Πέμπτη, Δεκεμβρίου 23, 2021

ΟΙ ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΟΙ "VELVET UNDERGROUND" ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ


Ο Todd Haynes παραμένει σημαντικός δημιουργός σχεδόν με ό,τι και να καταπιάνεται. Στη συγκεκριμένη περίπτωση μάλιστα τον θεωρώ ιδανικό (λόγω σχέσης με τη μουσική). Μιλώ για το ντοκιμαντέρ του 2021 "The Velvet Underground". Το οποίο προφανώς είναι ένα ντοκιμαντέρ... για τους Velvet Underground.

Συγκεντρώνοντας πολλά ντοκουμέντα της εποχής (μερικά άγνωστα απ' ό,τι διαβάζω) και βάζοντας να μιλούν γι' αυτούς πολλοί και σημαντικοί (John Waters, Jonathan Richman, Jackson Brownie, Jonas Mekas, La Monte Young κ.ά.), πιάνει την ιστορία του περίφημου συγκροτήματος από την αρχή, από τις προσωπικές ιστορίες του John Cale και του Lou Reed, για το πώς ενώθηκαν, για τα άλλα δύο μέλη (Morisson και Tucker), τη συνάντηση και τη σχέση με τον Andy Warhol, την προσχώρηση της Nico για ένα δίσκο και κάποιες περιοδείες κλπ. κλπ. Και, συγχρόνως, εξετάζει αναλυτικά το γιατί το γκρουπ αυτό υπήρξε τόσο πρωτοποριακό για το μακρινό 1967 και γιατί σημάδεψε ολόκληρο το ροκ.

Μιλά επίσης για τους διαφορετικούς χαρακτήρες και μουσικές προτιμήσεις των Cale και Reed και τις αναπόφευκτες συγκρούσεις τους, που οδήγησαν στη διάλυση. Βλέπετε, ο Cale ξεκινούσε εξ αρχής από κλασικές σπουδές και είχε εμπλακεί ήδη με μουσικούς πειραματισμούς και τη μουσική πρωτοπορία πριν τους Velvet, ενώ ο Reed ήθελε μια τυπική ροκ καριέρα - παρά την απίστευτη ανατρεπτικότητα για την εποχή των στίχων που έγραφε και οι οποίοι απροκάλυπτα άγγιζαν θέματα ταμπού για την εποχή (ναρκωτικά, ομοφυλοφιλία, τραβεστί, πιάτσα κλπ. κλπ.) 

Απόλαυσα το φιλμ. Βλέποντάς το καταλαβαίνει κανείς γιατί υπήρξαν τόσο σημαντικοί, γιατί δεν έμοιαζαν με τίποτα άλλο που υπήρχε τότε και γιατί το ίχνος του περάσματός τους παραμένει μέχρι σήμερα ανεξίτηλο. Και, βεβαίως, ένα μεγάλο μπράβο στον Haynes.

Ετικέτες ,

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 07, 2018

"ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ": ΟΤΑΝ Ο TODD HEYNES ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΙ...

Να λοιπόν που ήρθε η ώρα να με απογοητεύεσι για πρώτη φορά ο πολύ αξιόλογος Todd Haynes με το "Δωμάτιο των Θαυμάτων" (Wonder struck) που γύρισε το 2017, διασκευάζοντας για την οθόνη ένα επιτυχημένο εφηβικό μυθιστόρημα.
Το φιλμ παρακολουθεί τις παράλληλες πορείες δύο παιδιών με προβλήματα ακοής. Μόνο που η μία εκτυλίσεται στο μακρυνό 1927 ενώ η άλλη στο κοντινότερο 1977. Ο Haynes κινηματογραφεί την παλιά ιστορία ασπρόμαυρη και την πιο σύγχρονη έγχρωμη. Στην πρώτη ένα κωφάλαλο κοριτσάκι το σκάει από το σπίτι του και περιπλανιέται στη Νέα Υόρκη αναζητώντας μια σταρ της εποχής του βωβού, η οποία είναι το ίνδαλμά του. Στην άλλη, την πιο πρόσφατη, ένα επίσης κουφό αγοράκι το σκάει επίσης για τη Νέα Υόρκη, όπου αναζητά τον πατέρα του, ο οποίος δουλεύει σε μουσείο φυσικής ιστορίας. Οι δύο ιστορίες θα συναντηθούν στο τέλος με συγκινητικό τρόπο.
Το κοινά στοιχεία που έχουν τα δύο παιδιά (εκτός της έλλειψης ακοής) είναι η αναζήτηση μιας οικογένειας - καταφύγιου. Εκτός αυτού όμως στην ταινία υπάρχει διάχυτη και μια έντονη κινηματογραφοφιλική διάσταση, αφού το ίδιο το σινεμά παίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη, αλλά και γενικότερα υπάρχει νοσταλγική ατμόσφαιρα. Η οικογένεια βεβαίως είναι η ασφάλεια. Πάντως το καταφύγιο για τα παιδιά μπορεί να είναι όχι μόνο η τέχνη (ο κινηματογράφος), αλλά και η επιστήμη στην περίπτωση της ιστορίας των 70ς. Η ταινία θυμίζει αρκετά σαν γενική ατμόσφαιρα το "Hugo" του Σκορσέζε, πράγμα που δεν είναι καθόλου τυχαίο, αφού κι αυτό βασίζεται σε μυθιστόρημα του ίδιου συγγραφέα, του Μπράιαν Σέλζνικ. Το "Hugo" όμως μου άρεσε πολύ περισσότερο.
Νομίζω ότι το πρόβλημα έγκειται στη χαλαρή, flat αφήγηση. Μου φαίνεται ότι λείπει το απαραίτητο σασπένς που θα κρατήσει τον θεατή. Έτσι σε γενικές γραμμές μάλλον βαρέθηκα κατά τη διάρκειά της (που είναι σχεδόν 2 ώρες) και η κορύφωση του τέλους, όταν η συγκίνηση ανεβαίνει, έρχεται πολύ αργά, αφού μέχρι τότε, όπως είπα, η εξέλιξη της ιστορίας μου φάνηκε αρκετά πλαδαρή.
Τι να πω; Ίσως δεν είναι στο στιλ του πάντοτε τολμηρού και ανατρεπτικού Haynes να κινηματογραφεί μια τρυφερή, γλυκειά, νοσταλγική, εφηβική ιστορία. Και μάλλον γι' αυτό αποτυγχάνει (κατά τη γνώμη μου πάντοτε, γιατί κάποιοι ξέρω ότι θα συγκινηθούν). Δεν πειράζει. Παραμένει σημαντικός σκηνοθέτης και ελπίζω να ξαναβρεί προσεχώς τον καλό (και "επικίνδυνο") εαυτό του.

Ετικέτες ,

Σάββατο, Δεκεμβρίου 26, 2015

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΗ, ΣΤΙΛΑΤΗ ΚΑΙ ΟΛΙΓΟΝ ΤΟΛΜΗΡΗ "CAROL"

Πολύ λίγο παραγωγικός, πλην όμως σημαντικός αμερικανός δημιουργός,  ο Todd Haynes επανέρχεται το 2015 με το δράμα "Carol", βασισμένο στο δεύτερο μυθιστόρημα (πριν γίνει γνωστή από τα αστυνομικά) της Πατρίτσια Χάισμιθ. Και φτιάχνει μια κομψή, χαμηλότονη ταινία εποχής, στα χνάρια του δικού του "Far from Heaven" του 2002.
Η ταινία αφηγείται την ερωτική σχέση δύο γυναικών στη δεκαετία τυ 50: Μιας νεαρής, φτωχής πωλήτριας σε πολυκατάστημα και μιας πλούσιας, όμορφης και μεγαλύτερής της γυναίκας, μητέρας ενός κοριτσιού, η οποία ωστόσο είναι εγκλωβισμένη σε έναν συμβατικό, μη επιθυμητό γάμο με έναν εξ ίσου μεγαλοαστό σύζυγο. Οι δύο γυναίκες νοιώθουν από την πρώτη στιγμή έλξη η μία για την άλλη, μια στενή φιλική σχέση ξεκινά, ώσπου η πλούσια, σε μια προσπάθεια να ξεφύγει από την ασφυκτική της καθημερινότητα, προσκαλεί την άλλη σε ένα ταξίδι με αυτοκίνητο. Εκεί, κάποια στιγμή, θα βρεθούν η μία στην αγκαλιά της άλλης. Και μετά θα αρχίσει το δράμα, καθώς ο σύζυγος, μη μπορώντας να αποδεχτεί την "αφύσικη" σχέση, θα απειλήσει να πάρει μακριά από τη σύζυγο το παιδί της.
Το φιλμ αποφεύγει τις κραυγαλέα δραματικές σκηνές και τις εξάρσεις. Όυτε και τολμηρές ερωτικές σκηνές υπάρχουν. Παραμένει χαμηλότονο, ήσυχο, έχοντας σαν κύριο στόχο να αποτυπώσει τόσο τον έρωτα των γυναικών, όσο και να καταγγείλει τις απαγορεύσεις, τα ταμπού και, τελικά, την ασφυκτική ηθική της εποχής - μέρος των οποίων εξακολουθεί βεβαίως να υπάρχει και σήμερα, σε πολύ μικρότερο βαθμό ωστόσο. Και μάλιστα μιας εποχής της οποίας η επιφάνεια ήταν πραγματικά απαστράπτουσα και το αμερικάνικο όνειρο βρισκόταν στα ύψη και με πολύ λίγες αμφισβητήσεις. Ωστόσο κάτω από την στιλπνή επιφάνεια τα πάθη και οι εξαιρέσεις από τον κανόνα υπήρχαν πάντοτε. Με εικόνες υψηλής αισθητικής, με υπέροχα χρώματα, με λεπτομερέστατη αναπαράσταση των 50ς, με εξαιρετικά σκηνικά και κοστούμια και, κυρίως, με θαυμάσιες ηθοποιίες από την Κέιτ Μπλάνσετ και τη Ρούνι Μάρα, μοιάζει να βρίσκεται πολύ κοντά στο "Far from Heaven" που προαναφέραμε, το οποίο ασχολιόταν με μια ανδρική gay ιστορία της ίδιας εποχής.
Όσο για την αναπόφευκτη - έστω και συνειρμικά - σύγκριση με το "Brokeback Mountain", νομίζω ότι η "Carol" παραμένει πιο χαμηλότονη, αποφεύγοντας το έντονο άγχος της παλιότερης ταινίας περί μη αποκάλυψης του μυστικού, άγχος που μεταδιδόταν και στον θεατή. Έτσι λοιπόν καλείσθε, πέραν της προφανούς καταγγελίας, κυρίως να απολαύσετε μια ατμοσφαιρική και αισθητικά εξαιρετικά στιλάτη ταινία.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Οκτωβρίου 28, 2008

GLAM ROCK ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΜΗ ΣΤΟ "VELVET GOLDMINE"


Θεωρώ το "Velvet Goldmine" που γύρισε το 1998 ο Todd Haynes μια από τις σημαντικότερες ταινίες πάνω στο ροκ, στην σχέση παρακμής και τέχνης και πάνω στην ποπ κουλτούρα γενικότερα.
Η ταινία επικεντρώνεται στο φαινόμενο του glam rock, που έλαμψε στις αρχές της δεκαετίας του '70 στην Αγγλία κυρίως, έδωσε μερικούς αξέχαστους μέχρι σήμερα μουσικούς καρπούς και έσβησε ως διάττων αστέρας - απόλυτα σύμφωνα με την ίδια τη λογική του - στα μέσα της δεκαετίας. Ο Haynes κάνει εδώ ένα έξυπνο παιχνίδι πάνω σε υπαρκτά και μη πρόσωπα-σταρς της μουσικής αυτής, χρησιμοποιεί αυτούσια κομμάτια της εποχής και του είδους, αλλά και άλλα διασκευασμένα από μεταγενέστερους σημαντικούς μουσικούς. Έτσι ο βασικός ήρωας, ο φανταστικός σούπερ σταρ (για λίγα χρόνια) Σλέιντ είναι σαφώς ο Μπόουι, ο φίλος και εραστής του ο Ίγγυ Ποπ, ενώ διάφορα γκρουπ και μουσικοί που εμφανίζονται να παίζουν με φανταστικά ονόματα παραπέμπουν σε άλλα μεγάλα ονόματα της εποχής. Μην περιμένετε όμως μια βιογραφία - έστω και με άλλο όνομα - του Μπόουι. Ενώ υπάρχουν κοινά στοιχεία από τη ζωή και την καριέρα του, η ταινία αναμειγνύει και πολλά άλλα φανταστικά, κάνοντας έτσι ένα σχόλιο πάνω στο εφήμερο της δόξας, βασικό χαρακτηριστικό της ποπ κουλτούρας, στην έλξη που ασκεί η παρακμή σε μια μερίδα καλλιτεχνών, στην σχέση του καλλιτεχνικού έργου και της προσωπικής ζωής του δημιουργού του, την αυτοκαταστροφικότητα (ο ήρωας τινάζει μόνος του στον αέρα την καριέρα του) κλπ. Και σε όλα αυτά εμπλέκεται η φιλοσοφία και η στάση ζωής του "πρώτου διδάξαντα" Όσκαρ Γουάιλντ.
Αν στενέψουμε τα όρια και αφήσουμε απ' έξω τους ευρύτερους αυτούς προβληματισμούς, έχουμε μια εξαιρετική καταγραφή της εποχής και του εφήμερου φαινόμενου του γκλαμ ροκ, το οποίο δόξασαν σε ολόκληρη την καριέρα τους ή σε μια συγκεκριμένη φάση της μεγάλα ονόματα όπως ο David Bowie, οι Roxy Music, οι Cockney Rebel, οι T.Rex, o Brian Eno, οι Slade και πολλοί άλλοι, των οποίων τα τραγούδια, πολλές φορές πασίγνωστα, πλημμυρίζουν το φιλμ. Ταυτόχρονα δείχνεται η σχέση του είδους με την αμφισεξουαλικότητα, βασικό χαρακτηριστικό όχι μόνο της εμφάνισης όλων αυτών των μουσικών, αλλά μάλλον και της αληθινής τους ζωής και της πανηδονιστικής φιλοσοφίας τους, τουλάχιστον στη φάση αυτή.
Η εξαιρετική σκηνοθεσία προχωρά με συνεχή μπρος - πίσω στην αφήγηση, αφού παρακολουθούμε την έρευνα ενός δημοσιογράφου των 80ς, παλιού φαν του κινήματος και ως ένα βαθμό εμπλεκόμενου σ' αυτό, για να εντοπίσει τα ίχνη του εξαφανισμένου σούπερ σταρ Σλέιντ. Οι εικόνες, εντυπωσιακές, φευγάτες, ενίοτε σαν βιντεοκλίπ, εμπλέκουν αξεδιάλυτα φαντασία και πραγματικότητα.
Από τις σημαντικότερες, νομίζω, ροκ ταινίες όλων των εποχών, όπως είπα και στην αρχή, ενέχει έναν σημαντικό κίνδυνο: Αν δεν είστε φαν της μουσικής αυτής, θα πλήξετε από τον διαρκή μουσικό καταιγισμό, ενώ δεν θα καταλάβετε τίποτα από το πλήθος των αναφορών σε αληθινά πρόσωπα και γεγονότα. Αν όμως σας ενδιαφέρει το θέμα, συνίσταται ανεπιφύλακτα.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 21, 2008

Ο ΝΤΙΛΑΝ ΣΕ ΘΡΑΥΣΜΑΤΑ


To "I'm not there" του Todd Heynes είναι μια σχεδόν πειραματική ταινία. Δεν είναι ακριβώς μια ταινία για τον Bob Dylan, αλλά μια ταινία εμπνευσμένη από τον Bob Dylan. Τι σημαίνει αυτό; Ότι δεν πρόκειται για βιογραφία ενός από τους πολύ μεγάλους του 20ού αιώνα, ούτε για ντοκιμαντέρ γύρω απ' αυτόν, ούτε καν για "εικονογράφηση" ιστοριών που διηγείται στα τραγούδια του, ενώ ο ίδιος δεν εμφανίζεται ποτέ. Πρόκειται για ένα χαλαρά δομημένο (άτακτα θα έλεγαν πολλοί) κράμα όλων αυτών και διάφορων άλλων στοιχείων. Φάσεις της ζωής και των ιδεολογικών του περιόδων, ήρωες των τραγουδιών του, άνθρωποι και καταστάσεις που τον επηρέασαν, όλα μπερδεύονται άναρχα, δίχως αρχή, μέση και τέλος, σε ένα πολύπλοκο παζλ "για δυνατούς λύτες". Η μία ιστορία μπαίνει μέσα στην άλλη, διακόπτεται απότομα και (ίσως) ξαναρχίζει σε κάποια εντελώς αυθαίρετη στιγμή, οι ηθοποιοί που υποτίθεται ότι τον ενσαρκώνουν αλλάζουν κι αυτοί (ακόμα και η Κέιτ Μπλάνσετ υποδύεται τον Ντίλαν των '60ς), ο Ντίλαν δεν λέγεται καν Ντίλαν σε ορισμένα βιογραφικά του κομμάτια (αλλά είναι σαφές πως πρόκειται γ' αυτόν) και μόνο τα μεγάλα τραγούδια του πλημμυρίζουν από την αρχή ως το τέλος το φιλμ (κι αυτά όχι πάντα εκτελεσμένα από τον ίδιο, αλλά πολύ συχνά από άλλα, ενίοτε πολύ σημαντικά ονόματα, που τα διασκευάζουν).
Ο Heynes, από τους πλέον ενδιαφέροντες και ανήσυχους σύγχρονους δημιουργούς, κινήθηκε κι εδώ κάθε άλλο παρά ορθόδοξα. Το αποτέλεσμα όλου αυτού του σχεδόν χάους έχει για μένα θετικές και αρνητικές πλευρές. Μου άφησε γενικά μια όμορφη, ερεθιστική γεύση. Μπορεί όμως εύκολα να κατηγορηθεί για πολλά. Προφανώς για το χάος που προαναφέραμε πρώτα - πρώτα. Αλλά και - κυρίως - για το ότι απευθύνεται σε ένα πολύ κλειστό κλαμπ φανατικών του Ντίλαν, που ξέρουν όχι μόνο τη μουσική, αλλά και λεπτομέρειες της ζωής του, τις επιροές του κλπ. Αν κάποιος δεν γνωρίζει κάτι απ' αυτά, παρακολουθεί μια παντελώς ακατάληπτη ταινία. Άντε να ξέρει τώρα ένας 20άρης ποιος ήταν ο Γούντι Γκάθρι και γιατί η κιθάρα του μικρού μαυρού γράφει πάνω της "This kills fascists", τι σήμαινε για κείνη την εποχή η ηλεκτρική στροφή του μέχρι τότε "τροβαδούρου" Ντίλαν στα μέσα των 60ς και γιατί αυτό στοίχισε τόσο στους φανατικούς οπαδούς του που τον γιουχάισαν άγρια, ποιά η σχέση και οι επιροές του από τον Ρεμπό ή τον Γκίνσμπεργκ, γιατί μια από τις ιστορίες έχει σαν ήρωα τον παράνομο του Ουέστ Μπίλι δε Κιντ κλπ. κλπ. (εννοείται ότι ούτε και γω τα έζησα όλα αυτά, έτυχε όμως να τα ψάξω αργότερα επειδή μ' αρέσει ο Ντίλαν).
Εν κατακλείδι, παρά το ότι βρήκα το τολμηρό αυτό εγχείρημα ενδιαφέρον, δεν θα το συνιστούσα έξω από τον κύκλο των "οπαδών" που λέγαμε.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker