Πέμπτη, Αυγούστου 26, 2010

Η ΜΠΟΝΙ, Ο ΚΛΑΪΝΤ ΚΑΙ Η ΝΕΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ


Βρισκόμαστε στα 1967 όταν ο σημαντικός αμερικανός σκηνοθέτης Arthur Penn γυρίζει μια από τις εμβληματικότερες ταινίες για την παραβατικότητα, το περίφημο Bonnie and Clyde. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως γκαγκστερική ταινία, νομίζω όμως ότι η ουσία βρίσκεται αλλού.
Εποχή της μεγάλης οικονομικής κρίσης στην Αμερική, γύρω στο 1930 δηλαδή, και το ομώνυμο ζεύγος γνωρίζεται, ερωτεύεται κεραυνοβόλα και ξεκινά αμέσως τη θρυλική εγκληματική του καριέρα ληστεύοντας τράπεζες και, πού και πού, όταν χρειάζεται, σκοτώνοντας και κανέναν απ’ αυτούς που είχαν την ατυχία να τις υπερασπίσουν. Εκείνος διαθέτει εγκληματική προϊστορία και έχει μόλις αποφυλακιστεί. Εκείνη είναι μια συνηθισμένη κοπέλα από την επαρχία, που το μίζερο περιβάλλον της την πνίγει και ξέρει ότι αυτό που θα χαρακτηρίσει την υπόλοιπη ζωή της είναι η πλήξη, οπότε αρπάζει την πρώτη ευκαιρία που της δίνεται για κάτι πιο ενδιαφέρον.
Πέρα από τη δράση, τις περιπέτειες του ζεύγους, τα πάνω και τα κάτω τους, το φιλμ διαποτίζεται από έναν διάχυτο ρομαντισμό, καθώς ο έρωτάς τους μοιάζει να αντέχει σε οποιαδήποτε δοκιμασία. Ταυτόχρονα όμως, το ρομαντικό, ή μάλλον το «μάτσο» στοιχείο που θα μπορούσε να είναι κυρίαρχο στον αρρενωπό Γουόρεν Μπίτι, υπονομεύεται εκ των έσω καθώς ο τελευταίος είναι ανίκανος. Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με έναν απόλυτο αλλά πέρα για πέρα παράδοξο έρωτα. Το πιο ενδιαφέρον όμως στοιχείο για μένα είναι ότι πρόκειται για μια από τις πρώτες ταινίες που τάσσονται σαφώς υπέρ της «παρανομίας», με την έννοια ότι ο θεατής ταυτίζεται απόλυτα με το ζεύγος των παρανόμων, που δείχνονται συμπαθείς, πανέμορφοι, ερωτευμένοι, με έναν ιδιόρρυθμο ρομαντισμό – αντίθετα από τον αντιπαθέστατο διώκτη τους. Επίσης η Μπόνι, με την παράδοξη για την εποχή συμπεριφορά της, ακόμα και με τον τρόπο που ντύνεται, αποτελεί ένα είδος προδρόμου των φεμινιστριών. Και επί πλέον υπάρχουν και αρκετές νύξεις για το πολιτικοκοινωνικό υπόβαθρο της στάσης τους: Γιατί να σεβαστούμε τις τράπεζες και τους νόμους τους, όταν εμείς θα είμαστε μια ζωή – κι αυτό είναι προκαθορισμένο – «απ’ έξω» δίχως ουσιαστικά να φταίμε σε τίποτα; Το στοιχείο αυτό τονίζεται και με τη συχνή, αν και διακριτική, κατάδειξη της κοινωνικής εξαθλίωσης που επικρατούσε στην εποχή, με τα καραβάνια των άνεργων και πάμφτωχων οικογενειών, την πνιγηρή, επαρχιακή μιζέρια και άλλα σχετικά. Πολλά απ’ αυτά, φοβάμαι, θυμίζουν έντονα τη σημερινή εποχή.
Το τέλος είναι κι αυτό προκαθορισμένο, το αντιλαμβανόμαστε από την αρχή, τονίζοντας έτσι τον αυτοκαταστροφικό, μηδενιστικό ίσως ρομαντισμό που ανέφερα πριν. Η Φέι Νταναγουέι και ο Γουόρεν Μπίτι βρίσκονται στη μεγάλη ακμή τους, πράγμα που φυσικά προσθέτει στη γοητεία του φιλμ, ενώ η δράση και το σασπένς είναι αρκετά έντονα. Με άλλα η λόγια, δείτε το αν δεν το έχετε ήδη κάνει.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Ιουλίου 24, 2008

ΑΡΓΟΙ ΦΥΓΑΔΕΣ, ΝΩΘΡΟ ΓΟΥΕΣΤΕΡΝ


Ο Arthur Penn είναι από τους πιο αξιόλογους αμερικανούς σκηνοθέτες των 60ς και 70ς, που τα πολλά ταελευταία χρόνια έχει αποσυρθεί. Ωστόσο βρίσκω τους "Φυγάδες του Μισούρι" (The Missouri Breaks) του 1976 από τις πλέον βαρετές ταινίες του. Ή μάλλον, σύμφωνα με την προσωπική μου αντίληψη τουλάχιστον, από αυτές που λέμε "άνευ λόγου".
Η ταινία βέβαια περιέχει ορισμένα στοιχεία που την κάνουν να κατέχει μια θέση στην κινηματογραφική ιστορία. Το βασικότερο απ' αυτά είναι η μοναδική επί οθόνης συνύπαρξη δύο ιερών τεράτων: Του Μάρλον Μπράντο και του Τζακ Νίκολσον. Υπάρχει επίσης και μια σαφώς απομυθοποιητική και σαρκαστική ματιά του σκηνοθέτη πάνω στο γουέστερν, που ίσως το 1976 ήταν κάτι σχετικά σπάνιο σε σχέση με σήμερα. Αυτά τα στοιχεία όμως δεν με εμπόδισαν να βαρεθώ αρκετά κάτά την προβολή. Οι ρυθμοί είναι αργοί, η αφήγηση κάπως "ατσούμπαλη" και ήταν αδύνατο να αποφασίσω αν πρόκειται για ένα είδος σάτιρας (με πολύ λίγο χιούμορ) ή μια ρεαλιστική ματιά στην πραγματικότητα της "ηρωικής Δύσης".
Ο πλέον παράξενος είναι ο ρόλος του Μπράντο, που είναι ένας αδίστακτος πληρωμένος δολοφόνος, αλλά με μιά απροσδόκητη... θηλυκή πλευρά στην προσωπικότητά του. Αλλά η αφήγηση είναι τόσο άκομψη (πιθανόν επίτηδες, αφού ίσως ο Πεν ήθελε να απομηθοποιήσει κι αυτήν την ίδια), που, επαναλαμβάνω, δεν κατάφερε να με κρατήσει. Οι χαρακτήρες έχουν παράδοξη και άγαρμπη εξέλιξη, που συχνά δεν κατάφερα να δικαιολογήσω, ενώ η τελική λύση με κάποιον θάνατο έρχεται εντελώς απροειδοποίητα, στα καλά καθούμενα και μένεις να αναρωτιέσαι αν είδες καλά. Αν όλα αυτά γίνονται όπως είπα ηθελημένα, πράγμα πιθανότατο, είναι ίσως ανατρεπτικά, πλην όμως βαρετά.
Εξακολουθώ να αγαπώ τον Arthur Penn, αλλά επιτρέψτε μου να προτιμήσω (πολλές) άλλες ταινίες του.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Νοεμβρίου 06, 2007

ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΑ, ΚΟΙΝΟΒΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ 60's ΙΣΤΟΡΙΕΣ


Λίγες συστάσεις για πρόσωπα και πράγματα κρίνονται αρχικά απαραίτητες: Ο Woody Guthrie θεωρείται ο μεγαλύτερος αμερικανός folk τραγουδιστής - τραγουδοποιός και επηρέασε βαθύτατα τον Bob Dylan, που ήταν δηλωμένος θαυμαστής του. Ο γιός του Arlo Guthrie είναι κι αυτός τραγουδιστής - συνθέτης, με επιτυχίες στις ΗΠΑ στις δεκαετίες 60 και 70. Ο Arthur Penn είναι βέβαια από τους σημαντικότερους αμερικανούς σκηνοθέτες, που τα αρκετά τελευταία χρόνια έχει αποσυρθεί.
Το "Alice's Restaurant" του 1969 είναι μια ακόμα προσπάθεια να "συλληφθεί" επί της οθόνης το περίφημο "πνεύμα των 60ς". Ο Arlo Guthrie παίζει εδώ τον εαυτό του με αρκετά αληθινά στοιχεία της τότε βιογραφίας του, ενώ η ιστορία βασίζεται στο πετυχημένο ομώνυμο τραγούδι του. Είναι η εποχή που ο πατέρας του Woody βρίσκεται ετοιμοθάνατος στο νοσοκομείο (εκεί τον είχε επισκεφτεί και ο Ντύλαν), ενώ ο Arlo, νεαρός και χίπυ, περιπλανιέται στην Αμερική και τελικά καταλήγει με πολλούς φίλους σε μια πρώην εκκλησία που έχει μετατραπεί σε εστιατόριο, αλλά και κοινόβιο, από ένα ζευγάρι, τον Ρέι και την Άλις του τίτλου. Εκεί καταφεύγουν κάθε λογής επαναστατημένοι, εκκεντρικοί, περιθωριακοί, χίπις και διάφορες άλλες κατηγορίες, βρίσκοντας πάντοτε ένα ζεστό καταφύγιο. Κι εκεί καταλήγει συχνά και ο Arlo, όταν κουράζεται από περιπλανήσεις, τουρνέ ή συναυλίες σε άλλες πόλεις.
Η ταινία είναι ένας μάλλον ασυνήθιστος συνδυασμός δράματος και κωμωδίας, που δεν είμαι πολύ σίγουρος ότι είναι απόλυτα πετυχημένος, καθώς μάλλον στερείται ενός γερού σεναρίου. Η αξία της όμως έγκειται στην καταγραφή της εποχής, το "πιάσιμο του σφιγμού" των τότε γεγονότων. Ο Penn προσπαθεί να φωτίσει και τις καλές και τις κακές πλευρές. Έτσι, πέρα από τις ευτυχισμένες στιγμές στο κοινόβιο - εστιατόριο, τους έρωτες, τις ομαδικές μαστούρες, τις ξέφρενες γιορτές και τα πάρτι, θίγονται και τα προβλήματα, όπως η πανταχού παρούσα αφέλεια των τότε νέων που πίστευαν στ' αλήθεια ότι αλλάζουν τον κόσμο για πάντα, το πρόβλημα των σκληρών ναρκωτικών (που πολλοί θεωρούν ότι υπήρξε η βασική αιτία της διάλυσης του κινήματος των 60ς στις ΗΠΑ), ή οι απαραίτητες εσωτερικές διαφωνίες και τριβές και τα ψυχολογικά σκαμπανεβάσματα των ηρώων. Όπως επίσης δείχνεται (με αστείο μερικές φορές τρόπο) και η απροκάλυπτη εχθρότητα της συντηρητικής Αμερικής στα τεκταινόμενα και τον επαναστατικό αέρα που έπνεε από παντού τότε.
Πολύ ενδιαφέρον λοιπόν σαν ντοκουμέντο της εποχής, αν και ίσως όχι από τις πιο πετυχημένες στιγμές του Arthur Penn. Στα συν και η εμφάνιση του του Pete Singer, που τραγουδά σε μια συγκινητική στιγμή δίπλα στο κρεβάτι του ετοιμοθάνατου Woody (ο Woody Guthrie πέθανε το 1967, τότε που διαδραματίζεται η ταινία).

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker