Πέμπτη, Ιουλίου 30, 2015

Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΟΥ "ΕΞΩΓΗΙΝΟΥ"

Προσθήκη λεζάντας
Ήταν στα 1982 όταν ο Steven Spielberg, στην σχετικά αρχή ακόμα της απίστευτης εμπορικά πορείας του, γυρίζει τον περίφημο "Ε.Τ." (Ε.Τ. - Ο Εξωγήινος) και σπάει για μια ακόμα φορά τα ταμεία. Πέραν των ταμείων όμως, η ταινία παραμένει μια από τις γνωστότερες στην ιστορία του κινηματογράφου και, όπως όλα δείχνουν, συγκινεί ακόμα.
Ας επαναλάβω την πασίγνωστη ιστορία: Ένας μικρός εξωγήινος χάνεται στη γη, καθώς το σκάφος του αναγκάζεται να εγκαταλείψει επειγόντως τον πλανήτη μας για να μην εντοπιστεί. Ολομόναχος και χαμένος σε έναν άγνωστο κόσμο, θα καταφέρει τελικά να έρθει σε επαφή με ένα μικρό αγόρι, το οποίο και θα τον "υιοθετήσει". Το μυστικό θα μάθουν σιγά - σιγά και τα δύο αδέλφια του αγοριού και όλοι τους θα κάνουν τα πάντα για να βοηθήσουν τον ακούσιο επισκέπτη. Αναπόφευκτα όμως κάτι τόσο σημαντικό δεν μπορεί να παραμείνει για καιρό αποκλειστικά στους κόλπους της οικογένειας, καθώς οι επιστήμονες καραδοκούν...
Η γοητεία του φιλμ βασίζεται. νομίζω, στα απόλυτα αρχετυπικά στοιχεία που την απαρτίζουν: Ένα ον μόνο και χαμένο σε έναν άγνωστο, πιθανόν εχθρικό κόσμο. Η υποτιθέμενη "παιδική αθωότητα" που εδώ υπερτονίζεται - και μάλιστα σε σχέση με τους "κακούς" (αν και τελικά όχι τόσο) μεγάλους (ας μην ξεχνάμε ότι και ο ίδιος ο ΕΤ είναι παιδί). Η παραμυθένια ατμόσφαιρα, που ευνοεί το θαύμα (ο Ε.Τ. διαθέτει ιδιαίτερες δυνάμεις, που όντως πλησιάζουν το θαύμα). Η συγκίνηση, όταν όλα δείχνουν ότι, απομονωμένος από το φυσικό του περιβάλλον, ο εξωγήινος θα πεθάνει. Και, φυσικά, το μόνιμο δίδαγμα του κατά τα άλλα "γλυκού" και "οικογενειακού" Spielberg : Η ανοχή στο διαφορετικό, όσο ξένο κι αν μας φαίνεται αυτό με μια πρώτη ματιά. Και βέβαια, η απίστευτη ικανότητα του δημιουργού της να συνθέτει με αλάνθαστο τρόπο, και στις σωστές δόσεις, όλα τα παραπάνω. Γι' αυτό άλλωστε ο Spielberg παραμένει μάλλον ο εμπορικότερος σκηνοθέτης όλων των εποχών (δεν ξέρω αν τον πέρασε τελευταία ο Κάμερον).
Είναι γεγονός ότι πρέπει να δεις την ταινία σε τρυφερή ηλικία για να σε αγγίξει πραγματικά. Ξαναβλέποντάς την πρόσφατα, μετά από πολλά χρόνια, η συγκίνηση που ένοιωσα ήταν αναπόφευκτα μειωμένη, ενώ, ιδιαίτερα  προς το τέλος, διέκρινα και κάμποσα μελό στοιχεία. Τι τα θέλετε όμως; Το φιλμ παραμένει κλασικό στο είδος του - έστω και αν θέλετε να το εκλάβετε ως κλασικό παιδικό φιλμ. Ο άσχημος επισκέπτης, που κάτω από το αλλόκοτο παρουσιαστικό του κρύβει τόση καλοσύνη και παιδικότητα, θα παραμείνει για πάντα μια από τις πλέον αναγνωρίσιμες φιγούρες που δημιούργησε ποτέ η τέχνη, το μακρύ του δάχτυλο θα ανάβει παντοτινά στην άκρη και τα παιδικά ποδήλατα θα πετούν για πάντα κόντρα στο ολόγιομο φεγγάρι, ικανοποιώντας τις πιο μύχιες παιδικές μας επιθυμίες, που, όπως όλα δείχνουν, παραμένουν καλά καμουφλαρισμένες στα βάθη των ενήλικων καρδιών μας.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Ιουλίου 28, 2015

ΣΤΟΝ ΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ "ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΥ ΣΚΙΑΧΤΡΟΥ"

Στη μουσική υπάρχουν οι "one hit wonders", τουτέστιν καλλιτέχνες που έκαναν μια μεγάλη επιτυχία και μετά εξαφανίστηκαν. Παρόμοιο φαινόμενο υπάρχει και στον κινηματογράφο και αφορά, βεβαίως, σκηνοθέτες. Κλασικό παράδειγμα ο άγγλος Robin Hardy. Το 1973 γυρίζει το εντυπωσιακό "Καταραμένο Σκιάχτρο" (The Wicker Man)... και μετά τίποτα (για την ακρίβεια γύρισε άλλες 2 ταινίες σε διάστημα... 38 ετών, οι οποίες, όπως μαθαίνω, δεν βλέπονται).
Πίσω στο "Σκιάχτρο" όμως. Ένας αστυνομικός πηγαίνει σε ένα απομονωμένο νησί της Σκωτίας για να ερευνήσει την εξαφάνιση ενός κοριτσιού. Οι κάτοικοι, εμφανώς απρόθυμοι να συνεργαστούν, ισχυρίζονται ότι αγνοούν όχι μόνο την εξαφάνιση, αλλά και την ύπαρξη του κοριτσιού αυτού. Σύντομα ο έκπληκτος (και βαθύτατα χριστιανός) αστυνομικός θα αντιληφθεί ότι το νησί - με τις σύγχρονες ανέσεις κατά τα άλλα - δεν έχει καμιά σχέση με τον χριστιανισμό. Η θρησκεία του είναι παγανιστική και βασίζεται σε αρχαίες θρησκευτικές πεποιθήσεις και τελετουργίες. Καθώς οι μέρες περνούν το μυστήριο πυκνώνει και οι τελετές πολλαπλασιάζονται, μέχρι να φτάσουμε στο συγκλονιστικό φινάλε.
Η ταινία δεν μοιάζει με τίποτα σχεδόν απ' όσα έχετε δει. Πέρα από το κλιμακούμενο σασπένς - στα όρια της ταινίας τρόμου - βασίζεται σε μια θεμελιακή σύγκρουση: Από τη μία ένας πνιγηρός, αυστηρός, στα όρια του μαζοχισμού χριστιανισμός. Από την άλλη ένας παιγνιώδης, ελευθεριακός, χαρούμενος παγανισμός, όπου σχεδόν όλα επιτρέπονται. Φυσικά η εξουσία, ο αστυνομικός, εκπροσωπεί τον πρώτο και οι παράξενοι κάτοικοι του νησιού, με επικεφαλής έναν ευγενή, πραγματικό άρχοντα του νησιού, τον δεύτερο (τον τελευταίο ενσαρκώνει ο Κρίστοφερ Λι ίσως στον πιο παράδοξο ρόλο της καριέρας του). Η κοινωνική δομή των δύο θρησκευτικών τύπων δεν αφήνεται ασχολίαστη: Ο παγανισμός συνυπάρχει με μια ουσιαστικά φεουδαρχική κοινωνία, αποδεκτή όμως απ' όλους και, τελικά, με όχι τόσο μεγάλες ανισότητες και δεν έχει καμιά σχέση με την συνυφασμένη με τον καπιταλισμό και τον χριστιανισμό σύγχρονη κοινωνία. Βλέπετε, το νησί μοιάζει να βρίσκεται αποκομμένο από το σύγχρονο κοινωνικό γίγνεσθαι, σα να έχει μείνει πίσω στο χρόνο - με έναν ευτυχισμένο, ωστόσο, τρόπο.
Στο φιλμ υπάρχουν και τα αρνητικά βεβαίως: Η αφέλεια των 60ς, που μόλις έχουν τελειώσει, είναι διάχυτη. Οι σκηνές με τις τελετές των κατοίκων σήμερα μάλλον θα βγάλουν ακούσιο γέλιο, αφού είναι δοσμένες με αστείο (πάντα με την σύγχρονη οπτική) τρόπο, λες και όλοι υπακούν σε μια άψογη (και λίγο γελοία) χορογραφία. Το ίδιο γέλιο βγάζει νομίζω και ο (γυμνός) χορός της εντυπωσιακής Μπριτ Έκλαντ (τη θυμάστε;)
Αφήστε όμως τα αρνητικά και τις προφανείς αφέλειες. Η παράδοξη αυτή ταινία πιστεύω ότι διατηρεί μέχρι σήμερα τη δύναμή της και, όσο κι αν έχετε "διασκεδάσει" πριν, στο τέλος θα μείνετε μουδιασμένοι. Στο μεταξύ θα έχετε δει ένα από γνωστότερα cult του παγκόσμιου κινηματογράφου.
ΥΓ: Προς θεού: Αποφύγετε όπως οι παγανιστές τον σταυρό το άθλιο ριμέικ του 2006 με τον Νίκολας Κέιτζ.

Ετικέτες ,

Κυριακή, Ιουλίου 26, 2015

"ΜΠΛΕ ΔΩΜΑΤΙΟ" ΜΕ ΒΑΡΕΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ

Ο Mathieu Amalric είναι, εκτός από γνωστος γάλλος ηθοποιός, και σκηνοθέτης. Το 2014 λοιπόν μεταφέρει στην οθόνη το μυθιστόρημα του Ζορζ Σιμενόν "Το Μπλε Δωμάτιο" με πρωταγωνιστή τον ίδιο και με αποτελέσματα που προσωπικά με απογοήτευσαν.
Παντρεμένος πλέον και πετυχημένος επιχειρηματίας, ο ήρωας θα επιστρέψει στη γενέτειρά του, μια επαρχιακή κωμόπολη, όπου θα συνεχίσει τις δουλειές του. Εκεί θα συναντήσει την παλιά συμμαθήτριά του και νυν γυναίκα του φαρμακοποιού και οι δυο τους θα νοιώσουν αμοιβαίο πάθος. Θα ζήσουν τον παθιασμένο τους έρωτα σε ένα (μπλε) δωμάτιο ξενοδοχείου, προσπαθώντας όσο γίνεται να μείνουνν απαρατήρητοι από τον μικρόκοσμο της πόλης, πράγμα δύσκολο βέβαια. Ώσπου...
Η πρωτοτυπία της ταινίας είναι ότι από την αρχή σχεδόν βλέπουμε ότι ο ήρωας έχει συλλφθεί και ανακρίνεται. Δεν γνωρίζουμε όμως ούτε πώς, ούτε γιατί, ούτε τι έχει συμβεί. Με διαρκή μπρος - πίσω στο χρόνο ο Amalric συμπληρώνει σιγά - σιγά το παζλ των γεγονότων. Μόλις προς το τέλος θα μάθουμε ποιο είναι το θύμα (διότι βέβαια υπάρχει κάποιος φόνος). Αυτά για την πρωτοτυπία. Καθώς επίσης παρακολουθούμε πώς με διακριτικές πινελιές ρίχνει φως στην ρουτινιάρικη καθημερινότητα και τη σχετική πνιγηρότητα της επαρχίας και της μικρής κοινωνίας, εμπλουτίζοντας έτσι το αστυνομικό δράμα (περισσότερο δράμα μάλλον) με κοινωνιολογικές παρατηρήσεις. Προσοχή : Όλα αυτά πολύ διακριτικά, το τονίζω.
Σύμφωνοι μέχρι εδώ. Πλην όμως το όλο φιλμ με έκανε να βαρεθώ με την εμμονή του στην καθημερινότητα και με την (για μένα τουλάχιστον) αποτυχία στη δημιουργία σασπένς. Βρήκα το όλο πράγμα... πώς να το πω... χλιαρό. Όσο για το τέλος, θα ομολογήσω ότι δεν κατάλαβα τι ακριβώς έγινε. Συνέβησαν όλα όπως ακριβώς παρουσιάζονται σταδιακά στην ανάκριση ή υπήρχε κάτι άλλο που μου διέφυγε; Συγνώμη, αλλά βγήκα ανικανοποίητος και με μία αίσθηση κενού του στιλ "γιατί διάολο το είδα όλο αυτό;" Ναι, αντιλήφτηκα ότι ο σκηνοθέτης δεν ενδιαφερόταν τόσο για την ιστορία όσο (ίσως) περισσότερο για τις κοινωνιολογικές παρατηρήσεις ή για την κατάδειξη του ερωτικού πάθους, αλλά νομίζω ότι κάτι είναι αποτυχημένο όταν με κάνει να πλήττω...
ΥΓ: Είναι από τις σπάνιες φορές που διαφωνώ με το σύνολο της γνώμης των κριτικών, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους έγραψαν καλά λόγια για την ταινία.

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Ιουλίου 23, 2015

ΣΤΟΝ ΕΦΙΑΛΤΙΚΟ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΑΣΤΕΙΟ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ "DELICATESSEN"

Βρισκόμαστε στα 1991 όταν δύο άγνωστοι γάλλοι, ο Marc Caro και ο Jean-Pierre Jeunet κάνουν το εντυπωσιακό τους ντεμπούτο με το "Delicatessen" (o Caro ήταν ήδη γνωστός σαν δημιουργός κόμικς). Προκειται για μια κατάμαυρη πραγματικά κωμωδία, η οποία με το μοναδικό στιλ της έκανε τρομερή εντύπωση.
Σε μια μελλοντική δυστοπική κοινωνία οι άνθρωποι (ή μάλλον οι σχετικά προνομιούχοι απ' αυτούς) καταφεύγουν στον κανιβαλισμό για να επιβιώσουν. Σε μια πολυκατοικία, όπου διαδραματίζεται ολόκληρο το φιλμ, "αρχηγός" είναι ένας κρεοπώλης. Αυτός παρασέρνει ανύποπτα θύματα... και μοιράζει το κρέας στους ποικίλους και γραφικούς ενοίκους. Ώσπου ένας νεαρος - παιδί για όλες τις δουλειές - εγκαθίσταται εκεί, παρασυρμένος από τις ύπουλες αγγελίες του κρεοπώλη. Φυσικά προορίζεται για επόμενο θύμα, όμως...
Ακούγεται εφιαλτικό; Προφανώς. Κι όμως, η ταινία όχι μόνο βγάζει σε πολλά σημεία πολύ γέλιο, αλλά διαθέτει και αυτόν τον αφοπλιστικό, γλυκύτατο ρομαντισμό που θα συναντήσουμε αργότερα στις ταινίες που έκανε μόνος του πλέον ο Jeunet. Πώς συνδυάζονται αυτά τα ετερόκλητα στοιχεία; Θα το καταλάβετε μόνο όταν την δείτε. Πάντως το χιούμορ διαδέχεται την τρυφερότητα σε όλη τη διάρκειά της, ενώ μια ηθελημένη, διάχυτη αφέλεια πλημμυρίζει τις σκηνές. Ο πολυμήχανος νέος ένοικος, ο έρωτάς του για την κόρη του φριχτού κρεοπώλη, οι τρομαχτικοί και αστείοι συγχρόνως υπόλοιποι ένοικοι, όλα δημιουργούν την παράδοξα μεικτή αυτή ατμόσφαιρα. Αυτό όμως που κυρίως εντυπωσιάζει είναι η εξαιρετική εικόνα. Από τα ευφάνταστα ζενερίκ της αρχής έως την τελευταία σκηνή η φαντασία των δημιουργών απογειώνεται και η πιο πεζή καθημερινότητα (;) μετατρέπεται λες σε σκηνή παραμυθιού (εφιαλτικού και κυρίως παρακμιακού παραμυθιού βεβαίως). Άλλωστε αυτή ακριβώς η σήψη και η παρακμή είναι το σήμα κατατεθέν του φιλμ και της εικόνας του, μαζί βεβαίως με την οργιαστική φαντασία των δημιουργών.
Ίσως η καλύτερη ταινία των δύο σκηνοθετών (αν και εμένα μ' αρέσει και η παραγνωρισμένη νομίζω "Πόλη των Χαμένων Παιδιών" που ακολούθησε), διαθέτει βεβαίως και το πλεονέκτημα του "αιφνιδιασμού", αφού μέχρι τότε δεν είχαμε δει τίποτα παρόμοιο. Αν το δείτε για πρώτη φορά λάβετε υπ' όψιν και αυτό το στοιχείο. Και, σημειώστε, οι μετά την "Αμελί" δουλειές του Ζενέ φοβάμαι ότι επαναλαμβάνουν τον εαυτό τους και το "γλυκό" κλίμα που ο ίδιος έχει δημιουργήσει, δίχως πλέον να μπορούν να μας εκπλήξουν.

Ετικέτες , ,

Τρίτη, Ιουλίου 21, 2015

Η ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΤΡΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ HANNIBAL

Όπως ήταν αναμενόμενο, μετά την τεράστια επιτυχία της "Σιωπής των Αμνών" τα διάφορα σίκουελ, πρίκουελ που σχετίζονται με τον ανατριχιαστικό ιδιοφυή κανίβαλο δολοφόνο δίνουν και παίρνουν. Ήταν ζήτημα χρόνου λοιπόν να μάθουμε τα πάντα και για την παιδική του ηλικία, για το "πώς το έπαθε" και να παρακολουθήσουμε τα πρώτα βήματα της αιμοσταγούς καριέρας του. Από την άλλη ο Peter Weber είχε ξεκινήσει εντυπωσιακά με το ατμοσφαιρικό "Κορίτσι με το Μαργαριταρένιο Σκουλαρίκι" και περιμέναμε τα επόμενα βήματά του. Φοβάμαι όμως ότι στη συνέχεια μάλλον το έχασε...
Στο "Hannibal Rising" του 2007 λοιπόν, ο μικρός Χάνιμπαλ, γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, βιώνει κατά την παιδική του ηλικία, κατά τη διάρκεια του πολέμου, μια πραγματικά εφιαλτική εμπειρία, η οποία θα τον τραυματίσει ψυχικά για πάντα. Στη συνέχεια τον βρίσκουμε στα 17 του πλέον στο Παρίσι, όπου σπουδάζει ιατρική και ζει με τη θεία του (τη χήρα γυναίκα του θείου του), την οποία δεν αργεί να ερωτευτεί, καθότι αυτή τυγχάνει να είναι η Γκονγκ Λι. Ωστόσο η εμμονή του να πάρει εκδίκηση από όσους έκαναν ό, τι έκαναν  πριν χρόνια, στον πόλεμο, είναι ασίγαστη και όλα τα άλλα μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα. . Για να την πραγματοποιήσει θα θυσιάσει τα πάντα. Κι όταν όλα θα γίνουν σύμφωνα με την ακατανίκητη επιθυμία του, που δεν του αφήνει, όπως είπαμε, περιθώρια για οτιδήποτε άλλο, θα έχουμε πλέον μπροστά μας τον Χάνιμπαλ Λέκτερ που γνωρίσαμε στη "Σιωπή".
Δεν μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα ιδιαίτερα. Όλα ακολουθούν μια προκαθορισμένη, απόλυτα προβλέψιμη, δίχως εκπλήξεις πορεία και όλα, νομίζω, γίνονται πολύ "εύκολα", ενώ όλοι γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι τον Χάνιμπαλ δεν τον πιάνει κανένας. Επίσης δεν ξέρω αν, μετά απ' όσα πέρασε και αφού το νεανικό του μένος στρέφεται βασικά ενάντια σε παλιούς ναζί ή συνεργάτες των γερμανών (αυτό δεν με χαλάει) , καλούμαστε να "συμπαθήσουμε" και να "κατανοήσουμε" το τέρας και την περαιτέρω πορεία του...
Η σκηνοθεσία προσπαθεί να είναι όσο γίνεται ατμοσφαιρική, δεν νομίζω όμως ότι τη βοηθά το μάλλον flat σενάριο. Γενικά ίσως να μη με κούρασε καθώς το έβλεπα, δεν διέκρινα όμως και τίποτα ιδιαίτερο. Αν δεν το έβλεπα δεν νομίζω ότι θα έχανα και πολλά. Κρίμα για τον Weber πάντως...
ΥΓ: Να περιμένουμε να δούμε και τη γεροντική ηλικία του Λέκτερ, όπου, κλεισμένος με άνοια σε γηριατρικό ίδρυμα, θα γευματίζει (με) τους υπόλοιπους υπερήλικες έγκλειστους;

Ετικέτες ,

Πέμπτη, Ιουλίου 16, 2015

Η ΠΑΡΩΔΙΑ ΚΑΙ ΤΟ "WHAT WAY TO GO!"

Η δεκαετία του 60 παρήγαγε κάθε είδους φιλμ. Αλλά και παρωδίες των ειδών αυτών. Έτσι λοιπόν το 1964 ο J. Lee Thompson (1914-2002) γυρίζει, με ένα all star cast το πλούσιο και ευχάριστο "What way to Go!". Επικεφαλής η Σίρλεϊ Μακ Λέιν και δίπλα της οι (κρατηθείτε) Πολ Νιούμαν, Ρόμπερτ Μίτσαμ, Τζιν Κέλι, Ντιν Μάρτιν, Ντικ Βαν Ντάικ! Σπάνιο.
Η ιστορία είναι εντελώς τρελή : Μια όμορφη νεαρή χωριατοπούλα το μόνο που θέλει είναι να ζήσει μια ήσυχη, ευτυχισμένη ζωή με έναν καλό σύζυγο. Ποια είναι όμως η κατάρα της; Ναι, βρίσκει τον εκάστοτε κατάλληλο, τον παντρεύεται και τότε κάτι συμβαίνει, αυτός αρχίζει να γίνεται απίστευτα πλούσιος και πετυχημένος, ξεκινά τη μεγάλη ζωή (που η ίδια βαριέται) και τελικά, στο απώγειο πλούτου και δόξας... πεθαίνει. Σαν η όμορφη και διαρκώς χήρα ηρωίδα να διαθέτει το άγγιγμα του Μίδα, αλλά και την κατάρα του. Στην πρώτη σκηνή η ηρωίδα προσπαθεί να δωρίσει στο κράτος ένα αμύθητο ποσό για να το ξεφορτωθεί και να επιστρέψει στην απλή ζωή, την περνούν για τρελή, την στέλνουν σε ψυχίατρο και σ' εκείνον αφηγείται την απίστευτη ιστορία της και τους τέσσερεις γάμους της.
Πρόκειται για μαύρη κωμωδία, με τους εκάστοτε θανάτους να διακωμωδούνται όσο δεν παίρνει.. Κυρίως όμως, όπως είπαμε, πρόκειται για παρωδία κινηματογραφικών ειδών. Με διαφορετικό κινηματογραφικό ύφος κάθε φορά,  με κάθε διαφορετικό άντρα, το μιούζικαλ, το κοινωνικό φιλμ - με λίγο από γουέστερν, η φιγούρα του μποέμ, βασανισμένου και γεμάτου υπαρξιακά ερωτήματα καλλιτέχνη και άλλα θέματα και στιλ οδηγούνται στην παρωδία. Το ίδιο το θέαμα και οι show busines αυτοσαρκάζονται - από τα εξωφρενικά κοστούμια που σε κάθε σκηνή φορά η ΜακΛέιν μέχρι τα υπερβολικά και πολύ συχνά επίτηδες κιτς σκηνικά. Η μοντέρνα τέχνη, οι αλλαγές που φέρνει στον άνθρωπο το χρήμα, η παράνοια και η μεγαλομανία που δημιουργεί η επιτυχία, είναι μερικά από τα θέματα που θίγονται και σατιρίζονται.
Επιτυχημένο και ξεκαρδιστικό σε κάποια σημεία, λιγότερο σε κάποια άλλα (αναμενόμενο, αφού στην ουσία πρόκειται για ένα είδος σπονδυλωτού φιλμ), το "What way to Go!" αποτελεί μια παράξενη προσπάθεια πριν ο όρος "μεταμοντέρνο" επινοηθεί καν. Ίσως γι' αυτό - και για το αξιοπερίεργο της υπόθεσης - να αξίζει να το ψάξετε. Και για το καστ φυσικά.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Ιουλίου 14, 2015

ΟΙ ΓΛΥΚΟΠΙΚΡΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΜΠΕΛΙΕ

Ο γαλλικός κινηματογράφος φαίνεται ότι τελικά καταφέρνει να παράγει σχεδόν κάθε χρόνο μια μεγάλη επιτυχία. Το 2011 ας πούμε ήταν οι ξεκαρδιστικοί "Intouchables", το 2013 το "Θεέ μου, τι σου κάναμε" (βρήκα το πρώτο πολύ διασκεδαστικό ενώ το δεύτερο δεν μου άρεσε ιδιαίτερα) και το 2014 έρχεται η "Οικογένεια Μπελιέ" του Eric Lartigau. Η οποία βεβαίως δεν είναι ακριβώς κωμωδία, αλλά κομεντί, οπότε μην περιμένετε σε καμία περίπτωση να γελάσετε "χοντρά", όπως γινόταν με τις δύο προαναφερθείσες.
Η 15χρονη ηρωίδα είναι το μόνο μέλος της ομώνυμης οικογένειας αγροτών της γαλλικής  επαρχίας που μιλά και ακούει, καθώς τα υπόλοιπα μέλη (γονείς και μικρότερος αδελφός) είναι κωφάλαλα. Γενικώς πρόκειται για μια όχι τόσο συνηθισμένη οικογένεια, πράγμα που επιτείνεται όταν ο (μάλλον σεξομανής) πατέρας αποφασίζει να βάλει υποψηφιότητα για δήμαρχος, ενώ ο αδελφός ερωτεύεται την καλύτερη φίλη της Πολά. Η ίδια, ανάμεσα στο σχολείο και στις πάμολλες οικογενειακές υποχρεώσεις (μεταξύ των οποίων να κάνει τον διερμηνέα στους γονείς της) ανακαλύπτει - μέσω ενός βαριεστημένου καθηγητή - ότι έχει εξαιρετική φωνή και προσπαθεί να τους πείσει ότι πρέπει να φύγει στο Παρίσι για σπουδές. Και υπάρχουν κι άλλα...
Εντάξει, η ταινία διαθέτει ευαισθησία και σίγουρα και χιούμορ (όχι ξεκαρδιστικό, συγκρατημένο, το τονίζω και πάλι) και αποτελεί ουσιαστικά μια ιστορία ενηλικίωσης. Διαθέτει και τις συγκινητικές πινελιές της (ειδικά στη σκηνή του τραγουδιού), οπότε μπορώ να καταλάβω γιατί άρεσε. Επίσης αποφεύγει να κάνει αστεία με το θέμα της κωφότητας (υπάρχουν λίγα και καθόλου προσβλητικά) και παίρνει θέση (χαμηλότονα) υπέρ της διαφορετικόητας. Τέλος η νεαρή πρωταγωνίστρια είναι εξαιρετική. Συνολικά πάντως, παρά το ότι κυλά σχετικά ευχάριστα και ισορροπεί ανάμεσα στο κωμικό και το (ελαφρώς) δραματικό, δεν μπορώ να πω ότι μου άρεσε ιδιαίτερα. Θα την χαρακτήριζα απλώς συμπαθητιική (ιδιαίτερα αν τη δείτε σε κανένα θερινό σινεμαδάκι με όλα τα σχετικά).

Ετικέτες ,

Δευτέρα, Ιουλίου 13, 2015

"THE BEDFORD INCIDENT" ΚΑΙ Η ΨΥΧΡΟΠΟΛΕΜΙΚΗ ΠΑΡΑΝΟΙΑ

Η δεκαετία του 60, εκτός από επαναστατική, υπήρξε μια περίοδος που σημαδεύτηκε από τον Ψυχρό Πόλεμο και τον φόβο ενός 3ου παγκόσμιου πολέμου ή ενός, κατά λάθος έστω, πυρηνικού ολοκαυτώματος. Αρκετές ταινίες, όλες ζοφερές με τον τρόπο τους, κατέγραψαν τον παγκόσμιο αυτόν φόβο. Εκτός από γνωστά φιλμ, όπως ας πούμε το "On the Beach" ή το "SOS Πεντάγωνο καλεί Μόσχα", που αντιμετωπίζει το θέμα σατιρικά, υπάρχουν και περισσότερο άγνωστα "διαμάντια". Ένα απ' αυτά, για μένα τουλάχιστον, είναι το "The Bedford Incident" του 1965, πρώτη σκηνοθετική δουλειά (από τις 5 όλες κι όλες) του James B. Harris.
Ένα αμερικάνικο πολεμικό πλοίο περιπολεί κάπου βόρεια, κοντά στη Γροιλανδία, όταν εντοπίζει ένα σοβιετικό υποβρύχιο να "παρανομεί", μπαίνοντας σε απαγορευμένα νερά. Το πλοίο διοικείται από έναν φανατικό, "στρατόκαυλο", άτεγκτο και τυπολάτρη πλοίαρχο, που έχει επιβάλλει σιδηρά πειθαρχία στο πλήρωμά του. Ταιριαστά λοιπόν με τον χαρακτήρα του, αποφασίζει να κυνηγήσει το υποβρύχιο και να "ξεμπροστιάσει" την παρανομία του πάσει θυσία και δίχως να διστάζει μπροστά σε τίποτα. Το διαρκές αυτό παιχνίδι με τη φωτιά όμως - εν μέσω πολικών παγόβουνων - σύντομα θα κλιμακωθεί με επικίνδυνες για όλους παρενέργειες...
Εξαιρετικά δομημένο το φιλμ, ξεκινά κάπως χαλαρά και, όσο προχωρά, γίνεται όλο και πιο αγχωτικό, με κάθετα αυξανόμενο σασπένς, μέχρι την τελική συγκλονιστική κλιμάκωση, ενώ η κλειστοφοβική ατμόσφαιρα του πλοίου επιτείνει τη δύναμή του. Το βάρος πέφτει σχεδόν ολόκληρο στους ώμους του θαυμάσιου Ρίτσαρντ Γουίντμαρκ σε έναν από τους καλύτερους ρόλους του, αυτόν βεβαίως του σχεδόν παρανοϊκού καπετάνιου, ενώ δίπλα του στέκει ο Σίντεϊ Πουατιέ, του οποίου το χρώμα δεν αποτελεί καθόλου θέμα της ταινίας (δεν γίνεται καν η παραμικρή νύξη).
Βλέποντα πολιτικά το φιλμ, θα διαπιστώσετε ότι ο "κακός" είναι σαφώς ο αμερικάνος και όχι οι σοβιετικοί (οι οποίοι βέβαια παρανόμησαν, αλλά μπροστά σε όσα ακολουθούν αυτό αποτελεί πραγματικά "πταίσμα"). Μη  σας εκπλήσει αυτό, μια που πρόκειται για χολιγουντιανή ταινία. Στην περίοδο αυτή το ίδιο μοτίβο είχε επαναληφτεί σε αρκετά φιλμ (θυμηθείτε και πάλι την χιουμοριστική αντιμετώπισή του στο "SOS Πεντάγωνο..."). Πέραν αυτής της ιδιομορφίας όμως, και φυσικά της απροκάλυπτης καταγγελίας του φανατισμού, της τυφλής αφοσίωσης στο γράμμα του νόμου, της σχεδόν φασιστικής τελικά στρατιωτικής συμπεριφοράς και των πρακτικών του στρατού εν γένει, σας καλώ να το δείτε σαν υπόδειγμα φιλμ με κάθετα αυξανόμενο σασπένς, με ανατριχιαστικό τέλος και, βέβαια, εξαιρετικές ηθοποιίες.

Ετικέτες ,

Τρίτη, Ιουλίου 07, 2015

"ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ"... ΘΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΚΛΑΣΙΚΟ ΧΟΛΙΓΟΥΝΤ

Βρισκόμαστε στα 1953. Ο Fred Zinnemann (1907-1997), μετά το "Τρένο θα σφυρίξει τρεις φορές" της περασμένης χρονιάς, κάνει μια ακόμα πασίγνωστη ταινία, το "Όσο Υπάρχουν Άνθρωποι" (From Here to Eternity" ο πρωτότυπος τίτλος), με ένα πολύ δυνατό καστ: Μπαρτ Λάνκαστερ, Μοντγκόμερι Κλιφτ, Ντέμπορα Κερ, Ντόνα Ριντ, Φρανκ Σινάτρα, Έρνεστ Μποργκνάιν...
Πρόκειται για ένα "βαρύ" δράμα, που παραμένει κλασικό στο είδος του. Εξετάζει τις ιστορίες, τους χαρακτήρες και τους έρωτες μιας ομάδας στρατιωτικών, που η μονάδα τους βρίσκεται στη Χαβάη λίγο πριν η Αμερική μπει στον πόλεμο που μαίνεται ήδη στην Ευρώπη και απλώνεται... Ποικιλία χαρακτήρων, πάθη, διαμάχες που μπορεί να οδηγήσουν στα άκρα, ένα - από μία μόνο πλευρά - όχι και τόσο κολακευτικό "πορτρέτο" της στρατιωτικής ζωής... και ξαφνικά όλα καταρρέουν και οι ατομικές ζωές παύουν να έχουν αξία καθώς, εκεί ακριβώς, "συμβαίνει" το Περλ Χάρμπορ και ο πόλεμος θα σαρώσει τα πάντα.
Φυσικά οι εντάσεις, τα πάθη, η σκιαγράφηση των πολλών και διαφορετικών χαρακτήρων και οι καλές ηθοποιίες είναι εξασφαλισμένα και, μέχρι σήμερα, κρατούν τους θεατές που αρέσκονται στα μεγάλα δράματα. Θα μείνω λίγο στους χαρακτήρες, αφού πιστεύω ότι δίνονται ανάγλυφα και πειστικά και οι διαφορές ανάμεσά τους τονίζονται θαυμάσια. Κι αυτό, βεβαίως, αφορά τόσο τους ανδρικούς όσο και τους γυναικείους: Ο "τυπικος" και άψογος επαγγελματικά Λάνκαστερ, ο "πεισματάρης" και με προσωπική ηθική Κλιφτ, η κυνική πόρνη που βαθμιαία αλλάζει Ριντ, ο "ρέμπελος" Σινάτρα, η καταπιεσμένη Κερ... Ναι, σίγουρα πρόκειται για ένα δράμα χαρακτήρων.
Ιδεολογικά θα το χαρακτήριζα κάπως αμφιλεγόμενο. Υπάρχουν βεβαίως τα πάθη, οι έρωτες, τα μίση, στη βάση όλων αυτών όμως κυριαρχεί η αγάπη όλων για τη δουλειά τους, για τον στρατό δηλαδή και τη στρατιωτική ζωή. Κι όταν ξεσπά ο πόλεμος, όλοι είναι πρόθυμοι να αφήσουν πίσω τους τα πάντα προκειμένου να υπηρετήσουν την πατρίδα. Χμμμ... Θεωρώ πάντως ότι δίνει ανάγλυφα το γεγονός ότι οι προσωπικές ζωές σαρώνονται, καταρρέουν, όταν κάτι μεγάλο - όπως ένας πόλεμος - ξεσπά εκεί έξω. Πώς δηλαδή το ατομικό συντρίβεται από το ευρύτερο κοινωνικό. Από την άλλη θαυμάζω την τότε "τόλμη" του κλασικού και απευθυνόμενου "σε όλους" Χόλιγουντ της εποχής, το οποίο δεν συνέδεε την (ζητούμενη προφανώς) οικονομική επιτυχία με ντε και καλά χάπι εντ. Κάθε άλλο μάλιστα. Τελικά, από κάποιες απόψεις, τα πράγματα έχουν γίνει πιο συντηρητικά στις μέρες μας, με το στυγνό (και απίστευτα  βαρετό για μένα) κυνήγι του κέρδους (και μόνο) και με τα σύγχρονα μπλογκμπάστερ, η παραγωγή των οποίων αφορά περισσότερο λογιστές παρά δημιουργούς...
Ξαναλέω: Στο είδος του κλασικό, αν και είναι λογικό πολλοί να απεχθάνονται τα βαριά μελοδράματα.

Ετικέτες ,

eXTReMe Tracker