Τρίτη, Ιανουαρίου 10, 2012

ΠΛΗΤΤΟΝΤΑΣ ΣΤΟ "ΣΠΙΤΙ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ"

Στο Μεξικό και σε άλλες χώρες του Τρίτου Κόσμου (αλλά και στα Βαλκάνια) ανθεί ένα πολύ ιδιαίτερο εμπόριο: Αυτό των βρεφών που δίνονται για υιοθεσία σε ευκατάστατους ή έστω μεσαίους δυτικούς, που δεν μπορούν να κάνουν παιδιά οι ίδιοι. Τα βρέφη προέρχονται βέβαια από πάμπτωχες οικογένειες ή νεαρές, ανύπαντρες συνήθως, μητέρες, που δεν είναι σε οικονομική θέση να τα αναθρέψουν. Με το θέμα αυτό καταπιάνεται το "Casa de los Babys" που γύρισε το 2003 ο ανεξάρτητος αμερικανός John Sayles. Μια ομάδα από αμερικανίδες παραμένει για κάμποσο καιρό στο Μεξικό, κοντά σε ένα ίδρυμα όπου αφήνονται βρέφη για να δοθούν τελικά, μετά από ατέλειωτη γραφειοκρατία και άλλα διάφορα, στις θετές μητέρες, για τις οποίες βέβαια η απόκτηση ενός υιοθετημένου έστω παιδιού αποτελεί κυριολεκτικά στόχο της ζωής τους. Η ταινία σχεδιάζει προσεχτικά τα παντελώς ετερόκλητα πορτρέτα των γυναικών αυτών, οι οποίες δεν γνωρίζονταν μέχρι λίγο καιρό πριν και τώρα συνυπάρχουν υποχρεωτικά για αρκετό καιρό, περιμένοντας την πολυπόθητη στιγμή. Στο μεταξύ τεμπελιάζουν, κάνουν ηλιοθεραπεία, περιφέρονται στα τοπικά παζάρια, κουτσομπολεύουν, αθλούνται... προσπαθούν με κάθε τρόπο να ξοδέψουν τον ατέλειωτο και χαμένο γι' αυτές χρόνο της αναμονής. Κι αυτό είναι όλο. Το φιλμ σχεδόν στερείται οποιασδήποτε πλοκής. Οι γυναίκες κάνουν όλα όσα περιέγραψα παραπάνω, οι διαφορετικοί τους χαρακτήρες ξεδιπλώνονται σιγά - σιγά, ενώ ρίχνουμε και σύντομες ματιές στην "άλλη πλευρά", σε μερικές από τις μεξικάνες δηλαδή που δουλεύουν στο ιδιόρυθμο αυτό βρεφοκομείο. Τα λεπτά κυλούν αργά - και μάλλον βασανιστικά για μένα - και οι καλές ηθοποιίες (Ντάριλ Χάνα, Μάγκι Γκίλενχαμ, Λίλι Τέιλορ, Μάρσια Γκέι Χάρντεν κλπ.) δεν μου φάνηκαν ικανές να δώσουν κάτι παραπάνω. Αντιλαμβάνομαι τον στόχο του Sayles. Θέλει νομίζω να δείξει την αντίθεση ανάμεσα στην πλούσια - συγκριτικά τουλάχιστον - Αμερική και το τριτοκοσμικό σχεδόν Μεξικό. Και μάλιστα να το κάνει δίχως να ισοπεδώσει τα πάντα, χωρίζοντας τις γυναίκες πρωταγωνίστριές του σε "καλές" και "κακές". Καμία σχέση. Ίσα - ίσα που οι αμερικανίδες διαθέτουν η κάθε μια τον δικό της χαρακτήρα (που κυμαίνεται από το πολύ συμπαθητικό έως τα πρόθυρα της υστερίας ή αυτό που θα αποκαλούσαμε "σκύλα"), τα δικά της προσωπικά προβλήματα, τη δική της ιστορία (που απλώς σκιτσάρεται δίχως λεπτομέρειες και ιδιαίτερες περιγραφές). Και όλα αυτά βγαίνουν στο πανί. Το πρόβλημα, για μένα τουλάχιστον, είναι ότι έπληξα αρκετά βλέποντας την ταινία, βασικά εξ αιτίας της στατικότητας και της έλλειψης δράσης της (όχι, δεν μιλώ προφανώς για κυνηγητά και πιστολίδια, όσοι έχουν παρακολουθήσει έστω και λίγο το μπλογκ ξέρουν ότι δεν είναι αυτά το ζητούμενο για μένα). Απλώς, κάτι να γίνει, κάτι να κινηθεί, να ξεφύγουμε απ' αυτό το σχεδόν ντοκιμαντερίστικο κλίμα... Όπως καταλάβατε δεν ενθουσιάστηκα ιδιαίτερα κι ούτε τη θεωρώ από τις καλές ταινίες του ενδιαφέροντα αυτού δημιουργού. Λίγη πλοκή παραπάνω δεν νομίζω ότι θα έβλαπτε. Κρίμα, γιατί το θέμα είναι ενδιαφέρον.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker