Δευτέρα, Δεκεμβρίου 31, 2012

ΕΝΑ ΑΓΟΡΙ ΠΟΥ ΤΟ ΛΕΝΕ ΠΙ, ΕΝΑΣ ΤΙΓΡΗΣ ΚΑΙ Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Το έχω ξαναγράψει: Υπάρχουν ορισμένοι δημιουργοί που το στιλ τους είναι η έλλειψη στιλ. Κοινώς, κάθε ταινία τους είναι εντελώς διαφορετική νοηματικά και αισθητικά από την προηγούμενη. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα θεωρώ τον Ang Lee. Διότι πέστε μου, τι σχέση έχει το "Γαμήλιο Γεύμα" με τον "Τίγρη και Δράκο" ή το "Hulk" με το "Προσοχή: Πόθος"; Συνεχίζοντας λοιπόν να φτιάχνει διαφορετικές ταινίες κάθε φορά, γυρίζει το 2012 τη "Ζωή του Πι", που βασίζεται στο ομώνυμο βραβευμένο μυθιστόρημα. Πρόκειται για ταινία που δεν μοιάζει με καμιά άλλη!
Πριν από οτιδήποτε άλλο και αν μη τι άλλο, πρέπει να πω ότι το φιλμ οπτικά είναι εξαιρετικά εντυπωσιακό. Τα ψηφιακά εφέ βρίσκονται στο ζενίθ τους και, όπως μαθαίνω από όσους το είδαν σε 3-D, το αποτέλεσμα είναι εφάμιλλο του "Avatar", το οποίο προσωπικά θεωρώ το καλύτερο 3-D μέχρι σήμερα (οπτικά πάντα μιλώντας). Επίσης η ταινία περιέχει και μια άκρως ενδιαφέρουσα φιλοσοφική θέση περί θρησκείας, την οποία θα συζητήσουμε. Ωστόσο είναι από τις λίγες φορές (όταν συμβαίνειι αυτό το επισημαίνω πάντα) που δεν συμφωνώ με τον "μέσο όρο" των κριτικών, οι οποίες ως επί το πλείστον (και από κριτικούς που εμπιστεύομαι) υπήρξαν διθυραμβικές. Επιτρέψτε μου να διαφωνήσω. Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι πρόκειται και για ενδιαφέρουσα και για εντυπωσιακότατη οπτικά ταινία, όχι όμως για αριστούργημα ή "για την καλύτερη αμερικάνικη ταινία του 2012" όπως γράφτηκε χαρακτηριστικά. Να πω από την αρχή την αντίρρησή μου: Πολύ απλά, κάπου με κούρασε. Βρήκα ότι η όλη φάση με τη βάρκα, στην οποία συνυπάρχουν ο Πι και μία σαρκοβόρα τίγρη κράτησε υπερβολικά πολύ. Όσο για τις εντυπωσιακότατες (θα χρησιμοποιήσω κι άλλες φορές αυτή τη λέξη) εικόνες, ναι, άλλοτε είναι πανέμορφες, μαγικές σχεδόν, κάποιες φορές όμως φοβαμαι ότι φλερτάρουν με το κιτς. Συνολικά μετά το τέλος είχα μια γενική αίσθηση overdose.
Και τώρα τα πολλά θετικά: Πρώτα - πρώτα η εικόνα. Πρόκειται για μια οπτική πανδαισία (παρά τις κάποιες παραπάνω αντιρήσεις μου), που κάποιες φορές φτάνει σε πραγματικά ονειρικά αποτελέσματα. Νομίζω ότι και μόνο γι' αυτή θα έπρεπε κάποιος να δει το φιλμ. Υπάρχει και η πρωτοτυπία της όλης ιδέας: Ένας 40άρης σήμερα ινδός που ζει στον Καναδά διηγείται σε έναν δημοσιογράφο τη μεγάλη περιπέτεια της ασυνήθιστης ζωής του: Από τα παιδικά του χρόνια στην Ινδία, όπου ο πατέρας του είχε ζωολογικό κήπο, μέχρι το ταξίδι στον Καναδά, με ένα πλοίο που, εκτός από ανθρώπους, μετέφερε και τα ζώα. Όταν το πλοίο ναυαγεί, στη βάρκα σύντομα θα απομείνει ο Πι (έξυπνη η όλη φάση με το όνομά του και πώς το Πισίν γίνεται Πι, το γνωστό δηλαδή μαθηματικό σύμβολο) και η τίγρης στο μέσον του απέραντου ωκεανού. Από εκεί και πέρα έχουμε μια απίστευτη περιπέτεια επιβίωσης.
Αυτά για το οπτικό και σεναριακό μέρς. Πολύ ενδιαφέρον έχει όμως και ο φιλοσοφικός προβληματισμός της ταινίας, ο οποίος στρέφεται γύρω από τη θρησκεία. Ουσιαστικά πρόκειται για θέμα που σε γενικές γραμμές δεν με απασχολεί (δεν είμαι θρήσκος, κάθε άλλο), ωστόσο βρήκα τη θέση του φιλμ ενδιαφέρουσα: Αυτό που υποστηρίζει ο Πι λοιπόν είναι ότι πιστεύει στο θεό (είναι μάλιστα ταυτοχρονα οπαδός διαφορετικών θρησκειών!) αδιαφορώντας για το αν αυτός υπάρχει ή όχι, αν όλα όσα ισχυρίζονται οι θρησκείες είναι αληθινά ή όχι. Πιστεύει γιατί αυτό κάνει τη ζωή του πιο όμορφη κι αυτός ο λόγος είναι αρκετός. Γι' αυτόν η θρησκεία εισάγει στην πεζή ζωή μας το στοιχείο του παραμυθιού, την κάνει μαγική, κι αυτό, κατά τον Πι πάντα, είναι τόσο όμορφο που η αλήθεια περνά σε δεύτερη μοίρα. Να λοιπόν μια ταινία που υποστηρίζει τη δύναμη και την ομορφιά του "ψέματος" ( ή, προφανώς, κάποιων "ψεμάτων"). Προεκτείνοντας τον προβληματισμό αυτόν, μπορούμε να μιλήσουμε για τη δύναμη της αφήγησης γενικότερα, τη δύναμη και τη μαγεία των ιστοριών, τηςτέχνης. Ξέρουμε ότι σε όλες τις αφηγηματικές τέχνες (λογοτεχνία, σινεμά, θέατρο, κόμικς κλπ.) όσα συμβαίνουν είναι επινοημένα από το δημιουργό, άρα όχι πραγματικά γεγονότα, αυτό όμως ουδόλως μας εμποδίζει να τα απολαμβάνουμε. Το αντίθετο μάλιστα. Ε, κάτι τέτοιο συμβαίνει με τη θέση του ήρωα για τη θρησκεία (όλα αυτά, δεν θα σας πω φυσικά πώς, θα τα καταλάβετε στο ανατρεπτικό τέλος του φιλμ). Θα μου ήταν αδύνατο να κάνω κάτι τέτοιο στην προσωπική μου ζωή, αλλά βρίσκω την αντιμετώπιση αυτή τουλάχιστον εδιαφέρουσα.
Δείτε το, παρά τις αντιρρήσεις μου. Μπορεί να σας κουράσει κάπως, όπως εμένα, αλλά διαθέτει πολλά στοιχεία που αξίζουν τον κόπο.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Οκτωβρίου 18, 2009

ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΓΟΥΝΤΣΤΟΚ


Κατ' αρχάς το "Taking Woodstock" του Ang Lee δεν είναι μια ταινία για αυτή καθ' εαυτή τη θρυλική συναυλία του 1969. Είναι μια ταινία για όσα έγιναν κατά την προετοιμασία της και για όσα έγιναν κατά τη διάρκειά της μεν, αλλά γύρω από και όχι πάνω στη σκηνή. Οι φίλοι λοιπόν του ροκ των 60ς ας ξέρουν ότι δεν θα δουν τα αυθεντικά συγκροτήματα, ούτε έστω κάποια ελάχιστα ντοκουμέντα από τη συναυλία. Θα ακούσουν μεν τις αυθεντικές, live μουσικές, αλλά μόνο ως σάουντρακ.
Η ταινία καταπιάνεται με τα όσα συνέβησαν πριν (την άρνηση των κατοίκων της γειτονικής πόλης να δεχτούν τις "ορδές των χίπις", την τυχαία σχεδόν ανακ  92009), άλυψη της αχανούς φάρμας του Γιάσγκουρ, ο οποίος δέχτηκε να τους την παραχωρήσει έναντι αστρονομικού για την εποχή ποσού, το ρόλο που έπαιξε σ' όλα αυτά ο γιος στριφνών γέρων που διατηρούν ετοιμόροπο και έτοιμο να κλείσει μοτέλ δίπλα στη φάρμα κλπ). Και βέβαια, όπως είπαμε και στην αρχή, όσα συνέβαιναν γύρω από τη σκηνή τις τρεις αυτές μέρες αδιάκοπης μουσικής. Για την ιστορία ας πούμε ότι το Γούντστοκ θεωρείται η μεγαλύτερη συναυλία που έγινε ποτέ και το αποκορύφωμα του χίπικου κινήματος. Υπολογίζεται ότι συνέρευσαν εκεί 400.000 άνθρωποι, ενώ πολλοί ισχυρίζονται ότι ήταν περισσότεροι (ο ακριβής αριθμός δεν μπορεί να υπολογιστεί γιατί από ένα σημείο και μετά έφταναν στο χώρο δωρεάν), διήρκεσε 3 μέρες και από τη σκηνή παρήλασαν τα μεγαλύτερα ονόματα του τότε ροκ (Who, Jimi Hendrix, Janis Joplin, Grateful Dead, Santana, Joe Cocker και δεκάδες άλλοι).
Αφού λοιπόν το φιλμ δεν δείχνει τη συναυλία καθ' εαυτή, εκμεταλλεύεται την ευκαιρία να καταγράψει το ανεπανάληπτο κλίμα της εποχής, της μοναδικής ίσως που οι νέοι πίστευαν ακράδαντα και μαζικά ότι θα άλλαζαν ριζικά τον κόσμο. Ελεύθερος έρωτας, ναρκωτικά, επιστροφή στη φύση, αντιπολεμικό κλίμα είναι μερικά μόνο από τα ιδεώδη - και τις πρακτικές - της εποχής. Και όλα αυτά και πολλά ακόμα συνέβησαν στις χιλιάδες σκηνές που στήθηκαν εκεί το τριήμερο. Παράλληλα ο Ang Lee καταγράφει μια τρυφερή ιστορία χειραφέτησης από ταμπού (σεξουαλικά, στις σχέσεις γονείς - παιδιών κλπ.) και ενηλικίωσης του ήρωα, που είναι ο νεαρός γιος των ιδιοκτητών του μοτέλ που προαναφέραμε. Και συγχρόνως δεν παύει να μας υπενθυμίζει ότι το Γούντστοκ σαν σύλληψη δεν ήταν παρά μια τεράστια επιχείρηση με στόχο το κέρδος των διοργανωτών του, που ήταν μεν νεαροί οραματιστές, οι οποίοι όμως ούτε τα λεφτά περιφρονούσαν ούτε από κοστουμάτους μάνατζερς έπαυαν να περιστοιχίζονται. Αυτό για να μη νομίζετε ότι ωραιοποιούνται και μόνο τα πράγματα.
Η ταινία, εκτός από την καταγραφή του κλίματος της εποχής, έχει αρκετό χιούμορ, είναι αυτό που λέμε feelgood και διαθέτει απίστευτους χαρακτήρες (ολα τα λεφτά η μισότρελη και παθολογικά τσιγκούνα μάνα του ήρωα). Γενικά, δίχως να τη θεωρώ πάρα πολύ σπουδαία ταινία, την παρακολούθησα με μεγάλη απόλαυση.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Νοεμβρίου 10, 2007

ΠΑΘΟΣ ΠΑΝΩ ΑΠ' ΟΛΑ


Το θέμα ουσιαστικά είναι το ίδιο με το Brokeback Mountain, κι ας είναι τόσο διαφορετικό το background και οι ιστορίες: Το πάθος, απαγορευμένο, παράλογο, που αψηφά κάθε περιορισμό και σύμβαση. Εκεί ήταν το ομοφυλόφιλο πάθος (και μάλιστα σε μια κατ' εξοχήν συντηρητική κοινωνία), εδώ είναι το πάθος για τον εχθρό εν μέσω πολέμου, διανθισμένο με περίπλοκες κατασκοπευτικές ίντριγγες.
Όπως καταλάβατε μιλώ για το "Προσοχή: Πόθος" (2007), την καινούρια ταινία του Ang Lee, που είναι πλέον ένας από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες της εποχής μας. Βρισκόμαστε στα 1942, οι γιαπωνέζοι έχουν καταλάβει την Σαγκάη της Κίνας και μια αντιστασιακή ομάδα νεαρών κινέζων έχει σαν στόχο τη δολοφονία του επίσης κινέζου, δοσίλογου διοικητή της πόλης, που συνεργάζεται με τον κατακτητή. Το κλασικό δόλωμα είναι μια όμορφη γυναίκα. Η οποία, βέβαια, όντως τον σαγηνεύει. Από εκεί και πέρα όμως τον πρώτο λόγο έχει το ανεξέλεγκτο ερωτικό πάθος, που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει και να υπολογίσει από πριν, που είναι κόντρα σε κάθε λογική και "πρέπει", που μπορεί να οδηγήσει σε πολλά δεινά, ακόμα και στην προδοσία ή τον θάνατο. Δεν έχει σημασία η τελική έκβαση. Σίγουρο όμως είναι ότι αν κάποτε αυτό σταματήσει, όποιος από τους δύο μείνει μόνος θα είναι τσακισμένος, ίσως για όλη του τη ζωή. Όπως επίσης ότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με τη συνηθισμένη εκδοχή των μελό, όπου οι εραστές πρέπει να αψηφίσουν τις "κακές" απαγορεύσεις και να αφεθούν να κάνουν αυτό που πραγματικά θέλουν. Εδώ το να αφεθείς στο πάθος σημαίνει πολλά κακά για τους γύρω σου, σημαίνει προδοσία και καταπάτηση κάθε ιδεολογίας. Γι' αυτό, τούτο εδώ το πάθος, που κάθε στιγμή φλερτάρει με τον θάνατο, είναι καταστροφικό.
Η ταινία είναι ιδιαίτερα ατμοσφαιρική. Κυριαρχούν τα καφέ - ώχρα - κόκκινα ζεστά χρώματα, υπάρχει παντού μια διάχυτη κομψότητα. Και υπάρχουν και πολλές έντονες ερωτικές σκηνές, στα όρια σχεδόν της πορνογραφίας, οι οποίες όμως είναι απόλυτα ενταγμένες στο κλίμα και δεν ενοχλούν καθόλου.
Μου άρεσε η ταινία, ωστόσο δεν τη βρήκα πια και τόσο αριστουργηματική όσο πολλοί κριτικοί. Μία αντίρησή μου αφορά την αδικαιολόγητα μεγάλη κατά τη γνώμη μου διάρκειά της. Νομίζω ότι αυτό την κάνει να χάνει σε πυκνότητα. Δεν πειράζει όμως. Σίγουρα έχει κερδίσει μια θέση ανάμεσα στις καλύτερες και πιο ευαίσθητες ταινίες της χρονιάς.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Μαρτίου 07, 2006

BROKEBACK MOUNTAIN: ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΟΥΜΠΟΪΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΙ...


Αρχικά θαύμασα την ευαισθησία της πολυσυζητημένης ταινίας του Ang Lee. Οι σκληροτράχηλοι κάουμπόις του Brokeback Mountain μπορούν να ερωτευθούν (και μάλιστα μεταξύ τους) κι αυτό μπορεί να κρατήσει μια ζωή. Αν η σχέση αυτή δεν ήταν τόσο απαγορευμένη, η ταινία δεν θα ήταν παρά ένα ακόμα μελό. Ωστόσο η αξία και η "εξυπνάδα" της έγκειται στην καταγραφή ενός τόσο ασφυκτικού κοινωνικού περίγυρου, ώστε ακόμα και η παραμικρή σκέψη αποκάλυψης να καθίσταται αδιανόητη. Έτσι το δράμα που έρχεται είναι απόλυτα δικαιολογημένο: Καμιά διέξοδος δεν μπορεί να υπάρχει στον αμερικάνικο νότο (και μάλιστα 40 χρόνια πριν). Και, ως γνωστόν, τα αδιέξοδα οδηγούν πάντα σε καταστροφή...
Γι' αυτό, κατά τη γνώμη μου, πέρα από την σταδιακή δόμηση των χαρακτήρων των δύο ηρώων και την παρακολούθηση της πορείας της ζωής τους, αληθινός πρωταγωνιστής της ταινίας είναι το περιβάλλον: Η μιζέρια, η πληκτικότητα, ο αβάσταχτος συντηρητισμός, η σκληρότητα και το απίστευτο κιτς που βασιλεύει - και μάλιστα για 20 χρόνια, αφού φτάνουμε μέχρι τις αρχές των 80ς. Είναι σαν η έκρηξη της δεκαετίας του 60, οι χίπις, ο ελεύθερος έρωτας, η πολιτικοποίηση, η έκρηξη του πανκ αργότερα και τόσα άλλα καυτά γεγονότα και καταστάσεις, να μην άγγιξαν καθόλου τα μέρη αυτά, να πέρασαν ξόφαλτσα αφήνοντάς τα να κοιμούνται τον (γεμάτο εφιάλτες και καθόλου μακάριο) ύπνο τους. Να λοιπόν το αληθινό δράμα!
Πολύ καλός ο Χιθ Λέτζερ, καθώς και η σύζυγός του. Και μια προειδοποίηση: Η ταινία δεν διαθέτει σχεδόν καθόλου δράση (ούτε τολμηρές ερωτικές σκηνές). Αρκείται στην καθημερινή καταγραφή του παράλληλου δράματος των δύο ηρώων. Κι αν στο τέλος συγκινηθείτε, αυτό θα έρθει από μόνο του, χωρίς εντυπωσιακές κορυφώσεις.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker