ΣΤΗ ΧΑΒΡΗ ΟΛΑ ΠΑΝΕ ΚΑΛΑ...
Ετικέτες "Le Havre" (2011), Kaurismaki Aki
Ετικέτες "Le Havre" (2011), Kaurismaki Aki
Ετικέτες "Damnation" (1988), Tarr Bela
Το 2011 ο Neil Burger (που παλιότερα είχε κάνει το σχετικά ενδιαφέρον "The Illusionist") γυρίζει το "Limitless" ("Απόλυτη Ευφυϊα" στην Ελλάδα), μια αρκετά ενδιαφέρουσα (και αυτή) ταινία επιστημονικής φαντασίας. Ένας απόλυτος looser και υποψήφιος συγγραφέας, δίχως ιδιαίτερη έμπνευση όμως, δοκιμάζει το πειραματικό προϊόν μιας ιατρικής εταιρίας, το οποίο υποτίθεται ότι κάνει τον άνθρωπο (τον εγκέφαλό του για την ακρίβεια) να αναπτύξει το 100% των δυνατοτήτων του, πράγμα που υπό φυσιολογικές συνθήκες ουδείς από εμάς μπορεί να χρησιμοποιήσει. Τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά, αλλά και οι κάθε λογής "παράπλευρες απώλειες" το ίδιο. Σύντομα ο ήρωας θα βρεθεί σε ένα παιχνίδι ζωής και θανάτου, αλλά θα έχει προβλήματα και με τον εθισμό στο θαυματουργό χάπι. Και όχι μόνο αυτός... Η ταινία είναι καλογυρισμένη, έξυπνη, με γρήγορους ρυθμούς και στιλάτη σκηνοθεσία και ξεδιπλώνεται σε μια σειρά πολύ ντιζαϊνάτων χωρων. Αλληγορικά πιθανόν να μιλά για τον θαυμαστό κόσμο των ναρκωτικών, τους ορίζοντες που ανοίγουν και τη διεύρυνση του νου που όντως προσφέρουν κάποια απ' αυτά, αλλά και τους τεράστιους κινδύνους τους, με πρώτο και χειρότερο βεβαίως τον εθισμό και την έλλειψη ζωής έξω απ' τον όλο και πιο κεντραρισμένο σ' αυτά κόσμο που δημιουργούν. Και βέβαια, θέτει τον προβληματισμό: ΟΚ, όλα είναι καλά όταν βρίσκεσαι υπό την επήρρεια, είσαι όμως ο εαυτός σου; Ο αληθινός σου εαυτός; Τι απ' αυτόν έχει μείνει; Μοναδική μου αντίρηση το αρκετά εύκολο και προβλέψιμο τέλος, που λες και φτιάχτηκε επί τούτου για να μείνουν οι πάντες ευχαριστημένοι. Μου φάνηκε κάπως άγαρμπο. Πέραν αυτού, απόλαυσα αρκετά την ταινία. Δεν είναι κάτι συγκλονιστικό, νομίζω όμως ότι το ευχαριστιέσαι. Και κάνει και εμφάνιση σε δεύτερο, χαρακτηριστικό όμως ρόλο, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, ως εκατομμυριούχος μεγαλοεπενδυτής. Αν και αυτό δεν αποτελεί πια είδηση, αφού έχει γίνει πλέον κανονικός μαϊντανός σε πλήθος ταινιών που σαφώς δεν είναι ισάξιές του (δεν μιλώ για τη συγκεκριμένη, αλλά για πολλές άλλες πραγματικά μέτριες). Λένε ότι χρησιμοποιούμε σ' όλη αμς τη ζωή ένα μικρό μόνο μέρος των δυνατοτήτων του εγκεφάλου μας. Η ταινία με έκανε να σκεφτώ: Τι θα μπορούσε πραγματικά να συμβεί αν το μέρος αυτό δεν ήταν τόσο μικρό; Κι αν ακόμα ήταν το 100%; Θα γινόμαστε άραγε μικροί θεοί;
Ετικέτες "Limitless" (2011), Burger Neil
O Paul Auster είναι ένας συγγραφέας που μ' αρέσει πολύ. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι και σημαντικός σκηνοθέτης. Η ταινία του "Lulu on the Bridge", σε δικό του σενάριο φυσικά, γυρίστηκε το 1998 και το καστ έχει πολύ ενδιαφέρον: Χάρβεϊ Καϊτέλ, Μάιρα Σορβίνο, Γουίλιαμ Νταφόε, Βανέσα Ρεντγκρέιβ, Μάντι Πατίνκιν, Τζίνα Γκέρσον, ενώ συντομότατες εμφανίσεις (φιλικά υποθέτω) κάνουν μουσικές προσωπικότητες όπως ο Λου Ριντ και ο Ντέιβιντ Μπερν. Η φιλόδοξη ιστορία βουτά βαθιά (και χάνεται) στη μεταφυσική. Ένας γνωστός τζαζίστας, όχι και πολύ καλός χαρακτήρας ωστόσο, πληγώνεται βαριά από αδέσποτη σφαίρα. Όταν συνέρχεται η ζωή του έχει αλλάξει ριζικά. Δεν μπορεί πια να παίξει και βρίσκεται σε κατάθλιψη, ίσως και στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Ένα κουτί όμως που περιέχει μια μυστηριώδη πέτρα με παράδοξες ιδιότητες πέφτει κατά λάθος στα χέρια του και ανατρέπει τα πάντα, ενώ ο ήρωάς μας θα ερωτευτεί βαθύτατα. Αλλά και πάλι αυτό είναι μόνο η (ευτυχισμένη) αρχή... Ενώ παρακολούθησα την ταινία με πολύ ενδιαφέρον, το μάλλον εύκολο τέλος - που έχουμε ξαναδεί - αλλά και διάφορα κενά και η πλήρης έλλειψη εξηγήσεων για το όσα συμβαίνουν, συνειδητά υποθέτω και όχι από αμηχανία, με άφησαν τελικά ανικανοποίητο ή, αν προτιμάτε, με την αίσθηση ότι χάθηκε μια ενδιαφέρουσα ευκαιρία. Είναι σα να βρισκόμαστε σε μια ταινία του Λιντς, με το ίδιο μυστηριώδεις και ανεξήγητες καταστάσεις, πλην όμως χωρίς τη χαρακτηριστική του διαστροφή και σκληρότητα. Ίσα - ίσα που εδώ πολλές από τις καταστάσεις είναι γλυκύτατες (όχι όλες βεβαίως). Όσο για τις αναφορές, είναι πάμπολλες. Εκτός από πλήθος λεπτομερειών, ο ίδιος ο τίτλος παραπέμπει στη θρυλική "Λούλου" του Παμπστ, της οποίας ένα ριμέικ, ως ταινία μέσα στην ταινία, βλέπουμε να γυρίζεται. Σκεφτείτε τώρα ότι ο πρωτότυπος τίτλος του παλιού φιλμ ήταν "Λούλου ή το Κουτί της Πανδώρας" και ένα κουτί παίζει εδώ καθοριστικό ρόλο. Κουτί από το οποίο ξεπηδούν υπέροχα, αλλά και τραγικά πράγματα και καταστάσεις... Συνολικά λοιπόν, ενώ δεν με κούρασε καθόλου, μου άφησε μεγάλα κενά, όχι απλά ως προς το στόρι, αλλά και ως προς το γενικότερο νόημα όλων αυτών που είδα, ενώ (το ξαναείπα) βρήκα το φινάλε εύκολο. Δεν έχω δει την άλλη ταινία που γύρισε μόνος του ο Όστερ το 2007, ωστόσο, κρίνοντας απ' αυτή εδώ τη "Λούλου", νομίζω ότι τον προτιμώ σαν συγγραφέα. Κρίμα, γιατί βρήκα το γενικό της κλίμα γοητευτικό.
Ετικέτες "Lulu on the Bridge" (1998), Auster paul
Ετικέτες "Girl with the Dragon Tatoo (the)" (2011), Fincher David
Ετικέτες "Jigsaw Man (the)" (1984), Young Terence
Ετικέτες "Warlords (the)" (2007), Chan Peter, Wai Man Yip
Ετικέτες "Withering Heights" (2011), Arnold Andrea
Ο "Jonah Hex" υπήρξε ένα γουέστερν κόμικς με ήρωα έναν παραμορφωμένο κυνηγό επικηρυγμένων, όχι και πολύ καλό τύπο κατά γενική ομολογία. Εν έτει 2010 μεταφέρεται και στην οθόνη από τον Jimmy Hayward. Άλλωστε τα κόμικς αποτελούν τα τελευταία χρόνια αστείρευτη πηγή έμπνευσης για το σινεμά, τις περισσότερες φορές με μέτρια αποτελέσματα. Ο Jonah λοιπόν αποκτά στο πανί έντονα υπερφυσικές ιδιότητες, που δεν υπήρχαν στο κόμικς, κάνοντας έτσι βουτιά στο χώρο του φανταστικού, αφού στην ουσία ο ήρωας είναι κάτι σαν "απέθαντος", ό,τι κι αν του συμβεί, φλερτάροντας κάπως και με την ταινία τρόμου (στο Φαρ Ουέστ μάλιστα) και κάποια στοιχεία σπλάτερ. Κατά τη γνώμη μου το φιλμ είναι κλασικό παράδειγμα σύγχρονης, εντυπωσιακής ίσως στο "περιτύλιγμα", φούσκας. Δράση, πυροβολισμοί και εκρήξεις, περίεργα χρώματα και λήψεις, η Μέγκαν Φοξ ως κράχτης για ηδονοβλεπτικούς προφανώς λόγους, κόμικς, υποτίθεται, αντίληψη και αισθητική, διάφοροι πολύ κακοί τύποι με επικεφαλής τον Τζον Μάλκοβιτς (πού κατάντησε κι αυτός...), ο οποίος, λίγο - πολύ, θέλει να καταστρέψει με τα... υπερόπλα του ολόκληρο το νεογέννητο τότε αμερικάνικο έθνος, λίγο "πεντάμορφη και το τέρας", αφού η Μέγκαν είναι ερωτευμένη με τον φριχτό στην όψη άνθρωπο με την τρύπα στο μάγουλο και κάμποσα άλλα τέτοια, πλην όμως η παντελής έλλειψη οποιασδήποτε ουσίας ή βάθους είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Δεν είμαι απ' αυτούς που απαιτούν οπωσδήποτε την ουσία και το βάθος που προανέφερα. Μπορώ να απολαύσω μια καλή περιπέτεια, η οποία δεν έχει τίποτα άλλο να πει, περνώντας δύο πολύ ευχάριστες ώρες (οι Ιντιάνα Τζόουνς είναι για μένα ένα θαυμάσιο τέτοιο παράδειγμα). Εδώ όμως δεν νομίζω ότι υπάρχει ούτε καν αυτό. Βία για τη βία και τα πάντα θυσία στον οπτικό εντυπωσιασμό, όπως προείπαμε. Προσθέστε επί πλέον και το γεγονός ότι ούτε σαν στόρι μου είπε πολλά πράγματα, αφού ο κύριος Hex θα ξανασηκωθεί στα πόδια του ό,τι και να του κάνουν, λόγω κάποιων συμφωνιών που έχει κάνει με τους οξαποδούς και λόγω του άσβηστου πάθους του για εκδίκηση, οπότε πάει και το όποιο σασπένς, ο τύπος δεν πεθαίνει με τίποτα, που σημαίνει κομμένη και η αγωνία. Τι να πω. Σπάνια ο όρος "φούσκα" μου ταίριασε τόσο πολύ. Κρίμα στους καλούς ηθοποιούς που συμμετέχουν (και δεν έννοώ τη Μέγκαν Φοξ βέβαια).
Ετικέτες "Jonah Hex" (2010), Hayward Jimmy
Ετικέτες "Needful Things" (1993), Heston Fraser Clarke
Ετικέτες "Jade" (1995), Friedkin William
Η Marjane Satrapi είναι η γνωστή ιρανή δημιουργός κόμικς που ζει πλέον στη Γαλλία. Ο Vincent Paronnaud είναι ο συνεργάτης της στη σκηνοθεσία στο γνωστό "Persepolis". Το δίδυμο συνεργάζεται και πάλι to 2011 μεταφέροντας στην οθόνη ένα άλλο κόμικς της Satrapi, το "Κοτόπουλο με Δαμάσκηνα". Αυτή τη φορά δεν κάνουν animation, πολλά όμως στοιχεία της ταινίας θυμίζουν τη λογική των κινουμένων σχεδίων. Το φιλμ μας μεταφέρει πίσω στα 1958, στο προ ισλαμιστών Ιράν (αυτό του σάχη βεβαίως, για να μην ξεχνιόμαστε), και μας αφηγείται την ιστορία ενός βιρτουόζου βιολιστή, που αποφασίζει να πεθάνει όταν καταστρέφεται το αγαπημένο του βιολί και είναι αδύνατο να το αντικαταστήσει με άλλο που να πλησιάζει στον μοναδικό του ήχο. Ο τρόπος που επιλέγουν οι δημιουργοί είναι ονειρικός, συχνά σουρεαλιστικός, παιχνιδιάρικος, γλυκός - αν και διακατέχεται από μια μόνιμη σχεδόν μελαγχολική διάθεση. Το πρώτο μέρος μάλλον κωμωδία θα το χαρακτήριζα. Στο δεύτερο, αντίθετα, η προαναφερθείσα μελαγχολία κυριαρχεί. Η σκηνοθετική ματιά της ταινίας είναι σίγουρα ιδιόρυθμη, το κλίμα θυμίζει κάπως αυτό των ταινιών του Ζενέ. Έντονο στυλιζάρισμα, εμφανώς ζωγραφισμένα σκηνικά, όμορφη φωτογραφία με κυρίαρχα σέπια χρώματα, στοιχεία μαγικού ρεαλισμού και ένα συνεχές, έξυπνο μπρός - πίσω στο χρόνο, αλλά και στο μέλλον, που ξετυλίγει με πρωτότυπο τρόπο την όλη ιστορία και το πώς φτάσαμε μέχρι εδώ, στην απόφαση δηλαδή του ήρωα να πεθάνει, που βλέπουμε στην πρώτη κιόλας σκηνή. Γενικά, το παιχνίδι με τον χρόνο είναι και το πιο ενδιαφέρον, κατά τη γνώμη μου, στοιχείο του φιλμ. Η Σατραπί βρίσκει φυσικά την ευκαιρία να μιλήσει για το Ιράν των παιδικών της χρόνων (ένα ονειρικό Ιράν, όπως ακριβώς ονειρικές φαντάζουν οι παιδικές μνήμες μέσα μας), να εισάγει, όπως και στο "Περσέπολις", λιγότερα μεν, ευδιάκριτα όμως αυτοβιογραφικά, αλλά και αλληγορικά στοιχεία, να πει δυο λόγια για την τέχνη και να χρησιμοποιήσει συχνά τη γλώσσα των κόμικς και των κινουμένων σχεδίων (υπάρχει μάλιστα και ένα μικρό animation κομμάτι στο φιλμ). Όσο για τον βασικό ήρωα... δεν είναι τόσο θετικός σαν χαρακτήρας όσο θα περίμενε κανείς από το όλο παιχνιδιάρικο και ρομαντικό ύφος της ταινίας. Είναι μάλλον εγωκεντρικός, μερικές φορές αντιπαθής, μεγάλος καλλιτέχνης μεν, αλλά μάλλον ψυχρός σαν άνθρωπος. Βρίσκεται δηλαδή πολύ μακριά από τον μονοδιάστατα θετικό χαρακτήρα της Αμελί, ας πούμε, μια και αναφέραμε προηγουμένως τον Ζενέ. Συνολικά απόλαυσα αρκετά το φιλμ. Μου άρεσε περισσότερο το πρώτο, πιο εύθυμο μέρος, αν και αυτό είναι προσωπικό. Πάντως το δημιουργικό του δίδυμο, με τη δεύτερη αυτή προσπάθεια, που νομίζω ότι συνολικά είναι πετυχημένη, δείχνει να είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση στο σύγχρονο σινεμά. θα παρακολουθήσω με ενδιαφέρον και τις επόμενες δουλειές τους.
Ετικέτες "Kotopoulo me Damaskina" (2011), Paronnaud Vincent, Satrapi Marjane
Στο Μεξικό και σε άλλες χώρες του Τρίτου Κόσμου (αλλά και στα Βαλκάνια) ανθεί ένα πολύ ιδιαίτερο εμπόριο: Αυτό των βρεφών που δίνονται για υιοθεσία σε ευκατάστατους ή έστω μεσαίους δυτικούς, που δεν μπορούν να κάνουν παιδιά οι ίδιοι. Τα βρέφη προέρχονται βέβαια από πάμπτωχες οικογένειες ή νεαρές, ανύπαντρες συνήθως, μητέρες, που δεν είναι σε οικονομική θέση να τα αναθρέψουν. Με το θέμα αυτό καταπιάνεται το "Casa de los Babys" που γύρισε το 2003 ο ανεξάρτητος αμερικανός John Sayles. Μια ομάδα από αμερικανίδες παραμένει για κάμποσο καιρό στο Μεξικό, κοντά σε ένα ίδρυμα όπου αφήνονται βρέφη για να δοθούν τελικά, μετά από ατέλειωτη γραφειοκρατία και άλλα διάφορα, στις θετές μητέρες, για τις οποίες βέβαια η απόκτηση ενός υιοθετημένου έστω παιδιού αποτελεί κυριολεκτικά στόχο της ζωής τους. Η ταινία σχεδιάζει προσεχτικά τα παντελώς ετερόκλητα πορτρέτα των γυναικών αυτών, οι οποίες δεν γνωρίζονταν μέχρι λίγο καιρό πριν και τώρα συνυπάρχουν υποχρεωτικά για αρκετό καιρό, περιμένοντας την πολυπόθητη στιγμή. Στο μεταξύ τεμπελιάζουν, κάνουν ηλιοθεραπεία, περιφέρονται στα τοπικά παζάρια, κουτσομπολεύουν, αθλούνται... προσπαθούν με κάθε τρόπο να ξοδέψουν τον ατέλειωτο και χαμένο γι' αυτές χρόνο της αναμονής. Κι αυτό είναι όλο. Το φιλμ σχεδόν στερείται οποιασδήποτε πλοκής. Οι γυναίκες κάνουν όλα όσα περιέγραψα παραπάνω, οι διαφορετικοί τους χαρακτήρες ξεδιπλώνονται σιγά - σιγά, ενώ ρίχνουμε και σύντομες ματιές στην "άλλη πλευρά", σε μερικές από τις μεξικάνες δηλαδή που δουλεύουν στο ιδιόρυθμο αυτό βρεφοκομείο. Τα λεπτά κυλούν αργά - και μάλλον βασανιστικά για μένα - και οι καλές ηθοποιίες (Ντάριλ Χάνα, Μάγκι Γκίλενχαμ, Λίλι Τέιλορ, Μάρσια Γκέι Χάρντεν κλπ.) δεν μου φάνηκαν ικανές να δώσουν κάτι παραπάνω. Αντιλαμβάνομαι τον στόχο του Sayles. Θέλει νομίζω να δείξει την αντίθεση ανάμεσα στην πλούσια - συγκριτικά τουλάχιστον - Αμερική και το τριτοκοσμικό σχεδόν Μεξικό. Και μάλιστα να το κάνει δίχως να ισοπεδώσει τα πάντα, χωρίζοντας τις γυναίκες πρωταγωνίστριές του σε "καλές" και "κακές". Καμία σχέση. Ίσα - ίσα που οι αμερικανίδες διαθέτουν η κάθε μια τον δικό της χαρακτήρα (που κυμαίνεται από το πολύ συμπαθητικό έως τα πρόθυρα της υστερίας ή αυτό που θα αποκαλούσαμε "σκύλα"), τα δικά της προσωπικά προβλήματα, τη δική της ιστορία (που απλώς σκιτσάρεται δίχως λεπτομέρειες και ιδιαίτερες περιγραφές). Και όλα αυτά βγαίνουν στο πανί. Το πρόβλημα, για μένα τουλάχιστον, είναι ότι έπληξα αρκετά βλέποντας την ταινία, βασικά εξ αιτίας της στατικότητας και της έλλειψης δράσης της (όχι, δεν μιλώ προφανώς για κυνηγητά και πιστολίδια, όσοι έχουν παρακολουθήσει έστω και λίγο το μπλογκ ξέρουν ότι δεν είναι αυτά το ζητούμενο για μένα). Απλώς, κάτι να γίνει, κάτι να κινηθεί, να ξεφύγουμε απ' αυτό το σχεδόν ντοκιμαντερίστικο κλίμα... Όπως καταλάβατε δεν ενθουσιάστηκα ιδιαίτερα κι ούτε τη θεωρώ από τις καλές ταινίες του ενδιαφέροντα αυτού δημιουργού. Λίγη πλοκή παραπάνω δεν νομίζω ότι θα έβλαπτε. Κρίμα, γιατί το θέμα είναι ενδιαφέρον.
Ετικέτες "Casa de los Babys" (2003), Sayles John
Ετικέτες "Boys From Brazil (the)" (1978), Schaffner Franklin
Ετικέτες "Taxi Driver" (1976), Scorsese Martin
Ετικέτες "Immortals" (2011), Singh Tarsem
Ετικέτες "Nurse Betty" (2000), LaBute Neil