Παρασκευή, Ιουνίου 12, 2020

"Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΤΡΥΠΙΑΣ ΚΑΡΔΙΑΣ": ΜΙΑ ΚΩΜΙΚΟΤΡΑΓΙΚΗ ΚΑΤΑΔΥΣΗ ΣΤΑ ΑΔΥΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ

Το 2020 ο Γιάννης Οικονομίδης τα κατάφερε πάλι. Ίσως μάλιστα ακόμα καλύτερα από τις προηγούμενες ταινίες του. "Η Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς", εκτός από τα γνωστά μέχρι τώρα μοτίβα του, εισάγει και το έντονα κωμικό στοιχείο, φτιάχνοντας έτσι μια εξαιρετική και κατάμαυρη κωμωδία και νουάρ μαζί.
Η Όλγα, νεαρή σύζυγος πλούσιου βιομήχανου, τα φτιάχνει με το Μάνο, ιδιοκτήτη σκυλάδικου και πρώην διάσημο τραγουδιστή (σκυλάδικων βεβαίως). Τολμά μάλιστα να εγκαταλείψει τον "παντοδύναμο" σύζυγό της, ο οποίος θα καταρρεύσει, θα βουτήξει στο αλκοόλ και, σύντομα, θα αναζητήσει εκδίκηση, πυροδοτώντας έτσι έναν αιματηρό μηχανισμό που θα καταλήξει σε αληθινή σφαγή.
Από τα απολαυστικότερα (και ταυτόχρονα κατάμαυρα) ελληνικά φιλμ των τελευταίων χρόνων, η "Μπαλάντα..." έχει πολλές αρετές: Σφιχτή αφήγηση δίχως κοιλιές, απόλυτα φυσικές ηθοποιίες ακόμα και από άγνωστους ηθοποιούς που εμφανίζονται για πρώτη φορά, αστυνομικό σασπένς όπως αυτά των παλιών νουάρ και, ταυτόχρονα, ξεκαρδιστικό μερικές φορές χιούμορ (είπαμε, πρόκειται για μαύρη κωμωδία). Κυρίως όμως έχουμε να κάνουμε με μια βαθύτατη (και ζοφερή κατά βάθος) κατάδυση στην ελληνική επαρχία, με τη μιζέρια, την κακογουστιά, τα σκάνδαλα, την ασχήμια των πόλεων και τις παρανομίες της. Λειτουργεί επίσης η ταινία ως μια απίθανη "πινακοθήκη" σπαρταριστών τύπων. Ποιον να πρωτο"θαυμάσεις"; Τον εκτελεστή Μουρίκη, τον χεβιμεταλά γκόμενο της κόρης του βιομήχανου, τους απίστευτους δίδυμους... για να αναφέρω λίγους μόνο που μου έρχονται αμέσως στο νου. Και, για να σας προειδοποιήσω, το γνωστό κρεσέντο βωμολοχιών, μόνιμο γνώρισμα των φιλμ του σκηνοθέτη, υπάρχει κι εδώ. Κάπως μειωμένο ίσως, αλλά πανταχού παρόν.
Φυσικά η όλη εικόνα που αποτυπώνεται δεν είναι καθόλου κολακευτική για την επαρχία, αλλά και για την ελληνική κοινωνία γενικότερα. Αλλά αυτό ακριβώς πετυχαίνει (όπως συνήθως) ο Οικονομίδης, και μάλιστα με απόλυτα φυσικό τρόπο: Να καυτηριάσει ανελέητα μια χρεωκοπημένη, δίχως την παραμικρή πίστη σε αξίες, κοινωνία, που ζει μόνο για το "όσα φάμε, όσα πιούμε κι όσα..." ξέρετε τη συνέχεια. Περιττό να πούμε ότι όλοι ανεξαιρέτως οι χαρακτήρες είναι αρνητικοί (ή έχουν αρνητικές πλευρές). Αυτό μας έλειπε να μην...
Σας είπα στην αρχή ότι για μένα είναι μια από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες των τελευταίων χρόνων.
ΥΓ: Η ανάμειξη (για να μην πω η κυριαρχία) των μανάδων στα πάντα (είναι σαν να κινούν όλα τα νήματα αθέατες), η απόλυτη επιρροή που ασκούν ακόμα και στους πιο σκληρούς, είναι ξεκαρδιστική και συγχρόνως εφιαλτική. Απόλυτα ελληνικό φαινόμενο βεβαίως.

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Απριλίου 14, 2014

"ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΨΑΡΙ" ΚΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ ΕΞΑΘΛΙΩΣΗ

«Το Μικρό Ψάρι» του 2014 είναι η τέταρτη ταινία του Γιάννη Οικονομίδη και, κατά τη γνώμη μου, η ωριμότερή του. Στο φιλμ αυτό το διαρκές υβρεολόγιο (σήμα κατατεθέν του δημιουργού, που προσέδιδε μια ένταση και βιαιότητα σχεδόν σωματική στα προηγούμενα φιλμ του, κυρίως τα δύο πρώτα) έχει κάπως υποχωρήσει, για να δώσει τη θέση του σε μια πιο βαθιά, αλλά εξ ίσου συγκλονιστική εσωτερική αγωνία.
Ο ήρωας είναι ένας αποφυλακισμένος, που δουλεύει σε φούρνο, ταυτόχρονα όμως είναι και πληρωμένος δολοφόνος, εκτελώντας συμβόλαια θανάτου. Μοναχικός, λιγομίλητος, υπόκειται διαρκώς λεκτική βία από παντού γύρω του. Την αντιμετωπίζει όμως στωικά, σιωπηλά,, ζει ασκητικά και δίνει όλα σχεδόν τα (μπόλικα) λεφτά που βγάζει στον αδελφό του φυλακισμένου Λεωνίδα, ο οποίος του έχει σώσει τη ζωή, για να πάρει σάρκα και οστά ένα παράτολμο σχέδιο απόδρασης του τελευταίου. Όταν όμως ο ήρωάς μας νοιώσει προδομένος, η βία είναι πλέον μονόδρομος.
Όπως καταλάβατε η ταινία δανείζεται πολλά από τα φιλμ νουάρ (του Μελβίλ κυρίως). Ο μοναχικός, λιγομίλητος ήρωας, δολοφόνος μεν, αλλά με μια προσωπική, άτεγκτη ηθική, αποτελεί αρχετυπική φιγούρα του είδους. Παράλληλα ο Οικονομίδης κάνει για μια ακόμα φορά μια σκληρότατη, άγρια θα λέγαμε, κριτική της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας της κρίσης. Η παρακμή της - κι αυτό δείχνεται ξεκάθαρα - δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά πρώτιστα ηθική: Η εκπόρνευση, η έλλειψη κάθε δισταγμού μπροστά στην απόκτηση χρήματος, η απάτη, η παντελής απουσία ηθικής από τον εργασιακό χώρο μέχρι οπουδήποτε, η εκμετάλλευση, είναι τα στοιχεία που κυριαρχούν σ’ αυτή. Μπροστά σ’ αυτή την ηθική εξαθλίωση ένας πληρωμένος φονιάς μοιάζει να είναι πολύ πιο ηθικός, τίμιος και δίκαιος από τον βόρβορο που τον περιβάλλει. Κι αυτό σπάνια έχει δειχτεί, νομίζω, τόσο ξεκάθαρα στο σινεμά (και όχι μόνο το ελληνικό). Όπως επίσης και ο κοινωνικός εγκλωβισμός, η βαθύτατη μοναξιά η από παντού πίεση του πρωταγωνιστή που γίνεται αφόρητη.
Όλα τα παραπάνω συνεπικουρούνται τόσο από την εσωτερική, εξαίρετη ερμηνεία του Βαγγέλη Μουρίκη, όσο και από την απροσδόκητα εντυπωσιακή ερμηνεία του γνωστού δημιουργού κόμικς (και παντελώς ερασιτέχνη ηθοποιού) Πέτρου Ζερβού στο ρόλο του γείτονα και μοναδικού ίσως φίλου του ήρωα.

Όπως καταλάβατε βρήκα την ταινία έως και συγκλονιστική. Και μάλιστα δίχως να επικεντρώνεται τόσο στην κατάδειξη της βίας καθεαυτής. Είναι η ψυχολογική βία αυτή που πραγματικά τσακίζει κόκαλα. 

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Νοεμβρίου 04, 2010

ΜΑΧΑΙΡΟΓΑΛΤΕΣ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΠΑΘΟΥΣ


Τρία στα τρία! Ο Γιάννης Οικονομίδης καταφέρνει να κάνει και τρίτη πολύ δυνατή ταινία, τουλάχιστον κατά τη γνώμη μου( διότι ξέρω ότι η δουλειά του και αμφιλεγόμενη είναι και δύσκολα αντέχει κανείς την ψυχολογική βία της). Ο "Μαχαιροβγάλτης" λοιπόν του 2010 έχει κοινά στοιχεία και διαφορές από τα δύο προηγούμενα φιλμ του.
Ας τονίσουμε αρχικά ότι το κλίμα, ζοφερό, αποπνικτικό, ασφυκτικό, είναι το ίδιο πάνω - κάτω με το κλίμα του "Σπιρτόκουτου" και της "Ψυχής στο Στόμα". Εδώ όμως η λεκτική βία και η ακατάσχετη υβρεολογία έχουν υποχωρήσει αισθητά. Τη θέση τους παίρνει ένα βαθύτερο δράμα, που δεν χρειάζεται τέτοια "εξωτερικά" στοιχεία για να δειχτεί και να ολοκληρωθεί. Η άλλη διαφορά είναι η εξαιρετική ασπρόμαυρη φωτογραφία. Εδώ βλέπουμε έναν εικαστικό (!) Οικονομίδη, με προσεγμένα πλάνα, με ομορφιά μέσα στη μιζέρια που μας δείχνει, όσο κι αν αυτό ακούγεται αντιφατικό. Τα υπόλοιπα θέματά του όμως είναι και πάλι παρόντα: Η νεοελληνική μιζέρια πρώτα - πρώτα σε όλο της το μεγαλείο, τόσο αυτή της επαρχίας, όσο και των αθηναϊκών προαστείων. Ένα κλασσικό ερωτικό τρίγωνο (ο σύζυγος, η σύζυγος, ο εραστής) καταφέρνει να μας δώσει ανάγλυφη όλη την πλήξη, την κενότητα, την έλλειψη ενδιαφερόντων, την ασφυξία των ηρώων (και, εννοείται, ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας μας). Ασφυξία στα πλαίσια της οικογένειας, της δουλειάς, της επαρχίας, της πόλης, των κάθε λογής σχέσεων. Οι τελικές σκηνές, που δείχνουν την ίδια ακριβώς βαρειά ατμόσφαιρα να επαναλαμβάνεται με άλλους πρωταγωνιστές αυτή τη φορά, αναιρούν οποιαδήποτε υποψία ρομαντισμού στην ερωτική σχέση (όχι δηλαδή ότι υπήρχε ποτέ) και κλείνουν κάθε πιθανή διέξοδο. Βλέπετε, ακόμα και το ερωτικό πάθος ή το έγκλημα μοιάζουν αδύνατο να βγάλουν ανθρώπους εξ αρχής κενούς από την ασφυκτική ρουτίνα τους.
Ο Οκονομίδης έχει κατά τη γνώμη μου έναν μοναδικό τρόπο να καταδεικνύει τη φρίκη της καθημερινότητας, την κόλαση της ρουτίνας και των ανθρώπινων σχέσεων. Γι' αυτό εκτιμώ ιδιαίτερα τη δουλειά του. Και ακόμα περισσότερο όταν το "κακό" τριτώνει - και με εικαστικότερο τρόπο αυτή τη φορά.
ΥΓ: Το είπα και στην αρχή: Όπως και στις προηγούμενες ταινίες του, ο "Μαχαιροβγάλτης" είναι κι αυτός πνιγηρός, σκοτεινός και αγχωτικός. Οπότε ας προσέξουν όσοι αγνοούν τη δουλειά και την αισθητική άποψη του Οικονομίδη.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Φεβρουαρίου 24, 2007

Η ΨΥΧΗ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΑ


Δύο στα δύο λοιπόν. Η δεύτερη ταινία του Γιάννη Οικονομίδη "Η ψυχή στο στόμα" καταφέρνει να δώσει στο θεατή μια ακόμα πιο δυνατή γροθιά στο στομάχι απ' όσο το "Σπιρτόκουτο". Ο κόσμος εδώ, η ελληνική κοινωνία για την ακρίβεια, είναι ακόμα πιο σκοτεινός, ακόμα πιο αδιέξοδος, ακόμα πιο πνιγηρός. Μέσα σε μια καθημερινότητα που κυριολεκτικά σκοτώνει, δίχως την παραμικρή χαραμάδα φωτός, ο ήρωας, σαλταρισμένος από την πρώτη κιόλας σκηνή, περιφέρεται αμέτοχος, χωρίς να αντιδρά (δεν μπορεί άλλωστε), χωρίς να μιλά σχεδόν, ενώ καταπιέζεται και τρώει απανωτές σφαλιάρες από τους πάντες γύρω του (γυναίκα, εργοδότη, συνάδελφους, συγγενείς κλπ.) Ακόμα και από απλούς γνωστούς, το μόνο που εισπράττει είναι μία απύθμενη οργή, ίσως όχι για το πρόσωπό του ειδικά, αλλά για τα πάντα γύρω τους.
Η ταινία παρακολουθείται πολύ δύσκολα. Πολλοί δεν αντέχουν αυτή την αδυσώπητη ψυχολογική βία, τη συνεχή, δίχως το παραμικρό διάλειμμα πίεση του ήρωα από τους πάντες και τα πάντα. Σημειωτέον ότι μιλάμε για ψυχολογική βία και μόνο. Δεν υπάρχει σχεδόν καμιά σκηνή σωματικής βίας, αυτό το γεγονός όμως σε καμιά περίπτωση δεν ελαφρύνει τα πράγματα. Κάθε άλλο. Αλλά αυτό που πραγματικά προκαλεί overdose είναι η λεκτική βία. Το 90% ίσως των όσων λέγονται αποτελούνται από βρισιές. Οι πάντες μιλάνε βρίζοντας, εκφράζονται αποκλειστικά με βρισιές, μερικές από τις οποίες μάλιστα ιδιαιτέρως ευφάνταστες (ίσως και να αποτελεί παγκόσμιο ρεκόρ το ποσοστό τους επί του συνολικών διαλόγων).
Αν καταφέρετε να τα αντέξετε όλα αυτά, θα διαπιστώσετε ότι ο Οικονομίδης είναι καλός σκηνοθέτης και κάνει ένα προσωπικό, άμεσα αναγνωρίσιμο σινεμά. Το μεγάλο ατού του είναι η εξαιρετική διεύθυνση των ηθοποιών, όλων ανεξαιρέτως, οι οποίοι είναι πειστικότατοι στους απάνθρωπους ρόλους τους. Είναι αλήθεια ότι απομονώνει και μεγενθύνει μονάχα ό,τι αποκρουστικότερο υπάρχει στην καθημερινή μας ρουτίνα, αποκλείοντας οτιδήποτε ευχάριστο (αυτή ακριβώς η καθημερινότητα, η οικειότητα που νοιώθουμε με τα τεκταινόμενα, είναι που κάνουν αβάσταχτες σχεδόν στη θέασή τους τις ταινίες του). Αυτό όμως το κάνει με εξαιρετικά αποτελεσματικό τρόπο. Ο κίνδυνος είναι όλο αυτό το μικροσύμπαν να γίνει μανιέρα και απλή επανάληψη. Βρίσκεται όμως ακόμα στην αρχή και - δεδομένων των ικανοτήτων του - κάλλιστα μπορεί να αποφύγει κάτι τέτοιο.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker