Δευτέρα, Απριλίου 01, 2013

ΟΤΑΝ Ο ΡΟΜΠΕΡΤ ΜΙΤΣΑΜ ΜΟΙΑΖΕΙ ΜΕ ΚΑΟΥΡΙΣΜΑΚΙ

Οι Olivier Babinet και Fred Kihn είναι γάλλοι. Όπως αποδεικνύει περίτρανα η πρώτη ταινία τους, που γύρισαν το 2010 "Ο Ρόμπερτ Μιτσαμ είναι Νεκρός", οι επιροές τους δεν κρύβονται. Αντίθετα είναι κάτι περισσότερο από εμφανείς.
Η ταινία είναι μια ελεγεία για περίεργους losers. Το απίθανο τρίο των πρωταγωνιστών της αποτελείται από έναν μεσήλικα ροκά, πρώην μέλος συγκροτήματος, έναν πανύψηλο και ατσούμπαλο άνεργο ηθοποιό και έναν απίστευτο μαύρο... ροκαμπιλά (που για μένα είναι όλα τα λεφτά, και γι' αυτό θα επανέλθουμε σ' αυτόν). Ο πρώτος είναι μάνατζερ του δεύτερου και, όταν μαθαίνει ότι ένας διάσημος παλαίμαχος πλέον σκηνοθέτης του Χόλιγουντ βρίσκεται σε ένα φεστιβάλ κινηματογράφου σε μια μικρή, χαμένη πόλη κάπου μέσα στον... Αρκτικό Κύκλο, βουτάει απλούστατα ένα αυτοκίνητο, το πολύτιμο σενάριο που έχει γράψει και τον μάλλον άβουλο wannabe πρωταγωνιστή του και φεύγουν δίχως την παραμικρή προετοιμασία για εκεί. Μέχρι να φτάσουν θα συμβούν πολλά.
Road movie, κουφές φάσεις, σχετικά λίγοι διάλογοι, παράδοξες συμπεριφορές, κάποια συγκίνηση και νοσταλγία, ιδιόρυθμο χιούμορ, κοινότοπα μέρη και χώροι σαν σκηνικά και ένας γενικός μινιμαλισμός συνθέτουν ένα κράμα που είναι μεν γοητευτικό (μάλλον για λίγους, φοβάμαι), πλην όμως... σας θυμίζουν τίποτα όλα αυτά; (για να επανέλθουμε στις επιροές που λέγαμε). Ε, λοιπόν, λίγες σκηνές μόνο να δει κανείς μεταφέρεται αμέσως σε ένα κλίμα ολόιδιο μ' αυτό του Aki Kaurismaki, με προσθήκες Τζάρμους. Οι δημιουργοί δεν κάνουν καμιά απολύτως προσπάθεια να κρύψουν αυτές τις "εκκωφαντικές" επιδράσεις. Μάλλον το αντίθετο. Σα να πασχίζουν πάσει θυσία να μιμηθούν τους σκηνοθέτες αυτούς. Κατά τη γνώμη μου δεν καταφέρνουν να φτάσουν τα πρότυπά τους, ωστόσο βρήκα το αποτέλεσμα συμπαθητικό, δίχως όμως να είναι και κάτι φοβερό.
Η συγκίνηση που λέγαμε πάντως ενυπάρχει στην όλη συνταγή: Κρύβεται στην άρνηση των ηρώων να ενηλικιωθούν και να ζήσουν μια "φυσιολογική" (;) ζωή, στις εμμονές τους, στην προδιαγεγραμμένη αποτυχία των προσπαθειών τους, στην αδυναμία τους να αντιμετωπίσουν το σκληρό πρόσωπο της αληθινής ζωής. Ο μάνατζερ και αποτυχημένος ροκάς προβάλλει τα νεανικά όνειρά του στον προστατευόμενό του ηθοποιό, ο οποίος τον ακολουθεί πειθήνια ενώ παλεύει με την κατάθλιψη και τις τάσεις αυτοκτονίας. Οι τύποι που θα συναντήσουν στο ταξίδι τους είναι εξ ίσου παράδοξες προσωπικότητες, αποτυχημένοι κι αυτοί με διάφορους τρόπους και σε διάφορους τομείς. Το τέλος μένει κι αυτό ανοιχτό. Ο καθένας θα ακολουθήσει το δρόμο του στο πουθενά. Ποιος θα είναι αυτός; Άγνωστο.
Και γυρίζουμε στον απίστευτο μαύρο, που θα πάρουν (μάλλον άθελά τους) μαζί τους: Μάλλον πρώτη φορά θα δείτε μαύρο ροκαμπιλά, με το μαλί όρθιο (αν και κατσαρό φυσικά), με σαν βρικόλακα μακριά νύχια και κατάμαυρο ντύσιμο. Ο τύπος παίζει διάφορα παράδοξα ηλεκτρονικά όργανα, ίσως και ιδιοκατασκευές, που θυμίζουν τα πρώτα αντίστοιχα των 60ς, διαθέτει απίθανη φάτσα και, γενικά, αποτέλεσε για μένα μια διαρκή πηγή διασκέδασης, δίχως ουσιαστικά να κάνει ή να λέει τίποτα ιδιαίτερο.
Συνολικά δεν την θεωρώ και πολύ σπουδαία ταινία και μάλλον με ενόχλησαν οι τόσο φανερές επιδράσεις. Ωστοσο την είδα ευχάριστα. Αν σας αρέσει το κλίμα των προτύπων των δύο γάλλων, τότε μάλλον θα τη βρείτε κι εσείς συμπαθητική. Μέχρις εκεί όμως.

Ετικέτες , ,

eXTReMe Tracker