Τρίτη, Δεκεμβρίου 06, 2011

Η ΠΑΡΑΙΣΘΗΤΙΚΗ "FATA MORGANA"

To 1971 o Werner Herzog, ένας δημιουργός που δεν μοιάζει με κανέναν άλλον, γυρίζει το "Fata Morgana", μια ταινία που συνήθως χαρακτηρίζεται ως ντοκιμαντέρ. Ντοκιμαντέρ; Δεν είμαι καθόλου σίγουρος γι' αυτό. Σίγουρα δεν πρόκειται για αφηγηματικό σινεμά, αλλά αν το χαρακτηρίζαμε ντοκιμαντέρ θα είμαστε υποχρεωμένοι να ξανασυζητήσουμε την έννοια του όρου. Τι είναι το "Fata Morgana"; Ο γερμανός σκηνοθέτης (που πάντα του άρεσε να γυρίζει ταινίες σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης) κινηματογραφεί εικόνες από την έρημο Σαχάρα και τις πέριξ αυτής κατοικημένες περιοχές. Δεν υπάρχει κάποιος ειρμός, κάποια συγκεκριμένη λογική, απλώς οι εικόνες είναι ως επί το πλείστον παράδοξες, ίσως και ανησυχητικές, άλλοτε με παντελή απουσία του ανθρώπινου στοιχείου, άλλοτε πάλι με ανθρώπους όχι τόσο συνηθισμένους. Τοπία της ερήμου, κουφάρια κατεστραμένων αεροπλάνων που έχουν πέσει σ' αυτή, πλήθινα χωριά (ένα θαρρείς με την άμμο), οάσεις, λίγες εκτάσεις νερού, παράξενοι άνθρωποι, ντόπιοι ή λευκοί που κατοικούν εκεί... Δεν υπάρχει αφήγηση ή εξήγηση γι' αυτά που βλέπουμε. Αντίθετα μια φωνή πάνω από τις εικόνες διαβάζει αποσπάσματα από ιερά βιβλία και μύθους αρχαίων λαών (νομίζω ότι είναι των ινδιάνων της Νότιας Αμερικής, δεν είμαι όμως σίγουρος γι΄αυτό) που μιλούν για τη γέννηση του κόσμου από τους θεούς και, στο δεύτερο μέρος, ένα ποιητικό κείμενο. Το τελικό αποτέλεσμα όμως επιτυγχάνεται με τη διαρκή σχεδόν χρήση μουσικής, κυρίως από τους θαυμάσιους πειραματιστές Third Ear Band (έδρασαν τέλη 60-αρχές 70 και επανενώθηκαν στη δεκαετία του 90) και, στη συνέχεια, με γνωστά κομάτια του Leonard Coen. Το αποτέλεσμα είναι υπνωτικό, παραισθητικό, όπως παραισθητικές είναι και οι συχνά επαναλαμβανόμενες εικόνες που βλέπουμε. Πρόκειται για ένα δίωρο τριπ, διχως νόημα ίσως, στο οποίο, πολύ απλά, αφήνεσαι. Ή μάλλον αφήνεις όραση και ακοή να ταξιδεύουν και παύεις να σκέπτεσαι οτιδήποτε. Αν καταφέρετε να το κάνετε αυτό, ίσως βιώσετε κάτι μαγικό, ίσως να νοιώσετε ότι κάτι έχετε πάρει κι ας μην... Θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω σαν ένα τεράστιο σε διάρκεια, αργό βιντεοκλίπ, πολύ πριν εφευρεθεί ο όρος και, δεν μου το βγάζετε απ' το μυαλό, το πολύ μεταγενέστερο και πολύ πιο "μπιτάτο" "Coyanisqatsi" χρωστά πολλά σ' αυτήν εδώ τη "Fata Morgana". Νομίζω επίσης ότι όλο αυτό το εγχείρημα του Χέρτσογκ έχει να κάνει και με το όλο ψυχεδελικό και τριπάτο κλίμα των 60ς και των αρχών των 70ς. Γι' αυτό σας είπα από την αρχή ότι μάλλον δεν θα το χαρακτήριζα ντοκιμαντέρ. Πειραματικό φιλμ ίσως, αλλά ντοκιμαντέρ μάλλον όχι. Δεν έχω να σας πω πολλά για νοήματα, μηνύματα και άλλα συναφή. Έχω μόνο να σας προτείνω να αφεθείτε στους υπνωτικούς ρυθμούς του και να απολαύσετε ένα από τα πιο πρώιμα κινηματογραφικά trip. Έχετε κάθε δικαίωμα να σταματήσετε στα πέντε πρώτα λεπτά, να μη μπείτε δηλαδή στην παραισθητική του ατμόσφαιρα. Εγώ πάντως απόλαυσα το ταξίδι.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Οκτωβρίου 08, 2009

ΔΙΕΦΘΑΡΜΕΝΟΙ ΜΠΑΤΣΟΙ ΣΤΗ ΝΕΑ ΟΡΛΕΑΝΗ


Άβυσος η ψυχή του ανθρώπου. Διότι πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς πώς του ήθε του Werner Herzog εν έτει 2009 να κάνει ριμέικ στο Bad Lieutenant του Abel Ferara του 1992... Και μάλιστα με τον Νίκολας Κέιτζ στον κολασμένο ρόλο του Χάρβεϊ Καϊτέλ! "Διαφθορά στη Νέα Ορλεάνη" εί(2009), ναι η ελληνική απόδοση του "Bad Lieutenant: Port of call New Orleans".
Το κοίταγμα του Herzog πάντως σε μια ιστορία βουτηγμένη στη διαφθορά, τα ναρκωτικά, τις δωροδοκίες, το παράνομο σεξ, την κατάχρηση εξουσίας, τον τζόγο κι ό,τι άλλο περνά από το νου σας είναι απόλυτα διαφορετικό από το προηγούμενο φιλμ. Παρακολουθούμε και πάλι την πορεία ενός ναρκομανούς μπάτσου προς την απόλυτη παρακμή. Κάθε παρανομία που κάνει, κάθε απεγνωσμένη προσπάθεια να "τα μπαλώσει" όπως - όπως, τον οδηγεί όλο και πιο βαθιά στο βούρκο, στην κόλαση. Ενώ όμως η παλιά ταινία ήταν ασφυκτική, δίχως καμιά χαραμάδα απ' όπου θα έμπαινε λίγος καθαρός αέρας, εδώ τα πράγματα είναι πιο παιχνιδιάρικα (επί πλέον από τον χαρακτήρα του ήρωα έχει αφαιρεθεί η μέχρι παράνοιας θρησκοληψία του). Έτσι ο Herzog κάνει την ιστορία πιο βατή, πιο τυπικά αστυνομική, ταυτόχρονα όμως της δίνει και μια πιο παρανοϊκή διάσταση και, αυτό κι αν είναι έκπληξη, μια νότα σάτιρας, κάνοντάς την έτσι ώρες - ώρες να αγγίζει τα όρια της κωμωδίας. Και με το μάλλον απροσδόκητο και απίθανο να συμβεί στην πραγματικότητα τέλος, τονίζει, νομίζω, αυτή τη σατιρική διάθεση, μας κλείνει το μάτι και είναι σα να μας λέει: SPOILER! "Ξεχάστε τη φρίκη όσων προηγήθηκαν. Στο τέλος όλα είναι μέλι - γάλα". Ή μήπως όχι, κι ούτε αυτό τελικά ισχύει; ΤΕΛΟΣ SPOILER
Ενδιαφέρον έχει και το φόντο του φιλμ. Η μετά τον τυφώνα Κατρίνα Νέα Ορλεάνη δηλαδή, η οποία δείχνεται άσχημη, φτωχή, στραπατσαρισμένη, καθώς ο φακός του επικεντρώνει σε μίζερες φτωχογειτονιές. Το χερτσογκικό στοιχείο επιβιώνει στις πιο παρανοϊκές σκηνές, αυτές των παραισθήσεων με τους αλιγάτορες και τα ιγκουάνα του σχεδόν μόνιμα μαστουρωμένου ήρωα.
Αλλά τι ήθελε να πει ο σκηνοθέτης; Δεν ξέρω ακριβώς. Να φτιάξει το πορτρέτο ενός ακόμα σαλταρισμένου τύπου, σαν αυτούς που συνήθως κατοικούν στο έργο του; Να μας δείξει το δισυπόστατο αυτού του χαρακτήρα, που παραπαίει ανάμεσα στο καλό την απόλυτη διαφθορά; Να μας δείξει τη διαφθορά στους κόλπους της αστυνομίας; Ε, αυτό πια το ξέρουμε τόσο από μόνοι μας όσο και από πολλές άλλες ταινίες...
Παραδόξως, και παρά το ότι δεν κατανόησα και πολύ τις προθέσεις του, η ταινία, με την παράνοια και το υπόγειο, μαύρο χιούμορ της, μου άρεσε και με κράτησε. Δεν ξέρω αν θα κάνει το ίδιο και με σας. Μπορεί να πρόκειται για προσωπικό βίτσιο, ίσως πάλι να έπαιξε ρόλο το ότι μ' αρέσει γενικά ο Herzog. Δεν ξέρω. Πάντως βρήκα ότι ο ρόλος (όπως τον διαμόρφωσε ο σκηνοθέτης, γιατί δεν θα μπορούσα να τον φανταστώ στην πρώτη ταινία) του Κέιτζ του πήγαινε μια χαρά. Αυτό το στραβοχυμένο περπάτημα, το γουρλωμένο, ηλίθιο ή παρανοϊκό βλέμμα, το όλο ατσούμπαλο στιλ, βρήκα ότι ταίριαζαν (μετά από καιρό) σε έναν ηθοποιό που τελευταία βαριόμουν όλο και περισσότερο...

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 18, 2008

ΠΑΡΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΣΤΟ "COBRA VERDE"


Το 1987 ο Werner Herzog δουλεύει για 5η και τελευταία φορά με τον ηθοποιό - φετίχ του Κλάους Κίνσκι στο "Cobra Verde", μια ακόμα ιστορία τρέλλας που διαδραματίζεται στους τροπικούς. Οι σχέσεις τους είχαν φτάσει σε οριακό σημείο, ο ένας κατηγορούσε τον άλλον για παράνοια και τυραννικότητα, αρκετές φορές λίγο έλλειψε να αλληλοσκοτωθούν... κι όταν το φιλμ τελείωσε ήξεραν και οι δύο ότι δεν επρόκειτο να συνεργαστούν ξανά (ο Κίνσκι πέθανε 4 χρόνια αργότερα).
Ο Cobra Verde είναι ένας διάσημος παράνομος της Νότιας Αμερικής (έχει οδηγηθεί στην παρανομία λόγω του λιμού στη φτωχή περιοχή του), που γίνεται αρχικά επιστάτης των σκλάβων σε μια φυτεία ζάχαρης και στη συνέχεια στέλνεται στην άγρια Αφρική, στη Δαχομέη, με αποστολή να ξαναστήσει το εμπόριο σκλάβων που έχει διακοπεί εξ αιτίας της τρέλας του ντόπιου βασιλιά. Στην πραγματικότητα η αποστολή του είναι μια άτυπη καταδίκη σε θάνατο, αφού όλοι την θεωρούν αδύνατη. Όμως...
Γυρισμένη σε Νότια Αμερική και Αφρική, η ταινία είναι μία ακόμη παραληρηματική ματιά του Χέρτσογκ πάνω στη μεγαλομανία που οδηγεί στην τρέλα, όπως ακριβώς τα προγενέστερα "Αγκίρε" και "Φιτζγκαράλντο". Η ιστορία δεν έχει τόση σημασία εδώ. Άυτό που μετρά κυρίως είναι το βαθμιαίο γλίστριμα στην παρακμή και στην τρέλλα και οι απίστευτες, σουρεαλιστικές ενίοτε, εικόνες, κυρίως στο αφρικάνικο μέρος του φιλμ. Και φυσικά ο Κίνσκι, που για μια ακόμα φορά τα δίνει όλα σε έναν ημιπαρανοϊκό ρόλο, που ούτως ή άλλως βρισκόταν πολύ κοντά στην ιδιασυγκρασία του.
Δεν μπορεί κανείς να συστήσει σε όλους τις ταινίες του Χέρτσογκ, που αυτό που επιδιώκουν, όπως επανειλημμένα λέει ο ίδιος, είναι η έκσταση. Η αφήγησή τους δεν είναι στρωτή, υπάρχουν κενά κλπ. Ο θεατής ή θα "μπει μέσα τους", θα βιώσει ένα μέρος της έκστασης αυτής, αφήνοντας τον εαυτό του σε εικόνες από απομακρυσμένες γωνιές του κόσμου που δεν έχει ξαναδεί ή, πιθανόν, θα βαρεθεί. Μόνο αν είστε "μυημένοι" στο σινεμά του Χέρτσογκ λοιπόν, ψάξτε για το Cobra Verde, άλλη μια μεγάλη ταινία του.

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 31, 2007

Ο ΚΑΤΑ HERZOG "ΝΟΣΦΕΡΑΤΟΥ"


To 1979 προστίθεται ένας ακόμα κρίκος (από τους λαμπρότερους) στην σλυσσίδα των συνεργασιών Werner Herzog - Κλάους Κίνσκι: Το "Νοσφεράτου" (Nosferatu: Phantom der Nacht). Πρόκειται για μια ακόμα μεταφορά στην οθόνη του κλασικού "Δράκουλα", του περίφημου μυθιστορήματος του Μπραμ Στόουκερ. Είχαν προηγηθεί ο Μπέλα Λουγκόζι, ο Κρίστοφερ Λι και άλλοι ακόμα. Ο Herzog όμως επιλέγει να "πατήσει" πάνω στον βουβό "Νοσφεράτου" του 1922 του F.W. Murnau, προφανώς λόγω συγγενούς γερμανικότητας και αγάπης για τον εξπρεσιονισμό. Αυτό όμως που διακρίνεται άμεσα στο αποτέλεσμα είναι η ιδιαιτερότητα του ίδιου του Herzog, άσχετα αν η "υπόθεση" της ταινίας μοιάζει αρκετά τόσο στο παλιό "Νοσφεράτου" όσο και στο πρωτότυπο βιβλίο.
Το έργο του Herzog βρίθει βέβαια από κάθε λογής καταραμένους χαρακτήρες: Ο Αγκίρε, ο Φιτζγκαράλντο, ο Βόιτσεκ, είναι μερικοί απ' αυτούς. Δεν θα μπορούσε λοιπόν να αντισταθεί στον πειρασμό να προσθέσει δύο ακόμα: Τον ίδιο τον Νοσφεράτου προφανώς(τον κόμη Δράκουλα δηλαδή), αλλά και τον Τζόναθαν, τον νεαρό που επισκέπτεται τον φρικτό πύργο στα Καρπάθια, απεσταλμένος του μεσίτη στον οποίο δουλεύει, για να πουλήσει στον κόμη ένα σπίτι στην γερμανική πόλη όπου ζει ο ίδιος και η όμορφη Λούσι, η γυναίκα του. Ο Νοσφεράτου κατά τον Herzog δεν είναι απλώς ο φορέας, η προσωποποίηση του κακού. Είναι και ο ίδιος μια βαθύτατα δυστυχισμένη ύπαρξη. Θέλει, αλλά δεν μπορεί να πεθάνει. Η υπέρτατη καταδίκη, όπως λέει ο ίδιος. Όσο για τον Τζόναθαν, εκπρόσωπο του καλού στο βιβλίο, ο Herzog του επιφυλάσσει κι αυτού μια ζοφερή μοίρα: Να διαδεχτεί τον Δράκουλα, σπείροντας ο ίδιος το κακό. Έχει ετσι δραστικά απομακρυνθεί τόσο από το βιβλίο όσο και από τις προηγούμενες βερσιόν, επιβάλλοντας μια πολύ σκοτεινότερη δική του εκδοχή. Θυμηθείτε πώς τελειώνουν οι υπόλοιπες ταινίες του Herzog. Δεν θα μπορούσε λοιπόν κι εδώ να δεχτεί καθησυχαστικό τέλος: Άρα; Το Κακό θριαμβεύει!
Όλα αυτά βέβαια δεν είναι παρά αναλύσεις επί αναλύσεων και απλώς λόγια. Αυτό που κυρίως καθηλώνει στην ταινία είναι οι υπέροχες εικόνες που στήνει ο σκηνοθέτης. Η αλησμόνητη φιγούρα του Κίνσκι - Νοσφεράτου, τα χιλιάδες ποντίκια να κατακλύζουν την πόλη, οι αποκαλυπτικές, σουρεαλιστικές εικόνες που σηματοδοτούν το ξέσπασμα της πανούκλας και την επακόλουθη τρέλα, η εξαϋλωμένη μορφή της Ιζαμπέλ Αντζανί... είναι λίγες μόνο απ' όσες μπορώ να θυμηθώ.
Αν λοιπόν πέσει στα χέρια σας, μην διστάσετε: Δείτε πώς "ξαναδιαβάζεται" ένας πασίγνωστος μύθος από ένα μεγάλο δημιουργό.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Δεκεμβρίου 22, 2007

Ο ΑΛΛΟΠΑΡΜΕΝΟΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ WOYZECK


Το 1979 ο Werner Herzog συνεργάζεται και πάλι με τον ηθοποιό - φετίχ του, τον Κλάους Κίνσκι, για τη μεταφορά στην οθόνη του γνωστού θεατρικού έργου του Georg Buchner "Woyzeck".
Ακόμα μια "στοιχειωμένη" περίπτωση ανθρώπου, ο ομώνυμος ήρωας είναι ένας φτωχός στρατιώτης με άχαρη ζωή, που ζει σε μια όμορφη και ήσυχη μικρή πόλη και έχει μια νέα γυναίκα και μικρό παιδί. Όλη αυτή όμως η φαινομενική ηρεμία μόνο πρόχειρα μπορεί να καλύψει τα "φαντάσματα" που στοιχειώνουν τον ήρωα και ό,τι άλλο υποβόσκει. Ο Βόιτσεκ είναι αυτό που λέμε "ασταθής", ονειροπαρμένος, κάπως "στα όρια". Ακούει φωνές και φαντάζεται πράγματα, κρύβει μέσα του φόβους για διάφορα κοινά πράγματα... Αυτό που δεν ξέρουμε είναι αν όλα αυτά είναι "εκ γενετής" ή αν προέρχονται από το καταπιεστικό και πνιγηρό περιβάλλον της καθημερινότητάς του. Πράγματι ο αξιωματικός τον οποίο υπηρετεί, ασυνήθιστη προσωπικότητα και ο ίδιος, τον καταπιέζει ασκώντας - σε σχεδόν σαδιστικό βαθμό - όσο περισσότερη εξουσία μπορεί πάνω του, στην οποία βέβαια ο Βόιτσεκ είναι αδύνατο να αντιδράσει. Από την άλλη ένας γιατρός τον θεωρεί κάτι σαν πειραματόζωο και τον μελετά ή τον υποβάλλει σε διάφορα τεστ, ταπεινώνοντάς τον κι αυτός συχνά. Η δε γυναίκα του τον απατά με νέους και όμορφους αξιωματικούς. Έτσι, σωματικά και ψυχικά τσακισμένος, ο Βόιτσεκ, έρμαιο ήδη των "ανωτέρων" του καιμιάς άκαμπτης κοινωνικής ιεραρχίας, γίνεται βαθμιαία και έρμαιο της τρέλας του που μεγαλώνει, έως την τραγική κατάληξη.
Αυτό που νομίζω ότι κυρίως μένει στον θεατή είναι η αληθινά στοιχειωμένη ερμηνεία του Κίνσκι, που είναι ιδανικός για τον ρόλο. Συνολικά όμως η ταινία μου αρέσει λιγότερο από άλλες του Herzog, καθώς οι θεατρικές της καταβολές είναι πασιφανείς: Δράση που περιορίζεται σε λίγους χώρους (όχι βέβαια ότι είναι υποχρεωτικά κακό αυτό), συχνοί μονόλογοι και "θεατρικοί" διάλογοι. Πρόκειται για προσωπική γνώμη βέβαια, καθώς πολλοί την θεωρούν μεγάλη ταινία. Πέραν της δικής σας γνώμης όμως, αξίζει να το δει κανείς λόγω του Κίνσκι.

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 17, 2007

ΥΠΝΩΤΙΚΗ "ΚΑΡΔΙΑ ΑΠΟ ΓΥΑΛΙ"


Ο γερμανός Werner Herzog παραμένει για μένα ένας από τους πιο ενδιαφέροντες σκηνοθέτες, ήδη από το έργο του της δεκαετίας του 70, όταν έκανε και τις γνωστότερες ταινίες του. Το σινεμά του είναι μυστηριώδες, παραισθητικό, σα να αναζητά διαρκώς ένα είδος έκστασης, κυρίως σε απομονωμένες γωνιές της γης ή σε απίστευτα, ζεν θα μπορούσα να τα χαρακτηρίσω, τοπία. Ίσως να είναι ένας δημιουργός που περισσότερο από πολλούς άλλους του ταιριάζει ο χαρακτηρισμός του "φευγάτου" (αν αυτό είναι καλό ή κακό τώρα, ας το κρίνει ο καθένας. Ενδιαφέρον πάντως είναι σίγουρα).
Το 1976 ο Herzog γυρίζει μια από τις πιο παράξενες ταινίες του - από τις πιο παράξενες στην ιστορία του σινεμά, θα έλεγα - την "Καρδιά από γυαλί" (Herz aus Glas). Μια ιστορία δίχως πολύ σαφή ροή και στρωτή αφήγηση, ίσως περισσότερο μια καταγραφή εμμονών ή πραγμάτων που βίωσε ή αγάπησε ο δημιουργός της παρά οτιδήποτε άλλο. Στα τέλη του 17ου αιώνα ένα απομονωμένο βαυαρικό χωριό (από εκεί κατάγεται ο Herzog) ζει κυρίως από ένα εργοστάσιο που παράγει το θρυλικό και πολύτιμο κόκκινο γυαλί. Όταν ο αρχιτεχνίτης του πεθαίνει παίρνοντας το μυστικό του κόκκινου γυαλιού στον τάφο, ο "αφέντης" (= ευγενής, φεουδάρχης ή κάτι τέτοιο) του χωριού καταλαμβάνεται από μια έμμονη ιδέα - με μεταφυσικές προεκτάσεις - να βρει πάσει θυσία το χαμένο μυστικό. Συγχρόνως, ένα είδος προφήτη που ζει στα δασωμένα βουνά έξω από το χωριό, προλέγει τα μελλούμενα - που κυρίως είναι καταστροφικά.
Γιατί είναι μια από τις πιο παράξενες ταινίες όλων των εποχών; Επειδή οι ηθοποιοί είναι όλοι ερασιτέχνες, που βρέθηκαν από αγγελίες στις εφημερίδες. Έπρεπε να είναι έτσι, γιατί όλοι δέχτηκαν εθελοντικά να παίζουν στην ταινία υπνωτισμένοι. Υπνωτίζονταν κανονικά, ο σκηνοθέτης έδινε τις εντολές του για το τι έπρεπε να κάνουν και από εκεί και πέρα οι κινήσεις ή τα λόγια τους δεν ελέγχονταν απόλυτα. Όταν ο Herzog ρωτήθηκε γιατί το έκανε αυτό, απάντησε ότι "η ταινία έχει τόσο εκστατικό περιεχόμενο, ώστε αυτός ήταν ο μοναδικός τρόπος να αποδώσω αυτή την έκσταση" (με δικά μου λόγια). Το αποτέλεσμα είναι όντως παράδοξο - ανατριχιαστικό μερικές φορές. Όλοι σχεδόν οι ηθοποιοί (σχεδόν διότι σε ορισμένες σκηνές παίζουν "φυσιολογικά") παίζουν με έναν τρόπο που δεν μοιάζει με τίποτα που έχετε δει: Κάτι σαν σε slow motion, με ασυνήθιστες, αργές, αναιτιολόγητες μερικές φορές κινήσεις, συχνά με μισόκλειστα μάτια. Και όλο αυτό όντως συμβάλλει στο παράδοξο κλίμα του φιλμ, γεμάτο προφητείες, θρύλους και μυστηριώδεις, ανεξήγητες ενίοτε εικόνες.
Προειδοποιώ ότι η ταινία είναι αρκετά αργή, η αφήγηση παρουσιάζει μερικές φορές χάσματα, τα κίνητρα των πράξεων των ηρώων είναι συχνά ανεξήγητα. Οι εικόνες όμως είναι πανέμορφες. Κυρίως οι εικόνες από τοπία, που πολλές φορές κόβουν την ανάσα (άλλωστε ο Herzog λατρεύει τη φύση στις πιο απόκοσμες, αποκαλυπτικές εκφάνσεις της). Όλα αυτά όμως, σε συνδυασμό με το προαναφερθλεν παίξιμο, συμβάλλουν στην απόλυτα ονειρική ατμόσφαιρα του φιλμ και δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό "ενός από τα πιο παράξενα" που έγιναν ποτέ.
Θα ήταν κρίμα, τέλος, να μη γίνει ιδιαίτερη αναφορά στη μυσταγωγική μουσική των Popol Vuh, του συγκροτήματος που έντυσε μουσικά όλες σχεδόν τις γνωστές ταινίες του Herzog και συνέβαλλε κατά πολύ στην ιδιάιτερη ατμόσφαιρά τους. Αν δεν τους ξέρετε, ανακαλύψτε τους.
Είχα γράψει μια ακόμα φορά, για μια εντελώς διαφορετική ταινία, τη "Διπλή ζωή της Βερονίκ" του Κισλόφσκι, ότι ορισμένα πράγματα δεν χρειάζονται σαφείς εξηγήσεις. Απλώς αφήνεσαι στην ομορφιά τους (ή, τέλος πάντων, βρίσκεις τις δικές σου, προσωπικές ερμηνείες που δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι σύμφωνούν μ' αυτές του δημιουργού). Πολύ σπάνια γράφω κάτι τέτοιο για ένα φιλμ. Η "Καρδιά από γυαλί" όμως αποτελεί σίγουρα μια τέτοια περίπτωση.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker