Πέμπτη, Ιανουαρίου 27, 2022

"ΠΙΤΣΑ ΑΠΟ ΓΛΥΚΟΡΙΖΑ" Ή ΔΥΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΕΣ ΕΝΗΛΙΚΙΩΣΕΙΣ

 


Κάθε ταινία του Paul Thomas Anderson αποτελεί, βεβαίως, γεγονός. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς και με το "Licorice Pizza" (Πίτσα από Γλυκόριζα) του 2021. Με τους νεαρούς Alana Haim και Cooper Hoffman (γιος του πρόωρα χαμένου Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν) να περιστοιχίζονται από μεγάλα ονόματα όπως αυτά των Σον Πεν, Τομ Γουέιτς, Μπράντλεϊ Κούπερ κ.ά. 

Η ταινία μας μεταφέρει στο μυθικό 1973, όπου ένας 16χρονος, που ζει με τη μητέρα του, αλλά είναι εντελώς ανεξάρτητος (και οικονομικά) ερωτεύεται κεραυνοβόλα μια 25χρονη. Η σχέση τους θα παραμείνει θολή, κάπως στο "καλοί φίλοι", αλλά και επαγγελματική, καθώς ο υπερδραστήριος νεαρός  ανοίγει επιχείρηση... στρωμάτων με νερό και μετά μαγαζί με φλιπεράκια. Εκείνος προσπαθεί να την κατακτήσει επιδεικνύοντας την ικανότητά του στις μπίζνες, εκείνη, από συντηρητική εβραϊκή οικογένεια και με αναστολές για τη διαφορά ηλικίας, προσπαθεί να βρει παρηγοριά σε μεγαλύτερους και πετυχημένους τύπους...

Δροσερή, νεανική κωμωδία (ως ένα βαθμό τουλάχιστον), έχει ως κύριο προσόν την πιστή αναπαράσταση των αρχών των 70ς (ατμόσφαιρα, πολιτικοκοινωνικές καταστάσεις και κυρίως απολαυστική ροκ και ποπ μουσική της εποχής), αλλά και τις διάφορες κουφές καταστάσεις που θα αντιμετωπίσει το ζεύγος. Τι θέλει να μας πει όμως μ' αυτό; Καταγράφοντας συστηματικά τις σκοτεινές πλευρές του αμερικάνικου ονείρου, ο Άντερσον μας δείχνει δύο διαφορετικές ενηλικιώσεις: Η μία ποτισμένη με το όνειρο του αυτοδημιούργητου, του οικονομικά επιτυχημένου, του "μπίζνεσμαν" και η άλλη του ιδεαλιστή, ονειροπόλου, που θέλει να αλλάξει τον κόσμο (αυτό που επιχειρεί η κοπέλα με την πολιτική της στράτευση). Τελικά ο έρωτας είναι πάνω απ' όλες τις διαφορές και ξεπερνά τα κάθε λογής εμπόδια... Γύρω όμως από τους ήρωες θα παρελάσει (σα να αλλάζουν πίστα σε βιντεογκέιμ) μία αληθινή πινακοθήκη από "κουφούς" ενίοτε μισότρελους, πλην όμως επιτυχημένους τύπους, που, όπως φαίνεται, είναι η σαλταρισμένη (όχι με την καλή έννοια) πλευρά της Αμερικής.

Το απόλαυσα, την καταβρήκα με τη μουσική και την ατμόσφαιρα της εποχής (όπου συνυπάρχει το τέλος του Βιετνάμ, ο Νίξον, οι χίπις, οι πολιτική στράτευση, ένα είδος περιρρέουσας αθωότητας, οι γκλαμουράτοι και εκκεντρικοί τύποι, το ροκ στα ντουζένια του και άλλα πολλά), αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι δεν πείστηκα για τις διθυραμβικές κριτικές (από όλους σχεδόν τους κριτικούς) που πήρε το φιλμ.

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Μαρτίου 02, 2018

Η "ΑΟΡΑΤΗ ΚΛΩΣΤΗ" ΚΑΙ ΟΙ ΔΕΣΜΟΙ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ

Ο Paul Thomas Anderson έχει κάνει μέχρι σήμερα ταινίες που, αν μη τι άλλο, είναι αδύνατο να περάσουν απαρατήρητες. Συνήθως περιστρέφονται γύρω από έναν άντρα με πολύ ιδιαίτερη προσωπικότητα, άλλοτε ισχυρή ("Θα Χυθεί Αίμα", "The Master" κλπ.) και άλλοτε "χύμα" ("Έμφυτο Ελάττωμα"). Έτσι και στην "Αόρατη Κλωστή" (Phantom Thread) του 2017, ο βασικός πρωταγωνιστής είναι ο και πάλι περίεργος αντρικός χαρακτήρας που ενσαρκώνει θαυμάσια ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις.
Ο ήρωας είναι ένας διάσημος μόδιστρος στο Λονδίνο της δεκαετίας του 50. Ζει σ' ένα μεγάλο σπίτι όπου τα πάντα (εκτός απο τις καλλιτεχνικές του δημιουργίες φυσικά) ελέγχει η μεγαλύτερη αδελφή του, μια όχι ακριβώς κακιά, αλλά αυστηρή και πάντοτε καθώς πρέπει γυναίκα, από την οποία εκείνος είναι απόλυτα εξαρτημένος. Εκείνος αλλάζει συχνά ερωτικές συντρόφους, όλες όμως μοιάζουν να αποτελούν διακοσμητικά αντικείμενα στη ζωή του. Πάνω απ' όλα βρίσκεται η δουλειά του, αλλά και οι μικρές, καθημερινές και αυστηρότατες ρουτίνες. Αν δεν γίνουν όλα με την παραμικρή λεπτομέρεια (ίδια κάθε μέρα), η μέρα πάει χαμένη. Ώσπου ο στριφνός και μονόχνωτος ήρωας γνωρίζει και ερωτεύεται, για πρώτη φορά μ' αυτόν τον τρόπο, μια ταπεινής καταγωγής κοπέλα. Η πολύτιμη ρουτίνα του διαταράσσεται και ο κόσμος του παύει να είναι ο αποκλειστικά δικός του κόσμος, με τους δικούς του άτεγκτους κανόνες.
Φυσικά πάνω απ' όλα έχουμε να κάνουμε με περιγραφή χαρακτήρων. Δύσκολων και παράξενων χαρακτήρων. Του εμμονοληπτικού, περφεξιονίστα και σχετικά ακοινώνητου ήρωα, συχνά ενοχλητικού και καταπιεστικού στη συμπεριφορά του, της σαφώς πιο γήινης και ανθρώπινης κοπέλας και της παράδοξα υποταγμένης στα καπρίτσια του αδελφού, πλην όμως αυστηρότατης και μοναχικής ηλικιωμένης αδελφής. Οι μεταξύ τους σχεσεις θα αλλάξουν πολλές φορές μέχρι το τέλος. Ο κόσμος του ήρωα είναι βέβαια ένας ανδροκρατικός κόσμος, τι θα έχει όμως το πάνω χέρι; Η πολύτιμη ρουτίνα ή η γλυκύτητα του έρωτα και της συντροφικότητας; Η ταινία νομίζω ότι θίγει και το θέμα της καλλιτεχνικής δημιουργίας: Ο απόλυτος καλλιτέχνης (πρέπει να) είναι εντελώς δοσμένος στο έργο του, απερίσπαστος από καθε τι άλλο. Έτσι όμως θα γίνει μονόχνωτος, αποκομμένος, στα όρια σχεδόν της μισανθρωπίας. Αν "βάλει νερό στο κρασί του" θα γίνει πιο ανθρώπινος, πιο ζεστός, θα απολαύσει περισσότερο τη ζωή, θα υπάρχουν όμως και επιπτώσεις στην τέχνη του...
Η ταινία διαθέτει άψογη φωτογραφία, κομψές, ψυχρές και εικαστικότατες εικόνες και, το είπαμε, πολύ καλές ερμηνείες. Και, προσέξτε, πίσω από το στιλ και την "ψυχρή" ατμόσφαιρα, κρύβεται ο ρομαντισμός. Αν λοιπόν δεν σας ενδιαφέρουν μόνο οι ταινίες ξέφρενης δράσης, αλλά και τα φιλμ χαρακτήρων, δείτε το. Εγώ θα έλεγα επίσης ότι αν η ταινία ήταν διαπραγματευμένη ως κωμωδία, θα έπρεπε να λέγεται "Ο στρίγγλος που έγινε αρνάκι".

Ετικέτες ,

Τρίτη, Νοεμβρίου 21, 2017

"MAGNOLIA" : ΕΝΑ ΜΩΣΑΪΚΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

Προσθήκη λεζάντας
Φυσικά ο Paul Thomas Anderson είναι από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της εποχής μας. Πίσω στα 1999 πάντως γύριζε την τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του (είχε μόλις γίνει γνωστός από τη δεύτερη, το "Boogie Nights"), το "Magnolia". Μια ταινία που κινείται στο κλίμα φιλμς όπως τα "Στιγμιότυπα" του Altman, αλλά διαθέτει, νομίζω, περισσότερο συναίσθημα.
Η ταινία παρουσιάζει ένα αληθινό μωσαϊκό ανθρώπινων χαρακτήρων μια μέρα με απαίσιο καιρό στο Λος Άντζελες. Όλοι τους σε κρίσιμες καμπές της ζωής τους. Κανένας δεν είναι αληθινά ευτυχισμένος. Σιγά - σιγά αντιλαμβανόμαστε ότι "τρέχουν" δύο παράλληλες ιστορίες. Οι ηλικιωμένοι "πατέρες" και των δύο πεθαινουν από καρκίνο: Από τη μία ένας πλούσιος γέρος. Δίπλα του βρίσκεται η νέα και όμορφη γυναίκα του και ένας μοναχικός νοσοκόμος. Από την άλλη ένας διάσημος, ηλικιωμένος επίσης, τηλεπαρουσιαστής. Δίπλα του βρίσκεται η γυναίκα του. Και οι δύο είναι αποξενωμένοι από τα ενήλικα παιδιά τους και τώρα, στο τέλος, θέλουν να συνδεθούν ξανά μαζί τους. Γύρω τους κινείται ένα πλήθος άλλων χαρακτήρων: Ένας σεξιστής, μισογύνης και πετυχημένος τηλεπαρουσιαστής μιας επιεικώς χυδαίας εκπομπής, μια ναρκομανής κοπέλα, ένα παιδί - θαύμα (λόγω απίστευτων εγκυκλοπαιδικών γνώσεων) που παίρνει μέρος σε τηλεπαιχνίδι, ένας ευσυνείδητος και αγαθός αστυνομικός, ένας μοναχικός πωλητής που αποφασίζει να κάνει μια κομπίνα κλπ. Τι σχέσεις έχουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι μεταξύ τους; Και, το σπουδαιότερο, τι είναι αυτό που έχουν κοινό;
Ο Anderson παρουσιάζει εδώ ανάγλυφη την  ανθρώπνη αλλοτρίωση που προέρχεται από τη σύγχρονη ζωή. Πολλοί απο αυτούς τους ανθρώπους είναι πετυχημένοι επαγγελματικά ή / και οικονομικά. Κι όμως είναι δυστυχισμένοι. Αλλά το ίδιο ισχύει και για τους πιο "μέτριους" σε κοινωνική κλίμακα. Αν ψάξουμε θα δούμε ποιό είναι το κοινό τους, αυτό που τους κάνει δυστυχισμένους: Η έλλειψη αγάπης, η έλλειψη αληθινής επαφής με άλλους ανθρώπους. Τελικά όλοι αυτοί οι χαρακτήρες αναζητούν την αγάπη. Έστω και την τελευταία στιγμή πριν το τέλος ή την καταστροφή. Αλλά δεν είναι σίγουρο ότι θα τη βρουν όλοι, μετά από συσσωρευμένα λάθη τόσων χρόνων...
Το φιλμ γίνεται συχνά στενόχωρο ή και καταθλιπτικό. Ωστόσο στο βάθος του υπάρχει ελπίδα. Αν υπάρχει αγάπη υπάρχει και ελπίδα. Μάλλον αυτό είναι το τελικό συμπέρασμα. Όλα τα άλλα είναι άχρηστα ή, εν πάσει περιπτώσει, δεν μπορούν να θεραπεύσουν τη δυστυχία.
Σημαντική νομίζω ταινία, παρά τη αρκετή μιζέρια που περιέχει, με ένα απίστευτο καστ: Τζούλιαν Μουρ, Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, Τομ Κρουζ (σε ρόλο "μαλάκα" και, πιστέψτε με, του πάει πολύ), Ουίλιαμ Μέισι, Τζέισον Ρόμπαρτς, Τζον Ράιλι κλπ. Από τα σημαντικά φιλμ της δεκαετίας του 90, που καταγράφει, τελικά, την σύγχρονη ανθρώπινη αποτυχία στις σχέσεις. Εκτός αν... είπαμε.

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Μαρτίου 13, 2015

ΤΡΙΠΑΡΙΣΜΕΝΟ "ΕΜΦΥΤΟ ΕΛΑΤΤΩΜΑ"

Ο κόσμος του συγγραφέα Thomas Pynchon είναι πάντοτε χαώδης, παραισθητικός, πολύπλοκος. Γι' αυτό και οι κινηματογραφικές μεταφορές των έργων του θεωρούνται ουσιαστικά αδύνατες. Ο Paul Thomas Anderson ωστοσο τολμά εν έτει 2014 να μεταφέρει στην οθόνη το βιβλίο του "Έμφυτο Ελάττωμα" (Inherent Vice) και, παραδόξως, νομίζω ότι τα καταφέρνει (δίχως να έχω διαβάσει το συγκεκριμένο βιβλίο).
Βρισκόμαστε στα τέλη των ψυχεδελικών 60ς (στο 1970 συγκεκριμένα). Ο ήρωας, ένας β' κατηγορίας ντετέκτιβ, είναι, όπως πάμπολλοι την εποχή αυτή, βουτηγμένος στα ναρκωτικά - κάθε τρεις και λίγο ανάβει τσιγάρο με μαύρο (τουλάχιστον). Η ξαφνική εμφάνιση της πρώην κοπέλας του, την οποία εξακολουθείι να αγαπά, θα ανατρέψει την καθημερινότητά του. Αυτή θα καταγγείλει μια παράξενη υπόθεση, μια πλεκτάνη ενάντια στον πάμπλουτο (και παντρεμένο) νυν εραστή της, κι από εκεί και πέρα τα πράγματα θα περιπλέκονται με σχεδόν σουρεαλιστικό τρόπο και με πλήθος χαρακτήρων να εμπλέκονται στην ιστορία - όπως πάντα στον Πίντσον άλλωστε.
Σας προειδοποιώ: Η ιστορία είναι δαιδαλώδης και είναι πολύ πιθανό να σας αφήσει ερωτηματικά ως προς την πλοκή, ως προς το τι ακριβώς συμβαίνει ή συνέβει. Η συμβουλή μου είναι να μη δώσετε σημασία σ' αυτό. Αφείστε τα κενά να υπάρχουν. Αυτό που μετρά περισσότερο, νομίζω, είναι το γενκό κλίμα. Εδώ έχουμε μια "καταγραφή" των απόλυτα τριπαρισμένων 60ς, ένα παζλ από θεωρίες συνωμοσίας και μια ματιά στη σκοτεινή - πολύ σκοτεινή - πλευρά της Αμερικής (οι θεωρίες συνωμοσίας άλλωστε υπάρχουν για να επιτείνουν αυτό ακριβώς το θέμα). Παρανοϊκοί, βίαιοι και καθόλου έντιμοι μπάτσοι, ακροδεξιές / θρησκευτικές οργανώσεις που υποστηρίζουν τον Νιξον, περίεργες σέχτες και πολλά ναρκωτικά φτιάχνουν ένα κλιμα βουτηγμένο στην παράνοια. Το "αμερικάνικο όνειρο" βρίσκεται πολύ μακριά και ο ευδαιμονισμός και οι ουτοπικές ελπίδες των μυθικών 60ς έχουν ήδη αρχίσει να καταρέουν. Κι όλα αυτά δοσμένα με πολύ χιούμορ και με εξέλιξη των γεγονότων που, εμένα τουλάχιστον, με κράτησε απόλυτα. Και, σα να μην έφταναν όλα, με μια... ρομαντική (!) και γλυκειά ιστορία στην καρδιά όλης αυτής της παρανοϊκής κατάστασης. Α, και με πολύ μουσική της εποχής.
Γι΄αυτό σας είπα στην αρχή: Δίχως να έχω διαβάσει το συγκεκριμένο βιβλίο, βρήκα πολύ σωστή την όλη ατμόσφαιρα του Πίντσον. Αν και ο ίδιος έχω συχνά υποστηρίξει ότι δεν πρέπει να συγκρίνουμε τη λογοτεχνία με το σινεμά και ότι καλό είναι να εξετάζουμε τα φιλμ μόνο ως τέτοια, ξεχνώντας την όποια λογοτεχνική καταγωγή τους. Όντως όμως μερικές φορές κι εγώ αδυνατώ να το πράξω και άθελά μου αρχίζω τις συγκρίσεις... Γενικά λοιπόν διασκεδασα με την ταινία. Ας είστε προετοιμαμένοι όμως για μια καθόλου στρωτή ιστορία.
ΥΓ: Προσέξτε και τις cult εμφανίσεις διαφόρων που επιτείνουν την ηθελημένη ατμόσφαιρα b-movie.

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 14, 2012

ΕΞΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΣΑΓΗΝΗ ΣΤΟ "THE MASTER"

Είναι γενικά παραδεκτό ότι ο Paul Thomas Anderson είναι από τους σημαντικότερους σύγχρονους σκηνοθέτες. Τον ενδιαφέρει η εξερεύνηση της σκοτεινής πλευράς του "αμερικάνικου όνειρου", οι "περενέργειές" του (θυμηθείτε τη βιομηχανία πορνό στο "Boogie Nights" ή τον μοναχικό, άπληστο, σχεδόν τρελό καπιταλιστή στο "Θα Χυθεί Αίμα"). Έτσι, στο "The Master" του 2012 σειρά έχει το θέμα των παρα-, ημι-, περίπου θρησκευτικών οργανώσεων, που τόση πέραση έχουν εκεί.
Η ιστορία μιλά για την συνάντηση δύο εντελώς διαφορετικών προσωπικοτήτων: Ενός ασταθούς, στα όρια της παράνοιας πρώην ναύτη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, σεξουαλικά στερημένου και δίχως να μπορεί να στεριώσει σε μόνιμη δουλειά και του ηγέτη - ιδρυτή μιας παραθρησκευτικής οργάνωσης, που αποκτά όλο και μεγαλύτερη δύναμη και επιροή (αλλά και όλο και περισσότερα προβλήματα με τον νόμο).
Η σχέση των δύο αντρών είναι το κέντρο της ταινίας. Εκείνος θα γίνει φυσικά ο πιστότερος οπαδός, έτοιμος να κάνει τα πάντα για τον "αφέντη" του, ενώ συγχρόνως αποτελεί και το ιδανικό πειραματόζωό του. Η σχέση αυτή μπορεί να περιγραφεί με διάφορους τρόπους και οπτικές: Σχέση πατέρα - γιού, δάσκαλου - μαθητή, εξουσιαστή - εξουσιαζόμενου, πάντοτε όμως σχέση αγάπης - μίσους, όπως ακριβώς συμβαίνει σε όλα αυτά τα δίπολα. Εκτός αυτού όμως μπορεί κανείς να διακρίνει και άλλες προβληματικές: Προφανώς υπάρχει καυτηριασμός όλων αυτών των παραθρησκευτικών (ή περίπου) μπουρδολογιών. Αν το δούμε μάλιστα πιο κλειστά, μπορούμε να το θεωρήσουμε και μια αλληγορία για/ ή καταδικη της/ πανίσχυρης σήμερα σαϊεντολογίας (οι γελοίες θεωρίες της φανταστικής και της υπαρκτής οργάνωσης μοιάζουν, ακόμα και η εποχή είναι η ίδια: Τόσο αυτή του φιλμ όσο και η πραγματική δημιουργήθηκαν και άρχισαν να εδραιώνονται στη δεκαετία του 50), αλλά και των σύγχρονων διάφορων εκφάνσεων του new age.
Πέραν αυτών πάντως η δίψα για όλο και περισσότερη εξουσία και επιβολή σε όλο και περισσότερους ανθρώπους, που γρήγορα φτάνει στην απληστία, είναι παρούσες. Αλλά και η σχέση θρησκείας - χρήματος βρίσκεται κι αυτή εδώ (επιτρέψτε μου να χρησιμοποιώ κάπως απλουστευτικά τον όρο "θρησκεία". Όλα αυτά δεν είναι ακριβώς θρησκείες, αλλά ένα κράμα θρησκείας, φιλοσοφίας, πρακτικής καθημερινής ζωής, μεταφυσικών "αναζητήσεων" και, βέβαια, απαραίτητα, είναι οργανώσεις που απαιτούν πειθαρχία και τυφλή υπακοή από τα μέλη τους και κάποιες οικονομικές συνδρομές... Γενικά νομίζω ότι στις περιπτώσεις αυτές έχουμε ουσιαστικά να κάνουμε με μια από τις πιο απεχθείς μορφές εξουσίας και κυριαρχίας. Ο "Master" της ταινίας είναι προφανώς χαρισματικός, έξυπνος, επινοητικός και διαθέτει αναμφισβήτητο μαγνητισμό και σαγήνη, ο Άντερσον όμως δεν χάνει ευκαιρία να τον παρουσιάσει ταυτόχρονα και σαν άτομο πονηρό ή, αν θέλετε, έναν γοητευτικό απατεώνα που βασίζεται στις ανασφάλειες και την αφέλεια των πιστών του. Και υπάρχουν σκηνές όπου η απόλυτη μπουρδολογία των "βαθυστόχαστων" ρήσεών του ξεγυμνώνεται εντελώς. Ίσως μάλιστα η επιλογή του χαρακτήρα του φανατικού μαθητή δεν είναι τυχαία, ϊσως κι εδώ να υπάρχει ένα σχόλιο: Όσο λιγότερο ισορροπημένος και όσο περισσότερο στερημένος είναι κανείς, τόσο πιο εύκολα θα γίνει τέτοιου είδους πιστός και, φυσικά,όλο και πιο φανατικός. Νομίζω ότι υπάρχουν κι άλλα επίπεδα που ίσως ανακαλύψει ο θεατής.
Γενικά βρήκα την ταινία, ανεξαρτήτως αυτών, δυνατή, εξαιρετικά σκηνοθετημένη και, βέβαια, με εκπληκτικές ηθοποιίες, τόσο από τον φοβερό Γιακίν Φίνιξ όσο και από τον Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν. Σίγουρα από τις πιο αξιόλογες ταινίες της χρονιάς.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 03, 2009

BOOGIE NIGHTS: ΣΤΑ ΑΔΥΤΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΠΟΡΝΟ


Το "Boogie Nights" είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Paul Thomas Anderson, που γυρίστηκε το 1997 και έκανε αμέσως μεγάλη εντύπωση, τόσο επειδή είναι μια καλή ταινία όσο και για το ασυνήθιστο και τολμηρό θέμα της: Ασχολείται με τη βιομηχανία πορνό, την οποία εξετάζει σε μια κρίσιμη καμπή της: Στα τέλη των 70ς, όταν γνώριζε τη μεγαλύτερη ακμή της και στις αρχές των 80ς, όταν αρχίζει η κρίση της (τουλάχιστον με τη μορφή που είχε μέχρι τότε) ή, αν προτιμάτε, η ριζική αλλαγή της λόγω της ξαφνικής και ραγδαίας εξάπλωσης του βίντεο. Ουσιαστικά μέχρι σήμερα διανύουμε την ίδια εποχή, απλώς το βίντεο αντικαταστάθηκε από το dvd και, όλο και περισσότερο, από το διαδίκτυο.
Ο ήρωας είναι ένας νεαρός, σερβιτόρος αρχικά, που λόγω των πολύ "ειδικών προσόντων" του γίνεται διάσημος πορνοστάρ. Μαζί μ' αυτόν μπαίνουμε κι εμείς στα άδυτα της βιομηχανίας αυτής και τη γνωρίζουμε από τα μέσα. Όλοι ανεξαιρέτως οι ήρωες σχετίζονται μ' αυτήν: Παραγωγοί, σκηνοθέτες, άλλοι πορνοστάρ, άντρες και γυναίκες, κινηματογραφικά συνεργεία κλπ. Μέσα από την ιστορία του πρωταγωνιστή, της κάθετης ανόδου και της εξ ίσου απότομης πτώσης του δηλαδή, παρακολουθούμε, όπως είπαμε στην αρχή, την άνοδο και την πτώση της ίδιας της βιομηχανίας. Ίσως εμείς οι απ' έξω να μην το συνειδητοποιούμε, αφού απλά βλέπουμε ή τέλος πάντων μαθαίνουμε για την ύπαρξη του πορνό, η έλευση του βίντεο όμως, η κατάργηση του φιλμ, το ουσιαστικό τέλος των πορνοκινηματογράφων (αφού ο καθένας μπορεί πια να απολαμβάνει τις ταινίες στο σπίτι του), η δραματική μείωση του κόστους παραγωγής, επέφεραν τεράστιες αλλαγές στη βιομηχανία.
Κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας είναι ένας μεσήλικας σκηνοθέτης (θεαματική επιστροφή του ξεχασμένου Μπαρτ Ρέϊνολντς), μια απόλυτα πατρική φιγούρα, δίκαιος με όλους, φιλόξενος, που αγαπά σαν παιδιά τόσο τα φιλμ όσο και του ηθοποιούς και τους υπόλοιπους συνεργάτες του. Ταυτόχρονα έχει και καλλιτεχνικά όνειρα: Θεωρεί τον εαυτό του κανονικό σκηνοθέτη και θέλει να παντρέψει το πορνό με την τέχνη του σινεμά. Γι΄αυτό και, όταν έρχεται η ώρα, αρνείται κατηγορηματικά να γυρίσει βίντεο, που γι΄αυτόν είναι κάτι χυδαίο και καθόλου καλλιτεχνικό.
Ο Anderson αντιμετωπίζει με συμπάθεια, κατανόηση και τρυφερότητα τους ήρωές του, οι οποίοι είναι κανονικοί άνθρωποι, με τους διαφορετικούς χαρακτήρες τους, τις διαφορετικές (εκτός πορνό) φιλοδοξίες τους, τα προβλήματά τους. Η μόνη διαφορά είναι ότι οι καθημερινές, επαγελματικές τους κουβέντες περιστρέφονται με απόλυτη φυσικότητα γύρω από πίπες, παρτούζες και άλλα τέτοια. Στο πρώτο μέρος φαίνεται μια σχεδόν ειδυλλιακή εικόνα του όλου πράγματος. Στη συνέχεια αποκαλύπτεται και το από μέσα, το άσχημο πρόσωπο της όλης φάσης. Η κρυμένη δυστυχία πολλών από τους χαρούμενους επιφανειακά ήρωες, τα ναρκωτικά που κάνουν θραύση, η ψευδαίσθηση του μεγαλείου, η γρήγορη παρακμή μετά το πρώτο στραβοπάτημα...
Άλλη μεγάλη αρετή της ταινίας είναι η εύστοχη καταγραφή της ποπ κουλτούρας της εποχής. Από τη μουσική και τα αυτοκίνητα μέχρι τα κλαμπ και τα ντυσίματα, από τα ινδάλματα των ηρώων μέχρι την γενικότερη αισθητική. Γι΄αυτό και το φιλμ θεωρήθηκε άμεσο καλτ για πολλούς.
Μην περιμένετε να δείτε και τίποτα φοβερά τολμηρές σκηνές. Ό,τι συμβαίνει στα γυρίσματα υπονοείται περισσότερο παρά δείχνεται. Ο σκηνοθέτης ενδιαφέρεται για την ανθρώπινη κατάσταση και καταγράφει την καθημερινότητα κάποιων πολύ ιδιαίτερων επαγγελματιών. Και σαν τέτοια καταγραφή νομίζω ότι πετυχαίνει απόλυτα το στόχο της.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 28, 2008

ΟΤΑΝ Η ΑΠΛΗΣΤΙΑ ΒΑΣΙΛΕΥΕΙ... ΧΥΝΕΤΑΙ ΑΙΜΑ


Στο "Θα χυθεί αίμα" (Τhere will be blood) ο Paul Thomas Anderson, από τους σημαντικότερους σύγχρονους σκηνοθέτες, στήνει ένα πυκνό δράμα με πολλαπλά θέματα: Την απληστία που οδηγεί στην τρέλα, την γέννηση του αμερικάνικου έθνους και της οικονομίας του, τον θρησκευτικό φανατισμό και την κρυφή σχέση των εκκλησιών ή "εκκλησιών" με το χρήμα... για να αναφέρουμε μερικά μόνο απ' αυτά.
Ένας φτωχός χρυσοθήρας στα τέλη του 19ου αιώνα βρίσκει πετρέλαιο και σύντομα μετατρέπεται σε πολυεκατομμυριούχο. Με μια διαφορά: Είναι πλέον μαθηματικά βέβαιο ότι, ακόμα κι αν βρεις πετρέλαιο στην αυλή σου, για να γίνεις πολυεκατομμυριούχος και πανίσχυρος σε όλα τα επίπεδα, πρέπει να κάνεις και πολλά άλλα, όχι τόσο τίμια πράγματα. Απάτες, κλοπές, ίσως και φόνους. Στο επίπεδο αυτό η ταινία λειτουργεί σαν αλληγορία του καπιταλισμού ή, ειδικότερα, σαν αλληγορία της γέννησης του αμερικάνικου έθνους. Και εδώ μπαίνει και ένας ακόμα βασικός, βασικότατος παράγοντας, ψυχολογικός αυτή τη φορά: Η απληστία. Δίχως αυτή, ίσως κάποιος να γίνει με τυχαίο τρόπο πλούσιος (γιατί κέρδισε το Λόττο ας πούμε), δεν πρόκειται όμως ποτέ να γίνει πανίσχυρος και πολυεκατομμυριούχος, να φτάσει να διοικεί μια αυτοκρατορία.
Το πορτρέτο ενός τέτοιου ανθρώπου λοιπόν και την πορεία του σκιαγραφεί η ταινία. Μόνο που η απληστία, η μονομανία της απόκτησης δύναμης, οδηγεί μοιραία στην τρέλα. Η οποία, όσο διαρκεί το φιλμ, μεγαλώνει όλο και περισσότερο, για να πνίξει τον ήρωα. Είναι φυσικό η ιστορία αυτή να φέρνει στο νου τον "Πολίτη Κέιν" ή την αληθινή ιστορία του Χάουαρντ Χιουζ, κι άλλες ταινίες ή περιπτώσεις. Νομίζω ότι κάτι τέτοιο είναι ηθελημένο. Όσο για τη θρησκεία, καιρός ήταν να δούμε κάποιο σχόλιο για τη θρησκοληψία και τους εκατοντάδες ψευδοπροφήτες και έξαλλους τηλεπαπάδες που κατακλύζουν τη σύγχρονη Αμερική. Τέλος οι εικόνες της, με τις γιγάντιες πετρελαιοπηγές, τα έρημα τοπία και τον ανθρώπινο μόχθο, αποζημιώνουν τον θεατή.
Ο Ντάνι Ντέι Λιούις είναι εκπληκτικός και νομίζω ότι δίκαια κέρδισε το Όσκαρ. Όσο για την επική αυτή ταινία (γιατί για έπος της ανθρώπινης απληστίας και αχαλίνωτης φιλοδοξίας πρόκειται) μπορεί να είναι λίγο αργή και μεγάλη σε διάρκεια, προσωπικά όμως δεν με κούρασε. Αντίθετα απόλαυσα μια από τις μεγάλες φετινές ταινίες, που κατεβαίνει στη σκοτεινή άβυσο της ανθρώπινης ψυχής και τη "ζωγραφίζει" πιο εύγλωττα από πολλές άλλες.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker