Κυριακή, Δεκεμβρίου 20, 2015

ΚΑΙ ΤΡΙΤΟΣ "ΜΠΑΤΣΟΣ ΤΟΥ ΜΠΕΒΕΡΛΙ ΧΙΛΣ"!

Ο John Landis υπήρξε ένας χαρακτηριστικός σκηνοθέτης του τέλους των 70ς και, κυρίως, των 80ς. Είχε κάνει μάλιστα ένα σερί από συμπαθέστατες ταινίες, ανάμεσα στις οποίες οι "Blues Brothers" και το "Τρελό Θηριοτροφείο". Και κάπου εκεί, γύρω στα 1987, ξαφνικά "το έχασε" και έπεσε σε απόλυτη παρακμή. Με σποραδικές εξαιρέσεις ασχολείται πλέον με την τηλεόραση και την παραγωγή ταινιών.
Ήδη σε παρακμή λοιπόν και μάλλον σε έλλειψη ιδεών, φτιάχνει το 1994 τον "Μπάτσο του Μπέβερλι Χιλς Νο 3", προσπαθώντας να αναβιώσει την επιτυχία και του Έντι Μέρφι, που κι αυτή είχε αρχίσει να παίρνει την κατιούσα. Και μόνο αυτό το Νο 3 δείχνει, νομίζω, την κατάσταση.
Αυτή τη φορά ο επίμονος, φασαριόζος και μάλλον ενοχλητικός μπάτσος ξαναπάει από το Ντιτρόιτ στο Μπέβερλι Χιλς και βρίσκεται στα ίχνη μιας αδίστακτης συμμορίας που κρύβεται πίσω από τη βιτρίνα ενός μεγάλου λούνα παρκ - θεματικού παιδότοπου. Τέλειο καμουφλάζ αθωότητας για βρώμικες δουλειές... Αυτή τη φορά τα πράγματα θα είναι σοβαρότερα από τα προηγούμενα "επεισόδια", αφού ένα από τα πρώτα θύματα θα είναι ο ίδιος ο προϊστάμενος του ήρωά μας. Μπαίνει και το στοιχείο του έρωτα, κι έτσι όλα γίνονται πιο προσωπικά από ποτέ και, φυσικά, όλα γίνονται άνω - κάτω, πάντα με πρωτοβουλία του Άξελ, που αψηφά επιδεικτικά τις εντολές των ανωτέρων του. Αλήθεια, πριν θριαμβεύσει και δικαιωθεί στο τέλος, έχει κανείς αναρωτηθεί πόσο κακό έχει προκαλέσει αυτός ο μπάτσος με τις συνεχείς "πρωτοβουλίες" του;
Στην τρίτη αυτή συνέχεια το χιούμορ, παραδόξως, είναι μειωμένο και το βάρος πέφτει στη δράση και στην ίντριγκα. Αυτό για πολλούς είναι κακό, ωστόσο, επειδή προσωπικά αντιπαθώ την εντιμερφική πλάκα, για μένα ήταν μάλλον θετικό στοιχείο. Κατά τα άλλα πολλά μη πιστευτά συμβαίνουν, αρκετό ξύλο πέφτει, οι κακοί είναι πάντοτε πολύ κακοί και το τέλος, ό,τι και να συμβεί στο μεταξύ, απόλυτα προβλέψιμο. Ως εκ τούτου δείτε το φιλμ μόνο αν δεν έχετε τίποτα καλύτερο να κάνετε και πλήττετε αφόρητα.
Θα ξαναπώ όμως ότι προσωπικά, αν και σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται για κάτι στοιχειωδώς αξιόλογο, το βρήκα κάπως προτιμότερο από τη δεύτερη συνέχεια του Tony Scott. Καθαρά προσωπική γνώμη βεβαίως. Μη σας πάρω και στο λαιμό μου...

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker