Η ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ ΕΝΟΣ ΦΑΣΙΣΤΑ
Από τη δεκαετία του 50 έως και αυτή του 70 οι ιταλοί ανέπτυξαν ένα δικό τους, χαρακτηριστικό είδος: Την ιταλική κωμωδία, που διέφερε από κωμωδίες άλλων χωρών και επειδή έφερε έντονα τα σημάδια του προϋπήρξαντος νεορεαλισμού, αλλά και επειδή συχνά ήταν πικρή ή συγκινητική και μπορούσε άνετα να καταλήξει σε κάθε άλλο παρά χάπι εντ, παγώνοντας έτσι τον ανύποπτο θεατή, που μέχρι τότε διασκέδαζε.
Ο Luciano Salce (1922–1989) πάλι δεν υπήρξε ένα από τα μεγάλα ονόματα του ιταλικού σινεμά, έχει κάνει όμως μερικές ενδιαφέρουσες ταινίες. Σημαντική, και χαρακτηριστική του είδους που περιέγραψα πιο πάνω, είναι το "Il Federale" ("Ο Φασίστας") του 1961. Όπου το 1944, και ενώ ο πόλεμος οδεύει προς το τέλος του, οι φασιστικές αρχές στέλνουν έναν φανατικό δικό τους, φασίστα μέχρι το κόκκαλο δηλαδή, να συλλάβει έναν καθηγητή, ο οποίος προορίζεται για πρώτος πρόεδρος της μεταφασιστικής κυβέρνησης. Η ταινία σύντομα εξελίσσεται σε ένα road movie των δυο τους σε μια διαλυμμένη ιταλική ύπαιθρο, ενώ, φυσικά, οι σχέσεις δεσμοφύλακα - αιχμαλώτου περνάνε από διάφορες φάσεις.
Πάνω απ' όλα, φυσικά, εδώ σκιαγραφείται το πορτρέτο ενός φασίστα, που ερμηνεύει πολύ καλά ο Ούγκο Τονιάτσι, στις πλάτες του οποίου στηρίζεται όλο το φιλμ. Και καταλήγει σε ορισμένα αναπόφευκτα συμπεράσματα: Ο φασισμός βρίσκει εύφορο έδαφος για να ριζώσει στην αμορφωσιά πρώτα - πρώτα και, βέβαια, στην απλοϊκότητα και, γιατί όχι, στην ηλιθιότητα των ανθρώπων. Ο ξεροκέφαλος και φανατικός ήρωας είναι όντως τόσο εύπιστος και πρόθυμος να πισέψει ό,τι του λένε οι αρχές και έχει τόσο θεοποιήσει τον Μουσολίνι και του "φίλους γερμανούς", που πλησιάζει αυτό που θα χαρακτηρίζαμε ως καθαρή ηλιθιότητα. Είναι από τους ελάχιστους που δεν αντιλαμβάνονται ακόμα ότι ο πόλεμος έχει πια χαθεί, είναι αυτός που δεν ξέρει τι ακριβώς σημαίνει ελευθερία και, όταν την έχει, δεν ξέρει πώς να τη διαχειριστεί. Είναι πολύ χαρακτηριστική η σκηνή που όταν κάποιοι τον αφήνουν ελεύθερο μένει έκπληκτος και δεν μπορεί να κατανοήσει την πράξη τους. Ταυτόχρονα ο φανατισμός του τον κάνει μονοκόματο, με ένα είδος τιμιότητας και ευθύτητας, με έμμονη ιδέα την εκτέλεση της διαταγής που έλαβε, δίχως να αντιλαμβάνεται τίποτε άλλο απ' όσα συμβαίνουν γύρω του. Ακόμα κι όταν τα προσωπικά του σύμβολα, οι μύθοι του και όσα θεωρεί δεδομένα και αμετακίνητα καταρρέουν το ένα μετά το άλλο (ο δάσκαλός του, οι γερμανοί και η συμπεριφορά τους, ο λαός ολόκληρος), αυτός παραμένει αμετακίνητος στις θέσεις του, με ένα πείσμα που, όπως είπα, μόνο ως ηλιθιότητα μπορεί να χαρακτηριστεί.
Στο μεταξύ διάφορα διασκεδαστικά συμβαίνουν ανάμεσα στα ερείπια και τη γενικη παρακμή, ενώ το συνεχές παιχνίδι αποδράσεων και επανασύλληψης του καθηγητή είναι συχνά αστείο. Τα ίχνη του νεορεαλισμού διακρίνονται στο τοπίο, στους ανθρώπους, στην απεικόνιση της επαρχίας, υπάρχουν στιγμές αληθινά συγκινητικές, το μικρό βιβλιαράκι με τα ποιήματα που έχει ο καθηγητής λειτουργεί ως πολλαπλό σύμβολο, το σασπένς υπάρχει σε σωστές κατά τη γνώμη μου δόσεις, και γενικά το γλυκόπικρο κλίμα και η εναλλαγή δράματος - κωμωδίας είναι πανταχού παρόντα. Θα πρότεινα να ψάξετε την ταινία αν την αγνοείτε.
Και μια πικάντικη λεπτομέρεια: Σε δεύτερο, αλλά χαρακτηριστικό ρόλο, εμφανίζεται μια νεαρότατη Στεφανία Σαντρέλι, ίσως λίγο μετά την εφηβεία της, που όντως είναι ιδιαίτερα σέξι δίχως ο ρόλος της να έχει κάτι σεξουαλικό.
Ο Luciano Salce (1922–1989) πάλι δεν υπήρξε ένα από τα μεγάλα ονόματα του ιταλικού σινεμά, έχει κάνει όμως μερικές ενδιαφέρουσες ταινίες. Σημαντική, και χαρακτηριστική του είδους που περιέγραψα πιο πάνω, είναι το "Il Federale" ("Ο Φασίστας") του 1961. Όπου το 1944, και ενώ ο πόλεμος οδεύει προς το τέλος του, οι φασιστικές αρχές στέλνουν έναν φανατικό δικό τους, φασίστα μέχρι το κόκκαλο δηλαδή, να συλλάβει έναν καθηγητή, ο οποίος προορίζεται για πρώτος πρόεδρος της μεταφασιστικής κυβέρνησης. Η ταινία σύντομα εξελίσσεται σε ένα road movie των δυο τους σε μια διαλυμμένη ιταλική ύπαιθρο, ενώ, φυσικά, οι σχέσεις δεσμοφύλακα - αιχμαλώτου περνάνε από διάφορες φάσεις.
Πάνω απ' όλα, φυσικά, εδώ σκιαγραφείται το πορτρέτο ενός φασίστα, που ερμηνεύει πολύ καλά ο Ούγκο Τονιάτσι, στις πλάτες του οποίου στηρίζεται όλο το φιλμ. Και καταλήγει σε ορισμένα αναπόφευκτα συμπεράσματα: Ο φασισμός βρίσκει εύφορο έδαφος για να ριζώσει στην αμορφωσιά πρώτα - πρώτα και, βέβαια, στην απλοϊκότητα και, γιατί όχι, στην ηλιθιότητα των ανθρώπων. Ο ξεροκέφαλος και φανατικός ήρωας είναι όντως τόσο εύπιστος και πρόθυμος να πισέψει ό,τι του λένε οι αρχές και έχει τόσο θεοποιήσει τον Μουσολίνι και του "φίλους γερμανούς", που πλησιάζει αυτό που θα χαρακτηρίζαμε ως καθαρή ηλιθιότητα. Είναι από τους ελάχιστους που δεν αντιλαμβάνονται ακόμα ότι ο πόλεμος έχει πια χαθεί, είναι αυτός που δεν ξέρει τι ακριβώς σημαίνει ελευθερία και, όταν την έχει, δεν ξέρει πώς να τη διαχειριστεί. Είναι πολύ χαρακτηριστική η σκηνή που όταν κάποιοι τον αφήνουν ελεύθερο μένει έκπληκτος και δεν μπορεί να κατανοήσει την πράξη τους. Ταυτόχρονα ο φανατισμός του τον κάνει μονοκόματο, με ένα είδος τιμιότητας και ευθύτητας, με έμμονη ιδέα την εκτέλεση της διαταγής που έλαβε, δίχως να αντιλαμβάνεται τίποτε άλλο απ' όσα συμβαίνουν γύρω του. Ακόμα κι όταν τα προσωπικά του σύμβολα, οι μύθοι του και όσα θεωρεί δεδομένα και αμετακίνητα καταρρέουν το ένα μετά το άλλο (ο δάσκαλός του, οι γερμανοί και η συμπεριφορά τους, ο λαός ολόκληρος), αυτός παραμένει αμετακίνητος στις θέσεις του, με ένα πείσμα που, όπως είπα, μόνο ως ηλιθιότητα μπορεί να χαρακτηριστεί.
Στο μεταξύ διάφορα διασκεδαστικά συμβαίνουν ανάμεσα στα ερείπια και τη γενικη παρακμή, ενώ το συνεχές παιχνίδι αποδράσεων και επανασύλληψης του καθηγητή είναι συχνά αστείο. Τα ίχνη του νεορεαλισμού διακρίνονται στο τοπίο, στους ανθρώπους, στην απεικόνιση της επαρχίας, υπάρχουν στιγμές αληθινά συγκινητικές, το μικρό βιβλιαράκι με τα ποιήματα που έχει ο καθηγητής λειτουργεί ως πολλαπλό σύμβολο, το σασπένς υπάρχει σε σωστές κατά τη γνώμη μου δόσεις, και γενικά το γλυκόπικρο κλίμα και η εναλλαγή δράματος - κωμωδίας είναι πανταχού παρόντα. Θα πρότεινα να ψάξετε την ταινία αν την αγνοείτε.
Και μια πικάντικη λεπτομέρεια: Σε δεύτερο, αλλά χαρακτηριστικό ρόλο, εμφανίζεται μια νεαρότατη Στεφανία Σαντρέλι, ίσως λίγο μετά την εφηβεία της, που όντως είναι ιδιαίτερα σέξι δίχως ο ρόλος της να έχει κάτι σεξουαλικό.
Ετικέτες "Federale (il)" (1961), Salce Luciano