"ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΤΑΧΤΕΣ" ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΩΝ
Ο J.Lee Thompson (1914-2002) υπήρξε καλός χολιγουντιανός σκηνοθέτης, με σημαντικές ταινίες παλιότερα, για να γίνει πολύ "mainstream" από τη δεκαετία του 70 και μετά. Πίσω στα 1965 όμως γυρίζει μια εξαιρετική κατά τη γνώμη μου ταινία, το "Return from the Ashes", με την Ίνγκριντ Τούλιν, τον Μαξιμίλιαν Σελ, τη Σαμάνθα Έγκαρ και τον Χέρμπερτ Λομ στους βασικούς ρόλους.
Μια πλούσια εβραία, από τους επιζήσαντες του Άουσβιτς, επιστρέφει τσακισμένη, εξουθενωμένη και αγνώριστη από τις κακουχίες στο Παρίσι, όπου ζούσε, για να ανακαλύψει ότι ο ζιγκολό σύζυγός της (νεότερός της και απένταρος σκακιστής πριν την παντρευτεί) τα έχει με τη νεαρή προγονή της, με την οποία οι σχέσεις της ήταν πάντοτε ψυχρές. Αποφασίζει λοιπόν να μην αποκαλύψει την αληθινη της ταυτότητα, καθώς ο σύζυγος δεν την αναγνωρίζει, νομίζοντας ότι είναι κάποια που απλώς μοιάζει στη γυναίκα του (την οποία όλοι θεωρούν νεκρή). Από το σημείο αυτό και πέρα θα ξεκινήσει ένα πραγματικά θανάσιμο παιχνίδι ανάμεσα στους τρεις τους, που θα οδηγήσει σε απρόβλεπτες ανατροπές και συνέπειες.
Εξαιρετικό σασπένς, τεταμένες σχέσεις, καταστάσεις στην κόψη του ξυραφιού, φλας μπακ που μας αποκαλύπτουν το παρελθόν της ηρωίδας... Αυτό που δεσπόζει όμως και εκπλήσει είναι ο κυνισμός και ο αμοραλισμός που καταγράφει ο σκηνοθέτης στις ανθρώπινες σχέσεις. Πρόκειται για μια από τις σπάνιες ταινίες (και μάλιστα τόσο παλιά) όπου πραγματικά δεν υπάρχει κανένας θετικός χαρακτήρας. Το βασικό τρίγωνο αλληλοσπαράσεται, άγεται και φέρεται από τα πάθη του και μεταξύ τους δεν υπάρχει χώρος για τίποτα καλό. Προέχει η ικανοποίηση των παθών και των φιλοδοξιών του κάθε μέλους. Όλοι πατάνε επί πτωμάτων (ή είναι πρόθυμοι να πατήσουν) για τα συμφέροντά τους.
Φυσικά η ανατριχιαστική αυτή καταγραφή της ανθρώπινης αγριότητας ενέχει και στοιχεία κοινωνικής κριτικής, ιδιαίτερα μιας κοινωνίας που βγαίνει διαλυμένη και βαθιά τραυματισμένη από έναν εφιαλτικό πόλεμο. Άλλωστε και μόνο το μοτίβο των στρατοπέδων συγκέντρωσης (που δεν δείχνεται, αλλά αποτελεί βασικό κομμάτι της πλοκής), λειτουργεί ως σταθερό φόντο βαρβαρότητας - σε συλλογικό επίπεδο - της κοινωνίας. Και φυσικά το μοτίβο επαναλαμβάνουν και τα μέλη της σε ατομικό επίπεδο πλέον.
Η ταινία μου άρεσε πολύ και τη συνιστώ. Πολύ περισσότερο βέβαια αφού είναι σχετικά άγνωστη και ξεχασμένη. Κατά τη γνώμη μου πολύ κακώς.
ΥΓ: Η ιστορία, ως ένα σημείο τουλάχιστον, θα σας θυμίσει πολύ το "Phoenix" (Το τραγούδι του Φοίνικα), την επίσης πολύ καλή ταινία του 2014 του σημαντικού γερμανού Christian Petzold. Προφανώς ο τελευταίος έχει συνειδητά επηρεαστεί (σεναριακά τουλάχιστον) από το παλιότερο φιλμ.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου
<< Home