Παρασκευή, Ιουνίου 05, 2009

Η ΓΟΗΤΕΙΑ ΚΑΙ Η ΣΚΛΗΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ "ΑΜΑΡΤΙΑΣ"


"Η Γοητεία της Αμαρτίας" είναι ο μάλλον άσχετος (στο πνεύμα τουλάχιστον) ελληνικός τίτλος του "Gruppo di famiglia in un interno" του 1974, της προτελευταίας δηλαδή ταινίας του Luchino Visconti (1906-1976). Και είναι μια από τις σημαντικές ταινίες του δημιουργού της.
Θα πω από την αρχή ότι ο Βισκόντι κάνει ένα "βαρύ", δραματικό, αργό συνήθως, εσωτερικών κυρίως χώρων σινεμά. Έτσι όσοι είναι συνηθισμένοι (ή μήπως εθισμένοι;) στους ταχύτατους σύγχρονους ρυθμούς των αμερικάνικων κυρίως ταινιών, ας μην ασχοληθούν. Ωστόσο το σινεμά του μεγάλου δημιουργού είναι τόσο πλήρες νοημάτων, που δίνει τροφή στη σκέψη για πολύ καιρό.
Εδώ ένας ηλικιωμένος, μοναχικός, πλούσιος καθηγητής, συλλέκτης και μελετητής παλιών έργων τέχνης, που ζει κλεισμένος στο μπαρόκ διαμέρισμά του, έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τη σύγχρονη ζωή, που ενσαρκώνεται στα πρόσωπα της οικογένειας που νοικιάζει σχεδόν με το "έτσι θέλω" το επάνω διαμέρισμα, το οποίο επίσης ανήκει στον καθηγητή. Ο τελευταίος έλκεται και ταυτόχρονα απωθείται από το σύγχρονο, επιπόλαιο και ηδονιστικό πνεύμα - και ταυτόχρονα εμείς αναρωτιόμαστε αν έχει "χάσει τη ζωή του" με τον εγκλεισμό και την αποστείρωσή του.
Το θέμα φέρνει στο νου τις "Άγριες Φράουλες" ενός άλλου μεγάλου, του Μπέργκμαν. Αυτό που θαυμάζω ωστόσο στον Βισκόντι είναι ότι, ενώ στον Μπέργκμαν τα πράγματα είναι μάλλον σαφή (ναι, ο γέρος έχει σπαταλήσει τη ζωή του με τις μελέτες του. Η ζωή βρίσκεται στους νέους, στη χαρά, στη ζωντάνια), εδώ τα πράγματα είναι πολύ πιο ρευστά και διφορούμενα: Ο Λάγκαστερ (ο γέρος) ζει μόνος, ασχολείται με "νεκρά" πράγματα (μελέτη παλιών πινάκων), είναι αποκομμένος απ' τη ζωή. Οι νέοι αντίθετα είναι ηδονιστές, ζουν τη ζωή τους, ταξιδεύουν, πηδιούνται (με όλους τους πιθανούς συνδυασμούς), ξοδεύουν, έχουν μοντέρνα γούστα. Ταυτόχρονα όμως είναι παντελώς κενοί, επιφανειακοί, συχνά σκληροί και αλληλοσπαράζονται. Αντίθετα, μερικές φορές ζηλεύουμε την γαλήνη, την πληρότητα και την ηθική του ηλικιωμένου στην επιλεγμένη μοναξιά του. Έτσι, δεν υπάρχει καλό και κακό, σωστό και λάθος. Όλα διαθέτουν δύο όψεις ή, αν θέλετε, τα πάντα έχουν το τίμημά τους. Γι΄αυτό άλλωστε και ο καθηγητής δεν απορρίπτει απλώς τη χυδαιότητα και τη φτήνεια της οικογένειας, αλλά έλκεται κιόλας απ' αυτήν (και κυρίως απ' τη ζωντάνια της). Ο ωραίος Κόνραντ, καλλιεργημένος και ζιγκολό ταυτόχρονα, ικανός για το καλύτερο και το χειρότερο, δεν μπορεί να γεφυρώσει το χάσμα. Είναι μια τραγική φιγούρα.
Φυσικά ο ρόλος του καθηγητή θυμίζει και τον αντίστοιχο ρόλο του Λάνκαστερ στον "Γατόπαρδο". Κι εκεί ο ήρωας ήταν κάτι σαν τελευταίος του είδους του, απομεινάρι άλλων εποχών, και γι' αυτό αταίριαστος και άσχετος με ό,τι ερχόταν, ταυτόχρονα όμως, μέσα στον αναχρονισμό του, διατηρούσε μια γοητεία και μια ευθύτητα. Ο Βισκόντι φαίνεται ότι τρέφει τα ίδια αντιφατικά συναισθήματα για τον σύγχρονο κόσμο: Έλξης και απώθησης ταυτόχρονα.
Στην αμφισημία των πάντων άλλωστε εντάσσεται και η σχέση του Κόνραντ με τον ηλικιωμένο καθηγητή. Αναπτύσει ο τελευταίος πατρικά αισθήματα ή μήπως ερωτικά απέναντί του; Ίσως και ο ίδιος να μην το έχει ξεκαθαρίσει μέσα του. Να λοιπόν και το λανθάνον θέμα της ομοφυλοφιλίας, που κι άλλες φορές απασχόλησε τον Βισκόντι, αλλά και του αδυσώπητου πλησιάσματος του θανάτου και του πόσο απροετοίμαστοι είμαστε πάντοτε γι' αυτό.
Βαρύ δράμα, το είπαμε, για όσους μπορούν να δουν σήμερα τέτοιου είδους σινεμά, πλην όμως νομίζω ότι ο προβληματισμός του θα σας αποζημιώσει.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker