Πέμπτη, Απριλίου 11, 2019

"DUMBO" ΞΑΝΑ (ΑΛΛΑ ΟΧΙ ANIMATION)

Η Disney έχει βαλθεί τα τελευταία χρόνια να κάνει "κανονικές ταινίες" όλα τα ιστορικά animation της ίδιας, από τη δεκαετία του 30 ήδη. Σειρά λοιπόν το 2019 είχε ο "Ντάμπο" και ο Tim Burton ήταν ιδανικός για μια ιστορία που και συγκινητική είναι και την αφορμή για σουρεαλιστικές εικόνες δίνει και ασχολείται με το αγαπημένο του θέμα, που διατρέχει όλο του το έργο: Την υπέρ της διαφορετικότητας συνηγορία.
Σε ένα τσίρκο με οικονομικά προβλήματα γεννιέται ένα αστείο ελεφαντάκι με πελώρια αυτιά. Ενώ στην αρχή όλοι το περιγελούν, σύντομα ανακαλύπτουν ότι μπορεί να πετάει, οπότε γίνεται η ατραξιόν του τσίρκου. Ένας μεγαλοεπιχειρηματίας αγοράζει ολόκληρο το τσίρκο για να εντάξει τον Ντάμπο στο υπερθέαμα που ετοιμάζει. Όμως...
Ο Μπάρτον δεν είναι πια ο παλιός καλός Μπάρτον. Ίσως να μη φταίει ακριβώς. Ίσως να είναι μια φυσιολογική κόπωση ή, μάλλον, η έλλειψη της έκπληξης από μέρους μας για το τι θα δούμε. Ο Ντάμπο λοιπόν είναι θεαματικός, συγκινητικός, έχει τη σχετική δράση, αλλά δεν είναι κάτι που θα θυμάμαι για καιρό. Δείχνει βεβαίως την αγάπη του δημιουργού για το τσίρκο, την μόνιμη παιδικότητά του ουσιαστικά, αλλά... Πάντως αυτό που είναι τόσο αντιφατικό (και δείχνει  για μια ακόμα φορά πόσο ακίνδυνη είναι η τέχνη σήμερα) είναι ότι κάνει μια σαφή καταγγελία για τα υπερθεάματα και τις μεγάλες και μεγαλεπήβολες εταιρίες - επιχειρήσεις που "δεν έχουν ψυχή", δείχνει μια απέχθεια για τις κάθε είδους ανοικονόμητες "Ντίνεϊλαντ", ενώ δείχνει μια σαφή προτίμηση στο γνήσιο, το "χειροποήτο", το αυθεντικό, αυτό που παράγεται με ψυχή και αγάπη, κι όλα αυτά μέσα από την αγκαλιά της επεκτατικής, γιγαντιαίας, ισοπεδωτικής Disney, που αγοράζει "ότι κουνιέται" (ό,τι μπορεί να αποφέρει κέρδος για την ακρίβεια) και θέλει να ελέγχει (και να ξανακάνει με χειρότερο τρόπο) ό,τι υπήρξε παλιότερα, φτάνει να βγάζει λεφτά. Τι να πει κανέις...
Πάντως εδώ, εκτός του Κόλιν Φαρέλ και της Εύα Γκριν, ο Μπάρτον ξαναβρίσκει τους παλιούς συνεργάτες από τη μακρινή εποχή του 2ου Batman, τον Ντάνι τε Βίτο και τον Ντένις Κουέιντ.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Νοεμβρίου 26, 2017

ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ "ED WOOD"

Οι περισσότεροι γνωρίζετε (ίσως) τον διαβόητο Ed Wood, που έδρασε κυρίως στη δεκαετία του 50 και θεωρείται "ο χειρότερος σκηνοθέτης του κόσμου". Και, βέβαια, διέθετε και άλλα παράδοξα... Το 1994 ο Tim Burton στην κορυφή ίσως της καριέρας του, αποφασίζει να κάνει έναν φόρο τιμής στον απιστευτο αυτόν σκηνοθέτη, γυρίζοντας το ασπρόμαυρο "Ed Wood" και πετυχαίνοντας εξαιρετικές ερμηνείες τόσο από τον Τζόνι Ντεπ στον ομώνυμο ρόλο όσο και από τον Μάρτιν Λαντάου στο ρόλο του Μπέλα Λουγκόζι.
Ο Εντ Γουντ λατρεύει το σινεμά, θέλει να γίνει σκηνοθέτης, αλλά δεν βρίσκει χρηματοδότες για να γυρίσει τα μεγαλεπήβολα και εντελώς κιτς όνειρα του. Επίσης είναι αθεράπαυτα αισιόδοξος, ακούραστος, έχει πάντοτε έτοιμη μια λύση για κάθε αντιξοότητα (άσχετα αν αυτή δεν είναι υποχρεωτικά η "κομψότερη") και... του αρέσει να ντύνεται γυναικεία, παρά το ότι δεν είναι γκέι (αντίθετα έχει κοπέλα, η οποία, αρχικά τουλάχιστον, υπομένει τις παραξενιές του). Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του μάλιστα, το "Glen or Glenda" έχει ακριβώς σαν θέμα την παρενδυσία. Η καμπή της καριέρας του ή "καριέρας" του έρχεται όταν γνωρίζει τον κάποτε θρυλικό Μπάλα Λουγκόζι, διάσημο για το ρόλο του Δράκουλα στη δεκετία του 30 και παντελώς ξεχασμένο, γέρο και ναρκομανή τώρα (στα 50ς εννοώ). Θα τον πείσει να πρωταγωνιστήσει στις ταινίες που σχεδιάζει, θα βρει όπως - όπως απίθανους χρηματοδότες, θα επινοεί διαρκώς απίστευτες πατέντες για να γυρίζει ταινίες του σχεδόν τσάμπα και, ό,τι και να του συμβαίνει (πολύ συχνά τον κυνηγάνε ή τον γιουχαϊζουν) εκείνος θα συνεχίζει ακάθεκτος, κεφάτος, αισιόδοξος... και πάντοτε κάκιστος αισθητικά.
Το φιλμ του Μπάρτον ίσως ξεπερνά μια απλή βιογραφία. Καταφέρνει - παράλληλα με το αβίαστο γέλιο που βγάζουν οι πρακτικές και η προσωπικότητα του Εντ Γουντ - να γίνεται συχνά αληθινά συγκινητικό. Και κυρίως μιλά για μια βαθιά φιλία ή, αν προτιμάτε, για δύο ιδιόρρυθμους ανθρώπους που βρίσκουν παρηγοριά ο ένας στον άλλον, πιστεύοντας ότι ο άλλος είναι το όχημα της πραγματοποίησης των ονείρων του. Βλέπετε ο Γουντ θέλει πάσει θυσία να πραγματοποιήσει το όνειρό του και να γυρίσει τις αδιανόητες ταινίες του (πράγμα που όντως κατάφερε) με όχημα τον κάποτε διάσημο Λουγκόζι και ο τελευταίος να αναβιώσει την κατεστραμένη καριέρα του και να πάρει αληθινό κουράγιο από έναν ταλαντούχο (όπως νομίζει) νεαρό που πιστεύει απόλυτα σ' αυτόν και στην ηθοποιία του. Αλλά, βέβαια, δεν είναι μόνο οι παραπάνω λόγοι. Όπως προείπα η αμοιβαία φιλία τους είναι βαθιά και ειλικρινής και ο Γουντ, μέσα στην σχεδόν τρέλα του, θα ομορφύνει πραγματικά τις τελευταίες μέρες της ζωής του γέρου φίλου του (ο Λ. πέθανε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του "Plan 9").
Εξαιρετικό φιλμ, που πιάνει την ατμόσφαιρα της εποχής, είναι βαθύτατα σινεφίλ για τους λάτρεις της 7ης τέχνης, βρίσκει την ευκαιρία να "ξαναγυρίσει" σπαρταριστές σκηνές από τα φιλμ του Γουντ, αποτίει φόρο τιμής σε έναν αληθινό ονειροπόλο, είναι βαθύτατα συγκινητικό, ανθρώπινο και ταυτόχρονα διασκεδαστικότατο και, βέβαια, ικανοποιεί τις εμμονές και την αγάπη για τα φιλμ της παιδικής του ηλικίας, που τον γαλούχησαν, του ίδιου του Μπάρτον. Γενικά συνίσταται ανεπιφύλακτα.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Οκτωβρίου 09, 2016

Η "MISS PEREGRINE" ΚΑΙ Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΤΙΜ ΜΠΑΡΤΟΝ ΣΤΟ GOTH

Μετά από σύντομο διάλειμμα (βλέπε "Μεγάλα Μάτια") ο Tim Burton, κάποτε αγαπημένος δημιουργός, επιστρέφει στο χαρακτηριστικό του κλίμα: Αυτό της περιπέτειας φαντασίας, που θα μπορούσε μεν να ταιριάζει σε εφήβους, ταυτόχρονα όμως είναι εξαιρετικά σκοτεινή και μακάβρια. Το goth κλίμα με λίγα λόγια.
Η "Μις Πέρεγκριν: Στέγη για Ασυνήθιστα Παιδιά" του 2016 προέρχεται από ένα μπεστ σέλερ φαντασίας του Ράνσομ Ριγκς και σίγουρα τα πάντα ταιριάζουν στο στιλ του σκηνοθέτη. Μια ομάδα από "ασυνήθιστα" παιδιά, παιδιά με παράξενες ικανότητες δηλαδή, βρίσκουν καταφύγιο για να γλυτώσουν από τον κόσμο στο φιλόξενο σπίτι της Μις Πέρεγκριν, που, όπως άλλες όμοιές της, έχει την ικανότητα να δημιουργεί χρονικούς βρόγχους διάρκειας μιας μέρας. Η ίδια μέρα δηλαδή, με σχετικές διαφορές κάθε φορά, επαναλαμβάνεται αέναα, προστατεύοντάς τα με τον τρόπο αυτόν από μια κοινωνία που δεν ανέχεται το αλλόκοτο και το διαφορετικό. Ένας έφηβος, μετά τον άγριο θάνατο του αγαπημένου του παππού και ποτισμένος από τις απίστευτες ιστορίες του τελευταίου, αποφασίζει να εισχωρήσει στον βρόγχο αυτόν και να ενταχθεί στον παράξενο κόσμο του. Τίποτα όμως δεν είναι ασφαλές εκεί...
Φυσικά η "Μέρα της Μαρμότας" και οι ιστορίες των X-Men μας έρχονται αμέσως στο μυαλό. Ωστόσο η ματιά τόσο του συγγραφέα όσο και του Μπάρτον είναι εντελώς διαφορετική, καθώς εδώ παρακολουθούμε την ιστορία επιβίωσης μιας ομάδας και όχι μια ακόμα υπερηρωική "σωτηρία του κόσμου". Τα στοιχεία και οι εμμονές του δημιουργού είναι πανταχού παρούσες: Η συμπάθεια σε κάθε διαφορετικότητα, η φαντασμαγορική νεανική περιπέτεια με την παραμυθένια ατμόσφαιρα, το χιούμορ, ο ρομαντισμός, οι κινηματογραφοφιλικές αναφορές, συγχρόνως όμως και το σκοτεινό, το μακάβριο, το τρομαχτικό (χαρακτηριστικές οι σχεδόν σπλάτερ σκηνες με τα μάτια). Ταυτόχρονα νομίζω ότι ασκεί και μια κριτική στη σύγχρονη κοινωνική κατάσταση, την τόσο "ξενέρωτη" σε σχέση με το "ρομαντικό παρελθόν", το οποίο όμως επίσης είναι αδιέξοδο και "μουχλιασμένο" (η διαρκώς επαναλαμβανόμενη μέρα).
Όλα αυτά είναι καλά και χαίρομαι πολύ που ο Burton επιστρέφει στο στοιχείο του. Πλην όμως φοβάμαι ότι πλέον έχει χάσει τις "μαγικές" του ικανότητες. Εδώ το όλο πράγμα, από ένα σημείο και μετά (ευτυχώς όταν το φιλμ είχε ήδη προχωρήσει αρκετά) με κούρασε, η ιστορία έγινε στριφνή, η ισορροπία κάπου χάθηκε, οι αιτίες για όσα συνέβαιναν, κυρίως από τη μεριά των εφιαλτικών "κακών", ήταν μπερδεμένες, το όλο συμβάν με το πλοίο απίστευτο (καλά, κανένας δεν εξέτασε ένα πλοίο - φάντασμα σταματημένο στα καλά καθούμενα σε πολυσύχναστο λιμάνι;) κλπ. Ναι, ίσως να απόλαυσα ως ένα βαθμό την ταινία, πιστεύω όμως ότι συνολικά "δεν του βγήκε", ότι η αρμονία και η οικονομία έχουν χαθεί.
Ελπίζω ακόμα στους μαγικούς κόσμους του Burton, από την άλλη όμως πολύ φοβάμαι ότι δύσκολα θα ξαναβρεί την παλιά μαγεία, πράγμα που με λυπεί.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Μαρτίου 24, 2016

ΟΤΑΝ Ο "BATMAN" ΞΕΚΙΝΟΥΣΕ ΤΗΝ ΛΑΜΠΡΗ ΤΟΥ ΚΑΡΙΕΡΕ

Βρισκόμαστε στα 1989. Οι μαρβελοειδείς (και όχι μόνο) κόμικς μεταφορές δεν έχουν ακόμα κατακλύσει την οθόνη, όπως θα συνέβαινε κάπου 20 χρόνια αργότερα. Την εποχή αυτή μια μεταφορά κόμικς, και μάλιστα καλή, ήταν σπάνια. Όσο για τον Tim Burton, ήταν ένας ανερχόμενος δημιουργός, που είχε δείξει το ταλέντο του με τον "Σκαθαροζούμη". Τότε λοιπόν αποφασίζει να γυρίσει τον "Batman", τον πασίγνωστο ήρωα των κόμικς και των αφελέστατων τηλεοπτικών σίριαλ, δημιουργώντας έτσι την μόδα των χάρτινων ηρώων (ο "Ποπάι" του Όλτμαν, που είχε προηγηθεί, ήταν μια μεμονωμένη και ξεκομμένη προσπάθεια, που στην εποχή της μάλλον ως αξιοπερίεργο είχε αντιμετωπιστεί).
Ο Μπάτμαν είναι βέβαια ο υπερήρωας, δίχως όμως υπερφυσικές δυνάμεις (αυτό τον κάνει να ξεχωρίζει από τη στρατιά των υπόλοιπων υπερηρώων), που πολεμά το κακό αποκρύπτοντας, φυσικά, την πραγματική του ταυτότητα, αυτή του πολυεκατομμυριούχου Μπρους Γουέιν. Στο συγκεκριμένο φιλμ μεγάλος αντίπαλός του είναι ο ψυχοπαθής Joker, του οποίου βλέπουμε και το παρελθόν, αλλά και το πώς και το γιατί "βουτήχτηκε" στην απόλυτη παράνοια (τη τάση βεβαίως την είχε από πάντα). Η σύγκρουσή τους θα αιματοκυλήσει την Γκόθαμ Σίτι, της οποίας μάλιστα οι κάτοικοι και οι αρχές βρίσκονται σε σύγχυση για το ποιος είναι ο "καλός" και ποιος ο "κακός" στη σύγκρουση αυτή.
Ο Μπάρτον εντυπωσιάζει τόσο με τη σκηνοθετική του ικανότητα όσο και με την οπτική του φαντασία. Η Γκόθαμ Σίτι είναι η καλύτερη που είχαμε δει μέχρι τότε. Σκοτεινή, γεμάτη καπνό, σχεδόν ζοφερή, γεμάτη εγκληματικότητα, με το βάρος να πέφτει σε μια γοτθικού στιλ αρχιτεκτονική που θυμίζει δεκαετία του 20, ενώ η κόμικς ατμόσφαιρα διατηρείται αυτούσια. Όσο για την ψυχική ισορροπία του ίδιου του Μπάτμαν τίθεται από τότε ήδη σε αμφισβήτηση. Ποιος είναι αυτός ο κατά βάθος μοναχικός τύπος, ο οποίος στην ουσία δεν μπορεί να απολαύσει τη ζωή εξ αιτίας του αγιάτρευτου παιδικού του τραύματος και ο οποίος κυνηγά ψυχαναγκαστικά το κακό;
Ο Μάικλ Κίτον είναι πολύ καλός Μπάτμαν, η Κιμ Μπάσινγκερ άψογη Βίκι Βέιλ... για τον Τζακ Νίκολσον - Τζόκερ όμως έχω κάποιες αντιρρήσεις. Ναι, είναι μια εμβληματική φιγούρα ψυχοπαθούς κακού, όμως νομίζω ότι επιδίδεται σε ένα άνευ προηγουμένου over acting, που μάλλον με κούρασε (πάντως η σκηνή του μουσείου με τους βανδαλισμούς γνωστών έργων τέχνης είναι απολαυστική, παρά τη βαρβαρότητά της).
Το φιλμ ξεκίνησε την ατελείωτη (και αβάσταχτη κατά τη γνώμη μου) σειρά των σούπερ ηρωικών ταινιών, αντιμετώπισε ωστόσο αρκετά σοβαρά το θέμα της και γι' αυτό αξίζει να το δει κανείς. Και, διάβολε, πρόκειται για Μπάρτον στην πιο δημιουργική του φάση. Άσχετα αν στις μέρες μας οι κόμικς ήρωες μάλλον σε μάστιγα της οθόνης έχουν εξελιχτεί. 
ΥΓ: Πάντως ο επόμενος Βatman του Μπάρτον, με τον Ντε Βίτο, προσωπικά μου άρεσε περισσότερο.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Απριλίου 14, 2015

ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΥΠΕΡΦΥΣΙΚΟ ΣΤΟΝ "ΑΚΕΦΑΛΟ ΚΑΒΑΛΑΡΗ"

Στα 1999 ο Tim Burton, σε φόρμα τότε, συνεργάζεται για μια ακόμα φορά με τον αγαπημένο του ηθοποιό Τζόνι Ντεπ στον "Μύθο του Ακέφαλου Καβαλάρη" (Sleepy Hollow), βασισμένο χαλαρά στην κλασική ιστορία του Washington Irving από τον 19ο αιώνα.
Ο ήρωας είναι ένας πρωτοποριακός για την εποχή του αστυνομικός ερευνητής, που πιστεύει στην επιστήμη και προσπαθεί να λύσει μυστήρια για φόνους κλπ. με βάση τη λογική, τη χημεία και τα εργαλεία του, πράγμα που τον φέρνει σε αντίθεση με το περιβάλλον του. Στέλνεται από τους προϊσταμένους του (κάτι σαν "δυσμενής μετάθεση") να ερευνήσει τα φριχτά συμβάντα στην απομονωμένη επαρχιακή περιοχή Sleepy Hollow, όπου πτώματα κατοίκων βρίσκονται αποκεφαλισμένα, ενώ τα κεφάλια τους δεν βρίσκονται ποτέ. Όλοι εκεί πιστεύουν ότι οι φόνοι είναι έργο του νεκρού "Ακέφαλου Καβαλάρη", που εμφανίζεται κατά καιρούς και στοιχειώνει την περιοχή. Όταν ο νεαρος επιστήμονας φτάνει εκεί θα βρεθεί όντως αντιμέτωπος με το υπερφυσικό, πράγμα που θα αρχίσει να κλονίζει τις πεποιθήσεις του, ενώ οι εφιαλτικές εμφανίσεις και τα εγκλήματα συνεχίζονται.
Η ταινία, ίσως η τρομακτικότερη του Μπάρτον, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μια γοτθική ταινία καθαρού τρόμου (ακόμα και σπλάτερ σε κάποιες στιγμές). Ωστοσο ο δαιμόνιος σκηνοθέτης με το χαρακτηριστικό προσωπικό του στιλ, την μπολιάζει και με μια γερή δόση μαύρου χιούμορ, μετατρέποντάς την έτσι σε καθαρά μπαρτονικό έργο. Ο ήρωας, ανατρέποντας κάθε περί γενναιότητας κλισέ, είναι ένας αληθινά τρομοκρατημένος χαρακτήρας με τα όσα αντικρίζει και αντιμετωπίζει εκεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι θα λιποθυμήσει από φόβο αρκετές φορές κατά τη διάρκεια του φιλμ, ενώ μερικοί από τους κατοίκους (ακόμα και η κοπέλα που ερωτεύεται), εξοικειωένοι με το υπερφυσικο - ή μήπως τη δυσειδαιμονία, και πού βρίσκονται τα όρια μεταξύ τους; - θα φανούν συχνά ψυχραιμότεροι από τον ίδιο. Ταυτόχρονα μπολιάζει την ιστορία με μια "αστυνομική" υφή (ποιος κινεί τα νήματα του φοβερού Καβαλάρη και γιατί τα θύματα είναι αυτά που είναι και όχι άλλοι κάτοικοι;) προσδίδοντας έτσι ένα ακόμα στοιχείο που θα κρατήσει το ενδιαφέρον του θεατή. Στο φόντο πάντως υποβόσκει η αιώνια διαμάχη ανάμεσα σε λογική και συναίσθημα, επιστήμη και υπερφυσικό, αίτιο / αιτιατό και παράλογο. Ο Μπάρτον βέβαια, ως γνήσιος ρομαντικός και λάτρης του γοτθικού κλιματος, τίθεται απερίφραστα υπέρ των δεύτερων στοιχείων στα διλήμματα αυτά.
Συνολικά το φιλμ, συνεπικουρούμενο από την ωραία, "σκοτεινή" εικόνα και τη ζοφερή - αλλά και συχνά αστεία - ατμόσφαιρα, είναι νομίζω από τα πετυχημένα του δημιουργού αυτού, που με τον προσωπικό, άμεσα αναγνωρίσιμο τρόπο του μπόλιασε το σύγχρονο σινεμά με έντονη γοτθική φλέβα και με μια σειρά από σκοτεινά παραμύθια.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Νοεμβρίου 27, 2012

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ BURTON ΚΑΙ ΟΙ ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΤΟΥ FRANKENWEENIE

Εκεί που φοβόμουν ότι ο Tim Burton έχει αρχίσει να "στερεύει" (αν και προσωπικά το "Dark Dhadows" μου άρεσε), να που το 2012 φτιάχνει ένα εξαιρετικό κατά τη γνώμη μου animation, το "Frankenweenie", το οποίο αποτελεί επέκταση και ξαναδούλεμα ενός δικού του 30λεπτου animation του 1984. Ας δούμε λοιπόν τα της ταινίας:
Και εδώ, όπως στη "Νεκρή Νύφη", ο Μπάρτον ακολουθεί την προσφιλή του τεχνική του animation με κούκλες. Οι οποίες βεβαίως είναι άμεσα αναγνωρίσιμες. Από τις πρώτες στιγμές και από τις ίδιες τις φιγούρες ξέρουμε ότι βρισκόμαστε στον κόσμο του ευφάνταστου δημιουργού. Όλα τα γνωστά του στοιχεία υπάρχουν εδώ: Η μείξη τρομακτικού και κωμικού, η τρυφερότητα, η συμπάθεια για τους κάθε λογής αουτσάϊντερς και η αποδοχή του διαφορετικού, η "τρομακτική" παιδικότητα, το μακάβριο και γκόθικ στοιχείο. ο ρομαντισμός και το χιούμορ.
Μία άλλη από τις πρωτοτυπίες της είναι ότι πρόκειται για ασπρόμαυρο κινούμενο, πράγμα που ταιριάζει απόλυτα τόσο με την όλη ατμόσφαιρα του φιλμ όσο και με τις άπειρες σινεφίλ αναφορές και το κλίμα της δεκαετίας του 50, στην οποία μοιάζει να διαδραματίζεται η ιστορία.
Φυσικά πρόκειται για μια διασκευή του μύθου του Φρανκενστάιν. Μόνο που εδώ κεντρικός ήρωας είναι ένα παιδί που, όπως ο κλασικός ήρωας της Mary Shelley, χρησιμοποιώντας τον ηλεκτρισμό των κεραυνών, καταφέρνει να αναστήσει τον αγαπημένο του σκύλο, που έπεσε θύμα δυστυχήματος. Τα προβλήματα θα αρχίσουν, φυσικά, μετά.
Φτάνουμε λοιπόν στις αναφορές, που είναι βασικό στοιχείο της ταινίας: Φυσικά, όπως είπαμε, ο Φρανκενστάιν είναι προφανής. Και όχι μόνο το βιβλίο, αλλά και οι κλασικές ταινίες της δεκαετίας του 30. Το υποβλητικό σκηνικό του ζωντανέματος του "τέρατος" είναι όμοιο μ' αυτό της κλασικής ταινίας. Και βρίσκω ξεκαρδιστική την αναφορά στη "Νύφη του Φρανκενστάιν", με την σε σχήμα κεραυνού λευκή τούφα στο μαλλί της σκυλίτσας, όπως ακριβώς στην προαναφερθείσα νύφη. Από εκεί και πέρα... ό,τι ανακαλύψει ο κάθε θεατής. Η "Μούμια", ο Γκοτζίλα, τα Γκρέμλιν και Κρίτερς της δεκαετίας του 80, η φιγούρα του καθηγητή που μοιάζει με τον Βίνσεντ Πράις, ο Δράκουλας, βρίσκονται όλα εδώ. Αλλά κυρίως το "Pet Cemetery", τόσο του βιβλίου του Στίβεν Κινγκ όσο και της ομώνυμης ταινίας των 80ς. Και βέβαια ο παρατηρητικός θεατής θα ανακαλύψει και άλλες.
Συνολικά το βρήκα απολαυστικότατο. Αν μάλιστα συνδυάσετε και την χαρακτηριστική αισθητική και τις "ιδεολογικές" αρετές που αναφέραμε στην αρχή, νομίζω ότι έχουμε να κάνουμε με μια πολύ καλή ταινία. Και με μια πανέξυπνη διασκευή του Φρανκενστάιν. Φτάνει να αγαπάτε τον συνδυασμό μακάβριου και παιδικότητας.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Ιουνίου 10, 2012

ΣΚΟΤΕΙΝΕΣ ΣΚΙΕΣ ΚΑΙ ΔΥΣΤΥΧΙΣΜΕΝΟΙ - ΑΛΛΑ ΑΣΤΕΙΟΙ - ΒΡΙΚΟΛΑΚΕΣ

Με το "Dark Shadows" του 2012 ο Tim Burton συνεχίζει ακάθεστος στο δρόμο που ο ίδιος χάραξε από την αρχή της καριέρας του: Αυτόν της ρομαντικής, γοτθικής, αλλά και γεμάτης χιούμορ ματιάς στον κόσμο - ή μάλλον στον κατά Μπάρτον κόσμο. Και μάλιστα και πάλι με τον αχώριστο τα πολλά τελευταία χρόνια Τζόνι Ντεπ.
Είναι γνωστό ότι ο Μπάρτον παραμένει ένα μεγάλο παιδί. Είναι λοιπόν απόλυτα φυσικό να επιλέξει να μεταφέρει στην οθόνη ένα σίριαλ της δεκαετίας του 60, το οποίο έβλεπε μανιωδώς σαν έφηβος, και το οποίο, σαν γενική κατάσταση, θυμίζει μάλλον "Οικογένεια Άνταμς" - αν και όχι τόσο κωμικό. Στην ταινία πάντως ο Μπάρναμπας, που μια μάγισσα, της οποίας τον έρωτα αρνηθηκε κάποιους αιώνες πριν, τον έχει κάνει βρικόλακα, επιστρέφει στο 1972, τη χρονιά που διαδραματίζεται η ιστορία, για να σώσει την παρακμάζουσα οικογένειά του.
Φυσικά βρισκόμαστε και εδώ στο απόλυτα αναγνωρίσιμο κλίμα του Μπάρτον. Ο Ψαλιδοχέρης, ο Γουίλι Γουόνκα, το ζεύγος του Σκαθαροζούμη και οι άλλοι ήρωές του βρίσκονται κι αυτοί εδώ (εννοώ ότι θυμίζουν τον κοινωνικά απροσάρμοστο πρωταγωνιστή). Η εικόνα είναι μερικές φορές εντυπωσιακή και όμορφη, πάντα στο γοτθικό κλίμα που προαναφέραμε, και γενικά προσωπικά το διασκέδασα πολύ, με τον τρόπο που μόνο ο Μπάρτον ξέρει να με διασκεδάζει. Και φυσικά υπάρχει το "σήμα κατατεθέν" κράμα ρομαντισμού, συγκίνησης, σκοτεινού στοιχείου (αρκετά σκοτεινού σε κάποια σημεία) και χιούμορ. Βρήκα επίσης πετυχημένη τη μεταφορά της πλοκής στα 1972, με το μετα - χίπικο κλίμα, τον πόλεμο του Βιετνάμ, τον Νίξον και τον... Alice Cooper, ο οποίος δίνει και συναυλία παίζοντας τον εαυτό του. Η ιδέα αυτή αποτέλεσε για μένα την πηγή των καλύτερων αστείων της ταινίας, με τον παλιομοδίτη Μπάρναμπας να βρίσκεται εντελώς εκτός τόπου και χρόνου. Τέλος δεν μπορώ παρά να αναφερθώ και στο εντυπωσιακό καστ με Τζόνι Ντεπ, Μισέλ Φάιφερ, Έλενα Μπόναμ Κάρτερ, Εύα Γκριν και cameo εμφάνιση του Κρίστοφερ Λι.
Ξέρω ότι σε αρκετούς το φιλμ δεν άρεσε. Σίγουρα πρόκειται για μια ακόμα βερσιόν (επανάληψη αποκαλέστε την αν θέλετε) του γνώριμου μπαρτονικού κόσμου κι ίσως αυτό έχει πλέον κουράσει αρκετούς. Εμένα πάντως, όπως σας είπα και πριν, εξακολουθεί να με διασκεδάζει.

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Ιουνίου 07, 2010

"ΣΚΑΘΑΡΟΖΟΥΜΗΔΕΣ" ΚΑΙ ΕΞΟΡΚΙΣΤΕΣ... ΖΩΝΤΑΝΩΝ


Βρισκόματε στα 1988 όταν ουσιαστικά γνωρίσαμε τον Tim Burton. Ο "Σκαθαροζούμης" (Beetle Juice) ήταν η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, αλλά, όπως είπα, όλοι τον μάθαμε απ' αυτήν, αφού η πρώτη είχε ουσιαστικά περάσει απαρατήρητη. Ωστόσο στον πρώιμο αυτόν "Σκαθαροζούμη" ο Burton δείχνει ήδη όλα σχεδόν τα χαρακτηριστικά που έμελλε να σημαδέψουν το έργο του: Κατάμαυρο χιούμορ με ανατροπή των κλισέ τρόμου, εικόνα βγαλμένη από μυαλό γνήσιου σουρεαλιστή με οργιαστική φαντασία, ιστορία - παραμύθι, που απευθύνεται όμως κυρίως σε ενήλικους. Παιδικότητα; Κι αυτή υπάρχει, αλλά για κάπως πιο ενήλικα παιδιά. Γιατί τα κανονικά μπορεί και να παγώσουν με όσα βλέπουν...
Μια αστεία ιστορία τρόμου λοιπόν, με ένα συμπαθέστατο ζεύγος φαντασμάτων που προσπαθεί να διώξει τους παρείσακτους και θορυβώδεις ξένους που αγοράζουν το αγαπημένο τους σπίτι, το οποίο στοιχειώνουν. Τα πράγματα όμως θα μπερδευτούν κι άλλο όταν το απελπισμένο ζεύγος θα καλέσει σε βοήθεια τον φριχτό και αηδή Σκαθαροζούμη, εξορκιστή... ζωντανών και νεκρό και τον ίδιο.
Αυτό που αμέσως παρατηρεί κανείς είναι η εντυπωσιακή, πλούσια σε χρώματα και φαντασία εικόνα του Burton. Όταν μάλιστα δείχνει κάποιες σκηνές του "άλλου κόσμου", οι επιρροές από τον κλασικό γερμανικό εξπρεσιονισμό ("Εργαστήριο του Δρ. Καλιγκάρι" κλπ.) είναι κάτι παραπάνω από εμφανείς. Και, φυσικά, υπάρχουν επιροές από παραμύθια, αλλά και όλα τα κλισέ τρόμου (έστω και ανεστραμένα). Όσο για τα τέρατα, δεν έχει κανένα πρόβλημα να τα δείξει εμφανώς ψεύτικα και πολύχρωμα, κάτι σαν τρομαχτικά παιδικά παιχνίδια. Τι πετυχαίνει με όλα αυτά; Μια προσωπική εφιαλτική παιδικότητα, ένα σύμπαν δηλαδή που βουτάει βαθιά στην παιδική φαντασία, αλλά είναι πολύ σκοτεινό και τρομαχτικό για να ανήκει σε παιδική ταινία. Όπως δηλαδή είναι συχνά η παιδική ηλικία, που συνδυάζει την ανεμελιά με τους μυστικούς εφιάλτες. Και κάνει και μια αστεία κριτική στη σύγχρονη τέχνη και το extreme ντιζάιν των 80ς. Χμμ... αυτός είναι ιδιαίτερος δημιουργός κι όχι ένας ακόμα αμερικάνος μπλογκμπαστεράς, είχαμε σκεφτεί τότε και, ευτυχώς, πέσαμε μέσα.
Πέραν αυτών, νομίζω ότι μέχρι σήμερα ο "Σκαθαροζούμης" παραμένει, αν μη τι άλλο, μια πολύ διασκεδαστική ταινία. Η πρώτη σημαντική ενός σημαντικού σύγχρονου δημιουργού, ενός από τους λίγους που έχουν καταφέρει να συνδυάσουν την εμπορική επιτυχία με το προσωπικό όραμα.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Μαρτίου 11, 2010

Η ΑΛΙΚΗ ΩΣ ΑΙΩΝΙΟ ΤΡΙΠ


Φυσικά και είναι η πιο ταιριαστή επιλογή να σκηνοθετήσει εν έτει 2010 την κλασική "Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων" ο μεγαλύτερος μάλλον παραμυθάς της εποχής μας, ο Tim Burton. Και το αποτέλεσμα είναι τόσο θεαματικό όσο περιμέναμε. Ο Burton δίνει μια σειρά από τριπαριστές εικόνες και ενοποιεί τις δύο Αλίκες ("...στη Χώρα των Θαυμάτων" και "Μέσα από τον Καθρέφτη...) σε μία ιστορία, μεταφέροντάς την μάλιστα κάμποσα χρόνια μετά, ώστε να δικαιολογήσει μια 20χρονη περίπου Αλίκη και όχι το μικρό κοριτσάκι που ξέρουμε από το κλασικό βιβλίο.
Οι σεναριακές αλλαγές και "ελευθερίες" πάντως δεν με ενόχλησαν. Ήταν ίσως δικαιολογημένες, αφού στην ουσία τα πρωτότυπα δύο βιβλία δεν έχουν αυτό που λέμε "αρχή, μέση και τέλος", αλλά αποτελούνται από μια σειρά από σουρεαλιστικά, παράλογα επεισόδια. Οπότε κανένα πρόβλημα, για μένα τουλάχιστον, από τις σεναριακές αλλαγές. Ωστόσο, ενώ παρακολούθησα το φιλμ με ενδιαφέρον, βούτηξα αρκετά στην οπτική του μαγεία και δεν μπορώ να πω ότι κουράστηκα, στο τέλος έμεινα με ένα είδος ανικανοποίητου ή, αν θέλετε, κάποιου μπουχτίσματος. Και σκέφτηκα ότι αυτή εδώ η Αλίκη δεν είναι μια από τις καλύτερες δουλειές του Μπάρτον, ενός δημιουργού του οποίου μου αρέσουν πολύ οι περισσότερες ταινίες.
Το κακό είναι ότι δεν μπορώ να εντοπίσω τι ακριβώς φταίει. Ίσως, τελικά, υπεύθυνη να είναι η Disney, γνωστή ξενέρωτη εταιρία, για την οποία δούλεψε αυτή τη φορά ο Μπάρτον. Ίσως λοιπόν αυτό που έλειπε να είναι το γνωστό σκοτεινό στοιχείο, που υπάρχει σε όλες σχεδόν τις δουλειές του, όσο θεαματικές και παραμυθένιες και νά' ναι. Ίσως αυτή τη φορά να είχε διαρκώς στο μυαλό του ότι πρέπει να ικανοποιήσει και παιδιά, στα οποία πρωτίστως απευθύνονται οι παραγωγές της εταιρίας. Ίσως όμως, τώρα πλέον που στο σινεμά όλα (κυριολεκτικά) γίνονται, να έχουμε κουραστεί από το overdose υπερθέαμα και να ψάχνουμε πια για κάτι ουσιαστικότερο. Από αυτή την άποψη, πιθανόν να ήταν άστοχη η επιλογή μιας ελάχιστα σκοτεινής Αλίκης, που κυρίως στοχεύει στο θέαμα, σε μια εποχή βομβαρδισμού από νέες τεχνολογίες και εικόνες που σε κάνουν να αναφωνείς κάθε τρεις και λίγο "μα αυτό δεν γίνεται!"
Δεν σας αποτρέπω να δείτε την ταινία. Και μπαρτονική είναι σε αρκετά σημεία στην εικόνα της, και ευχάριστα την είδα και έχει κάποιο νόημα όσον αφορά τη σταδιακή συνειδητοποίηση της Αλίκης, την αποδοχή του εαυτού της και της διαφορετικότητάς της από τον μέσο όρο των κοριτσιών της εποχής και την τελική της επανάσταση ενάντια στις ασφυκτικές και καταπιεστικές δομές της βικτωριανής κοινωνίας. Απλά λέω ότι δεν τη θεωρώ πολύ καλή για Μπάρτον.
ΥΓ: Αυτή τη φορά βρήκα το 3-D μάλλον αδιάφορο. Δεν νομίζω ότι πρόσθετε κάτι ουσιαστικό στην εικόνα. Απλώς συνέβαλλε σε λίγο ακόμα εντυπωσιασμό.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Ιουλίου 16, 2009

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ, Ο ΓΙΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΓΙΑ ΜΕΓΑΛΑ ΨΑΡΙΑ


Ένας αμερικανός που ζει στο Παρίσι έχει αποξενωθεί από τον αθεράπευτα παραμυθά πατέρα του. Όταν όμως μαθαίνει ότι αυτός είναι στα τελευταία του αναγκάζεται να γυρίσει στην πόλη του με τη γαλίδα γυναίκα του. Πατέρας και γιος συναντιούνται, μιλάνε για πρώτη φορά μετά από χρόνια και σιγά – σιγά αρχίζει ένα είδος προσέγγισης.
Θα μπορούσε να είναι το στόρι ενός φιλμ του Μπέργκμαν ή κάτι τέτοιο. Είναι όμως το Big Fish του 2003 του Τim Βurton, ενός δημιουργού που διαθέτει από τις οργιαστικότερες φαντασίες που «κυκλοφορούν» στο σύγχρονο σινεμά. Και είναι ίσως η τρυφερότερη και πιο συγκινητική του ταινία.
Και η οργιαστική φαντασία; Το παραμύθι; Οι φευγάτες εικόνες, που αποτελούν το σήμα κατατεθέν του Burton; Μην ανησυχείτε. Βρίσκονται όλες (και) εδώ. Είπαμε. Ο πατέρας υπήρξε σ΄όλη του τη ζωή ένας απίστευτος παραμυθάς. Αυτές ακριβώς οι απίθανες ιστορίες του, που αφορούν πάντοτε "περιπέτειες που έζησε", δείχνονται στο φιλμ. Κι αυτές μπλέκονται αξεδιάλυτα με την πραγματικότητα, κάνοντας έτσι ένα διαρκές μπρος - πίσω στο παρόν και στο παρελθόν, στο πραγματικό και στο φανταστικό, στην αλήθεια και στο ψέμα. Κι έτσι, όσο προχωρά το φιλμ, τα όρια ανάμεσα στο παραμύθι και στα γεγονότα γίνονται όλο και περισσότερο δισδιάκριτα. Και εκεί ακριβώς βρίσκεται κατά τη γνώμη μου και η γοητεία της ταινίας.
Εκει όμως βρίσκεται νομίζω κι αυτό που θέλει να πει: Τελικά η "πραγματικότητα", αυτό που βιώνουμε, είναι μια σύνθεση του "αντικειμενικού" εξωτερικού περιβάλλοντος κι αυτού που έχουμε στο μυαλό μας. Η φαντασία μας αλληλεπιδρά με τα γεγονότα και δημιουργεί αυτό που εκλαμβάνουμε σαν πραγματικό. Κι ότι η αλήθεια, μας λέει επίσης το φιλμ, είναι λίγο διαφορετική για τον κάθε άνθρωπο. Αυτά όλα είναι που αρνείται να δεχτεί ο γιος, κι αυτό τον κάνει να αποξενωθεί απ' τον πατέρα. Κι όταν σιγά - σιγά τα αποδεχτεί θα δει τη ζωή γενικότερα και τον πατέρα του ειδικότερα με άλλο μάτι και θα τον πλησιάσει πραγματικά σε ένα από τα συγκινητικότερα φινάλε των τελευταίων χρόνων.
Αλλά μέχρι να φτάσουμε εκεί θε έχετε νομίζω διασκεδάσει με το χιούμορ, την παράδοξη ροή των όσων συμβαίνουν, τις αλλόκοτες ιστορίες που μπλέκονται η μια με την άλλη. Θα έχετε δηλαδή απολάυσει μια από τις καλύτερες,νομίζω, στιγμές στην καριέρα του Burton.

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 15, 2008

Ο ΣΚΟΤΕΙΝΟΣ ΚΑΙ ΑΙΜΑΤΟΒΑΜΜΕΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ SWEENEY TODD


Δεν είναι καθόλου πρωτότυπο, βέβαια, να πω ότι και εγώ (μαζί με μερικά άλλα εκατομμύρια) θεωρώ τον Tim Burton ως έναν από τους σημαντικότερους σύγχρονους δημιουργούς. Ο σκοτεινός, συχνά νοσηρός κόσμος του, είναι ένας καθαρά δικός του κόσμος, βγαλμένος κατευθείαν από την καλπάζουσα φαντασία του. Το ενδιαφέρον με τον Burton είναι ότι, αν και απόλυτα προσωπικός, παραμένει ένας εμπορικός σκηνοθέτης, που κάθε ταινία του αποφέρει εκατομμύρια και διακρίνεται στο box office. Είναι η περίπτωση όπου τα όρια ανάμεσα στην προσωπική δημιουργία και το blockbuster καταρρέουν. Και είμαι ένας από τα εκατομμύρια και πάλι που απολαμβάνουν απόλυτα αυτή την κατάρρευση.
Δεν έχω να πω κάτι πρωτότυπο για τον Sweeney Todd (2007), το τελευταίο πόνημα του Μπάρτον, με τον αγαπημένο του ηθοποιό, τον Τζόνι Ντεπ φυσικά, στον βασικό ρόλο (αλλά και τη σύζυγό του σκηνοθέτη, την Έλενα Μπόναμ Κάρτερ). Τα έχουν ήδη επισημάνει όλα. Αυτό που θεωρώ πρωτότυπο είναι η πλήρης αποδόμηση του μιούζικαλ, ενός είδους που οι περισσότεροι θεωρούν από "γλυκούλι" έως ξενέρωτο. Ε, λοιπόν, καμία σχέση. Ο Μπάρτον κάνει ένα απόλυτα μαύρο, ματοβαμμένο και νοσηρό μιούζικαλ (γιατί, βέβαια, μιούζικαλ είναι ο Sweeney Todd), δίχως ίχνος φωτός και ελπίδας, με τον άσβεστο πόθο για εκδίκηση να κυριαρχεί από το πρώτο έως το τελευταίο λεπτό. Το μιούζικαλ προϋπήρχε ως θεατρικό, αυτό που βλέπουμε όμως στην οθόνη είναι καθαρός Μπάρτον. Και, επιπλέον, με μια πολιτική διάσταση, καθώς ο δαιμονικός και άδικα καταδικασμένος κουρέας της βικτωριανής Αγγλίας εκδικείται (σφάζοντας) δίχως ίχνος ελέους την άρχουσα τάξη: Πλούσιους, δικαστές, προύχοντες κάθε είδους, σα να λέει ότι αυτός είναι ο μόνος δρόμος σε μια απόλυτα άδικη κοινωνία.
Η εντυπωσιακή φωτογραφία εξαλείφει σχεδόν κάθε χρώμα, κάνοντας στο γκριζόμαυρο να κυριαρχεί ώστε να επιτείνει τη ζοφερή ατμόσφαιρα. Αλλά όχι μόνο γκριζόμαυρο. Υπάρχει και το κόκκινο, που σχεδόν ρέει σε κάθε σκηνή, καθώς οι πίδακες του αίματος ξεπηδούν όλο και πιο συχνά αγγίζοντας τα όρια του σπλάτερ. Και το χιούμορ του Μπάρτον; Φυσικά και υπάρχει. Είναι όμως τόσο μαύρο και σαρδόνιο, που δύσκολα το διακρίνει ο αμύητος θεατής.
Απολαύστε το. Σας προειδοποιώ όμως: Είναι πιο μαύρο απ' όσο νομίζετε. Είναι μάλλον ο πιο "μαύρος" Μπάρτον μέχρι σήμερα.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Ιανουαρίου 08, 2006

CORPSE BRIDE: ΟΤΑΝ ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΜΙΟΥΖΙΚΑΛ


Ο Tim Burton έκανε ένα ακόμα αριστούργημα: Χρησιμοποιώντας την ίδια φοβερά δύσκολη και χρονοβόρα τεχνική με τον "Χριστουγεννιάτικο Εφιάλτη", κατάφερε με το Corpse Bride (Νεκρή Νύφη) να φτιάξει μια ταινία που, προσωπικά, μου αρέσει ακόμα περισσότερο απ' αυτόν, καθώς διαθέτει περισσότερη σεναριακή συνοχή και μια μάλλον πιο "άρρωστη" ατμόσφαιρα (πράγμα που είναι βέβαια πλεονέκτημα αν πρόκειται για φιλμ του είδους). Οι εικόνες του, δοσμένες με σκοτεινά χρώματα, είναι και πάλι εκπληκτικές, η μουσική θαυμάσια (ίσως πάντως η μουσική του "Εφιάλτη" να μου άρεσε περισσότερο), η ιστορία ανατρέπει κάθε τι που (νομίζουμε) ότι ξέρουμε για τον κόσμο των νεκρών... (Προσέξτε ότι ο κάτω κόσμος είναι ο μόνος που δίνεται με ζωηρά, χαρούμενα σχεδόν χρώματα, ενώ στον δικό μας κυριαρχεί η σκοτεινιά και το μαύρο). Αλήθεια, ποιος άλλος μπορεί να μιλά για σκουλικιασμένα πτώματα, μισολειωμένα φαντάσματα, βίαιες δολοφονίες, κάθοδο στον κάτω κόσμο και ταυτόχρονα να είναι γλυκύτατος, τρυφερός και αστείος, κάνοντάς σε να συμπαθείς τα εφιαλτικά αυτά όντα; Αφείστε που η νύφη - με το σκουλίκι στο μάτι, τις ουλές και το σκελετωμένο χέρι, κατορθώνει να είναι σέξι!!! Μην το χάσετε.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker