Δευτέρα, Μαρτίου 23, 2020

''ΟΙ ΤΕΜΠΕΛΗΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΦΟΡΗΣ ΚΟΙΛΑΔΑΣ'' ΚΑΙ Ο ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΙΝΕΜΑ

Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος (1941-2016) υπήρξε ένας από τους συνεπέστερους νεοέλληνες σκηνοθέτες, καταφέρνοντας να γυρίζει ταινίες σε τακτά διαστήματα, πράγμα σπάνιο για τα ελληνικά δεδομένα. Το δεύτερο φιλμ του, ῾Ὁι Τεμπέληδες της Εύφορης Κοιλάδας῾῾ του 1978 διαθέτει εντυπωσιακό ελληνικό καστ (Διαμαντόπουλος, Πουλικάκος, Τσακίρογλου, Διαλεγμένος και Καρλάτου) και αποτελεί σπανιότατο δείγμα ελληνικού σουρεαλιστικου σινεμά.
Ένας πατέρας, οι τρεις γιοι του και η όμορφη υπηρέτριά τους κληρονομούν από ένα θείο μια υπέροχη, απομονωμένη βίλα στην εξοχή. Εγκαθίστανται εκεί και σιγά - σιγά χάνουν κάθε επαφή με τον έξω κόσμο. Η υπηρέτερια τα κάνει κυριολεκτικά όλα γι᾽αυτούς, ενώ οι άντρες περνούν όλο και περισσότερο χρόνο κοιμισμένοι.
Το πρώτο που μου έρχεται στο νου είναι η εμφανής μπουνουελική επιροή. Ναι, θα μπορούσε να είναι ταινία του Μπουνουέλ. Ξεκινά ῾῾κανονικά῾῾ και βαθμιαία εισχωρεί όλο και περισσότερο στον σουρεαλισμό. Το χιούμορ υπάρχει παντού ενώ, αργά και μεθοδικά, οι κοινωνικές αξίες αναστρέφονται. Είναι πραγματικά αστείο να βλέπει κανείς την οργή και τη μέχρι δακρύων απελπισία της οικογένειας επειδή ο ένας γιος θέλει - αλοίμονο - να εργαστεί! Πέρα από το χιούμορ όμως η ζοφερότητα μιας διαρκούς διολίσθησης στην παρακμή, την απάθεια, τη σήψη των πάντων, είναι εντονόταη, έως και ηθελημένα ενοχλητική. Και, φυσικά, πίσω απ᾽όλη αυτή την παράλογη ιστορία, είναι εμφανής η αλληγορία: Η μεγαλοαστική τάξη είναι ένας κυριολεκτικός κηφήνας, που απολαμβάνει τα πάντα δίχως να προσφέρει τίποτα χάρη στο διαρκή μόχθο της εργατικής τάξης (της υπηρέτριας), την οποία βεβαίως εκμεταλλεύεται ασύστολα. Αν θέλετε μπορείτε εξ ίσου εύκολα να δείτε την ίδια εικόνα με όρους φύλου: Όπου άρχουσα τάξη βάλτε άντρες, όπου εργατική γυναίκες. Έτσι η ταινία γίνεται ένα διπλό σχόλιο πάνω στο κοινωνικό καθεστώς και τη φαλλοκρατία. Πιθανόν να βρείτε μόνοι σας κι άλλες αλληγορίες.
Ίσως κάποιυς να κουράσει η κάπως μεγάλη διάρκειά της. Στην εποχή της είχε ενοχλήσει και η σχετική ερωτική τολμηρότητα. Το σίγουρο είναι ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα από τα ελάχιστα δείγματα ελληνικού σουρεαλιστικού σινεμά και, ως εκ τούτου, σε μια ξεχωριστή στιγμή του. Φυσικά δεν είναι για όλους. Βρισκόμαστε στον απόλυτο αντίποδα της κυρίαρχης χολιγουντιανής λογικής.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Νοεμβρίου 04, 2018

"ΑΥΤΗ Η ΝΥΧΤΑ ΜΕΝΕΙ" : ΜΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΑ ΠΑΛΙΑ ΣΚΥΛΑΔΙΚΑ

Ο Νικος Παναγιωτόπουλος (1941-2016) γυρίζει το "Αυτή η Νύχτα Μένει" το 1999, δηλαδή πριν την κρίση, σε μια εποχή, φαινομενικά τουλάχιστον, παχιών αγελάδων. Και "καταδύεται" στους χώρους της κατ' εξοχήν διασκέδασης μεγάλης μερίδας των "πλούσιων" τότε ελλήνων της επαρχίας, στα σκυλάδικα.
Η Στέλα, μια όμορφη και ταλαντούχα γυναίκα, έχει σαν όνειρο ζωής να γίνει τραγουδίστρια. Για να το εκπληρώσει δεν θα διστάσει να εγκαταλείψει αυτόν που την αγαπά και να υπογράψει συμβόλαιο ως τραγουδίστρια σε κέντρα της επαρχίας. Σύντομα θα ανακαλύψει ότι τα "κέντρα" δεν είναι παρά εξαθλιωμένα σκυλάδικα όπου συχνάζουν μεθυσμένοι (με ουίσκι φυσικά) αγρότες για να ξοδέψουν τα πολλά τότε λεφτά τους (από κρατικά ή ευρωπαϊκά επιδόματα κλπ.) με σκοπό κατά βάθος να πηδήσουν τις τραγουδίστριες. Ο παλιός φίλος της όμως θα την αναζητήσει στα χωριά και τις πόλεις της Θράκης.
Ενδιαφέρουσα ταινία, μια από τις λίγες (μετά το καλύτερο κατά τη γνώμη μου "Όλα Είναι Δρόμος") ελληνικές που πιάνουν το θέμα αυτό (των σκυλάδικων εννοώ) και συγχρόνως "ψηλαφούν" την παθογένεια των ελλήνων, της μίζερης επαρχίας κυρίως, που, θαμπωμένοι από λεφτά, βγάζουν το χειρότερο εαυτό τους - και το χειρότερο δυνατό γούστο. Ταυτόχρονα φτιαχνει το πορτρέτο μιας αποφασιστικής γυναίκας που κυνηγά το όνειρό της μέχρι τα άκρα. Το κυνήγι του ονείρου είναι βασικό θέμα, αλλά η συντριβή του δεν θα επιφέρει υστερικές μελοδραματικές κορυφώσεις - απλώς θα συντριβεί το όνειρο (ενδιαφέρουσα προσέγγιση κι αυτή, όπως δηλαδή συμβαίνει συνήθως. Οι άνθρωποι περισσότερο συμβιβάζονται παρά αυτοκτονούν ή κάτι τέτοιο).
Το καλύτερο κομμάτι θεωρώ ότι είναι το δεύτερο μέρος, με την περιήγηση στη χειμωνιάτικη Θράκη και στα διάφορα σούπερ κιτς κέντρα. Ωστόσο το φιλμ πάσχει νομίζω από κάτι που το βρίσκω κάπως "ψεύτικο", κατασκευασμένο. Διακρίνεται σε διάφορα σημεία η αναπαράσταση, η κατασκευή και όχι το αυθεντικό βίωμα κάποιων καταστάσεων. Στα μείον και οι μέτριες ηθποιίες και η μερικές φορές κακή ηχοληψία. Παρ' όλα αυτά πάντως τη βρίσκω μια από τις αξιόλογες ταινίες του ελληνικού σινεμά, που έχει την τιμιότητα να πιάσει τα θέματα που λέγαμε. Και βλέπεται ευχάριστα.

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Οκτωβρίου 24, 2008

ΑΘΗΝΑ - ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ - ΑΔΙΕΞΟΔΟ


Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος θέλει με το "Αθήνα - Κωνσταντινούπολη" να κάνει μια ταινία δρόμου. Θέλει επίσης να βρεθεί κοντά στις καλές στιγμές του Βέντερς, ας πούμε, ή του Γκοντάρ. Και βέβαια, το καταλαβαίνουμε αυτό, το ταξίδι δεν είναι παρά ένα πρόσχημα για να αφηγηθεί τις εσωτερικές περιπέτειες και τα αδιέξοδα των ηρώων του. Και κυρίως του βασικού του ήρωα, ενός ώριμου δικηγόρου, που μετά το διαζύγιό του ύστερα από εικοσιτόσα χρόνια γάμου, βρίσκεται στα όρια της κατάθλιψης και αδυνατεί να γεμίσει το κενό της ζωής του. Ξεκινά λοιπόν με το αυτοκίνητό του ένα ταξίδι ουσιαστικά δίχως προορισμό (τη Θεσσαλονίκη και τον άρρωστο πατέρα του έχει σαν αφορμή), που μετά από διάφορες αναπάντεχες συναντήσεις θα τον οδηγήσει στην Πόλη.
Η ταινία διαθέτει μερικές καλές στιγμές, κάποιες έξυπνες ατάκες, έχει ένα κοφτό μοντάζ (σα να χωρίζεται σε πολλά, μικρά κεφάλαια), αλλά παραμένει συνολικά μάλλον αργή - όχι με την έννοια των μακρόσυρτων πλάνων του Αγγελόπουλου, αλλά λόγω της αργής σεναριακής εξέλιξης. Ή ίσως του προσχηματικού σεναρίου, θα έλεγαν πολλοί, αφού αυτό (το σενάριο) μοιάζει να είναι αυτοσχεδιαστικό και αποσπασματικό, αφήνοντας αρκετά κενά. Υποθέτω ότι όλο αυτό είναι ηθελημένο, είναι άποψη του Παναγιωτόπουλου, που είναι "φίλος" του αυτοσχεδιασμού, φοβάμαι όμως ότι θα κουράσει πολλούς. Είναι και η όντως καταθλιπτική μορφή του Λευτέρη Βογιατζή, οπότε πάρτε και σεις καλού - κακού μαζί σας κανένα αντικαταθλιπτικό, σαν αυτά που σ' όλη τη διάρκεια καταναλώνει ο ήρωας.
Υπαρξιακό road movie λοιπόν, με συμπαθητική εμφάνιση του Πουλικάκου σε ρόλο ατόφιου λαϊκού κλαριτζή (κάτι σα Γιώργος Μάγγας), με καθόλου τουριστική ματιά στην Κωνσταντινούπολη, πλην όμως πάσχει απ' αυτό που πάσχουν πάρα πολλές ελληνικές ταινίες: Βγαίνεις έχοντας έντονη αίσθηση ότι κάτι λείπει...

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker