Σάββατο, Απριλίου 16, 2022

2022: ΕΝΑΣ ΑΚΟΜΑ "ΒΑΤΜΑΝ"

 


Ας σας ζαλίσω λοιπόν για μια ακόμα φορά: Σιχαίνομαι τα υπερηρωικά φιλμ και θεωρώ το γεγονός ότι παράγεται ένα τέτοιο την εβδομάδα (περίπου) ως μέγιστη παρακμή του mainstream Χόλιγουντ (ας μη ξεχνάμε ότι το mainstream επαναλαμβάνω Χόλιγουντ παλιότερα είχε δώσει αριστουργήματα). Εξαίρεση στη γενική μου αυτή άποψη ήταν οι X-Men λόγω του "διαφορετικού" concept (αλλά μετά 3-4 τέτοιους τους βαρέθηκα κι αυτούς και δεν τους βλέπω πια) και κυρίως ο Batman, η σειρά του οποίου έχει δώσει εξαιρετικές ταινίες (ως καλύτερες θεωρώ τη 2η του Burton και την επίσης 2η του Nolan). 

Δεν είναι τυχαίο. Η όλη σύλληψη του Batman ως χαρακτήρα έχει σημαντικές ιδιορρυθμίες: Η βασικότερη απ' αυτές είναι ότι, απλούστατα, δεν διαθέτει υπερδυνάμεις που να τον ωθούν προς εξαιρετικές πράξεις. Οπότε αφήνει άφθονο περιθώριο για αμφισβητήσεις κάθε είδους (του ίδιου, αλλά και του είδους γενικότερα). Διότι το να είσαι εκατομμυριούχος, αλλά να μην έχεις προσωπική ζωή (ούτε ερωτική) και να μην κοιμάσαι τη νύχτα για να κυνηγάς το έγκλημα, μάλλον προς την ψυχοπάθεια και την αρρωστημένη εμμονικότητα τείνει. Αυτά πολύ γενικά.

Όσον αφορά τώρα τον Batman του 2022 του καλού σκηνοθέτη Matt Reeves με τον... ευφάνταστο τίτλο "The Batman" (!) με τον Ρόμπερτ Πάτινσον στο βασικό ρόλο... χμμμ... έχει το ενδιαφέρον του, καθώς ο μασκοφόρος ήρωας πρέπει να αντιμετωπίσει έναν πανέξυπνο σίριαλ κίλερ, ο οποίος γνωρίζει πάρα πολλά για τη βαθύτατη σαπίλα της πόλης. Και καλογυρισμένο είναι (καλά, αυτό συμβαίνει με όλα τα παρόμοια, οπότε δεν αποτελεί είδηση) και, κυρίως κάνει κριτική σε ολόκληρη τη δομή του συστήματος (της Γκόθαμ υποτίθεται και, κατ' επέκταση, του σύγχρονου συστήματος) τονίζοντας με κάθε τρόπο ότι "από το κεφάλι βρωμάει το ψάρι". Η καταγγελτική διάθεση δεν διστάζει να απομυθοποιήσει ούτε τους γονείς του ήρωα, "ιερούς" και αθώα θύματα μέχρι τώρα, ο θάνατος των οποίων είναι η αιτία που ο Batman έγινε ό,τι έγινε. Εκτός αυτού, μιλάμε για μια από τις πιο σκοτεινές ταινίες που έγιναν ποτέ, τόσο σεναριακά (δεν υπάρχει τίποτα σχεδόν θετικό ούτε κάποια "νορμάλ" - ό,τι και να σημαίνει αυτό - προσωπικότητα στην ταινία και στις καταστάσεις ούτε τίποτα  βελτιώνεται στο τέλος) όσο και κυριολεκτικά. Υπάρχει πιθανότητα να είναι το πιο σκοτεινό φιλμ (κυριολεκτώ εννοώντας την ίδια την εικόνα) που έχω δει ποτέ. Όλο διαδραματίζεται νύχτα, σε ένα διαρκώς βροχερό Γκόθαμ, σε σκοτεινούς δρόμους και μαυροντυμένους ήρωες κλπ. κλπ. Να τονίσω βεβαίως ότι δεν λείπουν οι ενοχλητικές "αμερικανιές", κυρίως στις τελευταίες σκηνές, με τα παιδάκια, τον "μεσσία" ήρωα κλπ. 

Συνολικά τη βρήκα λοιπόν σχετικά καλή ταινία, δίχως βεβαίως αυτό να αναιρεί την απέχθειά μου προς το είδος. Τελικά πόσους ακόμα Batman , έστω και αρκετά καλούς, μπορώ να αντέξω μέχρι να τους βαρεθώ πλήρως κι αυτούς και να μη ξαναδώ ποτέ;

Ετικέτες ,

Κυριακή, Αυγούστου 20, 2017

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ "ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ " ΣΤΟΝ ΠΛΑΝΗΤΗ ΤΩΝ ΠΙΘΗΚΩΝ

Είναι φυσικά ηλίου φαεινότερον και το έχουμε επισημάνει και εδώ πάμπολλες φορές: Το Χόλιγουντ έχει στερέψει από ιδέες. Το μόνο (σχεδόν) που κάνει πλέον είναι να σκάβει στο ανεξάντλητο (μέχρι στιγμής τουλάχιστον) χρυσορυχείο του παρελθόντος (ή των κόμικς) και να ξαναγυαλίζει παλιές ιδέες, ήρωες, σειρές. Το μόνο που μας μένει λοιπόν είναι να επισημαίνουμε το αν η τάδε μορφής αναβίωση είναι συμπαθής ή κακή.
Ο Πλανήτης των Πιθήκων αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. "Αναβίωσε" (βλ. reboot) το 2011 και έκτοτε η σειρά, βασισμένη, θυμίζουμε στην κινηματογραφική σειρά του 1968- 1973, συνεχίζεται. Το 2017 έχουμε μάλλον το τελευταίο επεισόδιο, το "War for the Planet of the Apes" (Ο Πλανήτης των Πιθήκων: Η Σύγκρουση), του καλού σκηνοθέτη Matt Reeves και πάλι. Εδώ όλα δείχνουν ότι το έπος φτάνει στο τέλος του, καθώς ένας αδίστακτος συνταγματάρχης, φανατικός της εξολόθρευσης των πιθήκων, κάνει την εμφάνισή του και η σύγκρουση ανάμεσα σ' αυτόν και τον ηγέτη των πιθήκων Σίζαρ παίρνει πλέον καθαρά προσωπικές διαστάσεις, ενώ ο πόλεμος γύρω τους γενικεύεται. Στο μεταξύ οι πίθηκοι ψάχνουν ένα είδος "Γης της Επαγγελίας", όπου θα μπορούν να ζήσουν ανενόχλητοι από το ανθρώπινο μένος.
Θα σας πω αρχικά ότι θεωρώ τη νέα σειρά των Πιθήκων από τις καλές και αρκετά σκεπτόμενες αναβιώσεις. Ενήλικα σενάρια, προβληματισμός πάνω σε θέματα ρατσισμού, φανατισμού, ανοχής στο διαφορετικό, έμμεση κριτική, τελικά, του εθνικισμού. Και στο συγκεκριμένο φιλμ υπάρχει επί πλέον ο προβληματισμός πάνω στο θέμα της εκδίκησης και η σύγκρουση ανάμεσα στο προσωπικό (στο συναίσθημα) και στο καθήκον (το γενικό καλό). Προσωπικά μου φάνηκε λιγότερο καλό από τα δύο προηγούμενα "επεισόδια". Όχι ότι είναι κακογυρισμένο ή κάτι τέτοιο, κάθε άλλο μάλιστα, αλλά με κούρασε κάπως η μεγάλη διάρκεια (142 λεπτά) και το ότι το βάρος πέφτει πλέον κυρίως στον πόλεμο και τη δράση. Τα προηγούμενα διέθεταν, νομίζω, περισσότερο "σενάριο".
Ωστόσο το φιλμ και ατμοσφαιρικό είναι και φέρνει κατ' ευθείαν στο νου την "Αποκάλυψη Τώρα". Και διαθέτει αρκετές άλλες κινηματογραφικές και όχι μόνο αναφορές (πόλεμος του Βιετνάμ, Ολοκαύτωμα, ένα είδος εμφύλιας σύγκρουσης μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ της εποχής του Τραμπ κλπ.). Και βέβαια, το είπαμε πριν, ο Reeves παραμένει πολύ καλός σκηνοθέτης (θυμηθείτε το "Cloverfield" και το "Άσε το Κακό να μπει").
Να το δουν λοιπόν οι φίλοι της σειράς, καθώς όλα δείχνουν ότι αυτή κλείνει εδώ, και να θυμάστε ότι, παρά τις προσωπικές αντιρρήσεις που εξέφρασα προηγουμένως, βρισκόμαστε τουλάχιστον στην "καλή πλευρά" των κάθε λογής ριμέικ, από τα οποία δυστυχώς δεν πρόκειται να ξεφύγουμε καθόλου σύντομα.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Ιουλίου 27, 2014

Η ΑΥΓΗ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ ΤΩΝ ΠΙΘΗΚΩΝ ΚΑΙ Ο ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Τελικά ο σχετικά άγνωστος Matt Reeves δεν είναι καθόλου τυχαίος σκηνοθέτης. Μετά τα "Cloverfield" και το αμερικάνικο "Άσε το Κακό να Μπει", καθόλου κακά και τα δύο, μπαίνει στον κόσμο της σειράς του "Πλανήτη των Πιθήκων" με τον υπότιτλο "Η Αυγή" (2014). Και νομίζω ότι τα καταφέρνει εξ ίσου καλά.
Το φιλμ μας βάζει σε έναν ακόμα μετακαταστροφικό κόσμο: Ένας ιός έχει αποδεκατίσει την ανθρωπότητα. Οι ελάχιστοι επιζώντες ζουν σε κοινότητες με ελάχιστη τεχνολογία. Αυτό που αγνοούν είναι ότι κοντά τους (κάπου έξω από το Σαν Φρανσίσκο συγκεκριμένα) οι νοήμονες πίθηκοι έχουν πολλαπλασιαστεί και έχουν οργανώσει μια ανεπτυγμένη κοινότητα, υπό την αρχηγία βεβαίως του Σίζαρ, που κυβερνά σοφά. Οι δύο "κόσμοι" ειναι μοιραίο κάποια στιγμή να έλθουν σε επαφή και τα προβλήματα θα αρχίσουν.
Θα σας πω γιατί μου άρεσε η ταινία: Πρώτα - πρώτα είναι εξαιρετική οπτικά. Το μετακαταστροφικό τοπίο οπτικοποιείται με δύναμη, κυρίως όμως είναι οι σκηνές με την αποικία των πιθήκων και με το πλήθος τους να δεσπόζει σε διάφορους χώρους που κόβουν την ανάσα. Από την άλλη η αγωνία για το τι θα συμβεί αυξάνεται διαρκώς, οπότε νομίζω ότι το "κράτημα" του θεατή είναι δεδομένο.Το μόνο που με ενοχλεί είναι το τέλος, όχι επί της ουσίας, αλλά επειδή είναι όλα τόσο έτοιμα και τόσο ανοιχτά για την επόμενη συνέχεια της σειράς...
Ωστόσο βρίσκω σημαντικότατο και τον προβληματισμό του φιλμ: Ουσιαστικά μιλά για την αυτοκαταστροφικότητα του ανθρώπινου γένους (και του γένους των πιθήκων από τη στιγμή που αναπτύσουν ανθρώπινου στιλ πολιτισμό, άρα ουσιαστικά γίνονται μια μεταφορά της ανθρώπινης κοινωνίας). Αυτοκαταστροφικότητα που κυρίως έγκειται στον μιλιταρισμό, στην τάση για καταφυγή στη βία. Από εκεί και πέρα, όταν το "μικρόβιο" εισχωρεί και στον κόσμο των πιθήκων, δεν υπάρχει επιστροφή. Και δεν νομίζω ότι αμφιβάλλει κανείς ότι ο πόλεμος είναι ό,τι χειρότερο "επινόησε" η ανθρωπότητα... Ταυτόχρονα το φιλμ μπορεί να μιλά και για θέματα όπως ο ρατσισμός (η στάση ενός μέλους της αρχικής ανθρώπινης αποστολής είναι χαρακτηριστική) ή η ανθρώπινη δίψα για εξουσία - συνιφασμένη με την προαναφερθείσα μιλιταριστική κατάρα. Βέβαια οι χαρακτήρες είναι από την πρώτη στιγμή χωρισμένοι αυστηρα σε καλούς - κακούς, αλλά στο Χόλιγουντ βρισκόμαστε, σε υπερπαραγωγή μάλιστα, οπότε αυτά είναι αναμενόμενα.
Συνολικά λοιπόν το βρήκα αξιοπρεπέστατο μπλόγκμπάστερ, από τα καλά του είδους. Και να σκεφτεί κανείς ότι ο μεγάλος Tim Burton έφαγε τα μούτρα του όταν επιχείρησε να κάνει ένα είδος ριμέικ της πρώτης ταινίας του 1968, φτιάχνοντας νομίζω τη χειρότερη ταινία του.

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Ιανουαρίου 12, 2011

ΑΣΕ ΞΑΝΑ ΤΟ ΚΑΚΟ ΝΑ ΜΠΕΙ


Ξέρουμε ότι οι αμερικάνοι αδυνατούν να παρακολουθήσουν μια ταινία που δεν μιλά αγγλικά. Πρέπει ντε και καλά να είναι στη γλώσσα τους. Γι’ αυτό και 2 μόλις χρόνια μετά ο Matt Reeves, που το 2008 είχε κάνει το σχετικά ενδιαφέρον "Cloverfield", ξαναγυρίζει το θαυμάσιο σουηδικό βαμπιρικό φιλμ «Άσε το Κακό να Μπει», ονομάζοντάς το «Let Me In».
Έχω πει επανειλημμένα ότι συνήθως απεχθάνομαι τα ριμέικ, και μάλιστα αυτά που κάνουν οι αμερικάνοι σε ξένες ταινίες, συνήθως αλλάζοντάς τους τα φώτα (μοναδική εξαίρεση απ’ όσα τέτοια έχω δει το αμερικάνικο «Ring”, άντε κάπως και το «Insomnia”). Εδώ λοιπόν βρισκόμαστε μπροστά σε μια από τις σπάνιες αυτές εξαιρέσεις. Όχι ότι η ταινία του Reeves είναι καλύτερη από τη σουηδική. Απλώς είναι τόσο πιστή, τόσο σεναριακά όσο και στο πνεύμα, που καταφέρνει να πιάσει άψογα όλες τις σκοτεινές αποχρώσεις και την ζοφερή ατμοσφαιρικότητα του πρωτότυπου.
Η ιστορία του 12χρονου κοριτσιού – βαμπίρ και του συνομήλικού της συνεσταλμένου και «περίεργου» αγοριού δίνεται εδώ με όλη της τη σκοτεινιά, τη βία, τη σεξουαλικότητα που υποβόσκει τελικά σε όλες τις ιστορίες με βρικόλακες, αλλά και την τρυφερότητα και την ευαισθησία που έκαναν το «Άσε το Κακό να Μπει» ένα ξεχωριστό φιλμ. Τρυφερότητα και ευαισθησία που έρχονται σε έντονη αντίθεση με το παγωμένο, άσχημο, νεκρό θαρρείς από συναισθήματα περιβάλλον της μικρής πόλης όπου διαδραματίζεται. Το περιβάλλον αυτό τονίζεται ακόμα περισσότερο με την αποπνικτική κατάσταση στο σπίτι του μικρού πρωταγωνιστή, που είναι πάντα μισοσκότεινο, με την σχεδόν τρελή, θρησκόληπτη μάνα – την οποία, σημειωτέον, αν προσέξετε, δεν βλέπουμε ποτέ.
Θα μπορούσε και να είναι μια ερωτική, ρομαντική ιστορία της πρώιμης εφηβείας ή μια ταινία πάνω στο ξύπνημα του έρωτα και την επίπονη είσοδο στην εφηβεία. Είναι όμως μια ταινία τρόμου, και μάλιστα αρκετά διαφορετική από τις άλλες. Γι' αυτό θα έλεγα να μη σας πτοήσει ο φόβος της "αμερικανιάς". Είναι πολύ σκοτεινό και δίχως παραχωρήσεις και κλισέ φιλμ, πράγμα σπάνιο για αμερικάνικη, μη ανεξάρτητη παραγωγή. Απλώς το έχουμε ξαναδεί. Και μάλιστα σχεδόν ολόιδιο.

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 13, 2008

CLOVERFIELD: ΟΤΑΝ ΤΟ "BLAIR WITCH" ΣΥΝΑΝΤΑ ΤΙΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ


Φαίνεται ότι κάθε 10 περίπου χρόνια, όταν ο θόρυβος από το προηγούμενη προσπάθεια έχει καταλαγιάσει, θα σκάει μύτη μια αντίστοιχη (όμοια θα έλεγαν πολλοί) απόπειρα. Μιλώ φυσικά για το απροσδόκητο Cloverfield (2008) του Matt Reeves, που ήρθε από το πουθενά (για μένα τουλάχιστον, που μια εβδομάδα πριν αγνοούσα την ύπαρξή του) για να με ξαφνιάσει μάλλον ευχάριστα.
Πρόκειται για τυπική ταινία τρόμου - καταστροφής. Το στόρι μπορεί να συνοψιστεί σε δύο σειρές: Ένα αγνώστου ταυτότητας και προέλευσης γιγάντιο και εφιαλτικό τέρας σκάει από το πουθενά (σαν την ταινία) και καταστρέφει με μανία τη Νέα Υόρκη. Αυτά. Και γιατί είναι ενδιαφέρον αυτό μετά τόσους Γκοντζίλες (ο συνειρμός με τον γιαπωνέζο ξάδελφό του είναι φυσικά προφανής) και άλλα συναφή τέρατα; Εδώ είναι που μπαίνει το Blair Witch Project που λέγαμε. Υποτίθεται (όπως ακριβώς σ' αυτό) πως ό,τι βλέπουμε δεν είναι ταινία, αλλά μια τυχαία καταγραφή σε ερασιτεχνικό βίντεο από έναν νεοϋορκέζο που έτυχε να έχει ανοιχτή την κάμερά του και να κινηματογραφεί τα συγκλονιστικά συμβάντα ως το τέλος. Που, παρεπιπτόντως, δεν είναι καθόλου "τέλος", μια που τα πάντα μένουν μετέωρα και αναπάντητα, όπως ακριβώς θα συνέβαινε αν όντως επρόκειτο για μια ερασιτεχνική καταγραφή. Αφήστε το ότι πολλές σκηνές δεν μπορούν παρά να σου φέρουν στο μυαλό την 11η Σεπτέμβρη...
Τα θετικά είναι ότι η ταινία κατάφερε να με κρατήσει σ' όλη της τη διάρκεια. Η ενταση ανεβαίνει διαρκώς, η κουνημένη φωτογραφία και η κάμερα στο χέρι, οι ενίοτε θαμπές εικόνες, τα απότομα κοψίματα, όλα συμβάλλουν στην πειστικότητα του εγχειρήματος, ενώ η σχετικά low-budget αίσθηση μοιάζει να ανατρέπει τα κλισέ των ταινιών καταστροφής, που πάντοτε είναι υπερπαραγωγές. Τα αρνητικά είναι όλα, τόσο δηλαδή το σκέλος "Γκοτζίλα" όσο και αυτό του "Blair Witch", τα έχουμε ξαναδεί και εμπεδώσει, οπότε η πρωτοτυπία περιορίζεται στο πάντρεμά τους και μόνο. Και υπάχουν βέβαια και αρκετά κλισέ (οι ξενέρωτες ατάκες, ο ερωτευμένος ήρωας που πάει με τα δυο του χέρια στο "στόμα" του τέρατος και τον ακολουθεί και η παρέα του από πάνω) κλπ. Διαλέγετε και παίρνετε. Ωστόσο, ξαναλέω, είναι καλογυρισμένη, πειστική σ' αυτό που θελει να μας πείσει και κρατά τον θεατή.
ΥΓ: Σημειωτέον ότι το τέρας καθόλου δεν θυμίζει Γκοτζίλα. Είναι πολύ πιο εντυπωσιακό και "εξωγήινο".

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker