ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΤΙΚΟ, ΒΛΑΣΦΗΜΟ ΚΑΙ ΠΑΝΤΟΤΕ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΟ WEEK END
Ήταν τότε, στα 1967, όταν πολλοί πίστευαν ότι η επανάσταση έρχεται και ο κόσμος επιτέλους θ' αλλάξει. Αναβρασμός παντού. Τα πάντα αμφισβητούνταν: Από τις καθημερινές αξίες, συμπεριφορές και πολιτικές απόψεις έως την τέχνη - και μέσα σ' αυτήν, φυσικά, και το σινεμά. Στην αιχμή της πρωτοπορίας τότε, οργισμένος όσο δεν παίρνει, μαχητικός και εικονοκλάστης, ο Jean-Luc Godard θα γύριζε το Week End, που ένας θεατής στην IMDB περιγράφει ως "το πιο παράξενο road movie που έγινε ποτέ".
Τι ακριβώς είναι το Week End ή μάλλον, πώς μπορούμε να το δούμε σήμερα; Το πρώτο που πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας είναι ότι πρόκειται για μια ταινία που μισεί και προσβάλλει με κάθε δυνατό τρόπο την αστική τάξη, πηγή κάθε κακού για τον μαρξιστή - λενινιστή τότε Γκοντάρ. Συνδυάστε αυτή την έντονα πολιτική ματιά με το πρωτοποριακό, πειραματικό σινεμά που έκανε τότε (και σήμερα ακόμα, αλλά σήμερα ελάχιστους ενδιαφέρει) και θα έχετε το απίστευτα σουρεαλιστικό αποτέλεσμα της ταινίας.
Θα μπορούσα να περιγράψω το Week End ως "πολιτικοποιημένους Monty Python, αλλά χωρίς χιούμορ" - ή μάλλον με ένα κατάμαυρο, στριφνό χιούμορ με το οποίο πολύ δύσκολα γελάς. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή: Ένα μεσοαστικό ζευγάρι, που οι μεταξύ τους σχέσεις κυμαίνονται από την αδιαφορία έως το μίσος, ξεκινά με το αυτοκίνητό του για την επαρχία, όπου περιμένουν το θάνατο του πατέρα της κοπέλας, τον οποίο δηλητηριάζουν σιγά - σιγά για να τον κληρονομήσουν. Από τα πρώτα κιόλας 5 λεπτά του ταξιδιού, το τοπίο μετατρέπεται σε αποκαλυπτικό, ξεφεύγοντας από κάθε έννοια ρεαλισμού: Παντού τρακαρισμένα αυτοκίνητα που καίγονται, πτώματα οικογενειών των επιβατών στις παρυφές των επαρχιακών δρόμων, ατέλειωτα μποτιλιαρίσματα με τους παγιδευμένους επιβάτες να επιτίθενται ο ένας στον άλλον, αντάρτες να περιφέρονται στα δάση σκοτώνοντας αστούς και απαγγέλοντας ποίηση, πρόσωπα από μυθιστορήματα να ζωντανεύουν... Και μέσα σ' όλο αυτό το απερίγραπτο χάος, το ζευγάρι, δολοφονικό κι αυτό, κάνει τα πάντα, πατά κυριολεκτικά επι πτωμάτων, για να προχωρήσει και να φτάσει στην επαρχιακή πόλη του προορισμού του, ενώ η ταινία κορυφώνεται μέσα σ' ένα όργιο σαρκασμού με σκηνές κανιβαλισμού.
Το Week End, βουτηγμένο στο παράλογο, κάθε άλλο παρά ομαλή ροή διαθέτει. Σκηνές διακόπτονται απότομα από κείμενα που εμφανίζονται στην οθόνη, χαρακτήρες απαγγέλουν κάθε λογής αποσπάσματα, πολιτικά ή λογοτεχνικά, σταματώντας έτσι τη δράση, ο χρόνος πηδά απότομα από τη μια σκηνή στην άλλη. Κι όλα αυτά μέσα σε μια παγερή αδιαφορία για τα όσα εφιαλτικά και σουρεαλιστικά συμβαίνουν τριγύρω, λες και πρόκειται για καθημερινές, συνηθισμένες εικόνες. Βασικός του στόχος, το είπαμε, να προσβάλλει και να γελοιοποιήσει όσο πιο πολύ και πιο λυσσασμένα μπορεί την αστική τάξη και τις αξίες της, τις εμμονές της με το αυτοκίνητο, το χρήμα, τα οικονομικά συμφέροντα, την οικογένεια. Αφείστε που δεν μου βγάζετε απ' το μυαλό το ότι η φιγούρα του μάγειρα (ανθρώπινου ως επί το πλείστον) κρέατος με την άσπρη, ματωμένη ποδιά, μπορεί και να ένέπνευσε την αντίστοιχη του Σχιζοφρενή δολοφόνου με το πριόνι, 7-8 χρόνια αργότερα...
Φυσικά πρόκειται για ταινία για λίγους. Φυσικά πολλοί θα βαρεθούν ή δεν θα αντέξουν να τη δουν μέχρι τέλους (συμβαίνει άλλωστε με πολλές ταινίες του Γκοντάρ). Φυσικά είναι ακραίο δείγμα γραφής μιας απίστευτα ταραγμένης και σε αναβρασμό εποχής. Μιας εποχής που πίστευε βαθειά (με ένα κράμα αφέλειας και αισιοδοξίας) ότι θα άλλαζε όπου νάναι τον κόσμο. Ο κόσμος φυσικά δεν άλλαξε, μάλλον προς το χειρότερο στράφηκε, η πολυπόθητη επανάσταση δεν ήρθε ποτέ και το σινεμά δεν τέλειωσε, όπως λέει η τελευταία ατάκα της ταινίας. Αλλά το Week End παραμένει απόλυτα προκλητικό, βλάσφημο και ακραίο μετά απ' όλα αυτά τα χρόνια. Και, επίσης, κάτι που κανείς δεν θα τολμούσε να γυρίσει σήμερα.
Ετικέτες "Week End" (1967), Godard Jean-Luc