Πέμπτη, Δεκεμβρίου 14, 2023

"BLOOD WORK" : Ο CLINT EASTWOOD ΣΤΑ ΜΕΤΡΙΑ ΤΟΥ...

 Μπορεί ο Clint Eastwood ως σκηνοθέτης να γίνεται συχνά ανατόμος και βαθύτατα κριτικός ως προς την αμερικάνικη κοινωνία, ωστόσο ανάμεσα στις καλές ταινίες του γυρίζει και μερικές θριλεροειδείς, με δράση και σασπένς, για να θυμηθεί φαίνεται από πού ξεκίνησε. Το "Blood Work" (Ένοχο Αίμα) του 2002, με τον ίδιο, τον Τζεφ Ντάνιελς και την Αντζέλικα Χιούστον είναι μια απ' αυτές. 

Ο σκληροτράχηλος πράκτορας του FBI McCaleb έχει αποσυρθεί μετά από σοβαρότατο καρδιακό επεισόδιο που οδήγησε σε μεταμόσχευση καρδιάς και ζει σε ένα δικό του πλοίο μόνιμα αραγμένο στο λιμάνι. Όταν μία κοπέλα τον προσλαμβάνει ιδιωτικά για να ερευνήσει το θάνατο της αδελφής της κατά τη διάρκεια μιας ληστείας, υποψιάζεται ότι ο θάνατός αυτός ίσως να μην είναι τυχαίος, αλλά να σχετίζεται με  τον ίδιο σίριαλ κίλερ που κυνηγούσε ως πράκτορας πριν υποστεί την καρδιακή προσβολή. 

Θρίλερ, όπως καταλάβατε, με σασπένς, ανατροπές, κυνηγητά κλπ. ΟΚ, έχει κάπως πρωτότυπο - και τραβηγμένο / απίθανο βεβαίως - σενάριο, αλλά έχουμε ξαναδεί αρκετά τέτοια, ώστε να μπορώ να το θεωρώ μάλλον τυπικό. Μην ανησυχείτε, με πρόσφατη μεταμόσχευση καρδιάς ο Κλιντ μπορεί να τρέχει, να ερευνά, να αψηφά τις ιατρικές οδηγίες - και να καταρρέει βέβαια κάθε λίγο, αλλά να ξανασηκώνεται στα πόδια του και ξανά προς τη δόξα να τραβά... 


Βλέπεται ως καθαρή ψυχαγωγία, αλλά δεν νομίζω ότι είναι τίποτα σπουδαίο.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Φεβρουαρίου 04, 2020

Ο ΚΑΦΚΙΚΟΣ "ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΤΖΟΥΕΛ"

Ο Clint Eastwood, στα 90 του (!), εξακολουθεί πυρετωδώς να γυρίζει ταινίες! "Η Μπαλάντα του Ρίτσαρντ Τζούελ" (Richard Jewell) του 2019 είναι ένας ακόμα κρίκος στην αλυσίδα των σημαντικών ταινιών του.
Πρόκειται για την αληθινή ιστορία του ομώνυμου ήρωα, φύλακα στους Ολυμπιακούς της Ατλάντα του 1996, ο οποίος σώζει πολλούς ανθρώπους όταν ανακαλύπτει μια βόμβα κάτω από μία εξέδρα, γίνεται ήρωας, για να κατηγορηθεί στη συνέχεια από το FBI και τα μίντια της εποχής ότι αυτός έβαλε τη βόμβα και να ζήσει έναν πραγματικά καφκικό εφιάλτη.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά: Ο ήρωας είναι ένας εντελώς κοινός άνθρωπος. Ευτραφής, μοναχικός, όχι ιδιαίτερα έξυπνος, τυπολάτρης μέχρι εμμονής, συντηρητικός, δίχως τίποτα απολύτως να αμφισβητεί από τα πολιτικοκοινωνικά πράγματα, ζει στα 33 του με τη μάνα του και η μεγαλύτερη επιθυμία του είναι να γίνει μπάτσος. Όχι επειδή είναι βίαιος ή κάτι τέτοιο, το αντίθετο, αλλά επειδή, μέσα στην τεράστια αφέλειά του, πιστεύει ακράδαντα ότι έτσι θα προστατεύει ανθρώπους. Το τελευταίο πράγμα που πιστεύει είναι όλος αυτός ο μηχανισμός μπορεί να στραφεί εναντίον του, και μάλιστα εντελώς άδικα. Ε, λοιπόν, αυτό ακριβώς συμβαίνει.
Αν γνωρίζατε τον μάλλον χαζό αυτόν τύπο πιθανότατα θα τον βαριόσαστε αφόρητα, ίσως και να τον αντιπαθούσατε με τις εμμονές και την αγάπη του για τα σώματα ασφαλείας και την τάξη. Ακριβώς γι' αυτό όμως τον διαλέγει ο Eastwood, για να κάνει πιο αιχμηρή την άγρια κριτική του σε βασικούς "πυλώνες" του συστήματος : Τον τύπο και τα αδηφάγα media εν γένει, που ξεπουλάν τα πάντα για μια καλή αποκλειστική είδηση, την αστυνομία, που εν γνώσει της είναι έτοιμη να κατασκευάσει πλαστούς ενόχους, ακόμα και την κανιβαλιστική μανία των κοινών ανθρώπων.
Είναι πασίγνωστο αυτό το κινηματογραφικό παράδοξο: Ο συντηρητικός Eastwood, που ψηφίζει ρεπουμπλικάνους, είναι ένας από τους πλέον οξείς και αιχμηρούς κριτές της αμερικάνικης κοινωνίας και του συστήματος γενικότερα. Και υποστηρίζει με πάθος - βλέποντάς τους μάλιστα με συμπάθεια - τους αδύναμους, άσημους, κοινούς αναξιοπαθούντες, ακόμα κι αν ρέπουν προς την (καλοσυνάτη) ηλιθιότητα, όπως ο Τζούελ. Τι να πει κανείς. Άβυσσος η ψυχή... Το φιλμ δεν είναι κατά τη γνώμξ μου "Σκοτεινό Ποτάμι" ή ¨Γκραν Τορίνο", σίγουρα όμως είναι αξιόλογο.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Φεβρουαρίου 03, 2019

ΕΝΑ 88ΧΡΟΝΟ "ΒΑΠΟΡΑΚΙ"

Κάθε φορά λέμε ότι θα είναι η τελευταία του ταινία. Και κάθε φορά ακολουθεί κι άλλη. Και μάλιστα μπορεί ακόμα να μας εκπλήξει, αφού "Το Βαποράκι" (The Mule) του 2018 είναι κατά τη γνώμη μου η καλύτερή του μετά το εξαιρετικό "Gran Torino" του 2008. Φυσικά μιλάμε για τον ακατάβλητο Clint Eastwood.
Εδώ λοιπόν ένας 88χρονος καλλιεργητής λουλουδιών, που έχει από χρόνια αποκοπεί από την οικογένειά του, αναγκάζεται να κλείσει την επιχείρησή του, την οποία υπεραγαπά. Όταν του γίνεται η πρόταση να βγάλει εύκολα λεφτά μεταφέροντας (ως υπεράνω πάσης υποψίας καλοκάγαθος ηλικιωμένος) ναρκωτικά για μεξικάνικο καρτέλ, εκείνος θα δεχτεί. Όσο βαθύτερα όμως χώνεται στη "μπίζνα" τόσο τα προβλήματα θα μεγαλώνουν και όλα θα πάψουν να είναι ένα απλό παιχνίδι.
Εδώ ο Ίστγουντ επιστρέφει σε ένα σταθερό μοτιβο της σκηνοθετικής δουλειάς του: Τον παλιό αμερικάνο (συχνά συντηρητικό), αποσυρμένο ουσιαστικά, που βλέπει την κοινωνία να αλλάζει ταχύτατα κι εκείνος δεν μπορεί πια να ανταποκριθεί, δεν μπορεί να παραμείνει μέλος της. Η κοινωνία αλλάζει προς το χειρότερο βέβαια, κι αυτό δεν είναι μόνο γεροντική νοσταλγία για "τα παλιά": Μια ματιά γύρω μας θα μας πείσει γι' αυτό: Ο Τραμπ, τα ανεξέλεγκτα καρτέλ ναρκωτικών που είναι σε θέση να δημιουργούν κανονικούς εμφύλιους πολέμους, η ακροδεξιά στροφή στην Ευρώπη, η διεύρυνση του ανοίγματος της ψαλίδας στα οικονομικά....
Το καλό εδώ είναι ότι, εκτός από την περιπέτεια και το στοιχείο του σασπένς, ο Ίστγουντ χειρίζεται το θέμα του με πολύ χιούμορ. Υπάρχει η κριτική στο Ίντερνετ και στα πανταχού παρόντα κινητά, η αλλαγή ηγεσίας στο καρτέλ (προς το χειρότερο), στην καλπάζουσα ηθική αναλγησία κλπ. Και, βέβαια, υπάρχει αρκετή συγκίνηση, που ίσως οδηγεί και σε κάποιο μελό στοιχείο, καθώς ο ήρωας προσπαθεί απεγνωσμένα να επανασυνδεθεί (στα 88 του!) με την οικογένεια. Ωστόσο αυτό δεν αρκούσε για να κάνει την ταινία να με απογοητεύσει, αφού και διασκέδασα και δεν βαρέθηκα καθόλου και προβληματίστηκα με τα όσα καταδεικνύει, έστω και μέσα από μια σαφώς γεροντική και συντηρητική ματιά. Και. κυρίως, απόλαυσα τον συμπαθητικό χαρακτήρα που δημιούργησε, έναν τύπο δημοφιλή, καλόβολο και φιλικό, "έξω καρδιά" και ταυτόχρονα απαράδεκτο απέναντι στην οικογένεια και τις κάθε λογής υποχρεώσεις του.
Για πόσο ακόμα θα μποεί να παίζει και να σκηνοθετεί τόσο καλά ο Ίστγουντ;

Ετικέτες ,

Σάββατο, Δεκεμβρίου 29, 2018

ΓΙΑ ΤΗΝ (ΠΙΘΑΝΟΝ) ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΤΙΚΗ ΑΝΟΗΣΙΑ ΤΟΥ "EIGER SUNCTION"

Clint Eastwood και πάλι. Αυτή τη φορά για μια από τις πρώτες σκηνοθετικές του προσπάθειες (την 4η συγκεκριμένα), το "The Eiger Sunction" (στην Ελλάδα "Ο Δολοφόνος των Άλπεων (!) του 1975, φιλμ του οποίου την ύπαρξη αγνοούσα. Ο ίδιος με τον Τζορτζ Κένεντι πρωταγωνιστές, και... μπορώ από τώρα να σας πω ότι πρόκειται μάλλον για τη χειρότερη (για να είμαι πιο ακριβής την πλέον ανόητη) ταινία του Clint.
Όπου, ούτε λίγο ούτε πολύ, ο ίδιος είναι... καθηγητής κλασικής τέχνης, αλλά στο παρελθόν υπήρξε... πληρωμένος δολοφόνος για λογαριασμό μιας μυστικής και μυστηριώδους κυβερνητικής οργάνωσης (σκότωνε κατασκόπους των ρώσων και τέτοια) και, συγχρόνως, ως χόμπι έχει την επικίνδυνη ορειβασία (!!!). Όλα αυτά μαζί. Ξαναλέω για να το χωνέψετε: Εξπέρ και καθηγητής κλασικής τέχνης, δεινός ορειβάτης και πληρωμένος δολοφόνος. Εννοείται άριστος σε όλα αυτά! Τώρα βέβαια, από τον... κλάδο των δολοφονιών έχει αποσυρθεί, αλλά το τερατώδες αφεντικό του τον αναγκάζει να εκτελέσει μια τελευταία αποστολή: Να εντοπίσει έναν κατάσκοπο - δολοφόνο ανάμεσα σε μια ομάδα ορειβατών που επειχειρεί να κατακτήσει απάτητη κορυφή των Άλπεων!!!
Ο ήρωάς μας είναι αβάσταχτα μάτσο, όλες, μα όλες οι γυναίκες πέφτουν ξερές και κάνουν τα πάντα για να πηδηχτούν μαζί του, εκεινος όμως είναι συνήθως εξίσου αβάσταχτα cool και συχνά τις αποδιωχνει με κοφτερές ατάκες. Α, υπάρχει και ένας κακός που είναι γκέι και το σκυλάκι του ονομάζεται... Faggot!!! Θα μπορούσε η ταινία να είναι ηθελημένη παρωδία, αλλά φοβάμαι ότι μάλλον δεν είναι.
Όντως από τις πλέον ανόητες ταινίες που έχω δει, με τον Ίστγουντ να λατρεύει και να θεοποιεί τον εαυτό του ως το απόλυτο μάτσο αρσενικό. Το φιλμ είναι τόσο ανόητο, που ίσως (για κάποιους τουλάχιστον) να... καταντά διασκεδαστικό. Ουσιαστικά νομίζω ότι το μόνο διασκεδαστικό είναι οι συχνές θανατερές ατάκες του ήρωά μας.
Το απίστευτο είναι ότι ο άνθρωπος που γύρισε αυτή την ταινία μετατράπηκε μετά από μία δεκαετία περίπου σε έναν από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες των επόμενων δεκαετιών, με μερικές συγκλονιστικές ταινίες σρι ενεργητικό του. Άβυσος η ψυχή του ανθρώπου...

Ετικέτες ,

Τρίτη, Δεκεμβρίου 18, 2018

ΠΑΛΕΥΟΝΤΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ "ΑΠΟΛΥΤΗ ΔΥΝΑΜΗ"

Νομίζω ότι ο Clint Eastwood παραμένει ο σημαντικότερος ηθοποιός που κάποια στιγμή έγινε και σκηνοθέτης. Ακόμα κι αν δεν κάνει μεγάλες ταινίες (Gran Torino, Ασυγχώρητοι, Million Dollar Baby κλπ.) γυρίζει στιβαρά φιλμ - περιπέτειες που βλέπονται αν μη τι άλλο ευχάριστα (τα πολύ τελευταία χρόνια το έχασε λίγο βέβαια, αλλά τι να κάνουμε; Είναι πάνω από 80)! Στη δεύτερη λοιπόν κατηγορία υπάγεται νομίζω το "Absolute Power" (Απολυτη Δύναμη) του 1997, με τον ίδιο ως πρωταγωνιστή, αλλά και τους Τζιν Χάκμαν, Εντ Χάρις, Τζούντι Ντέιβις κλπ.) 
Όπου ένας ιδιοφυής κλέφτης κοσμημάτων μπαίνει σε πολυτελέστατη έπαυλη, κλέβει αμύθητης αξίας κοσμήματα... και παγιδεύεται εκεί, καθώς δεν επιστρέφει σ' αυτήν ο ιδιοκτήτης, αλλά κάποιοι άλλοι. Κρυμμένος λοιπόν, θα παρακολουθήσει άθελά του ένα φόνο, στον οποίο εμπλέκονται πολύ υψηλά ιστάμενοι (πιο ψηλά δεν γίνεται). Και βέβαια, επειδή η προσωπική του ηθική θα υπερισχύσει, θα τα βάλει με πανίσχυρες δυνάμεις.
Ίσως να υπάρχουν ευκολίες και κάποια σημεία να μη γίνονται πιστευτά, ίσως ο βασικός ήρωας να είναι πολύ σούπερ στις ικανότητές του, το σίγουρο όμως είναι ότι παρακολουθείς την ταινία απνευστί και με κλιμακούμενη ένταση. Και, επί πλέον, ο πάντοτε κοινωνικά σκεπτόμενος Ίστγουντ τα βάζει με την υπέρτατη εξουσία των ΗΠΑ, τον πρόεδρο, καυτηριάζει το περί αυτόν δίκτυο ασφαλείας και τα διαπλεκόμενα συμφέροντα και υποστηρίζει το αυτονόητο: Καμιά εξουσία δεν μπορεί να αυθαιρετεί εκμεταλλευόμενη την "απόλυτη δύναμή" της. Όλες οφείλουν να τιμωρούνται όταν υπάρχει περίπτωση κατάχρησης εξουσίας.
Δίχως πολλά πολλά για να προβληματιστεί κανείς εκτός των ανωτέρω (που είναι γνωστά πιστεύω και ελπίζω), νομίζω ότι το φιλμ ανήκει σ' αυτά που προσφέρουν καθαρή απόλαυση, με ήπια δράση και, όπως είπα, αρκετό σασπένς.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Νοεμβρίου 06, 2016

ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΙ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΙ ΣΤΙΣ "ΓΕΦΥΡΕΣ ΤΟΥ ΜΑΝΤΙΣΟΝ"

Να λοιπόν που μια απο τις πιο τρυφερές, ευαίσθητες και ρομαντικές ταινίες των πολλών τελευταίων χρόνων έγινε από έναν "σκληρό" του σινεμά. Μιλώ για τις θαυμάσιες "Γέφυρες του Μάντισον" του 1995 και, βέβαια, για τον Clint Eastwood, ο οποίος εδώ μάλιστα αποσπά και εξαιρετικές ηθοποιίες από την Μέριλ Στριπ και... τον εαυτό του.
Σε μια συντηρητική επαρχία των ΗΠΑ, μετά το θάνατο της μητέρας τους, τα 40κάτι πλέον παιδιά της, άντρας και γυναίκα, με μια μάλλον όχι και τόσο ευχάριστη προσωπική  ζωή, διαβάζουν τα γράμματα που τους άφησε και ανακαλύπτουν εμβρόντητοι ότι η "τέλεια νοικοκυρά", πρότυπο επαρχιακής παντρεμένης γυναίκας, είχε κάποτε εραστή. Σοκαρισμένοι αρχικά μαθαίνουν για μια παθιασμένη σχέση που κράτησε 4 μόλις μέρες, αλλά λίγο έλειψε να αλλάξει ριζικά ολόκληρη τη ζωή της (τη ζωή τους μάλλον), κι εμείς μεταφερόμαστε στην επαρχία Μάντισον στις αρχές των 60ς όταν η αψεγάδιαστη σύζυγος και μητέρα γνωρίζει έναν μποέμ φωτογράφο του National Geographic που φτάνει στην ξεχασμένη περιοχή τους, όταν σύζυγος και παιδιά θα λείψουν για 4 μέρες για ένα τοπικό πανηγύρι, και όλα όσα κρύβει βαθιά μέσα τους θα ξεσπάσουν.
Δεν ξέρω τι να πρωτοθαυμάσω σε ένα τόσο χαμηλότονο φιλμ όπως αυτό, γεμάτο όμως με νοήματα και ευαισθησία. Είναι εξαιρετική η μελέτη και η ανάδειξη μιας μακράς σειράς καταστάσεων: Της επαρχιακής και οικογενειακής πλήξης μιας γυναίκας. Της σφοδρής σύγκρουσης συναισθήματος και λογικής, ρομαντισμού και πραγματικότητας. Των ονείρων που χάνονται, καλυμμένα από τόννους ρουτινιάρικης καθημερινότητας. Των συμβιβασμών που αναγκαζόμαστε όλοι να κάνουμε στη ζωή μας. Της ανάλυσης του ερωτικού πάθους, που, αλοίμονο, δεν μπορεί να διαρκέσει για πάντα. Της ήσυχης, γλυκιάς και υπνωτικής επαρχιακής μελαγχολίας. Και, εντέλει, της κυριαρχης αίσθησης του καθήκοντος (ή μήπως των κοινωνικών συμβάσεων;), το οποίο όμως δεν είναι ακριβώς μια βαρύτατη θυσία, με την έννοια ότι υποχρεώνει στην απομάκρυνση από το πάθος, αλλά προσφέρει κι αυτό τη δική του μικρή, ήπια, καθημερινή ικανοποίηση. Αν και η έννοια της θυσίας παραμένει βασική...
Συγκίνηση, δίχως όμως μελό, υπέροχη φωτογραφία, που αναδεικνύει τόσο την ομορφιά όσο και τη μελαγχολία της ήσυχης επαρχιακής φύσης, πάθη που σιγοβράζουν δίχως ποτέ να ξεσπάνε, θαυμάσιοι χαρακτήρες και, τελικά, ένας μεγάλος, ανεκπλήρωτος έρωτας σαν επίκεντρο όλων αυτών, συνθέτουν μια από τις πιο όμορφες ταινίες του είδους. Χωρίς δράση ή έντονες δραματικές κορυφώσεις, προειδοποιώ και πάλι, αλλά αυτή ακριβώς είναι νομίζω η αξια της. Οι αργοί σχετικά ρυθμοί, τα βουβά πάθη, οι χαμηλοί τόνοι, εναρμονίζονται τέλεια με την όλη μελαγχολία που θέλει να δείξει. Είναι αυτό που προσωπικά θα χαρακτήριζα βαθιά συγκινητικό, δίχως κορώνες και φωνές. Απλώς τέλεια αρμονικό σαν ιστορία, νόημα και ατμόσφαιρα.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Ιανουαρίου 28, 2016

"PALE RIDER" ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΟΥ ΣΠΑΓΓΕΤΙ

To 1985 o Clint Eastwood, εκτός φυσικά από διάσημος ηθοποιός, ήταν ήδη από χρόνια και σκηνοθέτης. Κατά τη γνώμη μου οι καλύτερες σκηνοθετικές δουλειές του θα έρχονταν αργότερα. Τότε όμως, το '85 εννοώ, επιχειρεί να κάνει ένα καθαρόαιμο γουέστερν (πολύ πριν τους "Ασυγχώρητους"), στα χνάρια των σπαγγέτι γουέστερν του Λεόνε που, πίσω στη δεκαετία του 60, τον είχαν αναδείξει σαν σταρ. Γυρίζει λοιπόν το "Pale Rider", με πρωταγωνιστή βέβαια τον ίδιο.
Ένας καταυλισμός αποτελούμενος από χρυσοθήρες με τις οικογένειές τους τρομοκρατείται και κινδυνεύει από τις διαρκείς παρενοχλήσεις και επιθεσεις των ανθρώπων του αδίστακτου "φεουδάρχη" της περιοχής και ιδιοκτήτη μεγάλου ορυχείου χρυσού, ο οποίος θέλει να τους διώξει και να πάρει τη γη τους. Τότε εμφανίζεται ένας μυστηριώδης καβαλάρης πάστορας, ο οποίος αναλαμβάνει την προστασία των φτωχών αποίκων και μόνος του σχεδόν θα τα βάλει με όλόκληρη τη συμμορία του "άρχοντα". Παράλληλα παρακολουθούμε τη συναισθηματική του εμπλοκή με τις δύο γυναίκες (την σαραντάρα αραβωνιαστικιά και την κόρη της από άλλο γάμο) που μένουν στο σπίτι του αρχηγού των αποίκων, ο οποίος με προθυμία και ευγνωμοσύνη φιλοξενεί τον άγνωστο ξένο.
Η ταινία διαθέτει βεβαίως τη στιβαρή σκηνοθεσία του Eastwood και διατηρεί το μυστήριο και την μάλλον σκοτεινή ατμόσφαιρα που έχουν συχνά οι γουέστερν ρόλοι του. Όπως και στα σπαγγέτι, δεν γνωρίζουμε τίποτα για τον ξένο που εμφανίζεται απροσδόκητα. Ούτε το παρελθόν του ούτε τα κίνητρά του (κάτι βέβαια υποψιαζόμαστε γι' αυτά) ούτε καν το όνομά του, το οποίο δεν αναφέρεται ποτέ. Ξέρουμε μόνο ότι έχει κάποια προηγούμενα με τον δολοφόνο σερίφη και τη συμμορία του, που θα προσλάβει ο ιδιοκτήτης του ορυχείου για να "καθαρίσει". Όπως και στα σπαγγέτι, το στυλιζάριμα, η οικονομία στο λόγο, η λιτότητα στα σκηνικά και τα τοπία, κυριαρχούν. Η δράση έρχεται μετρημένη στα κατάλληλα σημεία και το τέλος είναι μάλλον προβλέψιμο. Γενικά ο Eastwood μοιάζει να κάνει διαρκείς συνειδητές αναφορές στα αρχετυπικά στοιχεία του σπαγγέτι και στις δικές του προσωπικές κινηματογραφικές ρίζες (σαν ηθοποιού, όπως είπαμε).
Τελικά νομίζω ότι αυτά ακριβώς τα στοιχεία είναι εκείνα που δεν με ικανοποίησαν και τόσο. Θέλω να πω ότι όλα, μα όλα, είναι σα να τα έχουμε ξαναδεί κάπου (εκτός από τη σχέση με τις δύο γυναίκες, που κι αυτή όμως έχει την αναμενόμενη για το είδος κατάληξη). Είναι λοιπόν καλογυρισμένη, υποβλητική σε κάποια σημεία, όμως απόλυτα προβλέψιμη σεναριακά - αν τουλάχιστον έχει δει κανείς κάποια βασικά σπαγγέτι. Δεν τη θεωρώ κακή ταινία, δεν τη συγκρίνω όμως (προσωπική γνώμη) με μεταγενέστερα εξαιρετικά φιλμ του δημιουργού, όπως, ας πούμε, το "Mystic River" ή το Gran Torino".

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Ιανουαρίου 12, 2011

ΑΦΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΓΕΡΟΝΤΙΚΕΣ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ ΣΤΗ "ΖΩΗ ΜΕΤΑ"


Ο Clint Eastwood είναι αναμφισβήτητα ένας από τους μεγαλύτερους εν ζωή σκηνοθέτες, πλην όμως παραμένει άνισος. Εν έτει 2010 δείχνει κατά τη γνώμη μου μια σαφή κάμψη με τη "Ζωή Μετά" ("Hereafter"), όπου ασχολείται μ' αυτό ακριβώς που λέει: Την ύπαρξη μετά θάνατον ζωής. Ο μεγάλος δημιουργός γυρίζει το φιλμ στα 80 του (!), οπότε μπορώ να δικαιολογήσω τέτοιου είδους ανησυχίες (ποιος ξέρει, στο κάτω - κάτω, πώς θα σκέφτομαι εγώ αν φτάσω ποτέ σε τέτοια ηλικία;) Πλην όμως ελάχιστα με έπεισε.
Η ταινία είναι σαφώς καλογυρισμένη, με το στιβαρό και "κλασικό" στιλ του Eastwood. Το σενάριο θυμίζει φιλμ του Ιναρίτου (στο πιο μεταφυσικό και αφελές): Τρεις άσχετες ιστορίες, που όμως σχετίζονται με διάφορους τρόπους με τον θάνατο και που διαδραματίζονται σε διαφορετικά μέρη του κόσμου, συναντιούνται τελικά και μπλέκονται μεταξύ τους. Η διαδρομή προς την κοινή κατάληξη έχει ενδιαφέρον και δεν μπορώ να πω ότι βαρέθηκα. Το θέμα είναι ότι δεν με άγγιξε.
Είναι σαφές ότι δεν έχουμε να κάνουμε ακριβώς με φιλμ του φανταστικού: Όταν βλέπουμε την "6η Αίσθηση" π.χ. (με παρόμοιο, παντελώς διαφορετικά διαπραγματευμένο όμως θέμα) ή ταινίες με βρικόλακες ή φαντάσματα, ουδείς μας ζητά να πιστέψουμε όσα παρακολουθούμε. Μπορεί κάλλιστα να συγκλονιστούμε από την εκάστοτε ταινία, ξέροντας όμως πολύ καλά ότι δεν υπάρχουν ζόμπι ή λυκάνθρωποι ή η "Δύναμη που είναι μαζύ μας" ή ό,τι άλλο. Εδώ, αντίθετα, ο Eastwood μοιάζει να το παίρνει όλο αυτό απόλυτα σοβαρά, μοιάζει να το πιστεύει ο ίδιος και να θέλει να μας κάνει να το πιστέψουμε κι εμείς. Ευχαριστώ, αλλά μάλλον δεν θα πάρω.
Γενικά βρήκα το όλο πράγμα αρκετά αφελές. Ιδίως στη διαπίστωση ότι όχι μόνο οι νεκροί διάγουν ένα είδος μυστηριώδους "άλλης ζωής", αλλά επικοινωνούν μαζί μας και, κάποιες φορές, μας προστατεύουν κιόλας, γλυτώνοντάς μας από εντελώς υλικής φύσης καταστροφές. Από τη άλλη, αν πρέπει να διαλέξω μια από τις 3 παράλληλες ιστορίες, θα προτιμούσα αυτή του μικρού αγοριού, που την βρήκα πραγματικά συγκινητική και ανθρώπινη - αν εξαιρέσεις τα μεταφυσικά που λέγαμε. Αντίθετα η πανίσχυρη "κυρία Στάη" (κάτι τέτοιο είναι η Σεσίλ ντε Φρανς) που εγκαταλείπει τα πάντα για να γράψει ένα βιβλίο για τη μετά θάνατο ζωή και ο Ντέιμον, που αρκεί να αγγίξει κάποιον για να μάθει τα πάντα γι' αυτόν και να μιλήσει με τους προσφιλείς του νεκρούς, ουδόλως με έπεισαν. Στο κάτω - κάτω, ξέρετε πόσα αμφίβολα βιβλία με παρόμοια θέματα υπάρχουν, στοιβάζονται στα ράφια "ειδικών" βιβλιοπωλείων και πολύ λίγοι τους ρίχνουν δεύτερη ματιά; Σημειωτέον ότι το φιλμ δεν έχει πολύ σχέση με θρησκευτικές απόψεις. Κινείται στο χώρο μιας καθαρής μεταφυσικής, μακριά από χριστιανικά ή βουδιστικά πιστεύω επί του θέματος. Ενός θέματος (για να αναφέρω και πάλι κάτι που δεν με έπεισε) που είναι μάλλον απίθανο να μελετηθεί επιστημονικά, όπως, ας πούμε, η τηλεπέθεια ή η τηλεκίνηση, που μπορεί κάλλιστα να έχουν κατανοητές εξηγήσεις, τις οποίες όμως δεν έχει ακόμα νακαλύψει η επιστήμη (και πιθανόν να μην ανακαλύψει ποτέ, διότι ποιος μας διαβεβαιώνει ότι ντε και καλά μέχρι το τέλος της ανθρωπότητας θα τα έχουμε καταλάβει όλα;)
Φυσικά αυτά είναι καθαρά προσωπικές απόψεις. Μπορώ να συγχωρήσω τον Eastwood γιατί τον αγαπώ ως σκηνοθέτη και, όπως είπα στην αρχή, να κατανοήσω τις ανησυχίες του. Και στο κάτω - κάτω, το είπα ήδη κι αυτό, δεν παύει να είναι ένα καλογυρισμένο φιλμ, με μια εξαιρετικά εντυπωσιακή σκηνή καταστροφής στην αρχή. Θα το ξεχάσω όμως σύντομα και θα περιμένω εναγωνίως το επόμενο. Αλλά, προσέξτε, ακόμα κι αν δεν ξανακάνει ποτέ μεγάλη ταινία (τελευταία του μεγάλη θεωρώ το "Γκραν Τορίνο"), πάλι θα τον δικαιολογήσω, θα τη θεωρήσω απόλυτα φυσιολογική παρακμή λόγω ηλικίας και θα εξακολουθήσω να τον θεωρώ μεγάλο. Διάβολε! Έχει ήδη κάνει κάμποσα θαυμάσια πράγματα!

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Μαρτίου 11, 2009

ΠΑΛΙΕΣ GRAN TORINO, ΓΕΡΙΚΑ ΣΚΥΛΙΑ ΚΑΙ ΝΕΚΡΑ ΟΝΕΙΡΑ


Νομίζω ότι με το Gran Torino (2008) ο Klint Eastwood κάνει μια από τις καλύτερες ταινίες της καριέρας του. Και την κάνει στα 78 χρόνια! Το εγχείρημα γίνεται ακόμα πιο τολμηρό και δύσκολο αν σκεφτούμε με πόσο καυτά θέματα καταπιάνεται: Ρατσισμός και ξενοφοβία, αυτοδικία, μετανάστες, απαξίωση των γηρατειών από τη σύγχρονη κοινωνία…
Να τελειώσουμε γρήγορα – γρήγορα με τα τυπικά: Η σκηνοθεσία είναι, όπως πάντα, στιβαρή, αυστηρή, κλασική θα έλεγα. Αυτό πια το έχει κατακτήσει ο Eastwood. Η ηθοποιία του είναι κι αυτή άψογη. Έτσι, τεχνικά, δεν το συζητάμε, βρισκόμαστε μπροστά σε απόλυτα κλασικό αφηγηματικό αμερικάνικο σινεμά. Και, ταυτόχρονα, σε μια ταινία γλυκειά, που συγκινεί δίχως ίχνος μελό. Πάμε τώρα στα δύσκολα (θα σας προειδοποιήσω για τα σπόιλερ, αλλά καλό είναι πριν το διαβάσετε να έχετε δει την ταινία, γιατί, υποχρεωτικά, θα μιλήσουμε πολύ για το στόρι).
Ο Eastwood μοιάζει εδώ να ξορκίζει τον παλιό του εαυτό, ή για να είμαστε ακριβέστεροι, τους παλιούς του ρόλους: Αυτούς των γουέστερν σπαγγέτι και, κυρίως, του Dirty Harry. Πλησιάζει επικίνδυνα στο να θεωρήσουν κάποιοι το φιλμ ρατσιστικό ή/και υπέρ της αυτοδικίας, νομίζω όμως ότι κάθε φορά όμως, με μια πανέξυπνη κίνηση, αποφεύγει τέτοιες ρετσινιές. Κι όχι μόνο: Τις καταγγέλλει κιόλας. Ο γέρος ήρωας που υποδύεται είναι βαθύτατα ρατσιστής και ξενοφοβικός, μισεί τους κινέζους γείτονές του και όχι μόνο. Σύντομα, όταν θα διαπιστώσει την ανθρωπιά τους, θα αρχίσει να βλέπει με άλλο μάτι τα πράγματα. Αντιλαμβάνεται άλλωστε, όπως έγραψε και το Σινεμά, ότι οι γέροι είναι στην αμερικάνικη κοινωνία το ίδιο περιθωριοποιημένοι με τους τριτοκοσμικούς μετανάστες. Είναι υπέρ της αυτοδικίας και όλα δείχνουν ότι θέλει να «καθαρίσει», αφού (αυτό είναι αλήθεια) η επίσημη δικαιοσύνη δεν κάνει τίποτα. Με την έξυπνη σεναριακή ανατροπή του τέλους όμως, θα ξεφύγει κι απ’ αυτόν τον σκόπελο, αφήνοντάς μας να αναρωτιόμαστε αν η πράξη του μπορεί να θεωρηθεί αυτοδικία ή όχι. Ίσως να υπάρξουν αντιρρήσεις για τον συντηρητικό, αρτηριοσκληρωτικό θα έλεγα, αμερικανισμό του. Προσκολλημένος σε παλιές, ξεφτισμένες αξίες, δεν μπορεί να δεχτεί τίποτα σχεδόν από έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία. Ναι, αυτό το έχει, ξέρετε όμως πολλούς 70κάτι που να μην είναι έτσι; Spoiler:Αφήστε που υπονομεύει κι αυτές ακόμα τις «αμερικάνικες» αξίες με την τελική του εξομολόγηση, δείχνοντας τη βρώμικη και σκοτεινή πλευρά τους. Αφήστε που μπορεί να υποψιαστεί κανείς ότι εξ αιτίας αυτών ακριβώς των αξιών, του βαθιού δηλαδή τραύματος που αυτές του προκάλεσαν, έχει γίνει τόσο μονόχνωτος, ξεροκέφαλος και ρατσιστής. Θα μπορούσαν μερικοί να έχουν αντιρρήσεις και για τον τελικό ηρωισμό του, που φτάνει ως τη θυσία για το κοινό καλό. Τόση μεταστροφή πια, από έναν φασίστα; Ακόμα κι αυτό το ηρωικό στοιχείο όμως μοιάζει να μετριάζεται αν αναλογιστούμε ότι, όπως υπαινικτικά αφήνει να γίνει κατανοητό, ο ήρωας είναι ετοιμοθάνατος. Οπότε, τι είχαμε τι χάσαμε; Τέλος πολλοί θα ενοχληθούν από τον τρόπο που δείχνονται οι περισσότεροι «ξένοι», οι νέοι τουλάχιστον: Ανεγκέφαλοι, βίαιοι συμμορίτες, απόλυτα «κακοί». Πλην όμως υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, που πρωταγωνιστούν άλλωστε στο φιλμ. Κι έπειτα, αν το σκεφτούμε καλύτερα, θα δούμε ότι ακόμα κι αυτοί οι «μόνο καλοί» και «μόνο κακοί» μαύροι, «κίτρινοι», ισπανόφωνοι, ωχριούν μπροστά στην απόλυτα απαξιωτική, περιφρονητική ματιά που ρίχνει πάνω στη μέση, καθώς πρέπει, αμερικάνικη οικογένεια – και μάλιστα πάνω στις ίδιες τις οικογένειες των παιδιών του: Είναι τόσο ύπουλοι, υποκριτές, βλάκες, νερόβραστοι και, πάνω απ’ όλα συμφεροντολόγοι, παραδομένοι ψυχή και σώματι σε μια λογική κέρδους και μόνο, πεπεισμένοι ότι οι μη παραγωγικοί και άχρηστοι γέροι πρέπει να φεύγουν από τη μέση, που τελικά νομίζω ότι το σχόλιο πάνω στην ίδια την «καθαρή» (με πολλά εισαγωγικά) αμερικάνικη κοινωνία είναι καυστικότερο από οποιοδήποτε άλλο. Έτσι η ταινία πάνω απ’ όλα μετατρέπεται σε στοχασμό πάνω στο νεκρό πλέον «αμερικάνικο όνειρο».
Καταλαβαίνετε ότι από τώρα το Gran Torino πήρε μια θέση στη φετινή δεκάδα.

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 19, 2008

"Η ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ" 'Η ΟΙ ΜΠΑΤΣΟΙ ΩΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΕΣ


Όσοι διαβάζουν αυτό το μπλογκ ξέρουν ότι αποφεύγω να συνδέω ταινίες με την άμεση επικαιρότητα / συγκυρία, ωστόσο δεν θα μπορούσα να μην κάνω τον αναπόφευκτο συνειρμό, αφού "Η Ανταλλαγή", η τελευταία ταινία του Clint Eastwood, αναφέρεται κυρίως στην απαράδεκτη αυταρχικότητα και διαφθορά των μπάτσων. Μιλάμε βέβαια για το Λος Άντζελες του 1928, αλλά κάτι δεν σας θυμίζει το θέμα;
Πίσω στο σινεμά λοιπόν. Ο Eastwood είναι αυτό που λέμε "κλασικός" σκηνοθέτης. Με την έννοια ότι οι ταινίες του έχουν πάντα μια γραμμική, στέρεα, δίχως "κόλπα" σκηνοθεσία, λίγο παλιομοδίτικη ίσως, αλλά πάντοτε στιβαρή, άψογη αφηγηματικά και με κάτι από τη γοητεία του παλιού, καλού κρασιού. "Η Ανταλλαγή" δεν ξεφεύγει απ' αυτές τις σταθερές κι έτσι, παρά την μεγάλη διάρκειά της (ίσως υπερβολικά μεγάλη), παρακολουθείται με κομμένη την ανάσα. Κι αν ακόμα σε κάποια σημεία είναι κάπως φλύαρη, βρήκα το συνολικό αποτέλεσμα απόλυτα ικανοποιητικό.
Βασισμένο σε αληθινή ιστορία, αναφέρεται στους απόλυτα διεφθαρμένους, εγκληματικούς θα ήταν η σωστότερη λέξη, μπάτσους του Λος Άντζελες της δεκαετίας του 20, που, προκειμένου να κάνουν μια επιτυχία και να κατευνάσουν το δικαιολογημένο μένος του κόσμου εναντίον τους, δεν διστάζουν να ανταλλάξουν τον εξαφανισμένο γιο μιας μόνης μητέρας με ένα άσχετο παιδί, κι όταν αυτή διαμαρτύρεται σθεναρά, να την κλείσουν σε τρελάδικο. Παράλληλα παρακολουθούμε την ανατριχιαστική ιστορία ενός σίριαλ κίλερ και μοιραία οι δύο ιστορίες μπλέκονται αξεδιάλυτα. Πάνω απ' όλα όμως παρακολουθούμε τον αγώνα μιας γυναίκας που τα βάζει με ολόκληρο το διεφθαρμένο σύστημα και δεν λυγίζει μέχρι τέλους.
Πολύ ενδιαφέροντα όλα αυτά, και σας είπα ότι σαν ταινία μου άρεσε, θα μου επιτρέψετε όμως να διαφωνήσω με την αλήθεια όλου αυτού του ηρωισμού που, τελικά, δικαιώνεται. Ένα και μόνο γενναίο άτομο τα βάζει με ένα ολόκληρο σύστημα και, χάρη στην επιμονή και τον ηρωισμό του, καταφέρνει να νικήσει (για να μη νομίζετε ότι κάνω spoiler, σας λέω ότι άλλο νίκη κι άλλο χάπι εντ, γιατί τα πράγματα είναι εδώ λίγο πιο πολύπλοκα). Πόσες φορές όμως το έχετε δει αυτό στην πραγματική ζωή; Πόσους διεφθαρμένους λειτουργούς κάθε είδους έχει τιμωρήσει παραδειγματικά το σύστημα; Ή, αν θέλετε να το πω διαφορετικά, είναι too good to be true. Πολύ δυνατή η καταγγελία και δίχως να μασάει τα λόγια της, αλλά δεν παύω να διακρίνω αρκετή αφέλεια. Προτιμώ το τέλος του "Σκοτεινού Ποταμιού", με το πλήθος να πανηγυρίζει πανευτυχές σε μια εθνική επέτειο, ενώ κάτω από την απαστράπτουσα αυτή επιφάνεια βρίσκονται θαμμένοι τόννοι βρωμιάς. Φοβάμαι ότι, δυστυχώς, αυτή είναι η αλήθεια. Χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει ότι η σταθερή, γενναία στάση είναι κάτι που δεν πρέπει να τηρούμε.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Μαρτίου 17, 2007

ΙΒΟΖΙΜΑ: "ΕΧΘΡΟΙ" ΚΑΙ "ΦΙΛΟΙ" ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΟΛΑΣΗ


Είναι πραγματικά πρωτότυπο και τολμηρό το εγχείρημα του Clint Eastwood να δει τον πόλεμο (την σφαγή της Ιβοζίμα για την ακρίβεια) από δύο διαφορετικές σκοπιές, αυτές των δύο εχθρών (Γιαπωνέζων και Αμερικάνων). Τα "Γράμματα από την Ιβοζίμα", η δεύτερη, "γιαπωνέζικη" ταινία είναι καλύτερη από την πρώτη (τις "Σημαίες των προγόνων μας", που γενικά δεν μου άρεσε και τόσο). Πιο δεμένη, με μεγαλύτερη συνοχή και ένταση, πιο ατμοσφαιρική και, τελικά, πιο αντιπολεμική. Μιλώντας γενικά, είναι μια από τις πολύ δυνατές αντιπολεμικές ταινίες. Ίσως να μη φτάνει τη δύναμη του "Σιδηρού Σταυρό" ή του πρώτου μέρους του "Full Metal Jacket" ας πούμε, παραμένει όμως πολύ δυνατή.
Η ιδέα να δειχθεί η κόλαση μέσα από τα μάτια του εχθρού, ώστε να κατανοήσει και ο πλέον βλαξ ότι η κόλαση αυτή ισχύει και για τους δύο αντίπαλους, για όλους τους εμπόλεμους ανεξαιρέτως δηλαδή, λειτουργεί πολύ καλά. Η σκοτεινή, μουντή, καφεκιτρινόγκριζη φωτογραφία εντείνει τη ζοφερότητα της φρίκης και της σφαγής στο μικρό νησί. Η ανθρώπινη πλευρά, το ένστικτο επιβίωσης, οι ηδονές της καθημερινότητας, που τώρα φαντάζει μακρινή, σχεδόν μυθική, σα να την έχει ζήσει άλλος, τονίζονται, επιτείνοντας έτσι τη δυστυχία των τεκταινόμενων στο νησί. Οι εικόνες ερήμωσης, μαυρίλας, ενός τόπου όπου, πλέον, δεν μπορεί να φυτρώσει τίποτα, λειτουργούν προς την ίδια κατεύθυνση. Η γιαπωνέζικη γλώσσα προσθέτει επίσης στην αίσθηση αυθεντικότητας που αποκομίζουμε.
Εξετάζοντας τώρα και τις δύο ταινίες μαζί, δεν μπορώ να μη θαυμάσω την αμεροληψία του Eastwood, που, πέρα από έναν θαυμασμό που τρέφει προς τους ανώνυμους "ήρωες" εκατέρωθεν (βλέπε αυτούς που τελικά την πληρώνουν), δεν διστάζει να κριτικάρει καίρια και διορατικά και τους δύο πολιτισμούς στα σημεία που πάσχουν: Στην πληρέστατη εμπορευματοποίηση, στα ψεύδη και την θυσία των πάντων μπροστά στο κέρδος ή/και στα βρώμικα πολιτικά συμφέροντα και παιχνίδια εξουσίας από τη μεριά των Αμερικάνων, στο ηλίθιο, στρατόκαυλο, σκληρά ιεραρχικό σύστημα των Γιαπωνέζων, που τελικά, με τη μιλιταριστική του παράνοια και τον τυφλό σεβασμό σε άνευ λόγου "κώδικες τιμής" και άλλα σχετικά, καταντά να κάνει κακό στον ίδιο του τον εαυτό. Στη δεύτερη περίπτωση μάλιστα δεν διστάζει να δείξει ακόμα και την "κατάπτυστη" λιποταξία ως μια ανθρώπινη, τελείως φυσιολογική και, τελικά, ίσως και λογική σε κάποιες περιπτώσεις πράξη.
Όχι, δεν θεωρώ ότι οι δύο ταινίες είναι η καλύτερη δουλειά του Eastwood. Πιστεύω όμως ότι συνολικά (κυρίως τα "Γράμματα" βεβαίως) λειτουργούν απόλυτα θετικά, πετυχαίνουν το στόχο τους - την κατάδειξη της φρίκης - και, εντέλει, ότι για μια ακόμα φορά αξίζει ένα μπράβο σ' έναν από τους σημαντικότερους αμερικανούς δημιουργούς.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Νοεμβρίου 12, 2006

ΠΕΡΙ ΗΡΩΩΝ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΑΣ


Είναι από τις λίγες φορές που με απογοητεύει μια από τις ταινίες που σκηνοθετεί ο Clint Eastwood. "Οι σημαίες των προγόνων μας" ταλαντεύονται αναποφάσιστα ανάμεσα στον πατριωτισμό και την απομυθποποίηση των ηρώων, στον ηρωισμό και την αντιπολεμική ματιά. Με αφορμή την περίφημη φωτογραφία που δείχνει αμερικανούς στρατιώτες να καρφώνουν τη σημαία τους σε ένα ύψωμα που κατέλαβαν, αφηγείται την αληθινή ιστορία της φριχτής μάχης της Ιβοζίμα, μιας από πιο αιματηρές του Β' παγκόσμιου, αλλά και αυτήν των τριών από τους στρατιώτες της φωτογραφίας που επιβίωσαν μετά την επιστροφή τους στην πατρίδα.
Η ταινία έχει σίγουρα κάποια καλά στοιχεία. Η αντιπολεμική ματιά είναι σαφέστατη στις (ατέλειωτες) σκηνές μάχης, που δίνονται με τρόπο που ορισμένες φορές αγγίζει τα όρια του σπλάτερ (αν και, θα μπορούσε να αντικρούσει κανείς, έχουμε δει χιλιάδες τέτοιες πολεμικές - αντιπολεμικές σκηνές τα τελευταία 30τόσα χρόνια). Υπάρχει επίσης ο προβληματισμός περί του τι σημαίνει (αν σημαίνει κάτι τελικά) η έννοια του ηρωισμού, καταλήγοντας, σωστά νομίζω, ότι οποιοσδήποτε κάτω από κατάλληλες συνθήκες μπορεί να γίνει ήρωας (ή κατά λάθος ήρωας) κι ας είναι ο κοινότερος των ανθρώπων. Το πιο ενδιαφέρον όμως κομμάτι είναι η κατάδειξη της αδίστακτης εκμετάλλευσης από το κράτος και τους κάθε λογής πολιτικούς και επιχειρηματίες των "ηρώων" (με ή χωρίς εισαγωγικά, αποφασείστε) όταν επιστρέφουν στις ΗΠΑ και η χρησιμοποίησή τους σαν ατραξιόν σε ένα είδος περιοδεύοντος τσίρκου με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων, ενώ ο ένας απ' αυτούς, που τυχαίνει να είναι ινδιάνος, υφίσταται από πάνω και όλον το ρατσισμό της χώρας του.
Καλά όλα αυτά. Το πρόβλημα όμως είναι ότι η ταινία δεν "τσουλάει". Πολύ γρήγορα γίνεται βαρετή και επαναλαμβανόμενη, με αδικαιολόγητα μακρά διάρκεια. Ξανά τα φλας μπακ των μαχών, ξανά πίσω στο "τσίρκο", και πάλι στη μάχη... επί 132' ατέλειωτα λεπτά. Ο συνήθως στιβαρός Eastwood εδώ μοιάζει να πλατειάζει αδικαιολόγητα, λέγοντας και ξαναλέγοντας τα ίδια. Κουράστηκα. Αφείστε που, τελικά, παρά το αντιπολεμικό που λέγαμε, η στρατιωτική ανδρεία μοιάζει εξακολουθεί να αποτελεί ύψιστη αρετή...

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker