Παρασκευή, Δεκεμβρίου 27, 2013

Η "ΜΙΚΡΑ ΑΓΓΛΙΑ" ΩΣ ΔΥΝΑΤΟ ΔΡΑΜΑ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΜΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗΣ

Η «Μικρά Αγγλία» είναι η ταινία που γύρισε ο Παντελής Βούλγαρης το 2013 μεταφέροντας στην οθόνη το ομώνυμο μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνη. Το φιλμ μας μεταφέρει στην Άνδρο του μεσοπολέμου, ένα νησί με πολλές ιδιαιτερότητες (εξ ου και «Μικρά Αγγλία»), κοσμοπολίτικο, με ευρωπαϊκή κουλτούρα και, κυρίως, στενότατα εξαρτημένο από τη θάλασσα, αφού οι περισσότεροι άντρες είναι ναυτικοί και πολλοί απ’ αυτούς αξιωματικοί, καπετάνιοι ή και πλοιοκτήτες. Η ταινία παρακολουθεί τον άκαρπο (εξ αιτίας της ψυχρής υπολογίστριας μητέρας που αρνείται τον γάμο και την παντρεύει με άλλον, πλουσιότερο καπετάνιο) αλλά παθιασμένο έρωτα της μεγαλύτερης από δύο αδελφές και τον μεταγενέστερο γάμο του αγαπημένου της με τη μικρότερη αδελφή. Έτσι τα δύο ζεύγη αναγκάζονται να συνυπάρξουν στην ίδια στέγη και το δράμα δεν αργεί να ξεσπάσει.
Θεωρώ ότι πρόκειται για μια από τις καλές ταινίες του Βούλγαρη. Εξαιρετική φωτογραφία (πανέμορφη αλλά και μουντή και  «άχρωμη» ταυτόχρονα), θαυμάσιες ερμηνείες, κυρίως από τη μικρή κόρη και τη μάνα, και, το σπουδαιότερο, δυνατή και πειστική καταγραφή του πάθους που κυριαρχεί στο φιλμ. Έτσι το τελικό αποτέλεσμα κατάφερε να με συγκινήσει. Ίσως βέβαια η διάρκεια να είναι υπερβολική και να χρειαζόταν λίγο κόψιμο, αλλά θεωρώ μικρό το κακό. Το συνολικό αποτέλεσμα μου άφησε θετικές εντυπώσεις.
Υπάρχουν βέβαια και οι αντιρρήσεις. Η σημαντικότερη απ’ αυτές είναι η εμμονή του σκηνοθέτη στην ποιητική – λογοτεχνική εκφορά του λόγου. Πρόκειται φυσικά για άποψη. Όταν όμως αυτή συνυπάρχει με τον φυσικό, καθημερινό λόγο που – ευτυχώς – κυριαρχεί στο μεγαλύτερο μέρος, προσωπικά μου «κλωτσάει» και μου ακούγεται αφύσικη και ψεύτικη. Ομολογώ ότι η συνύπαρξη αυτή με απώθησε. Από την άλλη υπάρχει η εμμονή στην καταγραφή της δυστυχίας (προερχόμενης από κοινωνικές αιτίες βεβαίως), πράγμα που είναι μόνιμο μοτίβι των βιβλίων της Καρυστιάνη, όπως και οι σχετικά αργοί ρυθμοί. Αυτά όμως οφείλουμε να τα ξέρουμε από την αρχή και να τα σεβαστούμε.
Πολύ θετικό για μένα πάντως – εκτός της δύναμης των αισθημάτων που κυριαρχούν, όπως είπα πριν -  είναι το ότι, πέραν της κυρίαρχης ερωτικής ιστορίας, «διάβασα» την ταινία σαν ένα είδος καταγγελίας της καταπίεσης των γυναικών ακόμα και σε ευημερούσες κοινωνίες, όπως αυτή της Άνδρου της εποχής. Οι γυναίκες απαγορεύεται να αποφασίζουν για τη ζωή τους και να εκφράζουν τα αισθήματά τους. Τα στοιχεία που κρίνουν ολόκληρη τη ζωή και την ευτυχία τους είναι οικονομικά. Πολύ ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι αυτό είναι κυρίαρχο όχι μόνο στην κεντρική ιστορία των δύο αδελφών, αλλά και σε όλες τις γυναίκες του νησιού. Οι στερημένες από συζύγους – ναυτικοί γαρ που εμφανίζονται αραιά και πού στο σπίτι τους -  στωικές, αλλά κατά βάθος δυστυχισμένες και εγκαταλειμμένες γυναίκες αποτελούν το μόνιμο φόντο της ιστορίας. Ακόμα και η στυγνή, άκαμπτη μητέρα, υπεύθυνη εν πολλοίς για την τραγωδία, δεν είναι παρά προϊόν της κοινωνικής αυτής κατάστασης, όπως δείχνεται με θαυμάσιο τρόπο.
Για όλα αυτά μπορώ να πω ότι, παρά τις επί μέρους αντιρρήσεις μου περί κλασικιστικού και λογοτεχνίζοντος ύφους, πρόκειται για αξιόλογη ταινία, η οποία κατάφερε να με συγκινήσει. Μπράβο σε έναν βετεράνο, με σταθερή ποιότητα, δημιοργό του ελληνικού σινεμά.


Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker