Σάββατο, Μαΐου 01, 2021

"HELP!". ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ BEATLES!

 


Ήταν φυσικά 1965. Η μπιτλομανία βρισκόταν στο ζενίθ της και το θρυλικό γκρουπ κατέρριπτε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο (και, να φανταστείτε, δεν είχε αρχίσει ακόμα η ώριμη περίοδός τους, από το 1966 και πέρα). Οι Beatles γύριζαν τη 2η ταινία τους, το "Help!", με σκηνοθέτη και πάλι τον Richard Lester, ο οποίος ενώ υπήρξε σημαντικότατος στα 60ς παρήκμασε αμέσως μετά για να σταματήσει εντελώς την καριέρα του στα τέλη των 80ς. 

Το σενάριο είναι ότι πιο παλαβό (και ανόητο μπορείτε να πείτε) έχετε δει ποτέ. Ο Ρίνγκο, επειδή φορά από άγνοια ένα συγκεκριμένο δαχτυλίδι, γίνεται στόχος μιας αίρεσης, η οποία πρέπει οπωσδήποτε να τον... θυσιάσει. Οι υπόλοιποι Beatles προσπαθούν να τον σώσουν και παθαίνουν κι αυτοί διάφορα κουφά και ευτράπελα.

Εννοείται ότι το φιλμ είναι πλημμυρισμένο από τα τραγούδια των Beatles, τα τραγούδια του ομώνυμου άλμπουμ. Εκτός αυτού ό,τι συμβαίνει σε κάθε λεπτό της ταινίας είναι ό,τι πιο σουρεαλιστικό, γελοίο, κιτς (επίτηδες φυσικά) έχετε δει ποτέ. Η ταινία παρωδεί διάφορα (τις εξωτικές περιπετειώδεις ταινίες, τις ανατολικογενείς θρησκείες που ήταν μόδα ιδιαίτερα στα 60ς, τα φτηνά φιλμς επιστημονικής φαντασίας με τρελούς επιστήμονες και όλα τα συναφή, το κλίμα  του Τζέιμς Μποντ που ήταν ακόμα πολύ φρέσκος κλπ.) και έχει τόσο φευγάτους, τρελούς διαλόγους και καταστάσεις και την πιο σουρεάλ πλευρά του περίφημου βρετανικού χιούμορ, που προοιωνίζει ίσως το φαινόμενο των Monty Python που θα ξεσπούσε λίγα χρόνια μετά. Και βέβαια και η όλη αισθητική της είναι παρόμοια, με τις κουφές λήψεις, τα χρώματα και τα ντυσίματα και το ψυχεδελικό κλίμα της εποχής. Και φυσικά για το τελευταίο πράγμα που νοιάζεται είναι η οποιαδήποτε σχέση με την οποιαδήποτε μορφή αληθοφάνειας. Περισσότερο πλησιάζει τη λογική των καρτούν.

Τώρα, να σας πω την αλήθεια, βλέποντάς το σήμερα μάλλον βαρέθηκα όλο αυτό το άνευ λόγου πανηγύρι. Ωστόσο υπάρχει κάποια δικαιολογία: Δεν πιάνω τα αγγλικά και μάλιστα αν είναι γεμάτα λογοπαίγνια, σουρεαλισμό, τρέλα κλπ., ενώ πλήθος απ᾽αυτά (όπως και τα λογοπαίγνια κάθε γλώσσας), είναι αδύνατο να μεταφραστούν σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα. Οπότε χάνω ένα μεγάλο μέρος του όλου φαν της ταινίας. Πάντως για τους θαυμαστές των Beatles (στους οποίους, όπως είπα, συγκκαταλέγομαι), αποτελεί must.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Ιανουαρίου 30, 2018

Ο "SUPERMAN II" ΚΑΙ ΟΙ... ΤΡΕΙΣ ΚΑΚΟΙ

Σας έχω πει κάποτε ότι ποτέ δεν υπήρξα φαν του Σούπερμαν και ποτέ δεν με συγκίνησαν οι πρώτες ταινίες της σειράς (αυτές των 70ς - 80ς). Ούτε και οι επομενες βέβαια, οι "σοβαρότερες΄" υποτίθεται, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία. Από την άλλη ο Richard Lester υπήρξε ο σημαντικός σκηνοθέτης των 60ς, αντιπροσωπευτικός της δεκαετίας αυτής, το 1980 όμως τον βρίσκει παρακμασμένο να γυρίζει το "Superman II", για μένα εξ ίσου αφελές και αδιάφορο με το πρώτο - και χωρίς τον Μάρλον Μπράντο.
Όπου τα κακά που συμβαίνουν είναι πολλαπλά: Από τη μία ο Σούπερμαν αποκαλύπτει την ταυτότητά του στη Λόις (αυτό δεν είναι τίποτα) και αποφασίζει να χάσει τις δυνάμεις του και να γίνει θνητός για να ζήσει μαζί της (αλλιώς δεν γίνεται να ερωτευτεί "σαν άνθρωπος", αφού ούτως ή άλλος δεν είναι τέτοιος). Από την άλλη οι τρείς κακοί Κρυπτονιανοί πρώην αιχμάλωτοι απελευθερώνονται, ανακαλύπτουν τα ίχνη του και καταφτάνουν στη γη για να τον εξοντώσουν και να εκδικηθούν. Και βέβαια τη γη την καταλαμβάνουν πάραυτα, ταπεινώνουν τον αμερικάνο πρόεδρο και εγκαθιδρύουν στυγνή δικτατορία. Πώς θα τους αντιμετωπίσει ο ερωτοχτυπημένος και γι' αυτό αδύναμος Σούπερμαν;
Φυσικά η αντιμετώπιση του όλου θέματος είναι και πάλι (όπως στο πρώτο εννοώ) παιδική και εξαιρετικά αφελής. Κάποιοι πάνε... με τα πόδια ή με αερόστατο (στην καλύτερη περίπτωση) στον Βόρειο Πόλο, κάποιες δυνάμεις ανακτώνται εξαιρετικά εύκολα, οι άνθρωποι συμπεριφέρονται γελοία σε στιγμές ύστατης καταστροφής, όλοι οι χαρακτήρες (και οι τρεις κακοί και ο απαραίτητος Λούθερ - Τζιν Χάκμαν) είναι καρικατούρες κλπ. κλπ. Φυσικά όλα αυτά δίνονται με κάποιο χιούμορ, υποτίθεται ότι είναι αστεία και δικαιολογούν τις όλο και πιο καρικατουρίστικες καταστάσεις, αλλά φοβάμαι ότι αυτό δεν σώζει την κατάσταση. Τουλάχιστον εδώ ο ηρωικός Σούπερμαν δεν ενώνει με το σώμα του το... ρήγμα του Αγίου Ανδρέα αποτρέποντας την καταβυθιση της Καλιφόρνιας...
Νομίζω ότι προορίζεται αποκλειστικά για παιδιά ή για όσους ερωτεύτηκαν τη σειρά όταν ήταν παιδιά (ή, τέλος πάντων, όταν βρίσκονταν στην τρυφερή εφηβεία τους). Δεν νομίζω όμως ότι κι αυτό το δεύτερο φιλμ του εμβληματικού υπερήρωα θα λειτουργήσει σε ανθρώπους που το πρωτοβλέπουν ενήλικες... Για να μην αναφέρω τίποτα για τα παντελώς ξεπερασμένα εφέ (πράγμα που θα μου ήταν αδιάφορο αν τα υπόλοιπα έστεκαν).

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Οκτωβρίου 03, 2008

H PETULIA ΚΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΩΝ 60ς


Θα πω από την πρώτη στιγμή ότι η "Petulia" του Richard Lester μπορεί να ξενίσει ή/και να κουράσει αρκετούς από τους σύγχρονους θεατές. Για μένα είναι μια αγαπημένη ταινία, αλλά αυτό είναι υποκειμενικό.
Γυρίστηκε το 1968 και είναι σίγουρο ότι δεν θα ήταν δυνατό να γυριστεί οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή. Είναι από τα φιλμ που πραγματικά αιχμαλωτίζουν την εποχή τους. Την ατμόσφαιρα, την αισθητική, τη μουσική, τη φιλοσοφία. Άλλωστε ο Lester (είναι αυτός που έκανε τις ταινίες των Beatles) είναι καθαρά παιδί των 60ς. Ξεκίνησε να γυρίζει ταινίες το 1960, έφτασε στο απώγειό του στα μέσα της δεκαετίας, παρήκμασε στα 70ς γυρίζοντας αρκετές μάπες και αποσύρθηκε τη δεκαετία του 80, δίχως από τότε να κάνει κανένα φιλμ μυθοπλασίας.
Πίσω στην Petulia όμως, που αφηγείται την ιστορία της ομώνυμης κοπέλας, παντρεμένης με έναν trendy αλλά καταπιεστικό και - όπως αποκαλύπτεται - βάναυσο σύζυγο, και την παράξενη σχέση της με έναν μόλις χωρισμένο γιατρό. Το χιούμορ μπλέκεται με το δράμα, η τρέλα της εποχής αιχμαλωτίζεται στο φιλμ, ενώ οι συμβάσεις έρχονται σε αντιπαράθεση (σύγκρουση μάλλον) με την ελευθερία και την τρέλα του έρωτα. Όλη η ιστορία δίνεται με συνεχή μπρος - πίσω στο χρόνο και με ιδιόρυθμο μοντάζ, που θυμίζει πολύ αυτό των μετέπειτα ταινιών του Νίκολας Ρεγκ, ο οποίος ήταν διευθυντής φωτογραφίας στην Petulia. Έτσι το παρελθόν της ηρωίδας αποκαλύπτεται σταδιακά και μάλλον μπερδεμένα. Αυτό ακριβώς το δύσκολο μοντάζ και το ότι η ιστορία είναι πολύ απλή (ένα ρομάντζο ουσιαστικά), είναι τα στοιχεία που πιθανόν θα κουράσουν. Όμως βρισκόμαστε στην καρδιά των 60ς και όλα βρίσκονταιεδώ: Η Τζούλι Κρίστι είναι πιο λαμπερή από ποτέ σε έναν από τους σημαντικότερους ρόλους της καριέρας της, η ιστορία διαδραματίζεται στο Σαν Φρανσίσκο, καρδιά του χιπισμού και της ψυχεδέλειας τότε, εμφανίζονται να παίζουν ζωντανά οι Grateful Dead και οι Big Brother and the Holding Company με τραγουδίστρια την Janis Joplin, η ψυχεδελική αισθητική είναι πανταχού παρούσα, η τηλεόραση μεταδίδει ειδήσεις από τον πόλεμο στο Βιετνάμ, o έρωτας δείχνει πιο ελεύθερος από ποτέ...
Πέραν αυτών όμως, και κάτω από την χαριτωμένα τρελή συμπεριφορά της ηρωίδας, υποβόσκει μια απέραντη ευαισθησία και τρυφερότητα, που κορυφώνεται στην τελευταία σκηνή, μια από τις συγκινητικότερες του σινεμά κατά τη γνώμη μου. Όχι, μην περιμένετε δραματικές κορυφώσεις, συγκλονιστικές αποκαλύψεις και τέτοια. Αντίθετα η σκηνή του τέλους είναι χαμηλότονη και η συγκίνηση που βγάζει βουβή και "ύπουλη" και αφορά συναισθηματικές καταστάσεις και μόνο. Ίσως γι' αυτό με αγγίζει τόσο πολύ.
Προσωπικά τη θεωρώ κλασική ταινία, μάλλον ξεχασμένη σήμερα. Ίσως επειδή αντανακλά τόσο, μα τόσο πολύ την εποχή της.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker