Δευτέρα, Δεκεμβρίου 18, 2023

Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΥΝΑΝΤΑ ΤΟΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟ ΣΤΗΝ "ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΑΜΠ"


Το "The Old Oak" (στην Ελλάδα "Η Τελευταία Παμπ") γυρίζεται από τον Ken Loach το 2023, δηλαδή όταν ο βρετανός δημιουργός είναι ήδη 87 ετών! Αυτή τη φορά ο βετεράνος δημιουργός καταπιάνεται με το καυτό σε όλη την Ευρώπη (σε όλη τη δύση μάλλον) μεταναστευτικό θέμα. 

Σε ένα μικρό, μισοεγκαταλειμμένο  αγγλικό χωριό φτάνουν  δύο πούλμαν με σύρους πρόσφυγες, κυρίως γυναίκες και παιδιά. Μετά από κρατική παρέμβαση θα εγκατασταθούν σε εγκαταλειμμένα σπίτια και θα προσπαθήσουν να ενσωματωθούν στη ζωή του χωριού. Αλλά, όπως παντού, θα συναντήσουν τον ανοιχτό ρατσισμό μιας μερίδας κατοίκων. Η σύγκρουση θα επικεντρωθεί στην μοναδική (την τελευταία) παμπ του χωριού, που αποτελεί και τον μοναδικό εναπομείναντα δημόσιο χώρο, αλλά και τον μοναδικό τρόπο ψυχαγωγίας των λιγοστών κατοίκων.

Η ταινία μου άρεσε γενικά και, βεβαίως, το σήμα - κατατεθέν του Loach, ο ρεαλισμός, είναι πανταχού παρόν. Πολιτικά, προφανώς, συμφωνώ μαζί του. Η αντίρρησή μου είναι ότι αυτή τη φορά τον βρήκα αρκετά διδακτικό, αρκετά άσπρο - μαύρο και, τελικά, μάλλον απλοϊκό. Μπορώ βέβαια να τον συγχωρήσω και λόγω του ότι βλέπει τα πράγματα με απόλυτα σωστή - κατά τη γνώμη μου πάντα - ματιά, όπως προείπα, και, βεβαίως, επειδή δεν περιμένω να κάνει κάποιο αριστούργημα σ' αυτή την ηλικία (όπως και ο Woody Allen ή ο Clint Eastwood π.χ. είναι αξιοθαύμαστο και μόνο το ότι εξακολουθούν ακούραστα να δημιουργούν και μάλιστα δίχως ποτέ να κάνουν κάποια πραγματικά κακή ταινία). Οπότε ναι, του συγχωρώ τον διδακτισμό του. Εξ άλλου βρήκα ενδιαφέρουσα την καταγραφή της μιζέριας της επαρχίας και της παρακμής και εγκατάλειψης των χωριών (παγκόσμιο φαινόμενο). Με τον τρόπο αυτόν αγγίζει - εκτός του μεταναστευτικού - και ένα άλλο διεθνές σημαντικό πρόβλημα.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Νοεμβρίου 27, 2016

ΚΑΤ' ΕΥΦΗΜΙΣΜΟΝ "SWEET SIXTEEN"

Αν είστε γνώριμοι του Ken Loach θα γνωρίζετε τα βασικά στοιχεία του έργου του: Ωμός ρεαλισμός, καταγραφή της δύσκολης ζωής των κατώτερων τάξεων της Βρετανίας, καμιά χολιγουντιανή προδιαγραφή ή "στρογγύλεμα", αδιέξοδες καταστάσεις. Όλα αυτά τα συναντά κανείς στο "Sweet Sixteen" του 2002, από τις χαρακτηριστικότερες ταινίες του.
Το φιλμ παρακολουθεί τη ζωή ενός 16χρονου σκωτσέζου, από χαμηλά κοινωνικά στρώματα φυσικά. Το μόνο που ονειρεύεται ο μικρός είναι μια φυσιολογική ζωή. Πλην όμως πατέρας δεν υπάρχει και η μητέρα, την οποία υπεραγαπά, βρίσκεται στη φυλακή και θα αποφυλακιστεί σε λίγους μήνες. Μέχρι τότε ο Λίαμ θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να βρει λεφτά για να ζήσουν μαζί αυτός κι η μητέρα του και να τη γλυτώσει από το κάθαρμα φίλο της, έναν έμπορο ναρκωτικών, ο οποίος μάλιστα συνεργάζεται με τον παπού του μικρού (εξ ίσου κάθαρμα). Και βέβαια, ο τρόπος να βγάλει γρήγορα λεφτά ένας 16χρονος δεν μπορεί να είναι νόμιμος. Σύντομα και ο μικρός θα μπλεχτεί με το εμπόριο ναρκωτικών...
Μουντή φωτογραφία, ασορτί με το εξ ίσου μουντό περιβάλλον, άχαροι δρόμοι γεμάτοι άνεργους, επίσης άχαρα σπίτια, έλλειψη ηθικής (συνήθως), φτώχια και στο μέσο όλων αυτών ένας έφηβος που δεν ξεκουράζεται ποτέ και πασχίζει με νύχια και δόντια να πραγματοποιήσει το όνειρό του. Αλλά πώς να το κάνεις αυτό όταν το όνειρο αφορά μια "κανονική" ζωή και προσπαθείς να το κατακτήσεις με κάθε άλλο παρά "κανονικά" μέσα; Αυτή η αντίφαση είναι που δημιουργεί τα προβλήματα. Η πηγή του κακού βεβαίως βρίσκεται στην φτώχια, την εγκατάλειψη χιλιάδων ανθρώπων, στην έλλειψη ενδιαφερόντων (πώς να χωρέσουν αυτά όταν το μεγάλο ζητούμενο είναι απλώς η νορμάλ καθημερινότητα;) Και, τι τραγικό, ακόμα κι αυτή είναι εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να κατακτηθεί. Ο Λόουτς τα καταγγέλει όλα αυτά, όπως πάντοτε έκανε, και μας λέει ότι τελικά η παραβατικότητα / εγκλημαικότητα είναι απόλυτα φυσιολογικό να ανθίσουν σε τέτοια περιβάλλοντα, δεν είναι παρά απόρεια της δεινής οικονομικής κατάστασης. Και βεβαια καταγράφει και πάλι την τόσο χαρακτηριστική βρετανική μιζέρια.
Σκληρή ταινία, που δεν χαρίζεται σε εύκολες καταστάσεις ή χάπι εντ, με το "sweet" του τίτλου προφανώς ειρωνικό, θα αρέσει στους φίλους του βρετανού δημιουργού με το τόσο χαρακτηριστικό έργο. Αλλά και στους φίλους του πολιτικοποιημένου, κινηματογραφικού ρεαλισμού γενικότερα.

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 10, 2014

ΤΟ "ΗΡΩΙΚΟ" JIMMY'S HALL"



Για πολλά – πολλά χρόνια ο Ken Loach ακολουθεί μια συνεπέστατη πορεία, κάνοντας στρατευμένο σινεμά με καθαρά αριστερές θέσεις. Στον ίδιο δρόμο συνεχίζει και το 2014 με το «Jimmy’s Hall”, ένα φιλμ που διαδραματίζεται στην Ιρλανδία της δεκαετίας του 30.
Ο Τζέιμς Γκράλτον, υπαρκτό πρόσωπο, είναι κομουνιστής από ένα μικρό χωριό της Ιρλανδίας. Λίγο καιρό αφότου ανοίγει ένα «κέντρο» (αίθουσα χορού και πολιτιστικό κέντρο ταυτόχρονα), τον αναγκάζουν να το κλείσει και να μεταναστεύσει στην Αμερική. Μετά δέκα χρόνια, το 1932 πλέον, επιστρέφει στο χωριό πλουσιότερος σε εμπειρίες και ακόμα πιο μαχητικός και ξανανοίγει το κέντρο – το οποίο, σημειωτέον, λατρεύουν οι νέοι της περιοχής. Η κίνηση αυτή θα συναντήσει τη λυσσαλέα αντίδραση της εκκλησίας και των αρχών – πλούσιων της περιοχής, οι οποίοι αντιλαμβάνονται ότι η λειτουργία του κέντρου δυναμιτίζει τα θεμέλια της απόλυτης εξουσίας τους στην περιοχή (και στη χώρα γενικότερα). Ο αγώνας ανάμεσα στις δύο πλευρές αρχίζει.
Ο Loach, όπως πάντα, κάνει ένα ψυχωμένο σινεμά, απλό, κομψό, σαφές, στοχευμένο. Παρακολούθησα την ταινία πολύ ευχάριστα, μπορώ να πω μάλιστα ότι σε κάποια σημεία με συγκίνησε. Ενδιαφέρον έχει και το πολιτιστικό μέρος: Ο ήρωας φέρνει στο κέντρο του μια παράλληλη αγάπη τόσο για τις ρίζες (τη φολκ ιρλανδέζικη μουσική, ας πούμε), όσο και για το μοντέρνο (τη τζαζ, που τότε ήταν η αιχμή της νεοτερικότητας στη μουσική). Αυτή ηα ακομπλεξάριστη πολιτιστική θεώρηση μου άρεσε ιδιαίτερα. Μπορούμε ωστόσο, ιδεολογικά κυρίως, να εντοπίσουμε κάποια προβλήματα: Ο δημιουργός χωρίζει τους πάντες σε απόλυτα καλούς – κακούς, σε μαύρο – άσπρο, ενώ οι ενδιάμεσες αποχρώσεις μοιάζουν να λείπουν. Σε γενικές γραμμές προσωπικά θεωρώ ότι κάπως έτσι έχουν τα πράγματα, ωστόσο ποτέ και τίποτα δεν είναι τόσο μονοδιάστατο.
Αυτά πάντως δεν σημαίνουν ότι δεν συνιστώ απόλυτα το φιλμ – ιδιαίτερα στην (επιεικώς) δύσκολη εποχή μας, που τέτοια φαινόμενα τείνουν να επανεμφανιστούν. Ο ήρωας γίνεται σύμβολο ελευθερίας και πάλης ενάντια στο σκοταδισμό και, εκτός των άλλων, ενάντια σε μια «στεγνή» εκκλησία, η οποία πρεσβεύει ένα μαζοχιστικό χριστιανισμό, απαλλαγμένο από κάθε έννοια ευχαρίστησης, και η οποία, φυσικά, συνεργάζεται απόλυτα με την πολιτική – κοινωνική εξουσία για να διατηρήσει με κάθε θυσία το υπάρχον status quo. Ωστόσο αυτό δεν εμποδίζει τον γηραιό «κακό» παπά να είναι ο πιο ενδιαφέρων χαρακτήρας της ταινίας.
Επιμένω στην περί μονοδιάστατου γκρίνια μου, ωστόσο σας προτείνω να το δείτε. Και για να εκπλαγείτε για τον σκοταδισμό κάποιων κοινωνικών δομών τότε, παλιά, αλλά κυρίως επειδή τέτοιες ξεκάθαρες και θαρραλέες «δηλώσεις» χρειάζονται στις μέρες μας.

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Ιανουαρίου 09, 2013

ΤΟ "ΜΕΡΙΔΙΟ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ" ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΑΠΟΛΑΥΣΤΙΚΟ

Το "Μερίδιο των Αγγέλων" είναι το 2% που έχει χαθεί όταν βγάλεις το ουίσκι από το βαρέλι όπου το έβαλες να παλιώσει. Είναι επίσης ο τίτλος της ταινίας του Ken Loach του 2012. Και αν νομίζετε ότι ο βρετανός σκηνοθέτης κάνει μόνο ρεαλιστικά δράματα που αναφέρονται στη μιζέρια της αγγλικής καθημερινότητας γελιέστε. Διότι η ταινία είναι κυρίως κωμωδία. Με τους όρους του Loach βεβαίως. Που σημαίνει ότι και ο εντονότατος κοινωνικός ρεαλισμός υπάρχει και οι κλασικοί πρωταγωνιστές από την εργατική τάξη ή το περιθώριο και ο μίζερος βρετανικός περίγυρος που προαναφέραμε. Ωστόσο - ή μάλλον παρ' όλα αυτά - πρόκειται για μια από τις πιο feelgood και αισιόδοξες ταινίες του τελευταίου καιρού (για μένα τουλάχιστον).
Ο ήρωας είναι ενα χαμένο κορμί που μπλέκει σε καυγάδες και αποφασίζει να αλλάξει ζωή όταν γίνεται πατέρας. Γλυτώνει στο τσακ τη φυλακή και καταδικάζεται σε 300 ώρες κοινωνικής εργασίας. Εκεί θα γνωρίσει κι άλλους τύπους σαν κι αυτόν και μαζί θα μπλεχτούν στον άγνωστο κόσμο των πολυτελών, πανάκριβων ουίσκι και των φανατικών (και ζάπλουτων προφανώς) συλλεκτών τους. Θα καταστρώσουν λοιπόν το σχέδιο μιας πρωτότυπης ληστείας.
Αυτό που μ' αρέσει πολύ στο φιλμ είναι ότι ο Loach αλλάζει μεν διάθεση, κάνοντας όπως είπαμε μια ταινία που μάλλον στο είδος της κωμωδίας (έστω και γλυκόπικρης) πρέπει να καταταγεί, δίχως όμως να χάσει σε καμία περίπτωση τα γνώριμα χαρακτηριστικά του. Καταλαβαίνεις αμέσως ότι πρόκειται για μια δική του ταινία. Μόνο που αυτή τη φορά πάνω απ' όλα διασκεδάζεις.
Το πρώτο μέρος είναι λιγότερο αστείο. Βρισκόμαστε στον Λόουτς που ξέρουμε, με τους χαμένους πρωταγωνιστές και τις αδιέξοδες ζωές τους. Από ένα σημείο και πέρα όμως το χιούμορ, η αισιοδοξία, η συμπάθεια για τους περιθωριακούς ήρωες, παίρνουν το πάνω χέρι, βγάζουν γέλιο και διασκεδάζουν. Η αισιόδοξη πρότασή του είναι ότι ακόμα και τα πιο "χαμένα κορμιά" (που στο κάτω - κάτω συνήθως είναι τέτοια για κοινωνικούς λόγους) έχουν δικαίωμα και μερίδιο στην ευτυχία. Δικαιούνται κι αυτοί το περίφημο 2% που περισσεύει από τους κάθε λογής φαταούλες. Κι όχι μόνο αυτό: Ο Λόουτς δικαιώνει ηθικά την παρανομία (που γίνεται με τόσο φυσικό τρόπο στο φιλμ...), αφού αυτή οδηγεί τελικά σε μια δικαιότερη κατανομή του πλούτου. Και όντως, όταν βλέπουμε τις τρομαχτικές αντιθέσεις, τους απόκληρους της κοινωνίας από τη μία και τους πλούσιους που σε μια εφιαλτική οικονομικά περίοδο δεν διστάζουν να δώσουν ένα εκατομμύριο λίρες (!!!) για να αποκτήσουν ένα βαρέλι σπάνιου ουίσκι, ε, τότε μόνο να ευχαριστηθούμε μπορούμε όταν οι τελευταίοι πιάνονται κορόιδα και οι άλλοι κερδίζουν το "μερίδιο" που λέγαμε. Στο κάτω - κάτω (και δια της εις άτοπον απαγωγής) αφού όλοι αυτοί οι απεχθείς τύποι, που μερικοί, όπως ο αμερικάνος, δεν καταλαβαίνουν καν από καλό ουίσκι, αποκλείεται να είναι άγγελοι, ο τίτλος μένει στους απόκληρους. Το δικαιούνται.
ΥΓ: Όλα τα λεφτά ο Άλμπερτ, ο "χαζός" της παρέας, με τις γκάφες και τις απιστευτες ατάκες απόλυτης άγνοιας των πάντων κυριολεκτικά (όταν κάποιος αναρωτιέται "πώς και σε ποιον μπορείς να πουλήσεις τη Μόνα Λίζα αν την έχεις στο σαλόνι σου;" αυτός απαντά "Ποια είναι αυτή η Μόνα;"

Ετικέτες ,

Παρασκευή, Νοεμβρίου 24, 2006

Ο ΑΝΕΜΟΣ ΠΟΥ ΣΑΡΩΝΕΙ ΤΗΝ ΙΡΛΑΝΔΙΑ


Ο πόλεμος είναι ίσως η φριχτότερη ανθρώπινη κατάσταση. Ο εμφύλιος πόλεμος όμως είναι κάτι ακόμα χειρότερο. Δεν το πιστεύετε; Δείτε το "Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι" του Ken Loach. Όπου ο άγγλος σκηνοθέτης, με τον γνωστό ρεαλισμό και τη στέρεα γραφή του, μας δίνει ανάγλυφα το δράμα του ιρλανδικού λαού, από τον αγώνα για ανεξαρτησία μέχρι τον εμφύλιο που ακολουθεί.
Η ταινία χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο παρακολουθούμε το αντάρτικο των Ιρλανδών ενάντια στους Άγγλους κατακτητές. Εδώ τα πράγματα είναι καθαρά. Υπάρχουν καλοί και κακοί, είναι σαφές με ποιον είσαι και ποιον μισείς (πολύ περισσότερο μάλιστα όταν οι Άγγλοι παρουσιάζονται σαν κτήνη που καταπιέζουν με κάθε τρόπο τους Ιρλανδούς). Το μέρος αυτό δεν μου άρεσε τόσο, παρά τη δύναμη της γραφής του. Το βρήκα... πώς να το πω... πολύ ηρωικό για τα γούστα μου, ίσως και κάπως απόλυτο. Η άποψη αυτή ανατράπηκε πλήρως στο δεύτερο μισό, όπου ο Loach παρουσιάζει με συγκλονιστικό τρόπο τον άγριο εμφύλιο που ακολούθησε, καθώς οι Ιρλανδοί χωρίζονται σε μετριοπαθείς και επαναστάτες. Εδώ ο σκηνοθέτης δίνει αμερόληπτα και τις δύο απόψεις, αναδεικνύει θαυμάσια το δίκιο της κάθε πλευράς. Μ' αυτόν τον τρόπο είναι σχεδόν αδύνατο να ταυτιστείς με κάποια απ' αυτές (όπως ξεκάθαρα γίνεται στο πρώτο μισό) και το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να βυθιστείς στη φρίκη, βιώνοντας απόλυτα τον βαθύτατο πόνο του αλληλοσπαρασόμενου λαού. Αυτή η σχετικά ουδέτερη στάση είναι που επιτείνει τη φρίκη και το αδιέξοδο, αλλά και δηλώνει ότι δεν υπάρχει μόνο άσπρο και μαύρο, καλό και κακό, αλλά τα πράγματα - δυστυχώς ορισμένες φορές - είναι πολύ πιο περίπλοκα.
Όλα αυτά δεν συμβαίνουν με βαρύγδουπες δηλώσεις. Κάθε στόμφος απουσιάζει. Η ταινία είναι ανθρώπινη, καθώς παρακολουθούμε το ιστορικό στοιχείο μέσα από τα μάτια των δύο αδελφών και των γύρω τους. Κι αυτό την κάνει πολύ πιο δυνατή από κάθε ρητορεία, μέχρι το ακόμα δυνατότερο - σαν γροθιά - φινάλε.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker