Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 22, 2022

ΕΝΑΣ ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΟΣ "ΜΕΓΚΡΕ" ΚΙ ΕΝΑ "ΝΕΚΡΟ ΚΟΡΙΤΣΙ"

 Είχα χρόνια να δω καινούρια ταινία ενός κάποτε αγαπημένου δημιουργού, του γάλλου Patrice Leconte. Να λοιπόν που το 2022 επιστρέφει (για μένα επιστρέφει διότι ο άνθρωπος έκανε κανονικά ταινίες όλα αυτά τα χρόνια) με το "Maigret" ("Ο Μεγκρέ και το νεκρό κορίτσι" στην Ελλάδα), με έναν υπέρβαρο Ζεράρ Ντεπαρντιέ στον ομώνυμο ρόλο.

Κάπου στη δεκαετία του 50 ο κουρασμένος απ' όλα επιθεωρητής Μεγκρέ, μόνιμος ήρωας των αστυνομικών μυθιστορημάτων του Ζορζ Σιμενόν, αναλαμβάνει να διαλευκάνει το φόνο μιας νεαρής, φτωχής κοπέλας που συνέβη νύχτα σε απομονωμένο δρόμο. Οι έρευνες αρχίζουν και οι ύποπτοι είναι αρκετοί...

Ο Leconte - αυτό γίνεται αντιληπτό από την πρώτη στιγμή - κάνει πρώτα απ' όλα μια μελαγχολική ταινία. Τα πάντα συμβάλλουν στη δημιουργία της ατμόσφαιρας αυτής : Τα μουντά, γκρίζα χρώματα που επικρατούν, η επιλογή φτωχών, τετριμμένων, άχαρων χώρων, εσωτερικών και εξωτερικών, στο ούτως ή άλλως πιο "δύσκολο" μεταπολεμικό Παρίσι και, πάνω απ' όλα ο ίδιος ο θρυλικός επιθεωρητής. Ο οποίος δεν έχει τίποτα γοητευτικό: Ηλικιωμένος, παντρεμένος με μια συνηθισμένη γυναίκα, υπέρβαρος όπως είπαμε στην αρχή, με προβλήματα υγείας, οδεύει ολοταχώς προς την κατάθλιψη ("δεν έχω όρεξη για τίποτα", λέει  κάποια στιγμή, "ούτε για σεξ ούτε για φαγητό ή ποτό..."). Φυσικά ο όντως υπέρβαρος Ντεπαρντιέ γίνεται ιδανικός ερμηνευτής του ρόλου και ο Λεκόντ γυρίζει στην ευαίσθητη μελαγχολία που είχαν κάποιες παλιότερες ταινίες του

Έτσι λοιπόν δεν θα δείτε ούτε καταδιώξεις ή καταιγιστική δράση ούτε εξωφρενικές ανατροπές ούτε τίποτα αμερικάνικο. Θα δείτε μια χαμηλότονη, μελαγχολική ταινία, η οποία βεβαίως διατηρεί το σασπένς του "ποιος είναι ο ένοχος και γιατί". Και, βέβαια, υπάρχει ο καυτηριασμός της υποκρισίας και της ανηθικότητας των ανώτερων τάξεων και όσων οι εκπρόσωποί της πασχίζουν να κρύψουν "κάτω απ' το χαλί", για τις οποίες τάξεις οι "κάτω" είναι απλά παιχνίδια.

Προσωπικά μου άρεσε όλη αυτή η αργή, μελαγχολική εξέλιξη, αλλά σας προειδοποίησα για το γενικό κλίμα. Αν θέλετε λοιπόν δοκιμάζετε.

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Νοεμβρίου 11, 2013

ΤΟ ΑΝΑΛΑΦΡΟ "ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΗΣ ΓΕΦΥΡΑΣ" ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΟ ΜΗΧΑΝΗΣ ΘΕΟΙ

Αν έπρεπε να χαρακτηρίσω με λίδες λέξεις τον Patrice Leconte θα διάλεγα τις λέξεις "γλυκός", "ανάλαφρος", "χαριτωμένος". Και σχεδόν πάντοτε με χιούμορ, φυσικά. Όλα αυτά υπάρχουν σε υπέρτατο βαθμό στο "Κορίτσι της Γέφυρας" (Le Fille Sur le Ponte) του 1999. Πλην όμως, φοβάμαι ότι υπάρχουν μόνο αυτά και τίποτα άλλο. Και είναι κακό αυτό; θα μου πείτε. Όχι ακριβώς. Αν όμως σε ένα φιλμ υπάρχει τόσο έκδηλη προσπάθεια να είναι μόνο αυτό, αν δηλαδή μιλάμε για μια ταινία παντελώς κενή περιεχομένου, ε, τότε έχω κάποιες αντιρρήσεις.
Η Βανέσα Παραντί (εκθαμβωτική εδώ) είναι μια αφελής κοπέλα, που παρασύρεται πολύ εύκολα από τους άντρες, οι οποίοι μετά την παρατάνε. Ενώ λοιπόν ετοιμάζεται να αυτοκτονήσει πηδώντας από μια γέφυρα, σώζεται την τελευταία στιγμή από έναν μεσήλικα άντρα που τυχαίνει να βρίσκεται εκεί. Αυτός αποδεικνύεαται ότι είναι ζογκλέρ, απ' αυτούς που δουλεύουν σε τσίρκο και πετάνε μαχαίρια σε μια δεμένη κοπέλα. Φυσικά εκείνη θα δεχτεί να εξασκήσει το επικίνδυνο αυτό σπορ και θα γίνουν πετυχημένο ζευγάρι επί σκηνής, στη ζωή όμως τα πράγματα θα παραμείνουν σε μια σχέση συμπάθειας και μέχρις εκεί. Κάμποσα άλλα θα συμβούν  (η κοπέλα είναι πάντοτε επιρρεπής στους άντρες) μέχρι το λίγο-πολύ-όπως-το-περιμένουμε φινάλε.
Η ταινία βλέπεται ευχάριστα, διαθέτει όμορφη, ασπρόμαυρη φωτογραφία και μια ακόμα πιο όμορφη Παραντί... και τίποτα άλλο. Νομίζω ότι εδώ ο Λεκόντ τραβά το χαριτωμένο στιλ του στα άκρα. Παύει να ενδιαφέρεται για οποιαδήποτε μορφή αληθοφάνειας, δίχως όμως να γίνεται σουρεαλιστικός ή να μπαίνει στο χώρο του φανταστικού. Παύει να ενδιαφέρεται για οποιοδήποτε "περιεχόμενο" και παραμένει σε μια ευχάριστη και καλογυαλισμένη επιφάνεια ή/και στην προσπάθεια δημιουργίας στιλ (η ασπρόμαυρη φωτογραφία είναι νομίζω βασικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση). Παύει να ενδιαφέρεται για οποιοδήποτε βαθύτερο ψάξιμο χαρακτήρων ή τόπων και γίνεται απλώς καρτποσταλικός (οι σκηνές στην Ιταλία, την Αθήνα - ναι, φαίνεται η Ακρόπολη - και στην Κωνσταντινούπολη είναι χαρακτηριστικά στερεοτυπικές και τουριστικές). Και στο τέλος σκάει απο το πουθενά κι ένας πέρα για πέρα "από μηχανής θεός" και όλα βαίνουν καλώς.
Ναι, φαντάζομαι ότι όλα αυτά γίνονται εν γνώσει του. Ότι ήθελε να φτιάξει κάτι που να είναι το άκρον άωτον του ανάλαφρου και του χαριτωμένου. Ωστοσο κατά τη γνώμη μου το παράκανε. Και, ναι, το είδα ευχάριστα, αλλά μέχρις εκεί. Απολύτως τίποτα άλλο. Επιτρέψτε μου να προτιμώ σαφώς αρκετές άλλες ταινίες του (από τον "Εραστή της Κομώτριας" και τους ξεκαρδιστικούς "Αρχιδούκες" μέχρι τον "Άνθρωπο του Τρένου" και το "Tango")

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Μαΐου 01, 2013

ΜΙΑ ΜΠΟΥΤΙΚ ΜΕ... ΕΙΔΗ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ

Μετά από τόσα χρόνια πίσω από την κάμερα και με ένα πλήθος διαφορετικών ειδών μεν, σχεδόν πάντα όμως ευαίσθητων και με χιούμορ ταινιών, ο Patrice Leconte εν έτει 2012 γυρίζει το πρώτο του animation. Η "Μπουτίκ για Αυτόχειρες" όμως (Le Magasin des Suicides ο πρωτότυπος γαλικός τίτλος) δεν μοιάζει με τα περισσότερα κινούμενα που έχετε δει.
Η προφανής παρατήρηση που επισημαίνουν οι πάντες είναι ότι η όλη ιστορία είναι θαρείς βγαλμένη από τον διασκεδαστικό πλην όμως σκοτεινό κόσμο του Tim Burton. Και όντως, θα του ταίριαζε γάντι να έφτιαχνε μια ιστορία όπου όλοι οι άνθρωποι είναι δυστυχισμένοι και το μόνο που έχουν στο μυαλό τους είναι πότε και με τι τρόπο θα αυτοκτονήσουν. Η μπουτίκ του τίτλου λοιπόν, που ανήκει σε μια οικογένεια, πουλά ακριβώς... είδη αυτοκτονίας και οι ιδιοκτήτες, ανάλογα με το στιλ και την ιδιοσυγκρασία κάθε πελάτη, προτείνουν την κατάλληλη μέθοδο, δίνοντας πλήρεις οδηγίες χρήσεως. Και, φυσικά, γίνονται πλούσιοι. Όταν όμως θα γεννήσουν και τρίτο παιδί, ένα αγοράκι, όλα θα ανατραπούν. Διότι, ώ του θαύματος, το παιδί θα τους βγει χαρούμενο, γελαστό, με μονη επιθυμία να κάνει και τους γύρω του να γελάνε. Τι ντροπή για τους μονίμως σκυθρωπούς γονείς και για όλη την κοινωνία άλλωστε!
Ο Λεκόντ γυρίζει το ασυνήθιστο κινούμενό του δίχως να δίνει δεκάρα ούτε για τις συμβάσεις του είδους ούτε για την πολιτική ορθότητα ("είναι το είδος κιν. σχεδιου που δεν θα γύριζε ποτέ η Pixar", δηλώνει ο ίδιος). Εδώ οι άνθρωποι αυτοκτονούν στ' αλήθεια, ο ένας μετά τον άλλον, με μια πλειάδα από τρόπους. Και πεθαίνουν στ' αλήθεια, δεν ξανασηκώνονται, όπως σε πολλά animation. Εδώ η έννοια της "θλιμένης και δυστυχισμένης" κοινωνίας φτάνει στα άκρα της. Πολύ απλά, κανείς δεν γουστάρει τη ζωή και πεθαίνει. Αλλά υπάρχουν και αρκετές επί μέρους σκηνές όπου κάθε έννοια πολιτικής ορθότητας πάει περίπατο. Ωστόσο το (κατάμαυρο συνήθως) χιούμορ υπάρχει άφθονο. Όπως και κάμποσα άλλα "ενήλικα" στοιχεία. Αλλά, επειδή μιλάμε για Λεκόντ, ο οποίος έχει ούτως ή άλλως αυτή την άποψη, καταφέρνει να κάνει το όλο σκοτεινό αυτό φιλμ απόλυτα αισιόδοξο.
Ο Λεκόντ, πιστός στο όραμά του, δεν χρησιμοποιεί κομπιουτερέ, "στρογγυλό" σχέδιο, αλλά ένα είδος σχεδίου περισσοτερο "άτεχνο", πιο χειροποίητο θα έλεγε κανείς. Προσωπικά αυτό μου αρέσει, αφού εδώ και πολλά χρόνια έχω βαρεθεί το κλασικό τυποποιημένο σχέδιο των μεγάλων αμερικάνικων και γαλικών επιτυχιών του είδους, όπου είναι αδύνατο να εντοπίσει κανείς το προσωπικό στιλ του σχεδιαστή, αφού όλα μοιάζουν αισθητικά μεταξύ τους (όλα αυτά άσχετα με το αν πρόκειται για καλές ταινίες ή όχι). Εδώ (όπως και στις "Τριπλέτες της Μπελβίλ" ή στις ταινίες του Ocelot), το σχεδιαστικό ύφος είναι σαφές και προσδιορίσιμο. Κι ας έχει κάποιες ατέλειες σε σχέση με την άψυχη τελοιότητα που προαναφέραμε. Επίσης το φιλμ είναι διαπραγματευμένο σα μιούζικαλ, με αρκετά τραγούδια να διακόπτουν την κανονική ομιλία των ηρώων. Οι οποίοι ήρωες (τα μέλη της οικογένειας τουλάχιστον) έχουν όλοι μικρά ονόματα διάσημων αυτόχειρων ((Μισίμα, Λουκρητία, Βίνσεντ κλπ.). Γενικά, τα κοινωνικά σχόλια είναι πολλά στο φιλμ.
Ίσως η ταινία με κούρασε λίγο σε κάποια σημεία, καθώς νομίζω ότι η πολύ καλή αρχική ιδέα επαναλαμβάνεται αρκετά από ένα σημείο και πέρα. Επίσης βρήκα το φινάλε εύκολο και μη απόλυτα διακιολογημένο. Και, τέλος, έχω αντίρηση για το 3D. Νομίζω ότι δεν είχε λόγο ύπαρξης σε μια ταινία δουλεμένη κυρίως με πλακάτα χρώματα και με εμφανώς δισδιάστατους χαρακτήρες. Παρ' όλα αυτά το θεωρώ καλό και πρωτότυπο φιλμ. Και, όπως είπα, ένα animation που κάθε άλλο παρά τηρεί τις συμβάσεις.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 09, 2012

Η ΚΟΜΜΩΤΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΑΠΟΛΥΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

"Ο Εραστής της Κομμώτριας" είναι μια ταινία που μιλά για τον απόλυτο έρωτα. Τόσο απόλυτο, που είναι εξωπραγματικός. Κι αυτό διαφαίνεται σε πολλά από τα στοιχεία της.
Ο Patrice Lecont, ο συμπαθέστατος και κομψός γάλλος σκηνοθέτης, γυρίζει το φιλμ αυτό το 1990 και μ' αυτό γίνεται γνωστός στη χώρα μας. Ο Αντουάν λοιπόν, από μικρός, ερωτεύεται μόνο κομμώτριες και, με απόλυτη σιγουριά, είναι αποφασισμένος να παντρευτεί κομμώτρια. Πράγμα που κάνει με τον πιο φυσικό και αβίαστο τρόπο όταν γνωρίζει την (κομμώτρια φυσικά) Ματίλντ, της προτείνει γάμο στο πρώτο του κούρεμα... και όλα πάνε μια χαρά.
Καταλάβατε ότι το όλο κλίμα του φιλμ, χωρίς βέβαια να περιέχει στοιχεία ου φανταστικού, ουσιαστικά κινείται στη μάλλον μη υπαρκτή ατμόσφαιρα που λέγαμε. Ο Λεκόντ δεν ενδιαφέρεται να μας δώσει κανένα στοιχείο για τους ήρωές του. Τι εκανε πριν η Ματίλντ; Πώς ζει ο Αντουάν, αφού είναι σαφές ότι δεν εργάζεται; Γιατί δεν έχει φίλους; Είναι σίγουρο ότι η έλλειψη αυτών και άλλων στοιχείων για τους χαρακτήρες των ηρώων είναι ηθελημένη. Αυτό ακριβώς το γεγονός, ότι οι δύο ερωτευμένοι μοιάζουν απόλυτα ξεκομμένοι από τον κόσμο, τονίζει το εξωπραγματικό στοιχείο του έρωτά τους.
 Πράγματι, πόσοι έρωτες μπορεί να είναι τόσο, μα τόσο αυτάρκεις; Το ζευγάρι δεν έχει καμιά εξάρτηση από τον έξω κόσμο. Το κομμωτήριο είναι σαν ένα νησί ευτυχίας στην πόλη, σα μια φυσαλίδα που στεγάζει και προστατεύει τον έρωτά τους. Τίποτα άλλο δεν υπάρχει γι' αυτούς. Ο μικροκοσμός τους τους αρκεί και τους περισσεύει. Το κομμωτήριο είναι "διαφανές", αφού έχει μεγάλες γυάλινες βιτρίνες. Ο έξω κόσμος μπορεί να δει λοιπόν την ευτυχία τους, δεν την κρύβουν, ωστόσο μοιάζει να μη μπορεί να παρέμβει!
Το φιλμ κάνει συχνά φλας μπακ στην παιδική ηλικία του ήρωα. Η εμμονή του με τις κομμώτριες, ο απίστευτος και αστείος χορός του με υπόκρουση εξωτικών αραβικών τραγουδιών (που τον συνοδεύει σ' όλη του τη ζωή και αποτελεί το σήμα κατατεθέν του φιλμ), οι σχέσεις με τους γονείς, η ανακοίνωση σε μικρή ηλικία "ότι θα παντρευτεί κομμώτρια", όλα δεν ξέρω αν ακριβώς ρίχνουν φως στην προσωπιότητα και το background του. Μάλλον την εμμονή του για την αναζήτηση του απόλυτου έρωτα (στην αγκαλιά κομμώτριας φυσικά) τονίζουν.
Η τανία είναι ευχάριστη, εξαιρετικά τρυφερή, με χιούμορ, συγκίνηση και μια σπάνια γλυκύτητα. Και τελικά, με το μάλλον απροσδόκητο τέλος της, μας μιλά για το ανέφικτο ενός τόσο τέλειου, ιδανικού και αυτάρκη έρωτα. Ή, αν θέλετε, για την ανθρώπινη αυτοκαταστροφικότητα. Είναι σαν να μας λέει ο Λεκόντ ότι όλο αυτή η ευτυχία είναι τόσο εξωπραγματική που δεν μπορεί να υφίσταται στον κόσμο μας.
Πολύ καλή ταινία λοιπόν για την τέλεια ερωτική αγάπη, πλην όμως θα μου επιτρέψετε, παρά το ότι μ' αρέσει, να τη θεωρώ και κάπως υπερτιμημένη.

Ετικέτες , ,

Τετάρτη, Ιουλίου 18, 2007

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΦΙΛΟ


Ευτυχώς! Μετά το πολύ κακό "Φίλοι για πάντα" (βλ. Ιούλιος 2006), ο Patrice Leconte γίνεται και πάλι ο Λεκόντ που γνωρίζουμε και αγαπάμε. "Ο κολλητός μου" (Mon meilleur Ami) μιλά πάλι για τη φιλία, ένα θέμα που φαίνεται να απασχολεί τον σκηνοθέτη, αφού έχει αφιερώσει αρκετές ταινίες του σ' αυτό (θυμηθείτε και τον καλό - που όμως πέρασε απαρατήρητος - "Άνθρωπο του τρένου" δυo-τρία χρόνια πριν).
Εδώ ένας ευκατάστατος μεσήλικας αντικέρ αντιλαμβάνεται ξαφνικά ότι έχει πολλούς γνωστούς, αλλά κανένα φίλο. Κι όταν ο εγωισμός του πληγώνεται εξ αιτίας ενός στοιχήματος, ψάχνει απεγνωσμένα να βρει κάποιον "κολλητό" και πιάνεται από τον πρώτο διαθέσιμο: Έναν φλύαρο, αλλά συμπαθητικό ταξιτζή, που όμως κι αυτός έχει τα προβλήματά του...
Χιούμορ υπάρχει αρκετό (χωρίς βέβαια να είναι ξεκαρδιστικό, αφού δεν πρόκειται για κωμωδία, αλλά για κομεντί), συγκίνηση επίσης (δίχως να ξεσπά κανείς σε κλάματα, κι εδώ ο Λεκόντ είναι χαμηλότονος) και υπάρχει και η έμφυτη θαρρείς τρυφερότητα, ευγένεια και γλυκύτητα αυτού του δημιουργού, καθώς και το αναμφισβήτητο ταλέντο του να κάνει ταινίες που βλέπονται πολύ ευχάριστα. Γι΄αυτό, κι όταν ακόμα μιλά για μοναξιά, όπως εδώ, καταφέρνει να με κάνει να χαμογελώ. Είναι και οι καλά σχεδιασμένοι χαρακτήρες των δύο βασικών ηρώων και το σασπένς με το τηλεπαιχνίδι στο τέλος... Λίγα είναι αυτά; Δεν πρόκειται για αριστούργημα, μακάρι όμως οι πατάτες που συνήθως βγαίνουν σε πρώτη προβολή τα καλοκαίρια να έφταναν έστω και λίγο το επίπεδό της.
Τέλος χαίρομαι ιδιαίτερα που ξαναβρίσκω έναν παλιό, καλό φίλο. Γιατί πέρυσι τέτοια εποχή, όπως είπα και στην αρχή, είχα ανησυχήσει σοβαρά...

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Ιουλίου 19, 2006

ΕΚΕΙΝΟΙ "ΦΙΛΟΙ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ". ΕΜΕΙΣ, ΤΙ ΦΤΑΙΜΕ;


Για το "Φίλοι για πάντα" (Bronzes 3) του Patrice Leconte δεν έχω τίποτα θετικό να πω. Πρόκειται για μια απίστευτα χοντροκομένη φαρσοκωμωδία, που θυμίζει αντίστοιχες του παλιού ελληνικού σινεμά, πλην όμως αρκετά χειρότερη, αφού λείπουν οι σπιρτόζικες ατάκες που χαρακτήριζαν τις τελευταίες. Τρίτη συνέχεια της πρώτης μεγάλης επιτυχίας του Λεκόντ "Les Bronzes" πίσω στα 1978, σάρωσε τα ταμεία στη Γαλλία και έγινε η επιτυχία της χρονιάς εκεί, πράγμα που το μόνο που αποδεικνύει είναι ότι (και) οι Γάλλοι - ή τουλάχιστον μεγάλο μέρος τους - διαθέτουν κακό γούστο.
Οι γερασμένοι πλέον ήρωες της πρώτης ταινίας λοιπόν, 28 χρόνια μετά, στα 50φεύγα τους, πάνε διακοπές, αλλάζουν (ή προσπαθούν να αλλάξουν) ερωτικούς παρτενέρ, κάνουν πλήθος από γκάφες, κάνουν επίσης εξαιρετική επίδειξη κιτς (καμία σχέση με Almodovar, μην πάει εκεί το μυαλό σας) και, αντί γέλιου, προκαλούν μάλλον αισθήματα θλίψης για την εσωτερική και εξωτερική κατάντια τους.
Το πιό απίστευτο στο φιλμ δεν είναι οι τόννοι κακογουστιάς που προαναφέραμε (και οι οποίες ούτε χαμόγελο δεν κατάφεραν να μου αποσπάσουν), αλλά το ότι έχει γυριστεί από τον Πατρίς Λεκόντ - αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος που την είδα - ο οποίος παλιότερα μας έχει δώσει εξαιρετικά τρυφερές και λεπτές (σχεδόν πάντοτε όμως με πολύ χιούμορ) ταινίες, από τον "Εραστή της Κομώτριας", το "Tango" και τους ξεκαρδιστικούς "Αρχιδούκες", μέχρι τον σχετικά πρόσφατο "Άνθρωπο του τρένου". O Tempora o Mores!

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker