Κυριακή, Νοεμβρίου 22, 2015

"SCARLET STREET" 'Η Ο ΕΡΩΤΑΣ ΩΣ ΑΙΤΙΑ ΑΠΟΛΥΤΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ

O Fritz Lang (1890-1976), αντιναζί, φεύγει κρυφά από τη ναζιστική Γερμανία το 1933, όταν ο Γκέμπελς του προτείνει να γίνει επικεφαλής της γερμανικής κινηματογραφικής βιομηχανίας. Μετά από ένα χρόνο στη Γαλλία καταφεύγει το 1934 στις ΗΠΑ, όπου γυρίζει πολλές σημαντικές ταινίες μέχρι τη δεκαετία του 50. Μία απ' αυτές είναι και η "Scarlet Street" του 1945, ένα σκοτεινό νουάρ με τον εξαιρετικό Έντουαρντ Ρόμπινσον στον βασικό ρόλο.
Ένας επί 25 χρόνια λογιστής σε μια εταιρία, συνειδητοποιεί σε μια κρίση μέσης ηλικίας πόσο δυστυχισμένη ειναι η ζωή του. Καταπιεστική σύζυγος, καθημερινή ρουτίνα, μίζερη ζωή, κι όλα αυτά δίχως ποτέ να έχει γνωρίσει τον έρωτα. Μοναδική του παρηγοριά η ζωγραφική, μια απόλυτα ναϊφ ζωγραφική, η οποία βεβαίως λοιδωρείται από τη μέγαιρα σύζυγο. Μια νύχτα συναντά στο δρόμο μια όμορφη νέα γυναίκα. Πρόκειται για πόρνη (το ξέρουμε σχεδόν από την αρχή), η οποία του πουλά έρωτα και μια δήθεν δυστυχισμένη ιστορία και τον εκμεταλλεύεται ασύστολα με τον απατεώνα εραστή και προαγωγό της, με τον οποίο παραμένει τρελά ερωτευμένη. Η παρακμή για τον αφελή λογιστή θα αρχίσει και σύντομα η κατηφόρα θα γίνει όλο και πιο ολισθηρή, καθώς στο χορό της εκμετάλλευσης και του ψέματος θα μπει ακόμα και το μοναδικό του πάθος, η ζωγραφική.
Ταινία βαθειά απελπισμένη, δίχως καμιά χαραμάδα για να μπει φως, γίνεται όλα και πιο συγκινητική καθώς παρακολουθούμε το δράμα του στερημένου, μοναχικού πρωταγωνιστή. Το όλο κλίμα θυμίζει κάπως τον "Γαλάζιο Άγγελο" (εδώ σε πιο νουάρ αποχρώσεις), καθώς και οι δύο ταινίες μιλάνε για τον τρελό, αταίριαστο έρωτα, που οδηγεί σε απόλυτη δυστυχία και παρακμή τον ερωτευμένο. Και φυσικά η μοιραία, αδίστακτη γυναίκα είναι αναπόσπαστο μέρος της πλοκής. Ο Lang δεν αφήνει καμιά ελπίδα στον ήρωά του. Ακόμα και το τελικό του ξέσπασμα θα είναι άδοξο. Από την άλλη δεν μπορούμε παρά να συγκινηθούμε από τον δυστυχισμένο αυτόν χαρακτήρα, που πασχίζει απελπισμένα, μη βλέποντας τα προφανή, να αρπαχτεί από μια ακτίδα φωτός που μοιάζει να μπαίνει για πρώτη φορά στη ζωή του. Από εκεί και πέρα ο έρωτας, εκ πρώτης όψεως λυτρωτικός, στην πραγματικότητα όμως βαθειά καταστροφικός, έχει το πάνω χέρι.
Από τις καλές αμερικάνικες ταινίες του γερμανού δημιουργού - και από τις πλέον μαύρες συγχρόνως - νομίζω ότι κρατά μέχρι σήμερα τη δύναμή της, όπως άλλωστε όλα τα κλασικά φιλμ.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 07, 2013

Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ "BEYOND A REASONABLE DOUBT"

O Fritz Lang (1890-1976) καταφεύγει στις ΗΠΑ για να αποφύγει τη ναζιστική κατάρα στην πατρίδα του. Εκεί θα γυρίσει αρκετες ταινίες, μερικές από τις οποίες εξαιρετικά νουάρ. Το 1956 κάνει την τελευταία απ' αυτές, το "Beyond a Reasonable Doubt", ένα ασπρόμαυρο φιλμ με τον Ντάνα Άντριους και τη Μάργκοτ Φοντέιν, που χαρακτηρίζεται από τις απρόσμενες ανατροπές που διαθέτει.
Ένας συγγραφέας συλλαμβάνει με τον μέλλοντα πεθερό του και ισχυρό εκδότη εφημερίδας την τρελή ιδέα να "στήσει" μια σειρά από στοιχεία τα οποία ενοχοποιούν τον ίδιο, ώστε τελικά να κατηγορηθεί ως ένοχος ενός άσχετου φόνου και μετά να αθωωθεί πανηγυρικά αποκαλύπτοντας την πλεκτάνη που ο ίδιος έστησε. Έτσι οι δύο "συνεργάτες" θα ξεμπροστιάσουν το σύστημα δικαιοσύνης, θα κάνουν σαφές ότι αυτό μπορεί να κάνει λάθη και θα αποδείξουν το άδικο και επικίνδυνο της θανατικής ποινής. Να όμως που το τόσο καλοστημένο αυτό σχέδιο δεν θα αποδειχτεί τόσο απλό στην εκτέλεσή του, καθώς κανείς δεν έχει λάβει υπ' όψιν του μια σειρά από αστάθμητους παράγοντες...
Νομίζω ότι σκηνοθετικά το φιλμ δεν διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας. Διαθέτει μια κλασική, στέρεα σκηνοθεσία, δίχως όμως κάτι ιδιαίτερο νομίζω. Οι παλιοί και χαρακτηριστικοί εξπρεσιονιστικοί τόνοι του Λανγκ εδώ εγκαταλείπονται και όλα γίνονται με στερεότυπο τρόπο. Αυτά όμως δεν σημαίνουν ότι δεν σας το συνιστώ. Η αξία του πιστεύω ότι οφείλεται στην σεναριακή πρωτοτυπία, στις ανατροπές που αναφέραμε, στο απροσδόκητο φινάλε (δεν θα το αποκαλύψω φυσικά, νομίζω όμως ότι το εύρημα αυτό, που στη συνέχεια έχουμε δει λίγες σχετικά φορές, εδώ χρησιμοποιείται για πρώτη φορά. Τουλάχιστον είναι η πιο παλιά περίπτωση όπου το έχω συναντήσει προσωπικά). Πέραν αυτών η ταινία αρθρώνει έναν πρόωρο λόγο ενάντια στην θανατική ποινή, αλλά και ενάντια στο υποτιθέμενο αλάνθαστο της δικαιοσύνης. Το δεύτερο είναι βέβαια σαφές. Όλοι γνωρίζουμε ότι η διακαιοσύνη - άθελά της στην καλύτερη περίπτωση - μπορεί να διαπράξει λάθη. Αυτό όμως ακριβώς είναι και το επιχείρημα  ενάντια στη θανατική ποινή. Πώς μπορείς να επιβάλλεις σε κάποιον κάτι τόσο τελεσίδικο και διχως επιστροφή όταν υπάρχει έστω και η παραμικρή πιθανότητα λάθους;
Γενικά τη βρήκα ενδιαφέρουσα ταινία, που με κράτησε μέχρι τέλους, παρά την έλλειψη σκηνοθετικής πρωτοτυπίας που προανέφερα. Οπότε τη συνιστώ, αν μάλιστα λάβουμε υπ' όψιν μας ότι πρόκειται για κάτι σχετικά άγνωστο στο έργο του μεγάλου γερμανού σκηνοθέτη.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 02, 2012

ΤΟ "ΜΥΣΤΙΚΟ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ" ΚΑΙ Η ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ

Κάπου στη δεκαετία του 40 το Χόλιγουντ αρχίζει σοβαρά να ενδιαφέρεται για τη φροϊδική θεωρία της ψυχανάλυσης. Πολλές φορές είναι κακοχωνεμένη, συχνά η χρήση της γίνεται εύκολα και επιφανειακά, ωστόσο η γοητεία της είναι σαφής και προσφέρεται για σεναριακή αξιοποίηση. Γνωστότερο παράδειγμα παραμένει το "Spellbound" του Χίτσκοκ. Ωστόσο το 1947 υπάρχει και το "Secret Beyond the Door" του μεγάλου Fritz Lang (1890-1976), ο οποίος τότε διανύει την αμερικάνικη περίοδό του.
Στην ταινία όμορφη και πλούσια κληρονόμος ερωτεύεται στο Μεξικό μυστηριώδη αρχιτέκτονα και σύντομα παντρεύονται. Ωστόσο, από τις πρώτες κιόλας μέρες του γάμου τους, οι αμφιβολίες και τα ερωτηματικά της ηρωίδας για το ποιος πραγματικά είναι ο σύζυγός της πολλαπλασιάζονται. Κυρίως όταν πηγαίνει να ζήσει στο πατρικό του σπίτι, που κατοικείται και από την αδελφή του και μια άλλη γυναίκα...
Ναι, η ιστορία θυμίζει Χίτσκοκ. Άλλωστε, αυτό που αρχικά μοιάζει με αισθηματική ταινία, εξελίσσεται σύντομα σε ψυχολογικό θρίλερ. Ο Λανγκ κουβαλά βεβαίως την παράδοση του γερμανικού εξπρεσιονισμού (του οποίου φυσικά υπήρξε πρωτεργάτης) κι αυτό φαίνεται καθαρά στα ασπρόμαυρα πλάνα του φιλμ, με τις έντονες σκιές, το κοντράστο λευκού - μαύρου, τις λήψεις... Από την άλλη, υιοθετεί την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, χαρακτηριστικό γνώρισμα του νουάρ, του οποίου, υπενθυμίζουμε, έχει επίσης γυρίσει εξαιρετικά δείγματα. Εδώ μάλιστα πρωτοτυπεί, βάζοντας στη θέση του κλασικού αφηγητή μια γυναίκα - αφηγήτρια, την ηρωίδα, η οποία έτσι αποκαλύπτει την πάλη που γίνεται μέσα της και το διχασμό της ψυχής της. Και υπάρχει και η ενδιαφέρουσα σκηνή του ονείρου. Όσο για την ψυχανάλυση που λέγαμε, αυτή παίζει κομβικό ρόλο στη λύση της ιστορίας. Και, βέβαια, κι εδώ χρησιμοποιείται με μάλλον εύκολο τρόπο. Θυμήθηκες, πάει τελείωσε. Όλα έχουν φωτιστεί και λυθεί ως δια μαγείας. Μακάρι να ήταν τόσο εύκολα τα πράγματα...
Η ταινία υπήρξε μεγάλη αποτυχία στην εποχή της και πήρε κακές κριτικές. Σήμερα αναγνωρίζεται ως πολύ καλύτερη από όσο φαινόταν τότε. Προσωπικά μου κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον και μου άρεσε η ονειρική διάσταση που την διαπερνά, δεν τη θεωρώ πάντως από τις πολύ μεγάλες στιγμές του Lang.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 03, 2011

Μ: Ο ΚΑΤΑ ΣΥΡΡΟΗΝ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ ΩΣ ΑΣΘΕΝΗΣ


Το "Μ" (Μ: Ο Δράκος του Ντίσελντορφ) που γύρισε το 1931 ο Fritz Lang είναι μάλλον η πρώτη ταινία στην ιστορία του κινηματογράφου με ήρωα ένα σίριαλ κίλερ (δεν είμαι απόλυτα σίγουρος γι' αυτό, είναι πάντως η παλιότερη που γνωρίζω προσωπικά). Είναι λοιπόν εκπληκτικό το πώς - αν και στις αρχές ουσιαστικά του σινεμά - θίγει ορισμένα θέματα που ελάχιστες μεταγενέστερες ταινίες με παρόμοιους ήρωες, από τις δεκάδες που έχουμε δει, θίγουν.
Στο φιλμ παρακολουθούμε την ιστορία ενός ανισόρροπου δολοφόνου που σκοτώνει μικρά κοριτσάκια, σπέρνοντας έτσι τον τρόμο στη γερμανική πόλη όπου ζει. Φυσικά η αστυνομία τον καταζητεί απεγνωσμένα. Ταυτόχρονα όμως (και αυτή είναι η πρώτη καινοτομία του Lang) τον καταζητεί με ακόμα μεγαλύτερο πάθος... ο υπόκοσμος. Γιατί; Επειδή η αστυνομία έχει εντείνει στο έπακρο τους ελέγχους για να τον βρει και βέβαια οι υποψίες πέφτουν κατά πρώτο λόγο στον υπόκοσμο (αυτό είναι ταξικό θα λέγαμε χαρακτηριστικό της εποχής: Ένας παρανοϊκος δολοφόνος δεν μπορεί παρά να ανήκει στις τάξεις του υποκόσμου. Κι αυτό όμως το ανατρέπει ο Λανγκ, αφού ο ήρωας στην υπόλοιπη ζωή του δεν είναι παρά ένας κοινός, καθημερινός ανθρωπάκος). Συλλαμβάνει λοιπόν η αστυνομία κλέφτες, απατεώνες, νταβατζήδες κι ό,τι άλλο, χαλώντας έτσι τις δουλειές τους, που μέχρι τότε διεξάγονταν σχεδόν ανενόχλητα. Από την αρχή λοιπόν ο σίριαλ κίλερ παρουσιάζεται ως κάτι απομονωμένο, που καταδιώκεται εξ ίσου από το νόμιμο και το παράνομο κομμάτι της κοινωνίας. Κοινώς δεν έχει θέση πουθενά.
Η μεγαλύτερη όμως καινοτομία, και σπανιότατη έως σήμερα, είναι η παρουσίαση του σίριαλ κίλερ όχι ως κάτι απόλυτα κακό, αλλά ως κάτι ανίατα άρρωστο. Η τελική εξομολόγηση του ήρωα στο απίστευτο αυτοσχέδιο δικαστήριο των παρνόμων είναι συγκλονιστική. Εκεί περιγράφεται η ψυχική του κατάσταση ως κάτι που με κανέναν τρόπο δεν μπορεί να ελέγξει και είναι δυστυχισμένος γι' αυτό, υποφέρει κι ο ίδιος από τύψεις, αλλά δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά. Ο εφιαλτικός σίριαλ κίλερ μας προκαλεί όχι τόσο μίσος, όσο οίκτο. Γίνεται, αν θέλετε, θύμα ο ίδιος. Θύμα της ασθένειάς του πρώτα - πρώτα, αλλά και του όχλου. Διότι, ένα άλλο θέμα του "Μ" είναι ακριβώς η ανεξέλεγκτη ψυχολογία, φασισμός ενίοτε, του πλήθους, που καταδιώκει ανηλεώς το εκάστοτε θύμα του, δίχως να μπορεί να εστιάσει σε κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Θυμηθείτε σύγχρονα φιλμ με σίριαλ κίλερς: Από τη θαυμάσια "Σιωπή των Αμνών" έως οποιοδήποτε άλλο, πολύ χειρότερο. Πόσες φορές έχετε δει τον δολοφόνο να αντιμετωπίζεται ως κλινική περίπτωση και όχι ως το "απόλυτο κακό"; Στο "Μ" είναι σαφές ότι, αν είμαστε εμείς δικαστές και γνωρίζαμε όσα γνωρίζει ο θεατής, θα κλείναμε ισόβια τον δολοφόνο σε κλινική και όχι σε φυλακή.
Ο Πίτερ Λόρε είναι φυσικά αξέχαστος σ' έναν από τους σημαντικότερους ρόλους της καριέρας του. Εντύπωση προκαλεί όμως και η εξαίρετη χρήση του ήχου από τον Λανγκ, που τότε ήταν ακόμα πρωτόγνωρος στο σινεμά (πρόκειται άλλωστε για την πρώτη ομιλούσα ταινία του). Ο δολοφόνος, ακόμα κι όταν δεν δείχνεται, ξεχωρίζει από έναν σκοπό κλασικής μουσικής που μονίμως σφυρίζει. Έτσι το μουσικό αυτό μοτίβο είναι ικανό να παγώσει τον θεατή απλώς και μόνο όταν ακούγεται, έστω κι αν το πλάνο δείχνει ένα πεντάχρονο παιδάκι που παίζει ξένοιαστο.
Υπάρχουν κι άλλα σημεία που κάνουν την ταινία κλασική. Η κατάδειξη της αγωνίας και του πόνου της μητέρας του θύματος, η καταγραφή του υπόκοσμου και των σχέσεών του με την αστυνομία - μοιάζει να είναι απόλυτα αποδεκτό και νορμάλ το ότι η κοινωνία αποτελείται εξ ίσου από το νόμιμο και το παράνομο μέρος της - και κάμποσα άλλα. Αξίζει όμως να τη δει κανείς απλώς και μόνο ως μια από τις πρώτες (αν όχι η πρώτη) φορές που το σινεμά επικεντρώνεται σε ένα τέτοιο σοκαριστικό για την εποχή θέμα.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Ιουλίου 10, 2011

METROPOLIS : Η ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΝΑΖΙΣΜΟΣ



O Fritz Lang (1890–1976) γυρίζει την περίφημη "Metropolis" το 1927 και από τότε η ταινία παραμένει κλασική. Κρατείστε όμως στο μυαλό σας τη χρονιά: 1927. Θα πούμε γι' αυτό αργότερα.
Η θρυλική αυτή ταινία, που νομίζω ότι αντέχει μέχρι σήμερα, είναι κλασικό παράδειγμα αυτού που έχω επανειλημμένα επισημάνει: Μπορεί κάτι να είναι μεγάλο, κλασικό, ακόμα και αξεπέραστο, κι όμως να διαφωνεί κανείς ριζικά με το περιεχόμενό του ή να το θεωρεί απλώς αφελές. Ας ρίξουμε όμως μια ματιά στο στόρι:
Στη φουτουριστική υπερπόλη Metropolis τα πάντα είναι διχασμένα, θυμίζοντας την κατάσταση που βρίσκει στο μέλλον ο χρονοταξιδιώτης στη "Μηχανή που Ταξιδεύει στο Χρόνο" του Wells (η οποία είχε προηγηθεί βεβαίως): Η άρχουσα τάξη ζει σε έναν παράδεισο, μια ουτοπία, η οποία όμως οφείλει την ύπαρξή της στις στρατιές των εργατών που ζουν εξαθλιωμένες σε μια άλλη, υπόγεια πόλη κάτω απ' τη μεγαλόπρεπη Μητρόπολη. Όταν οι εργάτες ξεσηκώνονται από τους φλογερούς λόγους της χαρισματικής Μαρίας, ο άρχοντας και δημιουργός της πόλης φτιάχνει ένα ρομπότ, όμοιο με την αυθεντική Μαρία, για να τους παραπλανήσει και να τους οδηγήσει στη βία, οπότε να έχει και ο ίδιος τη δικαιολογία να χρησιμοποιήσει βία εναντίον τους.
Το μεγαλείο της ταινίας έγκειται στην εκπληκτική πόλη που έχει δημιουργηθεί στην οθόνη, στην όλη αισθητική της, που μέχρι σήμερα επηρεάζει ταινίες επιστημονικής φαντασίας και όχι μόνο, και στα ντεκόρ γενικότερα, τις αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες, εσωτερικές και εξωτερικές (άμεσες επιρροές θα βρούμε σε ταινίες από το "Blade Runner" μέχρι το "Πέμπτο Στοιχείο" και πάμπολλες άλλες, ενώ η σκηνή της δημιουργίας του ρομπότ θυμίζει έντονα τις αντίστοιχες στα πρώτα «Φρανκενστάιν» της δεκαετίας του 30). Η ιστορία μπορεί νομίζω να κρατήσει ακόμα αμείωτο το ενδιαφέρον του σύγχρονου θεατή, ενώ η διάρκειά της, κάπου δυόμιση ώρες, ήταν ασυνήθιστη για τα τότε δεδομένα. Ωστόσο οι ιδεολογικές αντιρρήσεις είναι πάμπολλες.
Το φιλμ προτείνει τελικά μια καθαρά χριστιανικού χαρακτήρα συμφιλίωση πλούσιων και φτωχών, άρχουσας και εργατικής τάξης - η οποία μάλιστα, καθόλου τυχαία, γίνεται μπροστά στον καθεδρικό ναό. Φυσικά οποιοσδήποτε μπορεί να αντιληφτεί ότι κάτι τέτοιο είναι απλώς ανέφικτο και η σκέψη του ακόμα αφελής. Ταυτόχρονα η επανάσταση των καταπιεσμένων (βίαιη βέβαια, όπως όλες οι επαναστάσεις) καταδικάζεται εδώ ως καταστροφική για την Πόλη και τους ίδιους. Και σ' αυτό μπορεί πολλοί να έχουν αντιρρήσεις. Έτσι λοιπόν, οποιαδήποτε τέτοιου είδους αντίρρηση είναι εξ αρχής αποδεκτή. Το ιδεολογικό περιεχόμενο βέβαια οφείλεται στη διάσημη τότε σεναριογράφο και σύζυγο την εποχή αυτή του Lang Thea von Harbou, η οποία συνέλαβε το αφελές αυτό "μήνυμα" καθώς διήγε την χριστιανική της φάση. Λίγο αργότερα θα προσχωρούσε στο ναζιστικό κόμμα και θα γινόταν μια από τις πολιτιστικές στυλοβάτες του (έχοντας χωρίσει ήδη με τον Λανγκ).
Ερχόμαστε έτσι στο μεγάλο κεφάλαιο των σχέσεων του φιλμ με το ναζισμό. Το κόμμα του Χίτλερ είχε ιδρυθεί γύρω στα 1920 και ανέβηκε στην εξουσία το 1933. Το φιλμ γυρίζεται το 1927 όπως είπαμε. Είναι εκπληκτικό, αλλά οι ναζί έχουν στηρίξει την αισθητική τους πάνω σ' αυτό! Όταν στην αρχή βλέπεις τους γόνους των πλούσιων να αθλούνται στα σούπερ στάδια της Μητρόπολης, νομίζεις ότι βλέπεις σκηνές από τους Ολυμπιακούς της Ρίφενσταλ, που θα γυρίζονταν χρόνια μετά. Τα κτίρια, η όλη αρχιτεκτονική αισθητική, σίγουρα ενέπνευσαν τον Φον Σπέερ, τον βασικό αρχιτέκτονα της ναζιστικής Γερμανίας. Τα αγάλματα, όπως η υπερμεγέθης προτομή της νεκρής αγαπημένης που έχει ο (περίπου) τρελός επιστήμονας, θυμίζουν εντονότατα Brecker, τον επίσημο γλύπτη των ναζί! Είναι απίστευτο. Είναι γνωστό εξ άλλου ότι οι τελευταίοι θαύμαζαν την ταινία και, αφού πια είχαν πάρει την εξουσία, ζήτησαν από τον Λανγκ να γίνει ο επίσημος σκηνοθέτης τους (αυτός, έντρομος, αρνήθηκε και την κοπάνησε στη Γαλλία αρχικά και στην Αμερική μετά). Ξαναβλέποντας σήμερα το φιλμ έμεινα άναυδος από το πόσο ενσωμάτωσαν στη δική τους αισθητική την (προϋπάρχουσα) αισθητική του φιλμ.
Καταλαβαίνετε ότι ο ίδιος ο Λανγκ ήταν αθώος για όλα αυτά, όσο αθώος ήταν, ας πούμε, ο Μαρξ για τα γκουλάγκ ή ο Χριστός για την Ιερά Εξέταση, που έδρασαν στο όνομά τους - ερήμην τους φυσικά. Απλώς πρέπει να τονιστεί για μια ακόμα φορά το πόσο επιδραστική υπήρξε σε πάμπολλους τομείς η ταινία αυτή, της οποίας, μέχρι σήμερα, μερικές σκηνές κόβουν την ανάσα και προκαλούν θαυμασμό. Οπότε; Η προσωπική μου ετυμηγορία είναι ότι βρισκόμαστε μπροστά σ' ένα σταθμό της 7ης Τέχνης - έστω κι αν σαν περιεχόμενο μπορείτε ελεύθερα να τον χαρακτηρίσετε από αφελή έως και επικίνδυνο...

Ετικέτες ,

Κυριακή, Ιουλίου 12, 2009

Ο ΜΑΜΠΟΥΖΕ ΞΑΝΑ


11 ολόκληρα χρόνια μετά την πρώτη ταινία για τον Μαμπούζε (Dr Mambuse, der spieler), το 1933 δηλαδή, ο Fritz Lang επιστρέφει στον εφιαλτικό του ήρωα με το Das Testament des Dr. Mabuse (Η Διαθήκη του Δρ Μαμπούζε). Τη φορά αυτή η ταινία είναι ομιλούσα, ο ιδιοφυής εγκληματίας είναι τρομακτικότερος ίσως από την προηγούμενη φορά... και το στοιχείο του φανταστικού μπαίνει για τα καλά στην ιστορία.
Ο Μαμπούζε είναι κλεισμένος στο κελί του στο άσυλο (όπου τον είχαμε αφήσει στο τέλος του πρώτου φιλμ) και το μόνο που κάνει είναι να γράφει μανιακά, γεμίζοντας πλήθος σελίδων αρχικά με ασυναρτησίες, βαθμιαία όμως με... Ας μη σας χαλάσω όμως το σασπένς. Ο εξαιρετικός Rudolf Klein-Rogge, από τις πλέον αξέχαστες φιγούρες που έχεουν στοιχειώσει ποτέ την οθόνη ως Μαμπούζε, έχει εδώ δευτερεύοντα ρόλο και δεν κυριαρχεί όπως στο πρώτο φιλμ. Ωστόσο η παρουσία του, άυλη έστω, είναι πανταχού παρούσα. Γιατί από το κελί του το εγκληματικό πνεύμα του μπορεί να "καταλαμβάνει" πλέον σώματα άλλων ανθρώπων... Στα συν της ταινίας και η αξέχαστη φιγούρα του επιθεωρητή - αντίπαλου του δόκτορα: Είναι ένας μάλλον κτηνώδης, άξεστος τύπος, δίχως προσωπική ζωή (τον βλέπουμε να κοιμάται στο γραφείο του), που καπνίζει ασταμάτητα και προκαλεί φόβο στους πάντες (όχι μόνο στους εγκληματίες). Νομίζω ότι κι αυτή η αντιπαράθεση νόμου - εγκλήματος, όπου καμιά από τις δύο πλευρές δεν δείχνεται ιδιαίτερα κολακευτική (άσχετα αν ταυτιζόμαστε με τον επιθεωρητή μπροστά στην αντίπαλη φρίκη), έχει κι αυτή το ενδιαφέρον της.
Στην ταινία αυτή, που περιστρέφεται όλη γύρω από το άσυλο, διαθέτει ένα όλο και αυξανόμενο σασπένς και αρκετές αξέχαστες σκηνές (ο Μαμπούζε στο κελί του, η κατάληψη ενός σώματος από τη φασματική του παρουσία, ο τρελός πρώην συνεργάτης της αστυνομίας κ.ά.), ξετυλίγεται όλη η εγκληματική φιλοσοφία του βασικού ήρωα. Ο Μαμπούζε είναι, ρητά πλέον, υπεράνω κάθε χρηματικού κέρδους. Αυτό που θέλει (το γράφει ο ίδιος) είναι να εγκαθιδρύσει μια παγκόσμια αυτοκρατορία τρόμου και εγκλήματος, να εγκαταστήσει τον φόβο στην ψυχή κάθε ανθρώπου και να σπείρει το χάος στην υφήλιο. Γι' αυτό και τα χτυπήματα που σχεδιάζει δεν έχουν καμιά σχέση με κέρδος: Θέλει να προκαλέσει κατάρρευση του χρηματιστηρίου, να ανατινάξει επικίνδυνα χημικά εργοστάσια, να δηλητηριάσει το νερό... Το κέρδος παύει πλέον να είναι υλικό. Ο στόχος του είναι πια μόνο η απόκτηση απόλυτης δύναμης, ο πόθος του να εξουσιάζει μια παγκόσμια αυτοκρατορία τρόμου!
Η ναζιστική κυβέρνηση απαγόρευσε το φιλμ, όπως ο διαβόητος Γκέμπελς, θαυμαστής ο ίδιος του έργου του Λανγκ, του ανακοίνωσε. Ίσως η ομοιότητα του τρελού Μαμπούζε να γράφει τις ολέθριες οδηγίες του στο κελί του στο άσυλο με τον Χίτλερ να γράφει το "Ο Αγών μου" από το δικό του κελί όταν ήταν φυλακισμένος, να παραήταν εμφανείς...
Προσωπικά βρίσκω την "Διαθήκη" πιο σφιχτή ταινία από τον πρώτο, πάνω από τετράωρο, δόκτορα. Την συμπαθώ περισσότερο. Και νομίζω ότι διαθέτει ακόμα περισσότερες δυνατές σκηνές από την προηγούμενη.
Λίγο μετά την ολοκλήρωσή της ο Λανγκ εγκατέλειψε κρυφά τη Γερμανία και δεν επέστρεψε παρά αρκετά μετά την πτώση των ναζί.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Ιουλίου 11, 2009

Ο ΜΑΜΠΟΥΖΕ ΩΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΟΥ ΑΠΟΛΥΤΟΥ ΚΑΚΟΥ


Το 1922 ο Fritz Lang (1890-1976) γυρίζει τον θρυλικό "Dr Mabuse, der Spieler" (Δρ Μαμπούζε, ο Παίκτης) και πετυχαίνει ταυτόχρονα αρκετά πράγματα. Πρώτα όμως μια προειδοποίηση: Η ταινία, εκτός από βουβή φυσικά, διαρκεί ούτε λίγο ούτε πολύ 4,5 (τέσσερεις και μισή) ώρες! Πρόκειται για ένα αληθινό έπος, έπος για το Κακό θα λέγαμε.
Σίγουρα το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον έχει παίξει σημαντικό ρόλο στη σύλληψη ενός τέτοιου φιλμ: Η Γερμανία είναι διαλυμένη από την πρόσφατη ήττα της στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Παντού επικρατεί ηττοπάθεια, απελπισία και κυρίως φτώχεια και ανεργία. Οι άνθρωποι θρηνούν ακόμα τους χιλιάδες νεκρούς τους, ενώ πολλά μέρη ή υποδομές είναι ακόμα κατεστραμένα. Ο φόβος για το μέλλον είναι διάχυτος (και, φυσικά, όπως έδειξε η ιστορία και ο επερχόμενος ναζισμός, απόλυτα δικαιολογημένος). Μέσα σ' αυτό το ζοφερό κλίμα, είναι πολύ φυσικό ο μεγάλος σκηνοθέτης να συλλάβει έναν εκπρόσωπο του απόλυτου κακού, κάποιον που επιθυμεί το απόλυτο χάος και τη διάλυση των πάντων (την ατμόσφαιρα δηλαδή που σχεδόν επικρατεί στην πραγματικότητα). Και συγχρόνως να δώσει μια εμβληματική φιγούρα κακού, από τις πρώτες και συγχρόνως από τις χαρακτηριστικότερες στην ιστορία του παγκόσμιου σινεμά.
Ο Δρ Μαμπούζε στην καθημερινότητά του είναι διάσημος ψυχίατρος του Βερολίνου. Κουράρει πλούσιους και δίνει πετυχημένες διαλέξεις. Στην κρυφή ζωή του όμως είναι ο άνθρωπος με τα χίλια πρόσωπα, ο άσσος στις μεταμφιέσεις, ο ιδιοφυής εγκληματίας. Μπορεί να μεταμφιεστεί σε οτιδήποτε θέλει, από σεβάσμιο γέρο αριστοκράτη μέχρι μέθυσο εργάτη, να βρίσκεται όπου επιθυμεί, ακόμα και μπροστά στους διώκτες του, που φυσικά είναι αδύνατο να τον αναγωρίσουν (ακόμα και εμείς οι θεατές δυσκολευόμαστε αρκετές φορές να καταλάβουμε ποιος απ' όλους είναι αυτή τη φορά ο Μαμπούζε καθώς το μακιγιάζ και οι προσθετικές κάνουν θαύματα). Κι έτσι μπορεί να υλοποιεί τα ιδιοφυή του σχέδια, που μπορεί να έχουν σα στόχο από την κατάρρευση του χρηματιστηρίου μέχρι την απαγωγή μιας όμορφης αριστοκράτισας που έχει ερωτευτεί. Συγχρόνως (κι εδώ μπαίνει κάπως και το φανταστικό στοιχείο) ο Μ. είναι πανίσχυρος υπνωτιστής και μπορεί να συντρίψει τη βούληση οποιουδήποτε, αναγκάζοντάν τον να κάνει ό,τι εκείνος (ο Μαμπούζε) θέλει. Έτσι, πρακτικά είναι πανίσχυρος. Και αρέσκεται να παίζει κυρίως με τις ζωές, τις ψυχές, τις πίστεις των ανθρώπων, να τους κατευθύνει σα μαριονέτες. Εξ ου και ο "παίκτης" του τίτλου. Μόνος εχθρός που μπορεί να τον απειλήσει είναι η ίδια του η μεγαλομανία, η τρέλα του (οι σκηνές όπου αντικρίζει τα φαντάσματα των θυμάτων του είναι πολύ δυνατές). Κι εδώ γίνεται ένα ακόμα πρώιμο σχόλιο για την πολύ κοντινή συγγένεια μεγαλοφυίας και τρέλας.
Στην ταινία ξέρουμε από την αρχή τον εγκέφαλο του κακού, δεν ψάχνουμε να "βρούμε τον δολοφόνο", πράγμα πρωτοποριακό για την εποχή του. Απλώς παρακολουθούμε την σχεδόν υπερανθρώπινη αυτή ευφυία να καταστρώνει και να εκτελεί τα σατανικά του σχέδια. Έχουν ειπωθεί πολλά για τους πιθανούς συμβολισμούς που μπορεί να κρύβει ένα τέτοιο πρόσωπο: Πολλοί έγραψαν ότι μέσα απ' αυτόν ο Λανγκ πρόβλεψε την έλευση του Χίτλερ (την κατάλυση δηλ. κάθε ελευθερίας και την επικράτηση του απόλυτου κακού), αν και ο ίδιος ο σκηνοθέτης αρνήθηκε κάτι τέτοιο. Έχει ακόμα ειπωθεί πως το ότι ακριβώς ο Μαμπούζε μπορεί να είναι οποιοσδήποτε δίπλα μας, δείχνει την πανταχού παρουσία του κακού, που μπορεί να βρίσκεται μέσσα σε κάθε άνθρωπο, κάθε κοινωνικής τάξης. Εσείς μπορείτε να επινοήσετε και όποια άλλη ερμηνεία νομίζετε, αν πιστεύετε ότι οι ερμηνείες είναι απαραίτητες.
Ο Λανγκ είναι εδώ λιγότερο εξπρεσιονιστής από τον Μουρνάου ή τον Βίνε (Καλιγκάρι) ας πούμε. Χρησιμοποιεί συχνά δυνατές εξπρεσιονιστικές εικόνες (παραμόρφωση χώρων, σκιές κλπ.), αλλά όχι πάντοτε. Πάντως ο χώρος (τα τεράστια, ψηλοτάβανα δωμάτια, που μπορεί να εκμηδενίσουν τον άνθρωπο, οι εκκεντρικές διακοσμήσεις) παίζει συχνά κεντρικό ρόλο.
Σήμερα ίσως ολόκληρη η παρακολούθηση του έπους κουράζει και κάποια σημεία του φαίνονται πιθανόν ξεπερασμένα. Επισημαίνω και το θεατρικό, υπερβολικό παίξιμο των ηθοποιών, χαρακτηριστικό στοιχείο του βωβού και δη του εξπρεσιονιστικού σινεμά. Ωστόσο το επικό αυτό φιλμ παραμένει μια σημαντική στιγμή του παγκόσμιου κινηματογράφου. Ο Λανγκ θα επανέλθει, αρκετά χρόνια αργότερα, άλλες δύο φορές στον σκοτεινό του ήρωα. Ίσως αυτό δείχνει και την κεντρική σημασία που έπαιξε ο Μαμπούζε στο έργο του.

Ετικέτες , ,

eXTReMe Tracker