Πέμπτη, Φεβρουαρίου 11, 2016

"ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟ" ΑΛΛΑ ΥΠΟΤΟΝΙΚΟ "ΚΟΡΙΤΣΙ ΑΠΟ ΤΗ ΔΑΝΙΑ"

Από πίσω, όπως συχνά συμβαίνει, υπάρχει μια αληθινή ιστορία: Αυτή του δανού ζωγράφου Άιναρ Βέγκενερ, γνωστού σαν Λίλι Έλμπε, ενός από τους πρώτους άντρες που υποβλήθηκε σε εγχείρηση αλλαγής φίλου στις πολύ μακρινές από τη σύγχρονη επιστήμη αρχές της δεκαετίας του 30. Το 2015 λοιπόν ο Tom Hooper μεταφέρει την ιστορία στην οθόνη (από βιβλίο που γράφτηκε το 2000) γυρίζοντας το "Κορίτσι από τη Δανία" (The Danish Girl).
Η ταινία παρακολουθεί την βαθμιαία ανακάλυψη από τον ζωγράφο της γυναικείας πλευράς της φύσης του έως την τελική, απόλυτα παρακινδυνευμένη για την εποχή, απόφασή του για αλλαγή φύλου. Κυρίως παρακολουθεί όμως τη σχέση με τη σύζυγό του, επίσης ζωγράφο, η οποία, παρά το αρχικό σοκ, θα μείνει στο πλευρό του μέχρι τέλους. Τα στάδια που περνά αυτή η σχέση κάτω από το βάρος μιας τόσο ασυνήθιστης και σπάνιας κατάστασης είναι που κυρίως ενδιαφέρει τον δημιουργό.
Διαβάζω βέβαια (δεν έχω προσωπική γνώμη) ότι τόσο το βιβλίο όσο, κατά συνέπεια, και η ταινία, έχουν (επιεικώς) παραποιήσει τα αληθινά γεγονότα, αυτά που κυρίως αφορούν τη σχέση του ζεύγους, καλλωπίζοντας και στρογγυλεύοντάς τα σε μεγάλο βαθμό. ΟΚ, λίγο το κακό. Ποτέ δεν προσπάθησα να μάθω ιστορία από το σινεμά και οι κάθε λογής παραποιήσεις σε αληθινά γεγονότα είναι σχεδόν δεδομένες. Οπότε θα μείνω στο φιλμ καθ΄εαυτό. Το οποίο, παρά το ενδιαφέρον θέμα του, μου φάνηκε κάπως υποτονικό, αργό, επίπεδο. Με λίγα λόγια κάπως με κούρασε. Βγήκα με μια αίσθηση ανικανοποίητου, την οποία, ομολογώ, δεν μπορώ ακριβώς να προσδιορίσω. Ωστόσο - το τονίζω αυτό - οι ηθοποιίες των δύο πρωταγωνιστών είναι εξαιρετικές, όπως και τα σκηνικά και η ηθελημένα μουντή ατμόσφαιρα που κυριαρχεί. Τα αρχιτεκτονικά στοιχεία (αρτ νουβό και όχι μόνο) προσθέτουν ομορφιά στην ήδη όμορφη καλλιτεχνικά εικόνα. Όλα λοιπόν είναι προσεγμένα. Και, βεβαίως, ιδεολογικά σωστά, αφού ο δημιουργός μοιάζει να κατανοεί την τόσο ειδική αυτή περίπτωση (αν και κάπως απόμακρα βέβαια). Τα επί μέρους στοιχεία λοιπόν είναι θετικά. Το σύνολο ωστόσο δεν μπορώ να πω ότι με ενθουσίασε.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Φεβρουαρίου 23, 2013

ΤΡΑΓΟΥΔΩΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟΥΣ "ΑΘΛΙΟΥΣ"

Είναι ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα βιβλία όλων των εποχών. Έχει μεταφερθεί με επιτυχία στην οθόνη κάμποσες φορές. Μετατράπηκε σε θεατρικό μιούζικαλ με επίσης τεράστια επιτυχία. Ήταν λοιπόν αναμενόμενο η σούπερ πετυχημένη μιούζικαλ εκδοχή του να γίνει ταινία. Μιλάμε βέβαια για τους "Άθλιους" (Les Miserables) του Βικτόρ Ουγκό και για το ομώνυμο φιλμ που γύρισε το 2012 ο Tom Hooper, δημιουργός του επίσης πετυχημένου "Λόγου του Βασιλιά".
 Οφείλω να ομολογήσω ότι σαν παραγωγή η ταινία είναι άψογη. Αρκετά εντυπωσιακή σκηνοθεσία, γρήγορες και θεαματικές κινήσεις της κάμερας, πολύ καλές ερμηνείες (και τραγουδιστικές), εγγυημένη συγκίνηση (λόγω της γνωστής πλοκής βέβαια), αρκετές στιγμές με ένταση. Ωστόσο συνολικά με κούρσαε αρκετά. Δεν είναι μόνο η μεγάλη διάρκεια (158 λεπτά). Προσωπικά το βρίσκω μάλλον παρωχημένο σαν είδος μιούζικαλ (σημειωτέον, δεν έχω τίποτα εναντίον των μιούζικαλ, ίσα - ίσα που μου αρέσουν πολλά, τόσο κλασικά (π.χ. "Singing in the Rain"), όσο και καινούρια (π.χ. "Chicago"). Με κουράζει όμως το συγκεκριμένο είδος, που δεν διαθέτει σχεδόν καθόλου πρόζα αλλά μόνο τραγούδι. Όχι όμως αυτό από μόνο του. Είναι αυτό το είδος στο οποίο η δράση διακόπτεται κάθε λίγο για να τραγουδήσει σόλο ο κάθε πρωταγωνιστής, εδώ μάλιστα σε στατικά κοντινά πλάνα. Έτσι ο ρυθμός - κατά την προσωπική μου γνώμη πάντοτε - σπάει, η αγωνία χαλαρώνει. Οι ερμηνείες αυτών των (αρκετών) σόλο τραγουδιών είναι βέβαια εξαιρετικές, αυτό όμως προσωπικά δεν μου αρκεί ώστε να μην περιμένω το πότε θα τελειώσει το εκάστοτε σόλο και να συνεχιστεί η πλοκή. Αν προσθέσετε σ' αυτά και το ότι η μουσική δεν με συγκίνησε ιδιαίτερα στο σύνολό της, τα πράγματα χειροτερεύουν. Και φυσικά "λιγώθηκα" πραγματικά από το αφόρητα χριστιανικό, δακρύβρεκτο φινάλε. Υπάρχει επί πλέον και το γεγονός της τραβηγμένης για τα σημερινά δεδομένα αφήγησης, που πολύ συχνά αγγίζει το μελό ή το πομπώδες. Αλλά αυτό ίσως να μπορούμε να το συγχωρήσουμε, αποδίδοντάς στον Ουγκό και την εποχή που γράφτηκε το βιβλίο. Ωστόσο και σκηνοθετικά θα μπορούσε μάλλον να αποφευχθεί.
Συνολικά πάντως βρήκα αρκετές κοιλιές και θεωρώ το τελικό αποτέλεσμα άνισο. Μένουν βέβαια τα σημαντικά νοήματα: Η απόλυτη καταδίκη της κοινωνικής αδικίας, η οποία αδικία στο συγκεκριμένο έργο μάλιστα υποστηρίζεται απόλυτα από τον νόμο, η εφιαλτική για τα σημερινά δεδομένα (ακόμα κι αυτά της κρίσης) σκιαγράφηση μιας πέρα για πέρα άνισης και σκληρής κοινωνίας, με μεγάλες μάζες να φυτοζωούν κυριολεκτικά κάτω από άθλιες συνθήκες διαβίωσης, η θετική ματιά στους επαναστάτες (και ρομαντικούς ταυτόχρονα), οι ιδιαίτεροι χαρακτήρες τόσο του Γιάννη Αγιάννη, αλλά κυρίως του αμείλικτου διώκτη του Ιαβέρη, η κατάδειξη των κοινωνικών αγώνων για αλλαγή κλπ. Αυτά όλα όμως οφείλουν να αποδοθούν στον Ουγκό και όχι στη συγκεκριμένη κινηματογραφική εκδοχή του έργου του.
Συμπερασματικά λοιπόν το φιλμ μάλλον με απογοήτευσε, παρά τις επιμέρους αρετές του και παρά την εντυπωσιακή, άψογη θα έλεγα παραγωγή. Ίσως όμως αν είστε λάτρης του συγκεκριμένου είδους θεατρικού μιούζικαλ ή της μουσικής του έργου να μην συμμεριστείτε τη γνώμη μου.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Ιανουαρίου 04, 2011

Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΤΡΑΥΛΟΣ


"Ο Λόγος του Βασιλιά" (The King's Speech, 2010) του Tom Hooper είναι χαρακτηριστική ταινία απ' αυτές που χτυπάνε Όσκαρ. Και δικαίως. Άψογη αναπαράσταση εποχής (μεσοπόλεμος), βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, έξυπνο σενάριο που κρατά τον θεατή, ωραία σκηνοθεσία και, κυρίως, φοβερές ηθοποιίες απο τους εξαιρετικούς Τζέφρι Ρας και Κόλιν Φερθ. Τι άλλο θέλετε;
Ο δευτερότοκος γιος του βασιλιά Γεωργίου του 5ου είναι τραυλός και, γενικάτερα, ένας καταπιεσμένος άνθρωπος, που το τελευταίο πράγμα που θέλει είναι να γίνει βασιλιάς (ναι, συμβαίνουν κι αυτά). Λόγω του άσωτου βίου του πρωτότοκου και διαδόχου όμως, καλείται αυτός να αναλάβει τον θρόνο μετά το θάνατο του πατέρα του. Δεν μπορεί όμως να εκφωνήσει λόγο εξ αιτίας του τραυλισματός του, ενώ οι συγκυρίες γίνονται όλο και δυσκολότερες (ο 2ος Παγκόσμιος πλησιάζει). Μοναδική του ελπίδα ένας ιδιόρυθμος και αμφιλεγόμενος λογοθεραπευτής. Η σχέση τους, που περνά από πολλά σκαμπανεβάσματα, είναι αυτή που αναλύεται στην ταινία.
Στην ουσία ο λογοθεραπευτής είναι ένα είδος άτυπου ψυχαναλυτή. Πιστεύει ότι το τραύλισμα οφείλεται σε ψυχικά προβλήματα - πράγμα επιβεβαιωμένο σήμερα. Άντε όμως να ψυχαναλύσεις ένα βασιλιά... Η ψυχαναλυτική διάσταση λοιπόν, ή ένας βασιλιάς ως κανονικός άνθρωπος, με τα προσωπικά του προβλήματα και τον δικό του χαρακτήρα, απογυμνωμένος δηλαδή από τον μύθο της εξουσίας και την ψεύτικη εικόνα με τις στολές, τα παράσημα και τις τελετές, είναι ο ένας άξονας της ταινίας. Ο άλλος είναι η Βρετανία - ή η ανθρωπότητα ολόκληρη - σε ένα σημείο καμπής. Όχι μόνο καθαρά ιστορικά, αφού βρισκόμαστε, όπως είπαμε, λίγο μόλις πριν τον 2ο Παγκόσμιο, αλλά και εξ αιτίας της τεχνολογίας. Το κυρίαρχο τότε ραδιόφωνο αλλάζει κάθε δεδομένο, φέρνει τον βασιλιά (οποιονδήποτε τέλος πάντων ασκεί εξουσία) στα σπίτια του κάθε ανθρώπου. Ο "ελέω Θεού" μονάρχης γίνεται για πρώτη φορά άνθρωπος, όλοι μπορούν ν' ακούσουν τη φωνή του. Αυτό άλλωστε είναι και το μεγάλο πρόβλημα του βασιλιά. Αν δεν υπήρχε το ραδιόφωνο και τα μικρόφωνα θα μπορούσε να εκφωνεί κουτσά - στραβά τους λόγους του μπροστά σε ένα περιορισμένο κοινό ευγενών και αξιωματούχων, που θα ήταν οι μόνοι που θα ήξεραν για το πρόβλημά του.
Αν το δούμε απ' αυτή τη σκοπιά και προεκτείνουμε το συλλογισμό, μπορούμε να πούμε ότι τα μίντια και η κυριαρχία τους, η τεχνολογία γενικότερα, οδηγούν σε ένα είδος κοινωνικού εκδημοκρατισμού. Το "ελέω Θεού" δεν μπορεί πια να ισχύει, αφού κάθε πολίτης βλέπει / ακούει έναν εμφανώς κοινό άνθρωπο, με τις ιδιαιτερότητές του, τη φωνή του, τα προβλήματά του ενδεχομένως. Αυτό το σημαντικότατο λοιπόν σημείο καμπής της δυτικής κοινωνίας αποτελεί νομίζω βασικό προβληματισμό του Hooper.
Η αξία της ταινίας όμως είναι και καθαρά κινηματογραφική. Θα σας πω την προσωπική μου εμπειρία: Σε πρώτη φάση η όλη ιστορία μάλλον δεν με ενδιέφερε. Γενικά δεν με έλκουν ιδιαίτερα τα ιστορικά δράματα που βασίζονται σε αληθινά γεγονότα (δικό μου βίτσιο, μην το κρίνετε). Παρ' όλα αυτά το φιλμ με κράτησε από το πρώτο ως το τελευταίο λεπτό, δίχως να βαρεθώ ούτε στιγμή. Το απόλαυσα πραγματικά. Γι' αυτό και μόνο, ακόμα δηλαδή κι αν έλειπαν οι κάθε λογής προεκτάσεις, θα το θεωρούσα πολύ καλή ταινία.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker