ΤΟ "ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ ΤΗΣ ΣΑΡΑΓΟΣΑ" ΚΑΙ ΟΙ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΙ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ
"Το Χειρόγραφο της Σαραγόσα" του 1965, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο, είναι μια θρυλική τρίωρη, ασπρόμαυρη πολωνική ταινία του Wojciech Has (1925-2000). Αγαπημένη ταινία ανθρώπων όπως ο μεγάλος Μπουνουέλ, ο Σκορτσέζε, ο Ντέιβιντ Λυντς ή ο Τζέρι Γκαρσία, αποτελεί μέχρι σήμερα μια γοητευτκή σπαζοκεφαλιά, αφού είναι ένα είδος κινηματογραφικού καλειδοσκόπιου.
Στους πολέμους του Ναπολέοντα στην Ισπανία ένας στρατιώτης ανακαλύπτει σ' ένα ερειπωμένο πανδοχείο ένα ογκώδες χειρόγραφο με υπέροχες γκραβούρες και καθώς, παρέα με έναν αντίπαλο στρατιώτη, βυθίζεται στην ανάγνωσή του, μπαίνει σ' ένα μαγικό, πολύπλοκο κόσμο μπερδεμένων και διαπλεκόμενων ιστοριών, συχνά κωμικών και διασκεδαστικών, μερικές από τις οποίες αφορούν τον παπού του.
Θα πω από την αρχή ότι το "Χειρόγραφο" είναι μια ταινία που ή σε ρουφάει και την παρακολουθείς μαγεμένος ή σε κάνει να βαριέσαι και σε απωθεί. Δύσκολα θα υπάρξουν μέσες λύσεις. Η τεράστια διάρκειά της, οι μπερδεμένες αφηγήσεις με τις πάμπολλες, ανολοκλήρωτες ιστορίες, τα υπέροχα αλλά επαναλαμβανόμενα σκηνικά, όλα σε μαγεύουν - σαν τις ιστορίες που αφηγείται - ή σε αποδιώχνουν.
Το κοντινότερο λογοτεχνικό αντίστοιχο του φιλμ που έρχεται κατ' αυθείαν στο μυαλό μου είναι οι "Χίλιες και Μία Νύχτες". Όπως ακριβώς σ΄αυτές, η ταινία αποτελείται από ιστορίες μέσα σε ιστορίες μέσα σε ιστορίες... Αρχίζει η αφήγηση μιας ιστορίας, κάπου όμως σ' ένα σημείο της ένας από τους ήρωές της αρχίζει να αφηγείται μια άλλη, που κι αυτή διακόπτεται πριν ολοκληρωθεί από μια άλλη αφήγηση κ.ο.κ. και το πράγμα εξακολουθεί να τραβάει "για πάντα". Πολλές ιστορίες συνδέονται μεταξύ τους, όχι μόνο λόγω των κοινών πρωταγωνιστών, αλλά και επειδή μερικές αποτελούν αποτέλεσμα ή λύση μιας άλλης, τελικά όμως από ένα σημείο και μετά παύεις να πασχίζεις να ξετυλίξεις το μπερδεμένο κουβάρι τους και απλά αφήνεσαι στη γοητεία της αφήγησης. Γιατί, νομίζω, το καλειδοσκοπικό αυτό "Χειρόγραφο" γι' αυτό μας μιλά: Για τη διαχρονική ηδονή της ίδιας της αφήγησης, του να αφηγείσαι ιστορίες. Αυτό είναι για μένα το ουσιαστικό του νόημα.
Εντυπωσιακά σκηνικά και σουρεαλισμός (ο Has είχε επηρεαστεί απ' αυτόν και καταλαβαίνω γιατί αποτελεί αγαπημένο φιλμ του Bunuel, υπάρχει και οπτική συγγένεια), συνεχές πέρασμα από το φανταστικό στο πραγματικό, από το όνειρο στην πραγματικότητα και αντίστροφα, καταλύει απόλυτα (και συνειδητά) τα όρια φαντασίας και πραγματικότητας, αλήθειας και ψέματος και τελικά δημιουργεί ένα απόλυτα παραισθητικό αποτέλεσμα, σα να έχεις καταναλώσει ουσίες... Διασκεδαστικό και τρομακτικό σε κάποια σημεία, γεμάτο ερωτισμό, νεκροκεφαλές, κρεμασμένους, φαντάσματα και κακά πνεύματα που σε βάζουν σε πειρασμούς, μυστηριώδεις σπηλιές, μονομαχίες, ηθοποιούς που παίζουν διαφορετικούς ρόλους και αποκαλύπτουν αλλεπάλληλα προσωπεία (όπως και η ίδια η ταινία άλλωστε) και άλλα πολλά, είναι το πιο κοντινό κινηματογραφικό αντίστοιχο που μπορώ να φανταστώ σε ένα λαβύρινθο (εδώ μπαίνει ο άλλος θαυμαστής του, ο Lynch). Αν δεν το βαρεθείτε και είστε απ' αυτούς που παρασυρθήκατε, γοητευτήκατε και διασκεδάσατε απ' αυτόν, ξεχάστε τις όποιες ερμηνείες και αφεθείτε στις απίθανες ιστορίες του - που συχνά επιστρέφουν στο ίδιο σημείο απ' όπου ξεκίνησαν και σπάνια ολοκληρώνονται. Αυτό που μετρά είναι η συνολική παραισθητική αίσθηση που αφήνει. Και το ταξίδι στις συχνά αλησμόνητες εικόνες του.