ONE FROM THE HEART: ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ - ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ 5-0
Υπάρχουν ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου (και έργα στην ιστορία όλων των τεχνών) που γίνονται για αποκλειστικά αισθητικούς λόγους. Ο δημιουργός δηλαδή ρίχνει όλο το βάρος στη μορφή, στο στιλ, στο ΠΩΣ θα πεις κάτι και όχι στο ΤΙ θα πεις. Οι εχθροί αυτής της τάσης θα λέγανε ότι το βάρος ρίχνεται στο περιτύλιγμα και όχι στο περιεχόμενο. Οι φίλοι της πάλι θα αντέτειναν ότι αυτό είναι η τέχνη. Ότι η πεμπτουσία της βρίσκεται στους χιλιάδες διαφορετικούς τρόπους να πεις κάτι και όχι στο τι ακριβώς λες. Διαλέγετε και παίρνετε.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα πάντως της άποψης αυτής στο σινεμά αποτελεί νομίζω το One from the Heart του 1982 του Francis Ford Coppola, που αφηγείται την ιστορία ενός ζευγαριού που μετά από 5 χρόνια συμβίωσης χωρίζει, ο καθένας τους τα φτιάχνει με άλλη/άλλον και έπειτα τα ξαναβρίσκουν. Κοινότοπο! θα αναφωνήσετε όλοι. Μα αυτό ακριβώς δεν σας λέω; Ο Coppola παίρνει, επίτηδες νομίζω, μια χιλιοειπωμένη, βαρετή ιστορία και προσπαθεί να τη δώσει με όσο πιο εντυπωσιακό τρόπο μπορεί, κοινώς ρίχνει όλο, μα όλο το βάρος στην εικόνα και στον τρόπο αφήγησης. Τόσο, που κάποιες στιγμές το φιλμ μοιάζει σχεδόν πειραματικό.
Ο σκηνοθέτης, στην ακμή του τότε και ενώ μόλις είχε φτιάξει το προσωπικό του στούντιο Zoetrope (που στη συνέχεια απέτυχε), χρησιμοποιεί εντυπωσιακές εικόνες, διπλοτυπίες, χωρίζει σε μέρη την οθόνη, παίζει με απόλυτα μη ρεαλιστικά χρώματα, σπάει την αφήγηση με εμβόλιμα νούμερα μιούζικαλ, δοκιμάζει νέες κινηματογραφικές τεχνικές (αν θυμάμαι καλά το φιλμ γυρίστηκε για πρώτη φορά όλο σε βίντεο) και γενικά αποθεώνει το αισθητικό μέρος με κυρίαρχη τη λάμψη και το φως των επιγραφών από νέον. Η αισθητική του μερικές φορές φλερτάρει με το κιτς (άλλωστε, επίτηδες προφανώς, η δράση τοποθετείται στο Λας Βέγκας, ίσως την πιο κιτς πόλη του κόσμου), άλλες φορές επινοεί απρόβλεπτες εικόνες λουσμένες σε έναν μη ρεαλιστικό, τεχνητό φωτισμό, μερικές απ' τις οποίες είναι μονόχρωμες (κατακόκκινες, μόνο μπλε κλπ.) και, το ξεναλέω, συχνά αγγίζει τον πειραματισμό. Η ταινία, στο μεταξύ, είναι πλημμυρισμένη από τραγούδια του Tom Waits που γράφτηκαν ειδικά γι' αυτήν, τα οποία ακούγονται ολόκληρα και όχι αποσπασματικά, κάνοντας έτσι μεγάλο μέρος της να μοιάζει με βιντεοκλίπ - πριν την εποχή τους και σαφώς όχι με τους ρυθμούς που τα έχουμε συνηθίσει σήμερα.
Τι μένει απ' όλη αυτή την αγωνιώδη προσπάθεια επιβολής του στιλ πάνω στο περιεχόμενο; Θα το κρίνετε εσείς. Νομίζω ότι κάποιοι θα λατρέψουν και κάποιοι θα μισήσουν την ταινία. Και μάλλον αυτό το ήξερε από την αρχή ο Coppola. Μένει να αποφασίσετε με ποιούς είστε.