας μη διαθέτει αυτό που λέμε "κορυφώσεις". ι' αυτό είναι ακόμα πιο θαυμαστό το ότι μου φάνηκε τόσο ενδιαφέρον.
Μπράβο λοιπόν στον Fincher και πάλι. Μόνο που είμαι πλέον όλο και πιο σίγουρος ότι με την στροφή που έχει πάρει (καθόλου κακή, αλλά...) δεν θα ξαναδούμε πια αυτή την χαρακτηριστική "αρρώστεια" που κυριαρχούσε σε ταινίες όπως το "Seven" ή το "Fight Club".

Ετικέτες ,

Τρίτη, Φεβρουαρίου 03, 2009

Ο ΜΠΕΝΖΑΜΙΝ ΚΑΙ Ο ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΟΣ ΧΡΟΝΟΣ


Αναλύεις μια ταινία σε πολλά μικρά μέρη ή την εξετάζεις κάθε φορά από μια διαφορετική οπτική. Τα επί μέρους αποτελέσματα είναι όλα άψογα. Ωστόσο το σύνολο δεν σε ενθουσιάζει τόσο κι ας σ' αρέσει και η σκηνοθεσία, και η πρωτότυπη ιστορία και η φωτογραφία και τα εφφέ... Είναι σπάνιο, αλλά αυτό μου συνέβει με το "The Curious Case of Benjamin Button" (Η απίστευτη ιστορία του Μ.Μ.) του David Fincher. Και, να φανταστείτε, εκτός όλων των παραπάνω, θεωρώ τον Fincher σαν έναν από τους πιο σημαντικούς σκηνοθέτες της εποχής μας...
Η ταινία, που ως γνωστόν αφηγείται την αλλόκοτη ιστορία ενός ανθρώπου που γεννιέται γέρος (περίπου 80άρης) και χρόνο με τον χρόνο γίνεται νεότερος, ώσπου καταλήγει να γίνει το φυσιολογικό εξωτερικά (μόνο εξωτερικά όμως) βρέφος που δεν υπήρξε ποτέ, διαθέτει μια σειρά από αναμφισβήτητες αρετές: Υπέροχες εικόνες και εντυπωσιακή, καφέ - ώχρα φωτογραφία, γνήσιες στιγμές συγκίνησης, κυρίως προς το τέλος, καλές ηθοποιίες, εκπληκτικά μακιγιάζ (με τον Μπραντ Πιτ και την Κέιτ Μπλάνσετ να περνάν μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας από όλες τις πιθανές ηλικίες), εξαιρετικούς δεύτερους ρόλους (Τίλντα Σουίντον, Ελίας Κοτέας, Τζούλια Όρμοντ κλπ.) και αρκετό προβληματισμό πάνω στο χρόνο που κυλά αδυσώπητα, στο εφήμερο των ανθρώπινων σχέσεων, την ματαιότητα των πάντων τελικά. Και συγχρόνως είναι και μια καλοφτιαγμένη τοιχογραφία της ιστορίας της Αμερικής του 20ού αιώνα. Τι μου φταίει λοιπόν;
Πολύ απλά, το ότι με κούρασε. Εξ αιτίας κυρίως της ατέλειωτης διάρκειάς της (166' είναι αυτά) και των σχετικά αργών ρυθμών (οι οποίοι συχνά δεν με ενοχλούν, το έχω ξαναπεί, αλλά εδώ λειτούργησαν μάλλον αρνητικά). Ίσως βέβαια να έφταιγε και το ότι, παρά το ότι το φιλμ ανήκει τυπικά στο χώρο του φανταστικού, είχα διαρκώς στο πίσω μέρος του μυαλού μου το ότι όλα δείχνουν ότι ο Fincher μοιάζει να έχει εγκαταλείψει τον χώρο της "αρρώστιας" (με την καλή έννοια) που τον ανέδειξε (σκεφτείτε τα Alien 3, Fight Club, Seven) και σαν βασικό στόχο να έχει πλέον τα πολλά Όσκαρ, με μια ταινία κομένη και ραμένη γι' αυτά. Και βέβαια με εντυπωσιάζει και πάλι η άνεση με την οποία μπορεί να το κάνει κι αυτό, αλλά επιτρέψτε μου να μου λείπει ο παλιός, καλός (κατ' εμέ τουλάχιστον) εαυτός του. Ίσως αν η ταινία ήταν λιγότερο φλύαρη (= μεγαλεπήβολη) να χαιρέτιζα με ενθουσιασμό κι αυτή τη νέα του κατεύθυνση. Προς το παρόν μένω με την ανάμικτη αίσθηση ότι είδα κάτι πολύ όμορφο, πλην όμως κάπως βαρετό.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 13, 2007

ZODIAC Ή ΜΙΑ ΑΚΟΜΑ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΕΜΜΟΝΩΝ


Να πω από την αρχή ότι ο David Fincher είναι από τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες και περιμένω με αγωνία κάθε καινούρια δουλειά του. Αλλά να δηλώσω επίσης από την αρχή ότι θεωρώ το Zodiac του 2007 καλή ταινία, όχι όμως το αριστούργημα για το οποίο πολλοί "παραμίλησαν".
Φυσικά (κι αυτό γίνεται πολύ γρήγορα αντιληπτό) το Zodiac δεν είναι μια ακόμα ταινία με σίριαλ κίλερ. Ο τελευταίος αποτελεί την αφορμή μονάχα για μια (ακόμα) μελέτη της ανθρώπινης εμμονής και των (καταστροφικών συνήθως) αποτελεσμάτων της. Ή, αν θέλετε να το πούμε αλλιώς, δεν είναι ο σίριαλ κίλερ αυτός που ενδιαφέρει τον σκηνοθέτη, αλλά οι διώκτες του και η ψυχολογία τους. Άλλωστε ο δολοφόνος δεν δείχνεται σχεδόν καθόλου και οι αμφιβολίες για την ταυτότητά του συσσωρεύονται διαρκώς. Αντίθετα, η σταθερή διάβρωση του χαρακτήρα των διωκτών του (ενός μπάτσου, ενός σκιτσογράφου κι ενός δημοσιογράφου), παρακολουθείται με απόλυτα ακριβείς, αλλά αργούς ρυθμούς, όπως ακριβώς αργή και ανεπαίσθητη, αλλά αμείλικτη, είναι η διάβρωση που προαναφέραμε. Στο τέλος, μετά από χρόνια ενασχόλησης με την υπόθεση, οι ζωές τους έχουν καταστραφεί και οι οικογένειές τους έχουν διαλυθεί.
Κι ενώ πρόκειται για μια ακόμα φορά για εξαιρετική δουλειά σε κάθε επί μέρους στοιχείο (φωτογραφία, ατμόσφαιρα, λεπτομέρειες αναπαράστασης της εποχής, αφού η δράση της ταινίας εκετείνεται από το 1969 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 80 κλπ.), η αντίρρησή μου - αυτή που κυρίως με εμποδίζει να το χαρακτηρίσω αριστούργημα, όπως πολλοί κριτικοί - είναι ότι έχουμε ξαναδεί αυτό ακριβώς το θέμα, συχνά πολύ καλά αναπτυγμένο στο σινεμά (από τον Αλ Πατσίνο στο "Ψωνιστήρι" μέχρι την ιδιαίτερη σχέση / ταύτιση της Φόστερ με τον Χάνιμπαλ στη "Σιωπή των Αμνών" και την κατάρρευση του ήρωα στο τέλος του "Μονάχου" του Σπίλμπεργκ - κι ας μην πρόκειται για κυνήγι δολοφόνου στο τελευταίο παράδειγμα). Νομίζω δηλαδή ότι, παρά τις σκηνοθετικές αρετές της, πρόκειται για μια συνηθισμένη θεματικά ταινία. Είναι και οι αργοί ρυθμοί, που συνδυάζονται με πλήθος λεπτομερειών και ονομάτων που κάπου μπερδεύουν...
Αυτά βέβαια δεν με εμποδίζουν να το θεωρώ καλή ταινία (το είπα και στην αρχή) και να εξακολουθήσω να πιστεύω ότι ο Φίντσερ είναι από τους μεγαλύτερους δημιουργούς του καιρού μας. Τον περιμένω πάντοτε με ανυπομονησία.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker