Σάββατο, Μαρτίου 23, 2013

ΕΡΩΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΜΙΚΡΕΣ ΑΦΡΟΔΙΤΕΣ

Το 1963 ο Νίκος Κούνδουρος γυρίζει μια από τις πιο ενδιαφέρουσες κατά τη γνώμη μου ταινίες του: Τις ασπρόμαυρες "Μικρές Αφροδίτες". Μια ταινία που συνδυάζει ποίηση και έντονο ερωτισμό.
Η ιστορία τοποθετείται σε μια μάλλον ακαθόριστη αρχαιότητα (γύρω στο 200 π.Χ. διαβάζω, αν και νομίζω ότι δεν αναφέρεται ρητά). Βρισκόμαστε στα τέλη του καλοκαιριού και μια ομάδα αντρών νομάδων, εξοντωμένη από την ξηρασία, φτάνει με κόπο σε ένα μικρό παραθαλάσσιο χωριό, που διαθέτει και φρέσκο νερό. Οι άντρες του χωριού λείπουν για ψάρεμα, δραστηριότητα από την οποία ζουν. Θα επιστρέψουν με τις πρώτες βροχές. Οι νομάδες θα μείνουν μέχρι τότε εκεί, κατασκηνώνοντας κάπου έξω από τον οικισμό. Σιγά - σιγά κάποιοι απ' αυτούς θα αναπτύξουν σχέσεις με τις γυναίκες του χωριού, που, όπως είπαμε, είναι μόνες.
Η ταινία παρακολουθεί δύο παράλληλες ερωτικές ιστορίες: Ένα σχεδον παιδί πολιορκεί μια εξ ίσου μικρή κοπέλα του χωριού. Και οι δύο νοιώθουν τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα, καθώς ετοιμάζονται να μπουν στην εφηβεία. Συγχρόνως ένας από τους νομάδες πολιορκεί μια όμορφη παντρεμένη γυναίκα του χωριού, προσπαθώντας να την πείσει να κοιμηθεί μαζί του.
Το μεγάλο ατού της ταινίας δεν είναι η πλοκή, αλλά η εικόνα. Ο Κούνδουρος αφήνεται σε ένα χείμαρο ποιητικών εικόνων, οι οποίες όμως, συγχρόνως, είναι πλημμυρισμένες από το ερωτικό στοιχείο και μια άγρια, πρωτόγονη σεξουαλικότητα. Άλλωστε ο αισθησιασμός είναι το σήμα κατατεθέν του φιλμ. Το ενδιαφέρον του δημιουργού περιστρέφεται γύρω από το ερωτικό παιχνίδι, το οποίο δίνεται με αρχετυπικούς όρους: Από τη μία υπάρχει το αρσενικό, περισσότερο επιθετικό, ακατέργαστο, ωμό. Από την άλλη το θηλυκό είναι πιο ευαίσθητο, αναποφάσιστο, παιχνιδιάρικο. Υπάρχουν όμως και άλλα αρχετυπικά στοιχεία στον τρόπο που εμφανίζεται το δίπολο αρσενικού - θηλυκού. Ένα από αυτά είναι και το γνωστό μοτίβο όπου η γυναίκα ζητά από τον άντρα να κάνει κάποιο ανδραγάθημα (πιθανόν και παράλογο) για να αποδείξει την αγάπη (ή τον πόθο του) και μετά θα του δοθεί. Επίσης υπάρχει το μοτίβο της ζήλειας, του τρίτου που θα παρεμβληθεί σχεδόν βίαια στο νεαρό ζευγάρι. Το γεγονός ότι η ομάδα των αντρών είναι βουνίσιοι, κτηνοτρόφοι κυρίως, ενώ οι γυναίκες θαλασσινές, που ζουν από το ψάρεμα, τονίζει τα αρχετυπικά χαρακτηριστικά που προαναφέραμε. Η βροχή που πλησιάζει, φέρνοντας έτσι όλο και πιο κοντά την επιστροφή των απόντων αντρών του χωριού και την υποχρεωτική αποχώρηση των νομάδων, δίνει έναν αγχωτικό τόνο και δείχνει το προσωρινό και εφήμερο όλων αυτών των παιχνιδιών (ή τελετουργιών) του έρωτα. Γενικά το φιλμ παίζει διαρκώς με ερωτικά μοτίβα, πρακτικές φλερτ ή κατάκτησης του άλλου, παιχνίδια αντίστασης ή αποδοχής, πόθου και έρωτα αιώνιου ή προσωρινού.
Αλλά, το είπαμε, πιο δυνατές από τα αρχέτυπα αυτά (που ίσως και να ενοχλούν κάπως σε μια φεμινιστική ανάγνωση) είναι οι εικόνες. Το παιδί που περιπλανιέται κουβαλώντας το πελώριο, νεκρό πουλί, το γυμνό τοπίο, τα βράχια και οι σπηλιές, τα ημίγυμνα, συχνά προκλητικά σώματα, όλα συμβάλλουν στο να κάνουν την ταινία μια ποιητική οπτική απόλαυση. Ίσως μερικές φορές ο θεατής να μη μπορεί να αποκρυπτογραφήσει κάποια σύμβολα, ωστόσο βρίσκω απολαυστικό το να αφεθεί κανείς στη μαγεία και την ιδιόρυθμη γοητεία της.
Από τις πλέον παράδοξες και αταξινόμητες ταινίες του ελληνικού σινεμά, νομίζω ότι οι "Μικρές Αφρογίτες" αξίζουν τουλάχιστον μια θέαση.
ΥΓ: Κάπου αναφέρεται ότι η βασική έμπνευση είναι το "Δάφνις και Χλόη" του Λόγγου, αλλά το φιλμ ελάχιστα μοιάζει με το βιβλίο.

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 02, 2009

Ο ΒΑΡΕΤΟΣ ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ "VORTEX"


Το 1971, μετά από επεξεργασία κάμποσων χρόνων, ο Νίκος Κούνδουρος ολοκληρώνει το "Πρόσωπο της Μέδουσας", γνωστότερο ως "Vortex". Γυρισμένο σε ελληνικό νησί και στο Λονδίνο, με αρκετούς ξένους συνεργάτες, το ασπρόμαυρο αυτό φιλμ είναι ένα μοντερνιστικό πείραμα, φοβάμαι όμως ότι βλέπεται εξαιρετικά δύσκολα. Ή, για να το πω πιο ωμά, μου φάνηκε εξαιρετικά βαρετό. Η ταινία ήταν ουσιαστικά απαγορευμένη στην Ελλάδα λόγω κάποιων τολμηρών (για τότε) ερωτικών σκηνών.
Με ένα μοντάζ που μπερδεύει τους χρόνους, που επαναλαμβάνει μέχρις τελικής πτώσης σκηνές και ατάκες, με μια στοιχειώδη αφήγηση που διακόπτεται κάθε τρεις και λίγο, έχω την αίσθηση ότι κάνει ό,τι μπορεί για να κουράσει τον θεατή. Υποτίθεται ότι αφηγείται μια ιστορία έρωτα και φόνου, όπου ο ένας αδελφός σκοτώνει τον άλλον, αλλά πολλοί λίγοι μου φαίνεται ότι θα ενδιαφερθούν για όλα αυτά. Νομίζω ότι ελάχιστοι καταλαβαίνουν τι συμβαίνει, γιατί οι ήρωες κάνουν ό,τι κάνουν, ποιες είναι οι μεταξύ τους σχέσεις. Σίγουρα υπάρχουν κάποιοι ερωτικοί δεσμοί, φανεροί ή κρυφοί, ετεροφυλόφιλοι ή ομοφυλόφιλοι, αλλά εδώ είναι σαφές ότι ο σκηνοθέτης δεν ενδιαφέρεται καθόλου να αφηγηθεί μια ιστορία, αλλά να κάνει ένα κινηματογραφικό πείραμα, το οποίο, όπως είπα, με έκανε να βαρεθώ. Και σα να μην έφτανανα όλα, για να μας θυμίσει υποτίθεται ότι όσα βλέπουμε είναι σινεμά, να αποστασιοποιήσει ίσως τον θεατή και να κατεδείξει τους κινηματογραφικούς μηχανισμούς, κάθε λίγο εμφανίζεται το κινηματογραφικό συνεργείο που γυρίζει την ταινία Vortex, με τον σκηνοθέτη alter ego του Κούνδουρου να δίνει οδηγίες, να ξαναγυρίζει σκηνές που έχουμε δει ήδη δυο - τρεις φορές, να χτυπά εκωφαντικά την κλακέτα... Όπως είπα και πάλι, μέχρι τελικής πτώσης.
Το μόνο θετικό είναι η πολύ όμορφη φωτογραφία, τα υψηλής αισθητικής πλάνα, κυρίως στο ελληνικό νησί, και γενικά η θαυμάσια εικόνα του. Πολύ φοβάμαι όμως ότι αυτά δεν φτάνουν για να κάνουν μια πραγματικά ενδιαφέρουσα ταινία. Προσωπικά προτιμώ τον Κούνδουρο της προηγούμενης περιόδου.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Δεκεμβρίου 01, 2009

ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ ΠΟΥ ΧΩΡΙΖΕΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΥΤΟΠΙΑ


Ο Νίκος Κούνδουρος υπήρξε από τους πρωτοπόρους του ελληνικού σινεμά, από αυτούς που έβαλαν τα θεμέλια ενός πιο ποιοτικού κινηματογράφου απ' αυτόν που υπήρχε μέχρι τότε. Έχει κάνει και κάμποσα μέτρια φιλμ βέβαια. Θεωρώ ωστόσο το "Ποτάμι" του 1960, μια από τις πρώτες του ταινίες, πραγματικά ενδιαφέρον.
Ένα ποτάμι είναι το σύνορο ανάμεσα στην Ελλάδα και σε μια άλλη χώρα που δεν κατονομάζεται. Στο ποτάμι αυτό, και στον βάλτο εκεί κοντά, διαδραματίζονται τέσσερεις διαφορετικές ιστορίες, που τις παρακολουθούμε να συμβαίνουν παράλληλα, να μπαίνουν σχεδόν η μια μέσα στην άλλη. Οι τρεις έχουν να κάνουν με φυγάδες διαφόρων ειδών και λόγων, η μία με μια ομάδα φαντάρων που ναρκοθετεί την περιοχή των συνόρων. Γίνεται από την αρχή αντιληπτό ότι το ποτάμι αποτελεί ουσιαστικά ένα σύμβολο, είναι αυτό που χωρίζει το "εδώ", στο οποίο συμβαίνουν οι άγριες ιστορίες - μερικές είναι ιστορίες ζωής ή θανάτου - από ένα φανταστικό "αλλού", το οποίο αποτελεί έναν άγνωστο, ίσως επικίνδυνο, ίσως ουτοπικό τόπο (ή ίσως και τα δύο) και προκαλεί ταυτόχρονα στους από 'δω φόβο αλλά και γοητεία και έλξη. Το "εδώ" είναι η ζωή, ο διαρκής αγώνας και η βία της. Το "εκεί"... ποιός ξέρει; Μερικοί από τους ήρωες θα σωθούν αν καταφέρουν να περάσουν το ποτάμι. Άλλοι είναι καταδικασμένοι να μείνουν από την εδώ πλευρά για πάντα.
Τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το έργο του Κούνδουρου, ο ερωτισμός, η βία, μια έντονη ελληνικότητα, βρίσκονται όλα στο "Ποτάμι". Και, όπως συμβαίνει και στην αληθινή ζωή, δεν ξέρουμε ποιες ιστορίες θα τελειώσουν καλά και ποιες τραγικά. Το φιλμ διαθέτει αρκετές όμορφες και δυνατές ασπρόμαυρες εικόνες, οπτική ποίηση και ενδιαφέρον σενάριο. Αυτό που ίσως ξενίζει σήμερα είναι οι ηθοποιίες, που δεν έχουν ξεφύγει ακόμα από μια θεατρογενή υπερβολή. Αν εξαιρέσεις το σημείο αυτό, που μερικές φορές με ενόχλησε, νομίζω ότι έχουμε να κάνουμε με μια πολύ ενδιαφέρουσα ταινία από μια εποχή του ελληνικού σινεμά που καλό θα ήταν να μην περιφρονούμε καθόλου, αλλά να την ψάξουμε κάπως βαθύτερα.
ΥΓ: Όλα τα λεφτά η σκηνή όπου ο Ανέστης Βλάχος παίζει μόνος του το μπαγλαμαδάκι του. Είναι υπερβολική σαν ηθοποιία, με ένα τραβηγμένο πάθος, βλέπεις όμως να κινείται ακριβώς όπως ένας ροκ κιθαρίστας, με όλες τις φιγούρες που έχουμε συνηθίσει από τα μέσα των 60ς μέχρι σήμερα. Και ξαφνικά συνειδητοποιείς ότι βρισκόμαστε στο 1960 και οι ροκ εποχές δεν έχουν έρθει ακόμα, και εκεί μένεις με το στόμα ανοιχτό. Ρε, μπας και ο Ανέστης Βλάχος επηρέασε με τον τρόπο που κινείται όταν παίζει τον Hendrix;

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker