Σελίδες

Παρασκευή, Ιουλίου 17, 2020

ΣΤΟΥΣ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΥΣ ΤΗΣ ΑΓΧΩΤΙΚΗΣ "ΔΙΚΗΣ"

Το 1962 ο Orson Welles (1915-1985) γυρίζει μια από τις χαρακτηριστικότερες ταινίες του, τη "Δίκη" (Le Process), βασισμένη στο ομώνυμο συγκλονιστικό βιβλίο του Κάφκα. Και μάλιστα με εντυπωσιακό καστ (Άντονι Πέρκινς, Όρσον Ουέλες, Ρόμι Σνάιντερ, Ζαν Μορό, Έλσα Μαρτινέλι).
Ένα συνηθισμένος άνθρωπος κατηγορείται από το κράτος (;) δίχως ποτέ να του εξηγήσουν για ποιο λόγο κατηγορείται. Από εκεί και μετά θα εμπλακεί στα πλοκάμια ενός τερατώδους συστήματος και μιας εφιαλτικής γραφειοκρατίας, καταστρέφοντας εντελώς τη ζωή και την καθημερινότητά του.
Το φιλμ, με το σουρεαλισμό του και τη άρνηση να απαντήσει σε πλήθος "γιατί" (γιατί κατηγορείται ο Κ; γιατί κανείς δεν του το αποκαλύπτει; γιατί πρέπει να κάνει όσα υποχρεώνεται να κάνει; κλπ.) κατορθώνει ακριβώς να βάλει τον θεατή σε έναν ατελείωτο, εφιαλτικό, αδιέξοδο λαβύρινθο, όπου κάθε πράξη, κάθε λέξη του ήρωα θα δημιουργεί κι άλλες υποψίες για το πρόσωπό του και θα χειροτερεύει κι άλλο την (άγνωστη υπενθυμίζω) κατηγορία που τον βαρύνει. Η όλη εικόνα θυμίζει άνθρωπο που προσπαθεί να ελευθερωθεί από σκοινιά που τον δένουν και, αντ' αυτού, με κάθε του κίνηση μπλέκεται όλο και χειρότερα.
Τα ζητήματα που τίθενται είναι πολλά (και εσείς είμαι σίγουρος ότι μπορείτε να εντοπίσετε και άλλα ακόμα): Η καταπίεση του συστήματος (ενός απάνθρωπου συστήματος) πάνω στο άτομο, η συντριβή κάθε έννοιας ιδιωτικότητας, η τερατώδης γραφειοκρατία, η οποία με το παράλογο και άχρηστο της ύπαρξής της εξαφανίζει κάθε έννοια ουσίας και χρησιμότητας, η κοινωνικής φύση (ταξική;) απόστασης ανάμεσα στους ανθρώπους, η αμφίβολη έννοια του νόμου και της δικαιοσύνης κλπ. κλπ. Πάνω απ' όλα όμως το φιλμ μιλά για το αίσθημα της ενοχής, που, όπως φαίνεται να υποστηρίζει, βρίσκεται μέσα σε κάθε άνθρωπο, ανεξάρτητα αν στην πραγματικότητα είναι ένοχος ή αθώος. Η έννοια της ενοχής τονίζεται εδώ με κάθε τρόπο, με κάθε πράξη του ήρωα, που δρα σα να θέλει να αποσείσει από πάνω του την άγνωστη κατηγορία, παρά το ότι είναι προφανώς αθώος. Γιατί υπάρχει άραγε αυτή η παράδοξη ενοχή; Είναι μήπως απόρροια του ίδιου του συστήματος, που προσπαθεί έτσι να ελέγξει το άτομο; Αλλά, σκέφτομαι, πώς να μην υπάρχει σχεδόν έμφυτη η ενοχή  σε μια κοινωνία της οποίας η κυρίαρχη θρησκεία (ο χριστιανισμός) σε διδάσκει από παιδί ότι γεννήθηκες ένοχος (προπατορικό αμάρτημα) επειδή κάποιοι τύποι έκαναν κάτι κακό (;) πριν μερικές χιλιάδες χρόνια;
Τα φιλοσοφικά ερωτήματα και οι προβληματισμοί που γεννά η ταινία είναι πάμπολλα και, όπως είπα, θα ανακαλύψετε κι άλλα μόνοι σας. Εγώ θα μείνω στην υποβλητική ασπρόμαυρη εικόνα της ταινίας, επηρεασμένη από το γερμανικό εξπρεσιονισμό, πλημμυρισμένη από πελώριες ξύλινες κατασκευές, στενά, ασφυκτικά περάσματα, έρημα, άσχημα αστικά τοπία και φοβερούς χώρους οι οποίοι με μυστηριώδη τρόπο συνδέονται μεταξύ τους, δείχνοντας έτσι ότι το σύστημα βρίσκεται παντού κι ότι, όπου κι αν πας, είναι αδύνατο να ξεφύγεις από τα πλοκάμια του. Άλλωστε ο γιγαντισμός των χώρων, εσωτερικών και εξωτερικών, λειτουργεί άψογα ώστε να δημιουργήσει τη συνεχή αίσθηση της εκμηδένισης του (μικροσκοπικού) ατόμου από κάτι τυφλό και τεράστιο. Τα πάντα στο φιλμ κατορθώνουν να επιβάλλουν ένα κλειστοφοβικό, αγχωτικό, εφιαλτικό κλίμα. Άλλωστε όλη η ταινία μπορεί να ειδωθεί ως ένας δίχως τέλος εφιάλτης, τρομαχτικός όπως όλοι οι εφιάλτες και σουρεαλιστικός όπως όλα τα όνειρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου