Παρασκευή, Μαρτίου 08, 2013

ΣΙΝΕΦΙΛ "TABU" Ή Η ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΟΥ (ΠΕΡΙΠΟΥ) ΒΩΒΟΥ ΣΙΝΕΜΑ

To "Tabu" είναι μια κλασική ταινία του Μουρνάου του 1931 (την οποία δεν έχω δει, έχω όμως διαβάσει αρκετά γι' αυτή). Το "Tabu" του 2012 ("Χαμένος Παράδεισος" στα ελληνικά) είναι μια πορτογαλική ταινία του Miguel Gomes. Η ομοιότητα των τίτλων δεν είναι καθόλου συμπτωματική. Το "Ταμπού" του Γκομέζ είναι μια άμεση αναφορά στο παλιότερο φιλμ και μια σινεφίλ αναφορά στην εποχή του βωβού γενικότερα. Πέραν αυτών όμως είναι μια πολύ παράξενη στη δομή της ταινία και, κατά την προσωπική μου γνώμη, πολύ γοητευτική επίσης.
Το ασπρόμαυρο πορτογαλικό φιλμ διαθέτει δύο εντελώς διαφορετικά μέρη, τόσο διαφορετικά, που πιθανόν να ξενίσουν πολλούς. Στο πρώτο μέρος παρακολουθούμε τη ζωή μιας μόλις συνταξιούχου, μοναχικής γυναίκας στη σύγχρονη Λισαβώνα. Μεταξύ άλλων ενασχολήσεων, η δραστήρια, καθολική ηρωίδα προσέχει και την πολύ μεγαλύτερη, στα όρια της άνοιας, γειτόνισά της, που ζει με την μαύρη υπηρέτριά της. Στο δεύτερο μέρος, μετά το θάνατο της ηλικιωμένης, ένας παλιός φίλος της διηγείται την απροσδόκητη, δραματική της ιστορία που διαδραματίζεται στην Αφρική κάπου στα 60ς, οπότε η ταινία μετατρέπεται απροσδόκητα σε μια πυκνή, δυνατή ιστορία απαγορευμένου έρωτα με εξωτικό φόντο (όπως ακριβώς δηλαδή και το παλιότερο "Ταμπού" του Μουρνάου).
Στο δεύτερο αυτό μέρος η σινεφίλ διάσταση κορυφώνεται. Στο κομάτι αυτό η ταινία δεν είναι ακριβώς βουβή: Υπάρχει μια off αφήγηση, οι φωνές των ηθοποιών όμως δεν ακούγονται ποτέ. Σε συνδυασμό με την πολύ καλή ασπρόμαυρη φωτογραφία, το αποτέλεσμα είναι απόλυτα εναρμονισμένο με το κλίμα των 30ς. Το κυρίαρχο στοιχείο είναι πάντως ένας χυμαρώδης ρομαντισμός, που διαποτίζεται από έντονο ερωτισμό. Ο "Χαμένος Παράδεισος" του ελληνικού τίτλου παραπέμπει βέβαια σε μια εξωτική, γεμάτη πάθος και, φυσικά, αποικιοκρατούμενη Αφρική. Πρόκειται για έναν "χαμένο παράδεισο" (σύμφωνα με την οπτική των λευκών βεβαίως), ο οποίος, μετά τα ποικίλα και συχνά αιμοσταγή απελευθερωτικά κινήματα, δεν υφίσταται πλέον (για τους λευκούς πάντοτε). Ωστόσο η σκηνοθετική ματιά δεν επικεντρώνεται στο πολιτικό αυτό στοιχείο (απλώς το βλέπουμε έμμεσα), αλλά στην παθιασμένη, ρομαντική και ερωτική διάσταση.
Θα έλεγα ότι αυτό που εξέπεμψε κυρίως η ταινία, για μένα τουλάχιστον, είναι ένα εντονότατο νοσταλγικό στοιχείο. Όχι μόνο από τη σινεφίλ διάσταση, που τόνισα επανειλημένα, αλλά και από το δυνατό ερωτικό δράμα (που όμως δεν γίνεται μελό), και από τις εξωτικές εικόνες της Αφρικής. Αλλά ακόμα και από την 60ς - αρχές 70ς ατμόσφαιρα που επικρατεί και που τονίζεται ιδιαίτερα με τη μουσική και τα τραγούδια και με τις συναυλίες και δραστηριότητες εν γένει του άπαιχτου γκρουπ στο οποίο συμμετέχει ο αφηγητής. Έτσι η νοσταλγία του βωβού με τις σινεφίλ αναφορές συναντά τη νοσταλγία του "χαμένου, πρωτόγονου παράδεισου" κι αυτήν των 60ς σε έναν, αν μη τι άλλο, απόλυτα πετυχημένο συνδυασμό.
Βρίσκω την ταινία πολύ πρωτότυπη και δυνατή, παρά το απόλυτα διαφορετικό στιλ των δύο μερών της. Νομίζω ότι αξίζει να τη δει κανείς, έστω και μόνο για τη δύναμη των εικόνων και των συναισθημάτων που εκπέμπει.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker