Πέμπτη, Αυγούστου 04, 2011

NIGHT BREED: ΣΥΜΠΑΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΤΕΡΑΤΑ



Ο Clive Barker είναι ίσως ο γνωστότερος σήμερα συγγραφέας τρόμου μετά τον Στίβεν Κινγκ. Παρά τα αρκετά γραπτά του, πρόλαβε να περάσει και πίσω από την κάμερα, γυρίζοντας μέχρι τώρα τρεις ταινίες. Το "Night Breed" του 1990 είναι η δεύτερη απ' αυτές, μετά το τρομαχτικό σε βαθμό σοκ "Hellraiser" που είχε προηγηθεί.
Η ταινία μου γέννησε αντικρουόμενα συναισθήματα: Από τη μία διαθέτει εντυπωσιακές εικόνες και, κυρίως, πολύ ενδιαφέρον concept. Από την άλλη... δεν μου άρεσε ιδιαίτερα, δεν την βρήκα καλή ταινία τελικά.
Βασισμένη στο δικό του φυσικά μυθιστόρημα "Cabal", ο Μπάρκερ αφηγείται την ιστορία ενός νεαρού που ονειρεύεται διαρκώς ότι βρίσκεται σε μια πόλη τεράτων, στην οποία ουσιαστικά ανήκει. Κάτω από την καθογήγηση του ψυχίατρού του, αρχίζει να υποπτεύεται πολλά για τον εαυτό του, αλλά και το ότι η πόλη αυτή υπάρχει στ' αλήθεια.
Είπα ότι οι εικόνες είναι εντυπωσιακές. Τα μέικ απ εφέ είναι κάτι παραπάνω απ' αυτό, μερικές φορές γίνονται εφιαλτικά, ενώ η φαντασία των δημιουργών τους ξεχειλίζει. Ορισμένες σκηνές είναι ατμοσφαιρικές. Σημαντικότερο απ' αυτά όμως βρίσκω το όλο concept: Ολόκληρη η ταινία αποτελεί έναν ύμνο στο δικαίωμα της διαφορετικότητας, στο δικαίωμα να υπάρχεις και να απολαμβάνεις ίσα δικαιώματα όσο διαφορετικός από τον "μέσο όρο" κι αν είσαι. Τα τέρατα, με την αστείρευτη ποικιλία τους, όσο αποκρουστικά κι αν είναι τις περισσότερες φορές, έχουν δικαίωμα να υπάρχουν. Το κακό εδώ, το αληθινό κακό, είναι ο ρατσισμός, οι κυνηγοί τεράτων δηλαδή που τα εξολοθρεύουν μόνο και μόνο επειδή είναι διαφορετικά. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Barker βάζει να τους παίζουν τυπικοί νότιοι αμερικάνοι "βλάχοι", πασίγνωστοι και στην πραγματικότητα για τις όχι και τόσο προοδευτικές τους ιδέες... Το μήνυμα είναι σαφές.
Από την άλλη νομίζω ότι το φιλμ στερείται οποιασδήποτε αληθοφάνειας. Φυσικά μιλάμε για ταινία του φανταστικού. Λέγοντας αληθφάνεια δεν εννοώ προφανώς κάποιον ρεαλισμό, δεν ειναι αυτό το ζητούμενο. Αλλά οι χαρακτήρες μοιάζουν τόσο ρηχοί, οι αντιδράσεις τους τόσο απλοϊκές και αναληθοφανείς, το σενάριο και οι λεπτομέρειές του μου φάνηκαν τόσο προχειρογραμμένα, ώστε δεν μπορώ να πάρω και πολύ στα σοβαρά όλα τα θετικά προηγούμενα. Διάβολε, μπαίνεις σ' ένα απόλυτα φρικιαστικό περιβάλλον, όπου ζωντανεύουν όλοι σου οι εφιάλτες. Δεν μπορεί να συνεχίσεις να το εξερευνάς απαθέστατα. Οποιοσδήποτε άνθρωπος με στοιχειδώς σώας τας φρένας θα είχε εξαφανιστεί ουρλιάζοντας πανικόβλητος. Το ίδιο ισχύει και για τους φασίστες (στην ουσία) που προαναφέραμε. Όταν μπροστά τους βλέπουν να ξεπροβάλλουν με σάρκα και οστά ανείπωτες φρίκες, δεν γίνεται να συνεχίζουν να πυροβολούν διασκεδάζοντας, λες κι είναι βαρεμένοι Κου Κλουξ Κλαν που τη βρίσκουν πυροβολώντας απροστάτευτους μαύρους. Κάπου, σε κάθε άνθρωπο, κανονικό ή κάθαρμα, υπάρχει ένα αρχέγονο πράγμα που ονομάζεται πανικός. Εδώ οι πάντες, καλοί και κακοί, μοιάζουν να είναι απρόσβλητοι απ' αυτό. Αφείστε που ποτέ δεν κατάλαβα ακριβώς τα κίνητρα του "κακού" ήρωα, που είναι κάτι μεταξύ ιδεολόγου ρατσιστή και σίριαλ κίλερ...
Καταλάβατε ότι συνολικά δεν μου άρεσε ιδιαίτερα η ταινία. Κάτι έλειπε. Κρίμα, γιατί και η ιδέα είναι καλή και οι προθέσεις αγαθές. Πάντως στο φιλμ υπάρχει και ένα σαφώς καλτ στοιχείο: Τον δεύτερο βασικό ρόλο, αυτόν του ψυχίατρου, παίζει ο κύριος Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ αυτοπροσώπως. Αν αυτό ή η αγάπη σας για τη λογοτεχνία του Μπάρκερ (προσωπικά μ' αρέσουν μόνο τα πάμπολλα μικρά διηγήματά του, ενώ βρίσκω τα μυθιστορήματά του - πλην του "Υφαντόκοσμου" - φλύαρα και κουραστικά) αποτελούν ικανό λόγο να το δείτε, κάντε το.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker