Τρίτη, Ιανουαρίου 31, 2012

ΣΤΗ ΧΑΒΡΗ ΟΛΑ ΠΑΝΕ ΚΑΛΑ...

Ο φινλανδός Aki Kaurismäki είναι από τους αγαπημένους μου σύγχρονους δημιουργούς. Πολλά χρόνια μετά το ξεκίνημά του εξακολουθεί να κάνει εξαιρετικές και προσωπικές ταινίες, με το άμεσα αναγνωρίσιμο μοναδικό, λιτό στιλ του. Αυτό συμβαίνει με το "Le Havre" ("Το Λιμάνι της Χάβρης" ελληνικά) του 2011. Το οποίο, επί πλέον, είναι μια απόλυτα feelgood ταινία. Ο Kaurismäki αποφασίζει εδώ να πάει απόλυτα κόντρα στο κλίμα της εποχής. Ενώ τα πάντα γύρω μας είναι ζοφερά, δυσοίωνα, αδιέξοδα, αυτός φτιάχνει μια ζεστή, γεμάτη ανθρωπιά και τρυφερότητα, αστεία και, κυρίως, υπεραισιόδοξη ταινία. Το στιλ του παραμένει το γνωστό: Μινιμαλιστικό, απλό, με σύντομους, κοφτούς διάλογους και συχνά σουρεαλιστικές καταστάσεις. Το παράδοξο, που μόνο αυτός με έναν ακατανόητο τρόπο πετυχαίνει πάντα, βρίσκεται σε μια βασική αντίφαση: Ενώ η εικόνα, τα ντεκόρ και οι περιβάλλοντες χώροι, οι εξωτερικοί τρόποι των ηρώων, οι διάλογοι, είναι απόλυτα ψυχροί, ταιριαστοί με τη σκανδιναυική ατμόσφαιρα, το feeling όλων σχεδόν των ταινιών του και αυτό που τελικά αποκομίζεις είναι τέλεια ζεστασιά, έντονος συναισθηματισμός, αισιοδοξία και ανθρωπιά (ανακατεμένα πάντα με μια περιρέουσα μελαγχολία, που συχνά απορρέει από τα ίδια τα τοπία). Πώς γίνεται αυτό; Μόνο εκείνος ξέρει. Όσο για τους ίδιους τους ήρωές του, έχουμε πάντα να κάνουμε με ανθρώπους που πάνω απ' όλα είναι απλοί, καθημερινοί, ταπεινοί, συχνά περιθωριακοί κάθε είδους, από αυτούς με τους οποίους σπάνια ασχολείται η τέχνη, ακριβώς επειδή η απλότητα και ταπεινότητά τους δεν προσφέρει και πολλά ερεθίσματα. Μόνο που αυτό δεν ισχύει όταν βρίσκονται στα χέρια του Καουρισμάκι... Στη "Χάβρη" ένας φτωχός πρώην επίδοξος συγγραφέας, κλοσάρ και νυν λούστρος, του οποίου η γυναίκα βρίσκεται στο νοσοκομείο σε κρίσιμη κατάσταση, περιμαζεύει, παρά τη φτώχια του, έναν μικρό μαύρο παράνομο μετανάστη. Όλη η γειτονιά, αποτελούμενη από εξ ίσου φτωχούς και ταπεινούς ανθρώπους, βοηθά όπως μπορεί, ενώ ένας επιθεωρητής της αστυνομίας προσπαθεί να εντοπίσει τον λαθρομετανάστη. Όλα αυτά συμβαίνουν στο επίσης ταπεινό, δίχως τίποτα σημαντικό, γαλικό λιμάνι της Χάβρης, πόλη που, μέσα στη μη διασημότητά της, ταιριάζει γάντι θα έλεγε κανείς με το στιλ των ηρώων του φιλμ. Η απροσδόκητη στις μέρες μας ανθρωπιά, η νοσταλγική ατμόσφαιρα άλλων εποχών και η αίσθηση της παλιάς "γειτονιάς", που εδώ αναβιώνει απόλυτα, και φυσικά το ιδιόρυθμο, συχνά μαύρο χιούμορ του δημιουργού, κυριαρχούν από την πρώτη ως την τελευταία στιγμή. Όλα αυτά εμπλουτισμένα από παλιομοδίτικες μουσικές, γεμάτες όμως ψυχή, άλλο ένα σήμα κατατεθέν του ξεχωριστού δημιουργού (όλα τα λεφτά ο Little Bob). Έτσι, ο φινλανδός καταφέρνει κατά τη γνώμη μου να κάνει μια από τις καλύτερες ταινίες του, να διατηρήσει ατόφιο το απόλυτα αναγνωρίσιμο στιλ του και, συγχρόνως, να πάει εντελώς κόντρα στην άγρια παγκόσμια κατάσταση, δίνοντάς μας με αφοπλιστικό τρόπο μια μεγάλη δόση αισιοδοξίας και ανθρωπιάς και παρουσιάζοντάς μας έναν "μαγικό" μέσα στον ρεαλισμό του κόσμο, όπου σχεδόν όλοι οι ταπεινοί του κάτοικοι είναι κατά βάση "καλοί". Φαίνεται ότι το φιλμ μου άρεσε τόσο επειδή τελικά όλοι χρειαζόμαστε μια γερή ένεση αισιοδοξίας στους καιρούς μας... Πάντως για μένα βρίσκεται ήδη στις δέκα καλύτερες ταινίες της χρονιάς. ΥΓ: Ανέφερα πριν τον "μαγικό μέσα στο ρεαλισμό του κόσμο" του σκηνοθετη. Μαγικός ως προς τις συμπεριφορές και την ψυχή όσων τον κατοικούν. Όμως στον Καουρισμάκι η feelgood αυτή ατμόσφαιρα βρίσκεται στον αντίποδα της αντίστοιχης του Ζενέ, ο οποίος επιτυγχάνει παρόμοια αποτελέσματα "καρτασκευάζοντας" εξ αρχής ένα μαγικό, φανταστικό σύμπαν. Εδώ αντίθετα το όλο σκηνικό θα μπορούσε να είναι ίδιο με μια ταινία ωμού ρεαλισμού των Νταρντέν, ας πούμε. Το τελικό αίσθημα όμως που σου αφήνει βρίσκεται πολύ μακριά απ' αυτούς. Κι ας διαπνέεται, όπως επίσης είπαμε, από έντονη συχνά μελαγχολία.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker